Μιλάει σήμερα στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ ο καθηγητής, Γενικός Γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών και Επόπτης του Κέντρου Ερεύνης Φυσικής της Ατμοσφαίρας και Κλιματολογίας
Συνέντευξη στον Αποστόλη Ζώη
Ο Χρήστος Ζερεφός γεννήθηκε στο Κάιρο και σπούδασε Φυσική και Μετεωρολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μεταδιδακτορικές σπουδές και έρευνα έκανε στο Εθνικό Κέντρο Ατμοσφαιρικών Ερευνών των ΗΠΑ (ΝCAR) και σε άλλα Ερευνητικά Κέντρα στις ΗΠΑ και στην Ελλάδα. Διετέλεσε Καθηγητής Φυσικής της Ατμόσφαιρας στα Πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης και Αθηνών, επισκέπτης καθηγητής στα Πανεπιστήμια Βοστώνης, Μινεσότα και Όσλο. Είναι Τακτικό Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, της Νορβηγικής Ακαδημίας, της Academia Europaea, της Ρωσικής Ακαδημίας της Φύσης, της InternationalAcademyofAstronautics και πολλών άλλων Ακαδημιών και επιστημονικών Ιδρυμάτων. Επίσης, είναι Εταίρος (Fellow) του InstituteofPhysics (Ηνωμένο Βασίλειο) και Ισόβιο Μέλος της Αμερικανικής Γεωφυσικής Ένωσης, η οποία τον ετίμησε με τη διάκριση του Αριστείου του Ειδήμονα Κριτή το 1998.
Έχει τιμηθεί με το Παγκόσμιο Βραβείο Όζοντος του Προγράμματος Περιβάλλοντος του ΟΗΕ (1997), με Εύφημο μνεία από το Πρόγραμμα Περιβάλλοντος του ΟΗΕ το 1995, το 1998 και το 2012 για τη συνεισφορά του στις επιστημονικές Εκθέσεις του Πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ και το 2008 με τιμητική διάκριση για τη συνεισφορά του στο έργο της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), η οποία τιμήθηκε εξ ημισείας με το Nobel Ειρήνης το 2007. Μεταξύ των πολλών διακρίσεων συμπεριλαμβάνονται το Βραβείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Φυσικών – Βαλκανικής Ένωσης Φυσικών για το Περιβάλλον (2006),Διάκριση από τον Υπουργό Παιδείας της Κυπριακής Δημοκρατίας (2008), Διάκριση από τη Ρωσική Ακαδημία της Φύσης (2009), το Χρυσό Μετάλλιο της Πόλεως της Θεσσαλονίκης (2009) κ.α. Οι προσπάθειές του και των συνεργατών του στην αποκατάσταση κτιρίων στο Λόφο των Νυμφών και η δημιουργία του Μουσείου Γεωαστροφυσικής και του Γεωαστροφυσικού Περιπάτου τιμήθηκαν με το Βραβείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης “EuropaNostra 2010”.
Έχει δημοσιεύσει εκατοντάδες επιστημονικές εργασίες στη διεθνή βιβλιογραφία και επιστημονικά συγγράμματα. Έχει εκλεγεί δύο φορές Πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής Όζοντος της Διεθνούς Ενώσεως Μετεωρολογίας και Ατμοσφαιρικών Επιστημών (IAMAS), Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής της Διεθνούς Ενώσεως Γεωδαισίας και Γεωφυσικής, Καθηγητής της Έδρας UNESCO Φυσικών Καταστροφών, Πρόεδρος του Μαριολοπουλείου-Καναγκινείου Ιδρύματος Επιστημών Περιβάλλοντος και έχει διατελέσει ή διατελεί Μέλος Εθνικών και διεθνών επιστημονικών Επιτροπών κύρους στην ΕΕ και στον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό. Έχει επίσης εκλεγεί Πρόεδρος του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και άλλων επιστημονικών Ιδρυμάτων.
OΚαθηγητής Χρήστος Ζερεφός είναι Γενικός Γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών και Επόπτης του Κέντρου Ερεύνης Φυσικής της Ατμοσφαίρας και Κλιματολογίας. Τα τελευταία 30 χρόνια έχει συμμετάσχει ή συντονίσει περισσότερα από 50 διεθνή ανταγωνιστικά ερευνητικά προγράμματα και είναι γνωστός διεθνώς για τις εργασίες του σε θέματα ατμοσφαιρικού περιβάλλοντος. Σήμερα μιλάει στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ.
Η συνέντευξη
-Η μεγάλη αραίωση του στρώματος όζοντος στις πολικές περιοχές του πλανήτη συνεχίζεται, όμως η «τρύπα» του όζοντος έχει σταθεροποιηθεί κατά την τελευταία δεκαετία, αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Διεθνής Επιτροπή Όζοντος με αφορμή την 26η επέτειο του Πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ, χάρη στο οποίο η κατάσταση βελτιώθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Στην Επιτροπή, όπου προεδρεύετε εσείς και η οποία έχει δημιουργηθεί στο πλαίσιο της Διεθνούς Ένωσης Μετεωρολογίας και Ατμοσφαιρικών Επιστημών (IAMAS), τι ακριβώς επισημαίνει; Μπορείτε να αναφερθείτε πιο αναλυτικά;
«Η έκθεση της Επιτροπής επισημαίνει ότι παρόλο που το παγκόσμιο όζον δείχνει σημάδια σταθεροποίησης, το όζον στις πολικές περιοχές συνεχίζει να μειώνεται. Η αραίωση του στρώματος του όζοντος είναι μεγαλύτερη στην Ανταρκτική και μικρότερη στην Αρκτική λόγω των διαφορετικών μετεωρολογικών συνθηκών. Αν και η ανθρώπινη παραγωγή των ενώσεων χλωρίου και βρωμίου που καταστρέφουν το όζον έχει μειωθεί σημαντικά, θα χρειαστούν αρκετά ακόμα χρόνια προκειμένου το πολικό όζον να επιστρέψει στα επίπεδα της δεκαετίας του 1980».
-Μπορείτε να μας δώσετε μια περιγραφή της πλανητικής αλλαγής στο ατμοσφαιρικό περιβάλλον;
«Στο παρελθόν η Γη άλλαξε ατμόσφαιρα, άλλαξε και αλλάζει τις θέσεις των ηπείρων, όλα αλλάζουν και τίποτα δεν παρέμεινε στατικό όπως υποστήριζε και ο Ηράκλειτος. Από τη μυθολογία γνωρίζουμε για καταστροφικά φαινόμενα, από τον κατακλυσμό του Νώε και του Δευκαλίωνα, μέχρι τις αλλαγές της Μαύρης Θάλασσας, του Νείλου και του κλίματος του Άργους που περιγράφει ο Αριστοτέλης. Στις νεότερες περιόδους, δηλαδή στις τελευταίες δύο χιλιετίες, οι πλανητικές αλλαγές συνεχίζονται με αποκορύφωμα την μικρή παγετώδη εποχή που άρχισε στο Μεσαίωνα και σε πολλές περιοχές του πλανήτη τελείωσε το 19ο αιώνα.
Όλες αυτές οι αλλαγές έγιναν από φυσικά αίτια, χωρίς την παρέμβαση του ανθρώπου. Η γη όταν δημιουργήθηκε ήταν ένας καυτός πλανήτης με ατμόσφαιρα όμοια με εκείνη του γενεσιουργού της Ήλιου. Η ατμόσφαιρα αυτή από υδρογόνο και ήλιο, αέρια που έχει και σήμερα η ατμόσφαιρα του ήλιου μας, χάθηκε και αντικαταστήθηκε μέσα σε εκατομμύρια χρόνια από μία ατμόσφαιρα με πολύ λίγο οξυγόνο που προήλθε από τα έγκατα της γης. Η ατμόσφαιρα αυτή είχε τη χαρακτηριστική οσμή που υπάρχει κοντά σε θερμές πηγές ή ηφαίστεια. Αυτή η ατμόσφαιρα ονομάζεται αναγωγική.
Η εμφάνιση της ζωής στον πλανήτη πριν από 2-3 δισεκατομμύρια χρόνια συσσώρευσε οξυγόνο στην ατμόσφαιρα και από αναγωγική την μετέτρεψε σε οξειδωτική. Η οξειδωτικότητα της ατμόσφαιρας είναι γνωστή από το γνωστό σκούριασμα των μετάλλων και από την αλλοίωση (οξείδωση) οργανικών υλικών ακόμα και μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Είναι η ατμόσφαιρα μέσα στην οποία έγιναν όλες οι πλανητικές αλλαγές του παρελθόντος, από τις βιβλικές καταστροφές μέχρι τη μικρή παγετώδη περίοδο που τελείωσε τον 19ο αιώνα και την ακολούθησε η βιομηχανική επανάσταση».
-Πότε άρχισε να προειδοποιεί η ίδια η φύση;
«Το δεύτερο ήμισυ του 20ου αιώνα είναι η περίοδος όπου πραγματικά η ίδια η φύση άρχισε να προειδοποιεί για σοβαρές ανθρωπογενείς επεμβάσεις. Είναι η πεντηκονταετία της αναγνώρισης της σημασίας της αιθαλομίχλης, του φωτοχημικού νέφους και γενικά της αναγνώρισης της σπουδαίας αλλαγής στη σύσταση της ατμόσφαιρας που έγινε από τον άνθρωπο χωρίς αμφιβολία, με σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία και στα οικοσυστήματα, η βιοποικιλότητα των οποίων συνεχώς μειώνεται. Η αλλαγή στη σύσταση της ατμόσφαιρας παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις με την κατάρρευση της προστατευτικής ασπίδας του όζοντος, πρώτα στην Ανταρκτική και μετά στα βόρεια γεωγραφικά πλάτη.
Οι επιστήμονες ανακαλύπτουν ότι όχι μόνον το προστατευτικό όζον ελαττώνεται τις τελευταίες 2 κυρίως δεκαετίες, αλλά και ότι αυξάνουν μονότονα και με ανησυχητικό ρυθμό οι συγκεντρώσεις αερίων που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον έλεγχο του «θερμορυθμιστικού» συστήματος του πλανήτη. Τα αέρια αυτά είναι κυρίως το διοξείδιο του άνθρακος και το μεθάνιο. Από μετρήσεις εγκλωβισμένου αέρα σε «καρότα» πάγων προέκυψε ότι ενώ κατά τα τελευταία 400.000 χρόνια το διοξείδιο του άνθρακος παρέμεινε σχεδόν σταθερό με συγκέντρωση κοντά στα 280 μέρη στο εκατομμύριο μορίων αέρα (ppm), τώρα έχει ξεπεράσει τα 360 ppm. Ο ρυθμός αύξησης είναι περίπου 0,5% το χρόνο. Το ίδιο ισχύει περίπου και για το μεθάνιο που από 0,7 ppmτου παρελθόντος βρίσκεται σήμερα στο 1,7 ppm, με ρυθμό αύξησης μεγαλύτερο από 0,5% το χρόνο».
-Έχουν αρχίσει να διαφαίνονται σημεία ανάκαμψης του προστατευτικού στρώματος του όζοντος;
«Μόνο σημεία σταθεροποίησης έχουν φανεί. Η ανάκαμψη του προστατευτικού στρώματος του όζοντος αναμένεται μετά το 2050.Σε ορισμένες περιοχές του πλανήτη βλέπουμε ενδείξεις ότι το προστατευτικό στρώμα του όζοντος έχει αρχίσει να ανακάμπτει και αυτό οφείλεται κυρίως στα μέτρα που έχουν ληφθεί για τον περιορισμό της παραγωγής και της χρήσης των χημικών ουσιών που είναι υπεύθυνες για την καταστροφή του όζοντος στη στρατόσφαιρα, όπως είναι οι χλωροφθοράνθρακες (CFCs). Ωστόσο, παρά τις θετικές εξελίξεις, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις και η παγκόσμια κοινότητα θα πρέπει να συνεχίσει τις προσπάθειες για την προστασία του όζοντος».
-Ποιες περιοχές καθυστερούν την ανάκαμψη του όζοντος; Πότε υπολογίζεται χρονικά αυτή να γίνει;
«Κυρίως η πολική περιοχή στο Νότιο ημισφαίριο και γενικότερα οι περιοχές που βρίσκονται σε υψηλά γεωγραφικά πλάτη, όπως επίσης και οι περιοχές με έντονη βιομηχανική δραστηριότητα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η απορρόφηση των επιβλαβών χημικών ουσιών που καταστρέφουν το όζον απαιτεί χρόνο και εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως οι χρονικές συνθήκες, η υδροδυναμική του πλανήτη, και η αλληλεπίδραση με άλλες χημικές ουσίες στην ατμόσφαιρα. Η πλήρης ανάκαμψη του προστατευτικού στρώματος του όζοντος αναμένεται να ολοκληρωθεί από τα μέσα έως το τέλος του 21ου αιώνα. Ωστόσο, αυτό εξαρτάται και από τη συνέχιση των προσπαθειών για τη μείωση των εκπομπών επιβλαβών ουσιών και την τήρηση των διεθνών συμφωνιών για την Προστασία του Όζοντος».
-Σε τι συνίσταται ακριβώς αυτή η διαταραχή του υδρολογικού κύκλου και πώς έχει προκύψει, με βάση και τα στοιχεία που παρουσιάσατε στην ελληνική Βουλή και τη βρετανική πρεσβεία τις επιπτώσεις που θα έχουν οι κλιματικές αλλαγές στην Ελλάδα;
«Ο υδρολογικός κύκλος έχει διαταραχθεί από την υπερθέρμανση του πλανήτη, ανακατανέμοντας τα ποσά βροχής σε όλο τον κόσμο. Άλλοι κερδίζουν ύδωρ και άλλοι χάνουν. Η διαταραχή του υδρολογικού κύκλου οφείλεται στις κλιματικές αλλαγές που επηρεάζουν τον κύκλο του νερού σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και στην ανεπαρκή διαχείριση των υδάτινων πόρων, την υπερβολική χρήση τους, τη μόλυνση των υδάτινων συστημάτων, κλπ. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ξηρασίες, πλημμύρες, μείωση της διαθεσιμότητας πόσιμου νερού, και γενικά σε δυσκολίες για τις κοινότητες και τα οικοσυστήματα. Οι κλιματικές αλλαγές παίζουν σημαντικό ρόλο σε αυτήν τη διαταραχή, καθώς επηρεάζουν τη χωρική κατανομή των βροχοπτώσεων του πλανήτη. Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών περιλαμβάνουν αύξηση της θερμοκρασίας, μείωση της βροχόπτωσης, αύξηση της συχνότητας και έντασης των ξηρασιών, αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιών, αλλαγές στην παραγωγικότητα της γεωργίας, αύξηση της ανάγκης για ύδατα άρδευσης και αύξηση της πίεσης στους υδροφόρους ορίζοντες».
-Τελικά στην Ελλάδα μήπως δεν έχουμε έλλειψη νόμων, αλλά έχουμε έλλειμμα στην εφαρμογή τους;
«Ασφαλώς και έχουμε έλλειμμα στην εφαρμογή τους».
-Μια τελευταία ερώτηση… Ποια είναι η εικόνα του κλίματος στις τρεις τελευταίες δεκαετίες;
«Μέσα στα τελευταία τριάντα χρόνια ο άνθρωπος έχει αυξήσει περίπου κατά 15% το διοξείδιο του άνθρακος και το μεθάνιο, ενώ αντίστοιχα έχει ελαττώσει σχεδόν κατά 10% το στρώμα του όζοντος. Και σε ότι αφορά στο στρώμα του όζοντος η αιτία της ανησυχίας μας είναι δικαιολογημένη, γιατί αυτό το στρώμα απορροφά το μεγαλύτερο μέρος της επικίνδυνης ακτινοβολίας του ήλιου. Αν κάνουμε παρατεταμένη έκθεση σ’ αυτήν την επικίνδυνη ακτινοβολία αυξάνουμε την πιθανότητα εμφάνισης ορισμένων μορφών καρκίνου του δέρματος, εμφάνιση καταρράκτη στα μάτια, διαταραχή στα οικοσυστήματα και πολλά άλλα.
Σε ότι αφορά τώρα στα άλλα δύο αέρια, το διοξείδιο του άνθρακα και το μεθάνιο, θα αναρωτηθεί κάποιος, γιατί η ανησυχία; Και όμως το ζήτημα αποδεικνύεται εξίσου σοβαρό γιατί τα δύο αυτά αέρια, δηλαδή το διοξείδιο του άνθρακα και το μεθάνιο διατηρούν τη μέση θερμοκρασία του πλανήτη μας στους 15 περίπου βαθμούς Κελσίου πάνω από το μηδέν ενώ χωρίς αυτά, η μέση θερμοκρασία της γης θα ήταν μείον δεκαοχτώ βαθμούς Κελσίου! Δηλαδή η Γη θα ήταν παγωμένη παντού και ακατοίκητη. Η ιδιαιτερότητα που έχουν αυτά τα αέρια είναι ότι απορροφούν τη θερμική εκπομπή της Γης και δεν την αφήνουν να διαφύγει προς το διάστημα. Αυτό το «θερμορυθμιστικό» φαινόμενο της Γης επικράτησε να λέγεται φαινόμενο του θερμοκηπίου γιατί, όπως στο θερμοκήπιο τα τζάμια το εμποδίζουν να ψυχθεί, έτσι και τα αέρια του θερμοκηπίου, αόρατα, λειτουργούν κατά τον ίδιο τρόπο.
Το διοξείδιο του άνθρακος ελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα από τις πάσης φύσεως καύσεις των ορυκτών καυσίμων ενώ το μεθάνιο προέρχεται από την κτηνοτροφία και άλλες οικολογικές και μη διαδικασίες. Οι μεταφορές και η βιομηχανία μοιράζονται την κύρια ευθύνη εκπομπής του διοξειδίου του άνθρακα. Μεταξύ κρατών επικρατεί μεγάλη ανισότητα, οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Αυστραλία έχουν κατά κεφαλήν 2,5 φορές μεγαλύτερη εκπομπή CO2 από ό,τι ο μέσος Ευρωπαίος».