https://www.blod.gr/speakers/dordanas-stratos/(C)

Μιλάει στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ σε αποκλειστική συνέντευξη ο Στράτος Δορδανάς, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, ένας εκ των δύο επιμελητών του συλλογικού τόμου «Ο «μακρύς ελληνογερμανικός εικοστός αιώνας» των εκδόσεων «Επίκεντρο»

Συνέντευξη – παρουσίαση: Αποστόλης Ζώης

“Όταν ζητάς (Γερμανία) από τους άλλους (Ελλάδα) να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους και να σέβονται την (εθνική) υπογραφή και τις δεσμεύσεις τους, πρέπει πρώτα απ’ όλα εσύ να δίνεις το καλό παράδειγμα, αναγνωρίζοντας ότι έως τώρα δεν το έπραξες. Μόνο τότε, μέσω της αναγνώρισης, το τραύμα θα επουλωθεί και η πραγματική συγχώρεση θα δώσει τη θέση της σε ένα διαφορετικό παρόν και μέλλον, που θα πάψει πλέον σε μεγάλο βαθμό να περνά (συνειδητά και ασυνείδητα) από το τραυματικό παρελθόν της Κατοχής”. Αυτά επισημαίνει σε συνέντευξη στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ, ο Στράτος Δορδανάς, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, ένας εκ των δύο επιμελητών του συλλογικού τόμου «Ο «μακρύς ελληνογερμανικός εικοστός αιώνας» των εκδόσεων «Επίκεντρο».  Ο Στράτος Δορδανάς γεννήθηκε το 1968 στη Στουτγάρδη της Γερμανίας. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται στη μελέτη των σχέσεων της Γερμανίας με τις βαλκανικές χώρες τον 19ο-20ό αιώνα, καθώς και σε ζητήματα σχετικά με την ιστορία του ελληνικού μακεδονικού χώρου. Ειδικεύεται στην πολιτική-διπλωματική και κοινωνική ιστορία, στη μελέτη των πολεμικών συρράξεων και των εμφύλιων συγκρούσεων, με σημεία αναφοράς τους δύο παγκόσμιους πολέμους. Στον ίδιο τόμο, επιμελητής της έκδοσης είναι και ο Νίκος Παπαναστασίου, καθηγητής ιστορίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστημιο Αθηνών.

Η συνέντευξη

-Μία νηφάλια ματιά στις σχέσεις Ελλάδας-Γερμανίας τον περασμένο αιώνα δίνει ο συλλογικός τόμος «Ο «μακρύς ελληνογερμανικός εικοστός αιώνας» των εκδόσεων «Επίκεντρο». Από το κίνημα του γερμανικού φιλελληνισμού ως και την πρόσφατη τους κρίση, οι ελληνογερμανικές σχέσεις παρουσίαζαν πάντα μία ποικιλομορφία; Μπορείτε να αναφερθείτε σε αυτή;

“Η ποικιλομορφία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις μεγάλες εξάρσεις και τις παροδικές (μικρές) υφέσεις που διέκριναν τις διμερείς σχέσεις, με σημεία αναφοράς αναμφίβολα τους δύο παγκοσμίους πολέμους, που άφησαν ανεξίτηλα σημάδια στο παρελθόν με συνεχείς αντανακλάσεις στο παρόν. Πεδία σύγκλισης πρόσφεραν το εμπόριο και η οικονομία, οι διπλωματικές σχέσεις κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η μετανάστευση και άλλα επιμέρους”

-Μέσα από αξιοποίηση πρωτογενούς αρχειακού υλικού και μια νέας ιστοριογραφικής προσέγγισης στο βιβλίο ποιες ιστορικές λεπτομέρειες μπορούμε να πούμε ότι φωτίζονται;

“Ο συλλογικός τόμος προσφέρει μία πανοραμική και διεπιστημονική θέαση των διμερών σχέσεων, κυρίως κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα και από την άποψη αυτή ο αναγνώστης έχει στα χέρια του μία ευσύνοπτη ιστορία, με γνωστές αλλά και άγνωστες πτυχές της και αυτό εξαρτάται από τις ιστοριογραφικές διαθεσιμότητες”.

-Ποια είναι η στάση της Γερμανίας στις εξελίξεις κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων στη Μακεδονία αλλά και τον ανθελληνικό διωγμό των Ελλήνων του Πόντου μέσα από τα αρχεία των Υπουργείων Εξωτερικών της Αυστρίας και της Γερμανίας;

“Η Γερμανία προσέγγισε παροδικά την Ελλάδα κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων γιατί αντιλαμβανόταν ότι χάρη στις νίκες της μετατρεπόταν σε σημαντικό παράγοντα των εξελίξεων στα Βαλκάνια. Η θέση αυτή διαφοροποιήθηκε από την (βουλγαρόφιλη) πολιτική της Αυστροουγγαρίας στην περιοχή, αλλά θα μεταβληθεί άρδην μετά την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα εξέλθει στον πόλεμο στο πλευρό της Τριπλής Συμμαχίας. Είναι γνωστό, ότι το Βερολίνο μέσω της γερμανικής στρατιωτικής αποστολής στην Κωνσταντινούπολη θα αποτελέσει τον εισηγητή του εκτοπισμού των χριστιανικών πληθυσμών (ιδίως από τα παράλια) και τον απαθή θεατή (στην καλύτερη περίπτωση) γενοκτονικών πολιτικών το ίδιο διάστημα σε βάρος των Αρμενίων και των Ελλήνων”.

-Οι διμερείς σχέσεις των δύο χωρών στην μεταπολεμική περίοδο προσλαμβάνονταν πάντα από την ελληνική κοινωνία υπό το πρίσμα της ‘μακριάς σκιάς της γερμανικής Κατοχής’ και του ζητήματος των γερμανικών επανορθώσεων. Αυτή η προσέγγιση ποιες συνέπειες έχει;

“Η βασική αιτία γι’ αυτό είναι ότι το τραύμα της Κατοχής παραμένει ανεπούλωτο γιατί η Ελλάδα δεν δικαιώθηκε ποτέ για τις θυσίες της κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η γερμανική πλευρά οφείλει για λόγους ιστορικούς και ηθικούς να κλείσει αυτή την εκκρεμότητα, αναγνωρίζοντας τις οφειλές της προς την Ελλάδα υπό τη μορφή των επανορθώσεων και κυρίως του κατοχικού δανείου. Όταν ζητάς (Γερμανία) από τους άλλους (Ελλάδα) να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους και να σέβονται την (εθνική) υπογραφή και τις δεσμεύσεις τους, πρέπει πρώτα απ’ όλα εσύ να δίνεις το καλό παράδειγμα, αναγνωρίζοντας ότι έως τώρα δεν το έπραξες. Μόνο τότε, μέσω της αναγνώρισης, το τραύμα θα επουλωθεί και η πραγματική συγχώρεση θα δώσει τη θέση της σε ένα διαφορετικό παρόν και μέλλον, που θα πάψει πλέον σε μεγάλο βαθμό να περνά (συνειδητά και ασυνείδητα) από το τραυματικό παρελθόν της Κατοχής”.

-Μπορούμε να αναφερθούμε σε θετικές παρεμβάσεις από την πλευρά της Γερμανίας προς τη χώρα μας; Η συμπαράσταση της Δυτικής Γερμανίας στο αγώνα κατά της Χούντας των Συνταγματαρχών με παροχή ασύλου σε πολλούς Έλληνες εκείνη την εποχή, είναι μία από αυτές;

“Είναι μία από αυτές, αλλά την ίδια στιγμή δεν θα πρέπει να αγνοείται το γεγονός ότι είχε προηγηθεί η αμέριστη βοήθεια της Ελλάδας όταν η Δυτική Γερμανία χρειαζόταν συμμάχους μετά τον πόλεμο για να γίνει αποδεκτή στους διεθνείς οργανισμούς. Δυστυχώς και πάλι εδώ οι θετικές συμβολές του παρελθόντος επισκιάζονται μέχρι σήμερα σε μεγάλο βαθμό από τη γενικότερη γερμανική πολιτική στην περιοχή, που εκλαμβάνεται ως εχθρική για τα ελληνικά συμφέροντα (για παράδειγμα ελληνοτουρκικές διαφορές)”.

– Και η πορεία προς το αύριο; Ένα βήμα μπροστά στις ελληνογερμανικές σχέσεις τι θα αποτελούσε;

“Η (οριστική) άρση του (διμερούς) σχίσματος που έχει επιβάλλει εδώ και δεκαετίες με σχεδόν ηγεμονικό τρόπο το παρελθόν, μέσα από την άσκηση καλών πρακτικών συμφιλίωσης. Και προς αυτή την κατεύθυνση η Γερμανία οφείλει να κάνει το αποφασιστικό βήμα…”.

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ