Γράφει ο Σωτήριος Οικονόμου δάσκαλος-συγγραφέας.

-Τι γίνεται , παππού; Γιατί υπάρχει αυτές τις ημέρες στην κοινωνία τόσο μεγάλη αναστάτωση; Ρωτάει ο εγγονός με περιέργεια.

-Επειδή είσαι ακόμα πολύ μικρός, απαντάει ο παππούς, θα σου διηγηθώ μια ιστορία και θα καταλάβεις περί τίνος πρόκειται.oikonomou11-250x160
-Σε ακούω.
-Λοιπόν, που λες, υπήρχε κάποτε ένας νέος, ο οποίος ήταν πολύ εργατικός, παραγωγικός και γεμάτος αξίες . Όμως, επειδή ήταν άπειρος σε θέματα ζωής και κατά συνέπεια ένιωθε ότι χρειαζόταν υποστήριξη και καθοδήγηση, σκέφθηκε πως κάποιοι άλλοι, πιο ειδικοί σε θέματα ζωής από τον περίγυρό του, μπορούσαν να του λύσουν το πρόβλημα που τον απασχολούσε. Απευθύνθηκε, λοιπόν, σε αυτούς και από την πρώτη στιγμή ένιωσε να τον πλησιάζουν ορισμένοι με τόσο ενδιαφέρον, λες και ήταν αδελφοί του. «Μη φοβάσαι, του είπαν. Να είσαι σίγουρος πως εμείς βρισκόμαστε εδώ μόνο για σένα. Σου υποσχόμαστε πως θα ικανοποιούμε τόσο τις δικές σου επιθυμίες, όσο και αυτές που θα σου δημιουργούμε εμείς αλλά υπό μία μόνο υποχρέωση. «Ποια είναι η υποχρέωσή μου;», απάντησε εκείνος. « Να χειριζόμαστε εν λευκώ τα θέματά σου χωρίς ιδιαίτερες ενοχλήσεις από μέρους σου.» Ο νέος συμφώνησε και η βραχεία ζωή του άρχισε σιγά σιγά να αλλάζει. Χωρίς να το αντιληφθεί, λοιπόν, αυτή κατακλύστηκε από επιθυμίες και μάλιστα πολλές από αυτές ήταν υπέρ το δέον παράλογες. Πρέπει όμως να επισημάνω και τούτο.
-Δηλαδή, τι;
-Υποχώρησε σταδιακά η δυνατότητα κριτικής του σκέψης, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ξεχωρίζει το καλό από το κακό, το ωφέλιμο από το ανώφελο και το επιβλαβές, το σωστό από το λανθασμένο, το χρήσιμο από το άχρηστο. Με λίγα λόγια, αφού έγινε αποδόμηση αξιών στον νου του, κυριάρχησε στη ζωή του το «ΕΠΙΘΥΜΗΤΟΝ» και όχι το «ΟΡΘΟΝ». Οι επιθυμίες του, λοιπόν, ήταν τόσες πολλές και ακόρεστες μέχρι που έφτασε στα άκρα. Μια ημέρα , που λες, οι καθοδηγητές του τού εξέθεσαν το ερώτημα, αν θέλει να πλουτίσει πολύ εύκολα χωρίς να καταβάλει ιδιαίτερο κόπο, λέγοντάς του πως υπάρχει σε ένα σημείο θαμμένος χρυσός , αλλά με την προϋπόθεση ότι θα πάρουν αυτοί το σημαντικότερο μερίδιο. Του απέκρυψαν όμως ότι το έδαφος ήταν γεμάτο από ραδιενέργεια.
-Και…τι έγινε μετά, παππού; Ρώτησε ο μικρός.
-Πήγε, πράγματι, ο νέος, έσκαψε και βρήκε τον χρυσό. Τον πήγε στους καθοδηγητές του και αυτοί του έδωσαν το μερίδιο που του αναλογούσε. Γεμάτος χαρά, λοιπόν, άρχισε να κάνει ζωή άκρως καταναλωτική και σπάταλη, μέχρι που η ικανοποίησή του από τα υλικά αγαθά έγινε ακόρεστη. Για πνευματική ζωή ούτε που το συζητάμε. Έβλεπε βιβλίο και το πετούσε στα σκουπίδια. Ούτε και σε αυτόν ακόμα τον κάδο ανακυκλώσιμων υλικών δεν το έριχνε.
-Γιατί, παππού δεν το έριχνε;
-Διότι η ραθυμία και η απώλεια κριτικής σκέψης για την μετατροπή του «άχρηστου» σε «χρήσιμο» τον είχε κυριεύσει σε μεγάλο βαθμό. Και…δεν έφτανε μόνο αυτό. Σιγά σιγά άρχισε να νιώθει κομμάρες και ζαλάδες. « Ε, του έλεγαν οι καθοδηγητές του. Μάλλον αυτά είναι συμπτώματα της κραιπάλης σου. Μη φοβάσαι. Γρήγορα θα συνέλθεις.» Η υγεία όμως του νέου πήγαινε από το κακό στο χειρότερο και τότε αυτοί αποφάσισαν να τον πάνε σε κάποιους ονομαστούς γιατρούς του εξωτερικού. Οι γιατροί διέγνωσαν καρκίνο στον εγκέφαλο, λόγω της επήρειας που δέχθηκε από την ραδιενέργεια του εδάφους, όταν έσκαψε και βρήκε τον χρυσό και του συνέστησαν αγωγή με πολύ πικρά φάρμακα. Μάλιστα τον υποχρέωσαν να υπογράψει κάποιο έγγραφο που έλεγε ότι θα χειρίζονταν την ασθένειά του αποκλειστικά οι ίδιοι. Θα τον έκαναν δηλαδή πειραματόζωο. Η σκληρή αυτή αγωγή κράτησε πέντε ολόκληρα χρόνια και η υγεία του νέου όχι μόνο δεν βελτιωνόταν, αλλά επιδεινωνόταν ακόμα περισσότερο. Τότε αυτός επάνω στην απελπισία του ζήτησε την βοήθεια από άλλους γνωστούς του και εκείνοι του είπαν πως θα πάνε στους γιατρούς και θα αιτήσουν να του αλλάξουν αγωγή. Πήγαν, λοιπόν, αυτοί και συζήτησαν μαζί τους για την αλλαγή της θεραπείας. « Τώρα θα συμφωνήσουμε, αύριο θα συμφωνήσουμε», πέρασαν πέντε μήνες. Και…αντί να γίνει αλλαγή της θεραπείας προς το ωφελιμότερον, οι γιατροί έδωσαν νέα συνταγή ακόμα πιο πικρών φαρμάκων. Οι φροντιστές του αντέδρασαν και επισήμαναν πως αυτά αντί να τον γιατρέψουν θα τον πεθάνουν πριν την ώρα του.
«Εμείς, είπαν οι γιατροί, το καθήκον μας το κάναμε. Θεωρούμε πως μόνο έτσι ο ασθενής θα ιαθεί». «Επί πέντε χρόνια όχι μόνο δεν ιάθηκε αλλά κινδυνεύει ακόμα και να πεθάνει. Τόσον καιρό δεν το αντιληφθήκατε;», αντέτειναν εκείνοι. «Ναι, κάναμε λανθασμένες εκτιμήσεις, διότι δεν υπολογίσαμε την ιδιομορφία του ασθενούς, αλλά εμμένουμε στις θέσεις μας», ήταν η ιατρική απάντηση. «Μήπως πρέπει να γίνει μια πιο ήπιας μορφής θεραπεία, ώστε να μπορέσει ο ασθενής να εγείρει το δικό του σύστημα δράσης και ενέργειας; Πρότειναν. «Και…ποιοι είστε εσείς που θα μας υποδείξετε τι θα κάνουμε. Φύγετε, δεν σας αναγνωρίζουμε ως συνομιλητές. Να έρθουν εδώ οι άλλοι. Και.. ώσπου να γίνει αυτό διακόπτουμε τελείως τα φάρμακα που του χορηγούμε ». Τι να κάνουν τότε αυτοί αποφάσισαν να πάνε στον ασθενή και να του εκθέσουν την κατάσταση, ώστε να αποφασίσει ο ίδιος για την τύχη του. Εμείς δεν έχουμε παρά μόνο να περιμένουμε ποια θα είναι η απόφαση του ασθενούς και ποια η αντίδραση των γιατρών.
-Ποιος είναι ο ασθενής, παππού, ποιοι οι φροντιστές του και ποιοι οι γιατροί; Ρώτησε ο μικρός.
-Ασθενής είναι ο ελληνικός λαός που σταμάτησαν να του δανείζουν χρήματα, φροντιστές οι κυβερνήτες του και γιατροί οι δανειστές. Δυστυχώς όπως κατάλαβες όλοι έχουν για την υπάρχουσα κατάσταση τις ευθύνες που τους αναλογούν. Αν τις αντιληφθούν έγκαιρα η ζωή του ασθενούς λαού ίσως παραταθεί. Για να ιαθεί όμως, πρέπει οπωσδήποτε να αλλαχθεί η υπάρχουσα αγωγή και να εφαρμοσθεί άλλη, πιο κατάλληλη. Ίσως να χρειασθεί και αλλαγή γιατρών.

 

 

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ