(c) elliniki-gnomi.eu

Της Ράνιας Γάτου

Ποιήτριας, Δοκιμιογράφου, Εικαστικού

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιουργήθηκε με στόχο την προώθηση της ενότητας, της ειρήνης και της συνεργασίας μεταξύ των κρατών-μελών, βασισμένη σε αξίες όπως η αλληλεγγύη, η δημοκρατία και η ελευθερία της μετακίνησης. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, η ενότητα της Ευρώπης φαίνεται να κλονίζεται. Οι ηγέτιδες χώρες, όπως η Γερμανία, συχνά εφαρμόζουν πολιτικές που αμφισβητούν τις αρχές που αποτελούν τη βάση της ευρωπαϊκής συνεργασίας. Συνθήκες όπως η Σένγκεν, που εγγυώνται την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών, τίθενται υπό αμφισβήτηση, προκαλώντας ανησυχίες για το κατά πόσο οι βασικές αξίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού παραμένουν σε ισχύ. Πόσο ενωμένη είναι πραγματικά η Ευρώπη σήμερα; Και σε ποιο βαθμό οι πράξεις των ισχυρών κρατών υπονομεύουν το κοινό όραμα της Ένωσης;

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, από την ίδρυσή της, οικοδομήθηκε πάνω σε θεμελιώδεις αξίες όπως η αλληλεγγύη, η ελευθερία και η ισότητα μεταξύ των κρατών-μελών. Η Συνθήκη του Σένγκεν, για παράδειγμα, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα σύμβολα αυτής της ενότητας, επιτρέποντας την ελεύθερη μετακίνηση πολιτών ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ χωρίς εσωτερικά σύνορα. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, οι κρίσεις που αντιμετωπίζει η Ένωση, όπως η μεταναστευτική κρίση και η πανδημία, έχουν προκαλέσει ρήγματα στη συνοχή της, με ορισμένες χώρες να επιλέγουν να παραβλέψουν ή να παρακάμψουν βασικές συμφωνίες.

Η Γερμανία, ως η οικονομικά ισχυρότερη χώρα της ΕΕ, έχει παίξει συχνά ηγετικό ρόλο, επηρεάζοντας αποφάσεις που επηρεάζουν όλη την Ένωση. Ωστόσο, η τάση της να προωθεί τα δικά της συμφέροντα, χωρίς να λαμβάνει πλήρως υπόψη τις ανησυχίες των μικρότερων χωρών, δημιουργεί ένταση και αμφισβήτηση για την ισότητα μεταξύ των μελών. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια της μεταναστευτικής κρίσης, ορισμένα κράτη μέλη υποστήριξαν ότι η Γερμανία, ασκώντας μονομερή πολιτική, αγνόησε τις κοινές ευρωπαϊκές αξίες της αλληλεγγύης, επιβάλλοντας δυσανάλογο βάρος στις χώρες των εξωτερικών συνόρων.

Επιπλέον, η διαχείριση της οικονομικής κρίσης από τη Γερμανία και άλλες βόρειες χώρες έχει φανερώσει τις διαφορές στη στάση απέναντι στα οικονομικά ζητήματα. Οι αυστηρές δημοσιονομικές πολιτικές που επιβλήθηκαν σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Πορτογαλία, παρά την αντίθεση πολλών πολιτών, ενίσχυσαν την αίσθηση ότι οι πιο ισχυρές οικονομίες της ΕΕ υπερισχύουν των αρχών της αλληλεγγύης και της ισότητας.

Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα είναι η ανισομερής εφαρμογή της Συνθήκης του Σένγκεν, ιδίως σε περιόδους κρίσης. Κατά τη διάρκεια της προσφυγικής κρίσης, πολλές χώρες έκλεισαν τα σύνορά τους ή εισήγαγαν προσωρινούς συνοριακούς ελέγχους, προκαλώντας ανησυχίες για την παραβίαση του πυρήνα της ελεύθερης κυκλοφορίας. Αυτές οι ενέργειες υπογραμμίζουν το πρόβλημα της έλλειψης κοινής πολιτικής και αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών-μελών, καθώς οι ισχυρότερες χώρες υπερισχύουν, αγνοώντας τις επιπτώσεις στις μικρότερες ή πιο αδύναμες χώρες.

Το κεντρικό ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι κατά πόσο η Ευρώπη παραμένει πιστή στις βασικές αρχές της. Αξίες όπως η ελευθερία, η δημοκρατία και η αλληλεγγύη φαίνεται να παραμερίζονται όταν τα συμφέροντα των ισχυρών χωρών διακυβεύονται. Η αίσθηση ότι οι ισχυρότερες χώρες επιβάλλουν τη δική τους βούληση στις υπόλοιπες υπονομεύει τη συνοχή της Ένωσης και δημιουργεί ένα βαθύ ρήγμα ανάμεσα στις πλουσιότερες χώρες του Βορρά και τις φτωχότερες χώρες του Νότου.

Αν συνεχιστεί αυτή η τάση, η ενότητα της Ευρώπης κινδυνεύει να αποδυναμωθεί, ενώ η εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών-μελών θα φθίνει. Είναι επιτακτική η ανάγκη να επανεξεταστεί ο ρόλος των ηγετικών χωρών, όπως η Γερμανία, στην Ένωση και να βρεθούν τρόποι για να ενισχυθούν οι κοινές αξίες που αποτελούν τη βάση του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να επιστρέψει στις αρχές της, προωθώντας μια πιο ισορροπημένη πολιτική συνεργασίας, όπου όλοι οι λαοί και τα κράτη-μέλη θα έχουν ισότιμο λόγο και θα επωφελούνται εξίσου από τη συνεργασία.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, για να διατηρήσει την ενότητα και την αλληλεγγύη της, χρειάζεται να αναγνωρίσει και να αντιμετωπίσει τις ανισότητες και τις αποκλίσεις που έχουν προκύψει ανάμεσα στα κράτη-μέλη. Η κυριαρχία της Γερμανίας, και εν γένει των ισχυρών βόρειων χωρών, επιβεβαιώνει ότι η Ένωση συχνά λειτουργεί προς όφελος των ισχυρότερων, αφήνοντας τις πιο αδύναμες χώρες να αισθάνονται παραμελημένες και εκτεθειμένες σε οικονομικές και κοινωνικές πιέσεις.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της ανισότητας είναι η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στη ζώνη του ευρώ. Οι χώρες που υπέφεραν περισσότερο, όπως η Ελλάδα, βρέθηκαν αντιμέτωπες με σκληρές δημοσιονομικές πολιτικές και προγράμματα λιτότητας, τα οποία υπαγορεύθηκαν κυρίως από τις ισχυρότερες οικονομικά χώρες. Αυτά τα προγράμματα, αν και είχαν σκοπό την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, συχνά αγνόησαν τις κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες για τον πληθυσμό, αυξάνοντας την ανεργία και τη φτώχεια. Η Γερμανία, ως κύρια διαπραγματευτική δύναμη, υιοθέτησε μια αυστηρή προσέγγιση, επιβάλλοντας κανόνες που εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα των δανειστών, αδιαφορώντας συχνά για τις επιπτώσεις στις κοινωνίες των χωρών που βρέθηκαν σε κρίση.

Πέρα από τα οικονομικά ζητήματα, η προσφυγική κρίση ανέδειξε τις εσωτερικές αντιφάσεις της ΕΕ στον τομέα της αλληλεγγύης και της ανθρωπιστικής βοήθειας. Η Γερμανία, ενώ αρχικά υιοθέτησε μια πολιτική «ανοικτών θυρών» για τους πρόσφυγες, στη συνέχεια, όταν η πίεση αυξήθηκε, οι χώρες που βρίσκονταν στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, βρέθηκαν να σηκώνουν το βάρος της κρίσης μόνες τους. Οι πολιτικές αυτές όχι μόνο παραβίασαν το πνεύμα της συνθήκης Σένγκεν, αλλά και υπονόμευσαν την αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών-μελών. Οι προσπάθειες για την κατανομή των προσφύγων μέσω ενός κοινού συστήματος ασύλου απέτυχαν, καθώς πολλές χώρες αρνήθηκαν να μοιραστούν το βάρος, ενισχύοντας την αίσθηση διαίρεσης και έλλειψης κοινής ευθύνης.

Αυτά τα παραδείγματα υποδεικνύουν ότι η ενωμένη Ευρώπη δεν είναι τόσο ενωμένη όσο θα έπρεπε. Οι ηγετικές χώρες, όπως η Γερμανία, επιβάλλουν τις θέσεις τους και προωθούν πολιτικές που ευνοούν τα δικά τους συμφέροντα, αφήνοντας άλλες χώρες σε μειονεκτική θέση. Αυτό ενισχύει τις φυγόκεντρες τάσεις στην Ένωση, ενώ παράλληλα αυξάνει τον ευρωσκεπτικισμό και την αντίθεση των πολιτών προς την ΕΕ, καθώς οι πολίτες των πιο αδύναμων χωρών αισθάνονται ότι η φωνή τους δεν ακούγεται και τα προβλήματά τους αγνοούνται.

Η αποδομήση των βασικών αξιών της ΕΕ δεν περιορίζεται μόνο στα θέματα οικονομίας και μετανάστευσης. Η ενίσχυση εθνικιστικών και λαϊκιστικών κινημάτων σε πολλές χώρες-μέλη, ιδιαίτερα στην Ανατολική Ευρώπη, υπονομεύει τις θεμελιώδεις δημοκρατικές αξίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σε χώρες όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία, βλέπουμε την άνοδο κυβερνήσεων που περιορίζουν τις ελευθερίες του Τύπου, της δικαιοσύνης και των μειονοτήτων, με τις αντιδράσεις της ΕΕ να είναι είτε καθυστερημένες είτε ανεπαρκείς. Αυτό δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα για το πόσο προσηλωμένη είναι η Ένωση στις βασικές αξίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού, όπως η δημοκρατία και το κράτος δικαίου.

Για να διασφαλιστεί η συνοχή και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να ενισχυθεί η αλληλεγγύη και να υιοθετηθεί μια πιο ισότιμη προσέγγιση στη λήψη αποφάσεων. Η ΕΕ οφείλει να εφαρμόσει αποτελεσματικούς μηχανισμούς που θα διασφαλίζουν ότι τα συμφέροντα όλων των κρατών-μελών, μικρών και μεγάλων, θα λαμβάνονται υπόψη. Πρέπει επίσης να δοθεί προτεραιότητα στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και αξιών, με πιο αυστηρούς ελέγχους στις παραβιάσεις της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου.

Συνοψίζοντας, η Ενωμένη Ευρώπη βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Για να παραμείνει πιστή στο όραμα που τη δημιούργησε, θα πρέπει να επανεξετάσει τον ρόλο των ισχυρών κρατών, όπως η Γερμανία, και να ενισχύσει την αλληλεγγύη και τη συνεργασία σε όλα τα επίπεδα. Μόνο έτσι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορέσει να διατηρήσει την ενότητά της και να αντιμετωπίσει τις μελλοντικές προκλήσεις με επιτυχία.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ