Συνέντευξη με την ποιήτρια Σίση Σιακαβάρα

 

Επιμέλεια για την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ:

Βασιλική Β. Παππά

vas_nikpap@yahoo.gr

 

Η Σίση Σιακαβάρα γεννήθηκε στη Λάρισα και μεγάλωσε στην Κυπαρισσία Μεσσηνίας. Είναι πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οι φιλοσοφικές αναζητήσεις και η έρευνά της εστιάζονται κυρίως σε ζητήματα ηθικής και δικαίου. Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα περιοδικά και ιστοσελίδες, έχει συμμετάσχει με φωτογραφικά της έργα σε ομαδικές εκθέσεις φωτογραφίας κι έχει συνεργαστεί, συμβάλλοντας με την ποίησή της, σε projects με δημιουργούς από τον χώρο της φωτογραφίας και των εικαστικών, που αναδεικνύουν τον γόνιμο διάλογο και τις ιδιαίτερες σχέσεις μεταξύ της ποίησης και των άλλων τεχνών.

 

Β.Π.: Κυρία Σιακαβάρα πρόσφατα κυκλοφόρησε η δεύτερη ποιητική σας συλλογή “Η Φρην”. Τι σάς ενέπνευσε και πώς προέκυψε ο τίτλος της;

 

Σ.Σ.: Η συλλογήΦρηναποτελείται από 40 ποιήματα, στα οποία το ποιητικό υποκείμενο, ορμώμενο από ατομικά ή διαπροσωπικά και κοινωνικά στιγμιότυπα, αφυπνίζεται, εξωτερικεύει και επικοινωνεί τις εσωτερικές του διαδρομές κι αναζητήσεις, συναφώς προς ποικίλους προβληματισμούς, βιώματα και αξίες, που διαχρονικά απασχολούν τον άνθρωπο και τη συλλογική συνείδηση, συναφώς προς  διλήμματα, επιλογές,  αποφάσεις, δράσεις και την εν γένει πορεία του βίου του, προκειμένου να νοηματοδοτήσει μέσα από όλα αυτά την ύπαρξή του.

Η λέξη φρην έχει τρεις κυρίως σημασίες. Είναι η καρδιά ως έδρα των επιθυμιών, των παθών και των συναισθημάτων,«ἐκ φρενός»είναι αυτό που κάνει κάποιος με την ψυχή του, με όλη του την καρδιά, που το εννοεί από τα βάθη της καρδιάς του. Φρην, είναι επίσης ο εγκέφαλος, η διάνοια, το μυαλό, το λογικό, ο νους ως κέντρο των διανοητικών δυνάμεων, η σκέψη, η αντίληψη, ο ορθός λόγος, φρην είναι η δύναμη του αισθάνεσθαι, σκέπτεσθαι και βούλεσθαι, η έδρα του συναισθηματικού μας κόσμου και των νοητικών μας λειτουργιών, ενώ, τέλος,η λέξη δηλώνειτη θέληση, την πρόθεση, τον σκοπό.

Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι ταιριάζει ως τίτλος της συλλογής μου, γιατί ηΦρην,νοουμένη είτε ως λόγος, είτε ως συναίσθημα, είτε ως επιθυμία, σηματοδοτεί το τρίγωνο, που διαγράφει η πορεία της ανθρώπινης σκέψης, βούλησης, δράσης και δημιουργίας. Στις κορυφές αυτού του τριγώνου τοποθετείται ο άνθρωπος ως εγώ, εσύ, ο άλλος / οι άλλοι / εμείς, ως ατομικότητα, ετερότητα, συλλογικότητα, κινούμενος στους τρεις, σχετικούς, χρονικούς άξονες του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, και προσεγγίζοντας επίσης τρεις οντολογικού – ηθικού διαφέροντος γενικές έννοιες, της αναγκαιότητας, του καθήκοντος, της αυτονομίας/υπέρβασης, δια των οποίων θα μπορούσε να ειδωθεί η πορεία της ύπαρξης.Σε κάθε περίπτωση, η ύπαρξη αποκτά νόημα μέσα από τη διαρκή δράση, την αλληλεπίδραση, τον αγώνα, τις συγκρούσεις, τα δίπολα. Ο άνθρωπος βρίσκεται τρόπον τινά σε πόλεμο, δίνοντας μάχες τόσο με τον εαυτό του όσο και με τους άλλους, μέσα σε έναν κόσμο αμφίβολο, όπου τα «πάντα ρεῖ, πάντα χωρεῖκαὶοὐδὲν μένει», σε έναν κόσμο γεμάτο επιθυμίες, φόβους, πάθη, προσδοκίες, αντιθέσεις, έρωτες, θανάτους, όνειρα, λάθη, αποτυχίες κι επιτεύγματα, τον οποίο έχει ευθύνη να κάνει καλύτερο.

 

Β.Π.: Τι δώρα πιστεύετε ότι σας έχει χαρίσει η ποίηση;

 

Σ.Σ.: Πολλά. Η ποίηση είναι ματιά και τρόπος σκέψης. Είναι ένας άλλος τρόπος να βλέπεις τα πράγματα και τα γεγονότα και ένας διαφορετικός τρόπος λειτουργίας του μυαλού και επεξεργασίας των διαφόρων ερεθισμάτων, όπως και ένας ιδιαίτερος και μοναδικός τρόπος επικοινωνίας. Αυτό νομίζω είναι το μεγαλύτερο δώρο, εκεί που οι άλλοι βλέπουν ερείπια, να βλέπεις λουλούδια ν’ ανθίζουν απ’ τις ρωγμές τους κι όταν οι άλλοι σκέφτονται, ας πούμε, πόσο υπέροχος είναι ο αγαπημένος τους, εσύ στην αντίστοιχη περίπτωση να του γράφεις ένα ποίημα. Η ποίηση είναι παιχνίδι, το ωραιότερο παιχνίδι με τις λέξεις, τις ιδέες, τις εικόνες, τα συναισθήματα. Είναι και άσκηση για το μυαλό και την ψυχή και εργαλείο που φωτίζει και αποκαλύπτει την ουσία της ανθρώπινης φύσης. Η ποίηση, επίσης, είναι ταξίδι και το να μπορεί ο άνθρωπος να ταξιδεύει και να γεμίζει την ψυχή του ανά πάσα στιγμή είναι ακόμη ένα σπουδαίο δώρο.

 

Β.Π.: Με τη συγγραφή εκτίθεται η ψυχή του ποιητή. Εξαιτίας αυτού, έχετε αισθανθεί πιο ευάλωτη στα μάτια των οικείων σας προσώπων;

 

Σ.Σ.: Τουναντίον. Η έκθεση αυτή θεωρώ ότι είναι έναζητούμενο, νοουμένη ως αποκάλυψη και ως αλήθεια. Όσο πιο πολύ εκτίθεται ο ποιητής, τόσο πιο αποκαλυπτικός και αληθινός είναι και τόσο πιο κοντά έρχεται με τους αναγνώστες του. Τους γίνεται οικείος.Ζούμε στην εποχή της εσωστρέφειας και της επιφανειακότητας, οπότε, θεωρώ ότι είναι αναγκαίο να ανοίξουμε τις ψυχές μας και να κοιτάξουμε βαθύτερα μέσα τους και η ποίηση είναι άριστος οδηγός προς τούτο.

 

Β.Π.: Πολλοί είναι εκείνοι που ισχυρίζονται ότι ο δημιουργός δεν έχει ανάγκη να επικοινωνεί και να γνωρίζει το αναγνωστικό του κοινό. Ποια η προσωπική σας άποψη;

 

Σ.Σ.: Καταρχήν, αν παρακολουθήσουμε την πορεία της ποίησης μέσαστους αιώνες, αντιλαμβανόμαστε ότι ήταν πάντοτε συνδεδεμένη με τον αποδέκτη, με το κοινό.Το δόγμα η τέχνη για την τέχνη,νομίζω ότι είναι κάτι το αδιανόητο για τον Έλληνα. Διότι μέσα από την ποίηση εκφράζονται οι κοινοί αγώνες και αγωνίες, καταστάσεις και αξίες που προσπερνούν το ατομικό και προωθούνται στη σφαίρα της συλλογικής συνείδησης.

Ο Τάσος Λειβαδίτης γράφει στην «Ποιητική»:

Γράφω για κείνους που δεν ξέρουν να διαβάσουν

για τους εργάτες που γυρίζουνε το βράδυ με τα μάτια κόκκινα απ’ τον άμμο

για σας χωριάτες, που ήπιαμε μαζί στα χάνια τις χειμωνιάτικες νύχτες του αγώνα

ενώ μακριά ακουγότανε το ντουφεκίδι των συντρόφων μας.

Γράφω να με διαβάζουν αυτοί που μαζεύουν τα χαρτιά απ’ τους δρόμους

και σκορπίζουνε τους σπόρους όλων των αυριανών μας τραγουδιών

γράφω για τους καρβουνιάρηδες, για τους γυρολόγους και τις πλύστρες.

 

Γράφω για σας

αδέρφια μου στο θάνατο

συντρόφοι μου στην ελπίδα

που σας αγάπησα βαθιά κι απέραντα

όπως ενώνεται κανείς με μια γυναίκα.

Κι όταν πεθάνω και δε θα ΄μαι ούτε λίγη σκόνη πια μέσα στους δρόμους σας

τα βιβλία μου, στέρεα κι απλά

θα βρίσκουν πάντοτε μια θέση πάνω στα ξύλινα τραπέζια

ανάμεσα στο ψωμί και τα εργαλεία του λαού.

 

Για τον λαό γράφουμε εν τέλει, για τις ψυχές όλου του κόσμου, όχι μόνον για την ψυχή μας. Και να πω και αυτό, εάν ο δημιουργός δεν έχει ανάγκη να επικοινωνήσει και να γνωρίσει τον άλλον, το αναγνωστικό του κοινό, τότε ποιος ο λόγος να εκδίδει ή να κοινοποιεί το έργο του; Για μιαν αόριστη και αποστασιοποιημένη προσφορά στο σύμπαν της τέχνης; Στην δική μου αντίληψη αυτό εκφράζει μιαν αδιαφορία και έναν εγωισμό. Η ποίηση δεν είναι προσωπική υπόθεση ούτε μονόδρομος, η ποίηση δημιουργεί αμφίδρομες διαδρομές και είναι υπόθεση όλων. Ο ποιητής υπάρχει αλλά και συνυπάρχει.

 

Β.Π.: Μπορείτε να σκιαγραφήσετε το πορτρέτο του αναγνώστη που θα τον αγγίξει περισσότερο η συλλογή σας;

 

Σ.Σ.: Να σας πω ότι με εξέπληξε και με ευχαρίστησε ιδιαίτερα το γεγονός ότι άνθρωποι που δεν διάβαζαν συχνά ποίηση διάβασαν ποιήματά μου και μου είπαν ότι και τους άρεσαν και τους άγγιξαν και ότι είχαν κάτι να τους πουν. Το γεγονός αυτό με κάνει επιφυλακτική ως προς το να σκιαγραφήσω κάποιο πορτραίτο αναγνώστη ή να περιορίσω το κοινό στο οποίο απευθύνεται η ποίησή μου, ορίζοντας μάλιστα και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Νομίζω ότι στα ποιήματά μου ο καθένας θα μπορούσε να βρει κάτι από τον εαυτό του ή αφορμές για να προβληματιστεί, να σκεφτεί. Το να θέτουμε όρια και περιορισμούς στο κοινό της τέχνης είναι κάτι που δεν ταιριάζει στην τέχνη. Η τέχνη πρέπει να είναι μια πόρτα ανοικτή και ένα διαρκές κάλεσμα προς όλους ανεξαιρέτως, έτσιη ποίησή μου είναι μια πόρτα ανοικτή για όλον τον κόσμο, όποιος θέλει, λοιπόν, μπορεί να ανταποκριθεί στο κάλεσμα.

 

Β.Π.: Τι είναι αυτό που κάνει ένα έργο να αντέχει στο χρόνο; Και είναι ζητούμενο αυτό για έναν ποιητή τελικά;

 

Σ.Σ.: Τα έργα αντέχουν στον χρόνο, όταν είναι διαχρονικά κι επίκαιρα και μιλούν για πανανθρώπινα ζητήματα και αξίες, για τα «καθόλου», όπως ορίζει και ο Αριστοτέλης στην Ποιητική του. Ο Προμηθέας, ας πούμε,δεν μονολογεί αλλά διαλέγεται με την οικουμένη, γίνεται συλλογική συνείδηση και πάντοτε θα προκαλεί την ίδια συγκίνηση στο κοινό. Φυσικά και είναι ζητούμενο αυτό για έναν ποιητή, να μπορεί να πιάνεται από τη στιγμή και να την εκτινάσσει στην αιωνιότητα, να είναι επίκαιρος, διορατικός και πρωτότυπος, ανατρεπτικός καιπρωτοπόρος, να αφουγκράζεται, να μοιράζεται, να υπερβαίνει τον μικρόκοσμό του.

 

Β.Π.: Σήμερα, εν σχέσει με παλιότερα οι πόρτες των εκδοτικών οίκων ανοίγουν πάρα πολύ δύσκολα για ένα νέο δημιουργό. Παρ’ όλα αυτά όμως, πολλοί νέοι ποιητές έχουν δυναμική παρουσία στα socialmedia, κινoύνται αυτόνομα και συσπειρώνουν κόσμο όπως γινόταν παλιότερα. Κατά τη γνώμη σας όμως, οι παλιοί αποδέχονται τους καινούργιους;

 

Σ.Σ.: Ναι, νομίζω ότι τους αποδέχονται, υπό προϋποθέσεις βεβαίως και όχι ανεξαιρέτως.Η αποδοχή προϋποθέτει, πέραν του ταλέντου και της γνώσης, συνέχεια, συνέπεια και σεβασμό. Σίγουρα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ένα εργαλείο διαφήμισης και ένας εύκολος τρόπος να επικοινωνήσει ο ποιητής το έργο του. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα βρεις όμως και τον άξιο δημιουργό, και τον περαστικό για ένα φεγγάρι από τα μονοπάτια της ποίησης, και τον αντιγραφέα, και τον άσχετο, και τον δήθεν, ο καθένας μπορεί να γράψει και να δημοσιεύσει,να είναι ό,τι δηλώσει, να δημιουργήσειεκεί μέσα την παρέα του, κι ο καθένας μπορεί να κρίνει και να κριθεί. Ας μην ξεχνάμε όμως πόσο εφήμερα και παροδικά είναι όλα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και πόσο εύκολαχάνονται μέσα στον όγκο των πληροφοριών, της υπερβολής, της φλυαρίας και της υποκειμενικότητας. Έξω τα πράγματαείναι σαφώς διαφορετικά. Η έκδοση είναι μια διαδικασία με συγκεκριμένα κριτήρια και κανόνες και το έντυπο αποτέλεσμα, το βιβλίο, δεν συγκρίνεται,έχει άλλη αξία και δεν χάνεται.

 

Β.Π.: Με τι κριτήριο χαρακτηρίζετε ένα βιβλίο αξιόλογο;

 

Σ.Σ.: Γράφει ο μεγάλος μας Καβάφης:

 

Ήλθε για να διαβάσει. Είν’ ανοιχτά

δυο, τρία βιβλία· ιστορικοί και ποιηταί.

Μα μόλις διάβασε δέκα λεπτά,

και τα παραίτησε. Στον καναπέ

μισοκοιμάται. Ανήκει πλήρως στα βιβλία —

αλλ’ είναι είκοσι τριώ ετών, κι είν’ έμορφος πολύ·

και σήμερα το απόγευμα πέρασ’ ο έρως

[…]

Αξιόλογο λοιπόν είναι το βιβλίο που θα σου προκαλέσει συναισθήματα ανάλογα του έρωτος, που θα σε απογειώσει ψυχικά και εγκεφαλικά.

 

Β.Π.: Κλείνοντας, θα ήθελα να μας πείτε ποιο είναι το πρώτο πράγμα που κάνετε όταν ξυπνάτε και ποιο το τελευταίο πριν κοιμηθείτε. Στο τέλος κάθε ημέρας σκέφτεσθε… 

 

Σ.Σ.: Το πρώτο πράγμα που κάνω όταν ξυπνάω είναι να πιω καφέ και να δω το πρόγραμμα της ημέρας. Το τελευταίο, ποικίλει ανάλογα με την κούραση και τους χρόνους, μπορεί να είναι μια ταινία, ένα βιβλίο, μουσική ή γράψιμο. Στο τέλος κάθε ημέρας σκέφτομαι τι έδωσα, τι πήρα και τι χρωστάω, σε ηθικό κυρίως επίπεδο. Είναι, ξέρετε, εκείνα τα πράγματα που δεν σημειώνονται σε λίστες στο χαρτί και μπορείς να τα δεις στα όνειρά σου ή να γίνουν το έναυσμα για ένα ποίημα.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ