Μετά την επιβολή των capital controls η ύπαρξη χρεωστικών καρτών είναι σχεδόν καθολική, φθάνοντας στα τέλη του 2015 τα 10,7 εκατομμύρια και καλύπτοντας το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού της χώρας!
Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου.
Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα, στα 13 δισεκατομμύρια ευρώ θα φθάσει εφέτος ο τζίρος από την χρήση “πλαστικού χρήματος”, καθώς η χρήση ηλεκτρονικών χρεωστικών και πιστωτικών καρτών για τις συναλλαγές των Ελλήνων κερδίζει συνεχώς έδαφος.
Όπως αναφέρουν στελέχη των τραπεζών, η αγορά των χρεωστικών και πιστωτικών καρτών εφέτος αναμένεται να «τρέξει» με ρυθμό 40%, με τον τζίρο να φθάνει τα 13 δισεκατομμύρια ευρώ, από 9,2 δισεκατομμύρια ευρώ, που ήταν το 2015.
Όπως γράφει η εφημερίδα «Καθημερινή», αν και ο ρυθμός αύξησης είναι μικρότερος από τον υπερδιπλασιασμό του τζίρου, που είχε παρατηρηθεί το δεύτερο εξάμηνο του έτους, οι τράπεζες αξιολογούν την εξέλιξη αυτή ως εξαιρετικά θετική, που θα πρέπει να αξιοποιηθεί για την περαιτέρω ενίσχυση των ηλεκτρονικών πληρωμών.
Μετά την επιβολή των capital controls η ύπαρξη χρεωστικών καρτών είναι σχεδόν καθολική, φθάνοντας στα τέλη του 2015 τα 10,7 εκατομμύρια και καλύπτοντας το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού της χώρας
Με βάση τις ίδιες εκτιμήσεις, από τα 13 δισεκατομμύρια ευρώ του τζίρου, που εκτιμάται, ότι θα πραγματοποιηθεί το 2016, το 60% περίπου θα είναι μέσω χρεωστικών καρτών, τάση που σηματοδοτεί επίσης την στροφή υπέρ μιας πιο ορθολογικής χρήσης του “πλαστικού χρήματος”, που δεν συνοδεύεται με την πιθανή έκθεση των νοικοκυριών σε πίστωση.
Την ίδια στιγμή τα τερματικά, που υπάρχουν στην αγορά, υπολογίζονται σε 220.000 και, παρά την άνοδο της ζήτησης, που προκάλεσε η επιβολή των capital controls, μόλις και μετά βίας καλύπτουν την μισή αγορά των εμπορικών καταστημάτων.
Αντίθετα, σε ό,τι αφορά τους καταναλωτές, σχεδόν καθολική είναι πλέον –μετά τα capital controls– η ύπαρξη χρεωστικών καρτών, που στα τέλη του 2015 έφτασαν τα 10,7 εκατομμύρια, καλύπτοντας το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού της χώρας.
Στον αντίποδα είναι η εξέλιξη των πιστωτικών καρτών, οι οποίες, υπό το βάρος των υψηλών επισφαλειών, που συγκέντρωσε ο κλάδος κατά την διάρκεια της κρίσης, αλλά και εξαιτίας του περιορισμού του αριθμού των τραπεζών στην χώρα, συρρικνώθηκαν περαιτέρω το 2015 και έπεσαν στα 2,5 εκατομμύρια από 3,1 εκατομμύρια το 2014 και 6 εκατομμύρια το 2009.