Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Καστανιώτη», η νέα ποιητική συλλογή «Ωροσκόπια Νεκρών» του δημοσιογράφου, ποιητή, συγγραφέα και εκδότη, Ντίνου Σιώτη.  Η συλλογή θέτει εκ νέου το ζήτημα της αποστολής της ποίησης: να πηγαίνει κατευθείαν στη ρίζα των πραγμάτων και στην ουσία της ζωής.  Ο Ντίνος Σιώτης (δημοσιογράφος, ποιητής, συγγραφέας, εκδότης) σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Συγκριτική Λογοτεχνία στο San Francisco State University. Στην Αμερική και στον Καναδά, όπου έζησε από το 1971 έως το 1989 και από το 1997 έως το 2004, εργάστηκε ως δημοσιογράφος και ως Σύμβουλος Τύπου στην πρεσβεία της Ελλάδας στην Οτάβα και στα προξενεία της Ελλάδας στο Σαν Φρανσίσκο, στη Νέα Υόρκη και στη Βοστόνη. Έχει δώσει διαλέξεις και έχει οργανώσει και λάβει μέρος σε ημερίδες, συνέδρια και συμπόσια για την ελληνική λογοτεχνία και τον πολιτισμό. Από το 1971 έως σήμερα, στις ΗΠΑ, στον Καναδά και στην Ελλάδα, έχει οργανώσει γύρω στις οκτακόσιες εκδηλώσεις για τα ελληνικά γράμματα και τον ελληνικό πολιτισμό εν γένει. Από το 1979 έως το 2009 συνεργαζόταν τακτικά με το Βήμα της Κυριακής, με κριτικές και άρθρα για το βιβλίο και την επικοινωνία. Έχει εκδώσει στα ελληνικά και στα αγγλικά δεκατρία πολιτικά και λογοτεχνικά περιοδικά, είκοσι έξι συλλογές ποίησης (τρεις στα αγγλικά και μία στα γαλλικά), ένα μυθιστόρημα, μία νουβέλα και μία συλλογή με αφηγήματα. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε δέκα γλώσσες. Από την άνοιξη του 2005 εκδίδει το περιοδικό (δε)κατα,

Η συνέντευξη

-Μπορείτε να αναφερθείτε κ. Σιώτη στη νέα σας ποιητική συλλογή «Ωροσκόπια Νεκρών»; Σε τι αναφέρεστε;

«Σ’ αυτή τη συλλογή μου σκάβω βαθιά μέσα στα ορυχεία της ανθρώπινης συνθήκης, φέρνοντας στο φως τα ωροσκόπια των νεκρών όπως δεν τόλμησαν να τα διαβάσουν οι νεκροί όσο ζούσαν. Πρόκειται για ποιήματα που συναποτελούν μια ενότητα αφηγηματική με γλώσσα καθόλου λεία. Όπως είπε ο Κορνήλιος Καστοριάδης, οι πιο πολλοί άνθρωποι είμαστε «αναπνέοντα πτώματα». Αναφέρομαι λοιπόν τόσο στους ζωντανούς και στην σχέση μας με έναν λανθάνοντα θάνατο, όσο και στους τεθνεώτες που αναπνέουν μια μεταθανάτιο ζωή. Με αφορμή την ιδέα του θανάτου σκοπίμως συγχέω τα όρια μεταξύ τέλους και αρχής και αναζητώ την τομή ανάμεσα στα δύο, αφού οι νεκροί μάς ορίζουν όσο ζούμε και εμείς τους μνημονεύουμε όσο μπορούμε. Ίσως και να αναφέρομαι σε μια ελεγεία του πένθιμου χρόνου της ζωής, αλλά πιθανόν να είναι η νεκροφάνεια της ανθρώπινης συνθήκης η οποία τα βλέπει όλα ρόδινα μιας και το ένα της μάτι είναι γυάλινο».

Και γιατί αυτός ο τίτλος;

«Διότι είναι ένας διάλογος με αμφισημίες μεταξύ ζώντων και τεθνεώτων, όπου οι ζωντανοί λένε τα πάθη τους στους νεκρούς και οι νεκροί τα λάθη τους στους ζωντανούς. Σε έναν κόσμο ρημαγμένο από τις αυταπάτες και την εικονική πραγματικότητα, τα Ωροσκόπια νεκρών, με τρόπο κρυστάλλινο αλλά ελαφρύ, μιλάνε για την κατάσταση των «ζωντανών νεκρών» που είναι (είμαστε) πολλοί συνάνθρωποι. Εκτός κινδύνου ύστερα από σοβαρό τροχαίο, οι νεκροί, μέσω του ωροσκόπου τους, συνομιλούν με τη ζωή σε ένα παράλληλο με το δικό μας σύμπαν, διεκδικώντας το δικό τους μέλλον στην μετά θάνατον ζωή. Στη συλλογή μου αυτή προσπαθώ να θέσω εκ νέου το ζήτημα της αποστολής της ποίησης: να πηγαίνει κατ’ ευθείαν στη ρίζα των πραγμάτων και της ουσίας της ζωής. Τα Ωροσκόπια νεκρών συνδυάζουν βιωμένες εμπειρίες με ζωδιακές εκμυστηρεύσεις, αναπτύσσοντας μια σειρά από ενοποιημένα ποιήματα όπου βασιλεύουν η ειρωνεία, ο ρεαλισμός, ο λυρισμός, ο ρομαντισμός, ο (αυτο) σαρκασμός και η νοσταλγία που αφήνει πίσω του το μέλλον, υποβάλλοντας έναν κόσμο. Νομίζω ότι εδώ έχομε ποιήματα με πικρό χιούμορ και παιγνιώδη διάθεση, με μια υποβόσκουσα ελαφρότητα, με ένα παιχνίδισμα αυτοαναιρούμενο».

-Που οδηγείται κατά τη γνώμη σας ο χώρος του βιβλίου στην Ελλάδα; Υπάρχει μέλλον;

«Οδηγείται εκεί όπου οδηγείται παγκοσμίως, στη συρρίκνωση αλλά όχι στην εξαφάνιση. Μια συρρίκνωση όμως που σπεύδει βραδέως και που κινείται με αργούς ρυθμούς, αν κρίνουμε από την κίνηση της βιβλιαγοράς που είναι μεν μειωμένη αλλά όχι σε πολύ κακό βαθμό. Στα βιβλιοπωλεία που συχνάζω, Πολιτεία, Πρωτοπορία, Ιανός, Επί λέξει και άλλα, βρίσκω πάντοτε κόσμο που λατρεύει την ανάγνωση και το βιβλίο. Τη χαρά και την απόλαυση του ξεφυλλίσματος δεν την αντικαθιστούν οι ταμπλέτες. Είναι εκπληκτικοί, με την θετική έννοια, οι τίτλοι που κυκλοφορούν, ελληνικοί και ξένοι, τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα. Οπότε, ναι, υπάρχει μέλλον για το βιβλίο».

-Η κρίση στη χώρα μας, εκτιμάτε ότι είναι μια κρίση μόνο με οικονομικά χαρακτηριστικά ή είναι πολυεπίπεδη; Ποια η δική σας άποψη;

«Η κρίση είναι πρωτίστως και κυρίως ηθική. Αν είναι σαθρά τα θεμέλια της κοινωνίας η κρίση δεν ξεπερνιέται με τίποτα. Και σαφώς τα θεμέλια της ελληνικής κοινωνίας είναι σαθρά, σαθρότατα, αφού επικρατεί η αρπακτικότητα, ο εγωισμός, η εγωπάθεια, η φιλαρέσκεια, ο ατομισμός, ο ναρκισσισμός, η παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος για το κοινό καλό, για τον πλησίον. Λείπει η κοινή λογική και ο κοινός νους, με αποτέλεσμα το αυτονόητο να έχει καταντήσει δυσεύρετο».

-Υπάρχει φως στο τούνελ; Μήπως πολλά πράγματα είναι και θέμα παιδείας;

«Υπάρχει φως στο τούνελ, ασφαλώς και υπάρχει αλλά είναι τόσο αδύναμο που δεν φαίνεται. Πριν από το φως όμως ας κάνουμε τον κόπο να βρούμε το τούνελ που φαίνεται να έχει χαθεί από τον οπτικό ορίζοντα της χώρας. Χώρο έχουμε, χώρα δεν έχουμε. Αν επικρατεί παντού ατιμωρησία, τι χώρα να έχομε; Ζούμε σ’ έναν κόσμο όπου βασιλεύει η ανομία, η εικονική πραγματικότητα και όπου η άγνοια θεωρείται προτέρημα ή ακόμη και εξυπνάδα ή και σοφία. Κοιτάξτε ποιοι μας κυβερνούν, όχι μόνο τα τελευταία τρία χρόνια. Κοιτάξτε που σκοπίμως συγχέουν το καλό με το κακό, τον θύτη με το θύμα, το ψεύτικο με το αληθινό, δίχως να κοκκινίζουν. Κοιτάξτε τους δημαγωγούς που λαϊκίζουν και τους λαϊκιστές που δημαγωγούν, με στόχο να διχάζουν το λαό, στρέφοντας με τεχνητά μέσα Έλληνες εναντίον Ελλήνων. Κοιτάξτε που με το δεξί τους χέρι κατεβάζουν την υψωμένη αριστερή τους γροθιά που πάει να ρυθμίσει τον πήχη, με αποτέλεσμα η ανάπτυξη να έχει καταντήσει ανέκδοτο. Ο πόλεμος δεν άρχισε ακόμη αλλά η κοινωνική ειρήνη, θα έλεγε κανείς, λείπει μονίμως με αναρρωτική. Λείπει το ήθος. Τα πάντα είναι θέμα παιδείας, αλλά πολύ φοβάμαι ότι η Ελλάδα και η κοινωνία μας έχομε καταντήσει μια ιδέα χωρίς αντίκρισμα.

Ο ΣΥΛΛΕΚΤΗΣ

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ