«Υπάρχει διάχυτο στην ελληνική κοινωνία ένα γενικότερο κλίμα φόβου και ανασφάλειας, το οποίο σχετίζεται με την γενικευμένη οικονομική κρίση. Επιπλέον, τα πολιτικά κόμματα στη χώρα μας δεν συμφωνούν ούτε στα αυτονόητα, παρά μόνον σκέπτονται το πολιτικό τους μέλλον”. Αυτά δηλώνει ανάμεσα σε άλλα ο κ. Δημήτρης Τσαρδάκης, Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών. Ο Δημήτρης Τσαρδάκης, έχει κάνει βασικές σπουδές στην παιδαγωγική ακαδημία Θεσσαλονίκης στις παιδαγωγικές επιστήμες και στην φιλοσοφική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών στην ψυχολογία και στην φιλοσοφία. Ακολούθως έκανε μεταπτυχιακές σπουδές και το Διδακτορικό του στο πανεπιστήμιο της Φραγκφούρτης στις επιστήμες της αγωγής, στην φιλοσοφία και στην κοινωνιολογία των ΜΜΕ, με εξειδίκευση στην κοινωνιολογία της τηλεόρασης. Δίδαξε στη Ράλλειο καθώς και στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία και στο Πανεπιστήμιο Πατρών από όπου και συνταξιοδοτήθηκε. Έχει δημοσιεύσει πολλές επιστημονικές εργασίες, μεταξύ των οποίων την μελέτη “Όταν ο Αδάμ δάγκωσε το μήλο”, 2014 και “Οι επτά ψυχές του καπιταλισμού”  2017, στις εκδόσεις “ΣΚΑΡΑΒΑΙΟΣ”, καθώς και πολλά άρθρα  σε περιοδικά και σε εφημερίδες. Σήμερα είναι Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών.

-Η χώρα μας βρίσκεται σε μια παρατεταμένη οικονομική κρίση. Ποιά είναι τα  προβλήματα που θα πρέπει να αντιμετωπίσει άμεσα ;

«Καμία χώρα δεν μπορεί να λύσει τα οικονομικά της προβλήματα  αν δεν δημιουργήσει ένα σταθερό πολιτικό  και, εν συνεχεία, ένα σταθερό οικονομικό και επενδυτικό κλίμα. Το κράτος με τις γραφειοκρατικές δομές του δεν ήταν ποτέ  ένας καλός εργοδότης. Το κράτος είναι για να μαζεύει  φόρους και να κόβει μισθούς  και συντάξεις. Έτσι,  η οικονομία πέφτει σε ύφεση και οι  επιχειρήσεις κλίνουν η μία μετά την άλλη. Τα τελευταία επτά χρόνια των μνημονίων στη  χώρα μας έχουν κλείσει πάνω από διακόσιες χιλιάδες μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις. Η ανεργία,  ιδιαίτερα των νέων, έχει χτυπήσει κόκκινο.  Οι επιχειρήσεις είναι ο μοχλός της αναπτυξιακής διαδικασίας και της δημιουργίας νέων θέσεων  εργασίας. Η Ελλάδα θα μπορούσε, αξιοποιώντας το πλεονέκτημα της γεωγραφικής της θέσης αλλά και της πολιτισμικής της κληρονομιάς να αναπτύξει περαιτέρω τουριστικές και ναυτιλιακές επιχειρήσεις. Αλλά και στον τομέα της παιδείας, των  γραμμάτων και των επιστημών θα μπορούσε να αναπτύξει στα πανεπιστήμια ερευνητικά και συνεδριακά κέντρα  και να προσελκύσει επενδύσεις.

-Για να γίνουν όλα αυτά ποιές προϋποθέσεις απαιτούνται;

«Όλα αυτά βέβαια προϋποθέτουν ότι  πρέπει να αλλάξουν και οι νοοτροπίες και  συμπεριφορές του λαού μας και των διαφόρων  συντεχνιών. Είναι καταστροφικό για την ελληνική οικονομία, παραδείγματος χάριν, να γίνονται δεκάδες απεργίες και κινητοποιήσεις κάθε χρόνο και να κλείνουν δρόμους, λιμάνια, αεροδρόμια, μουσεία.  Οι εργαζόμενοι μπορούν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους χωρίς να παρεμποδίζουν τη λειτουγία του κράτους και της κοινωνίας ολόκληρης. Ακόμη, μέσα από μια σειρά μεταρρυθμίσεων και παρεμβάσεων στη Δημόσια Διοίκηση, θα μπορούσε να αποκατασταθεί η σχέση εμπιστοσύνης των πολιτών με το κράτος, έτσι ώστε και το κράτος να ανταποκρίνεται στα προβλήματα των πολιτών και οι πολίτες να αντιλαμβάνονται ότι ζούνε μέσα σε μία ευνομούμενη πολιτεία».

-Ωστόσο ανάπτυξη ακούμε και ανάπτυξη δεν βλέπουμε…

«Αναφέρθηκε και παραπάνω ότι για να έρθει η ανάπτυξη πρέπει  να αρχίσουν να γίνονται στη χώρα μας επενδύσεις. Κανένας επιχειρηματίας ή ιδιώτης δεν επενδύει τα κεφάλαιά του μέσα σε ένα κλίμα  πολιτικής και οικονομικής ανασφάλειας. Συνεπώς, η πρώτη προϋπόθεση είναι να δημιουργηθεί στη χώρα μας ένα ήρεμο και ασφαλές επενδυτικό κλίμα, το οποίο να εξασφαλίζει στους επενδυτές τους όρους της επιχειρηματικής επιτυχίας. Αυτό το κλίμα, επί του παρόντος, στη χώρα μας δεν υπάρχει».

-Δηλαδή τι εννοείτε;

«Υπάρχει διάχυτο στην ελληνική κοινωνία ένα γενικότερο κλίμα φόβου και ανασφάλειας, το οποίο σχετίζεται με την γενικευμένη οικονομική κρίση. Επιπλέον, τα πολιτικά κόμματα στη χώρα μας δεν συμφωνούν ούτε στα αυτονόητα, παρά μόνον σκέπτονται το πολιτικό τους μέλλον. Η κυβέρνηση, και σε ένα βαθμό και τα κόμματα της  αντιπολίτευσης, εμφανίζουν μία κατάδηλη δημόσια αρνητικότητα, ως προς τους όρους και τις προϋποθέσεις των επιχειρηματικών επενδύσεων. Όταν, παραδείγματος χάριν, επιχειρείται μία ιδιωτικοποίηση  διατυπώνεται συχνά  το επιχείρημα, ότι “ξεπουλάμε τη χώρα μας”. Έτσι, οι πιθανολογούμενοι επενδυτές αποθαρρύνονται και δεν είναι πρόθυμοι να αναλάβουν το ρίσκο της οικονομικής επένδυσης των κεφαλαίων τους, είτε αυτοί είναι εγχώριοι, είτε είναι ξένοι επενδυτές. ΄Ενα παράδειγμα είναι το πρώην αεροδρόμιο του ελληνικού, το οποίο εδώ και πάνω από δέκα χρόνια σαπίζει, αλλά η επένδυση καθυστερεί κατά ένα τρόπο που δύσκολα θα μπορούσε να εξηγηθεί με όρους λογικής. Μία δεύτερη προϋπόθεση, για να υπάρξουν επενδύσεις, θα ήταν να καταπολεμηθεί η γραφειοκρατία στη χώρα μας, η οποία είναι σαν τη λερναία ύδρα. Για να βγάλεις δίπλωμα οδήγησης χρειάζονται μία ντουζίνα χαρτιά και τουλάχιστον τρεις μήνες αναμονής».

-Ποια είναι η γνώμη σας, τι αλλαγές πρέπει να γίνουν;

«Αν αγαπούμε τη χώρα μας και θέλουμε επενδύσεις, προκειμένου να μειώσουμε και την ανεργία και να βγούμε από την κρίση,  πρέπει να συμφωνήσουμε στα αυτονόητα και να βάλουμε όλοι νερό στο κρασί μας. Το τίμημα της οικονομικής κρίσης το πληρώνουμε όλοι και είναι κρίμα να το προικοδοτήσουμε και στα παιδιά μας.  Όλοι μαζί , αριστεροί και δεξιοί, μπορούμε να τα καταφέρουμε. Φτάνει πια ο πολιτικός  ”εμφύλιος”. Έχω την αίσθηση ότι τα πολιτικά κόμματα στη χώρα μας δεν έχουν καμία επαφή με την πραγματικότητα. Ο λαϊκισμός πρέπει να παραχωρήσει τη θέση του στη λογική  του “όλοι μαζί μπορούμε’’. Το πολιτικό σκηνικό της σκανδαλολογίας, του σκυλοκαυγά και του ρεβανσισμού δεν οδηγεί πουθενά.  Η ελληνική κοινωνία είναι κουρασμένη, σαστισμένη έως και οργισμένη και σε ένα βαθμό δικαιολογημένα. Και η οργή, όπως είναι γνωστό, δεν είναι καλός σύμβουλος. Σε κάθε περίπτωση, όλοι (λαός και κυβερνήτες) πρέπει  να βάλλουμε νερό στο κρασί μας και να αλλάξουμε νοοτροπίες, αν θέλουμε να είμαστε και επί της ουσίας ευρωπαϊκή χώρα.»

Ο ΣΥΛΛΕΚΤΗΣ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ