Οι Γερμανοί αγαπούν πολύ τα ταξίδια, ωστόσο ο κορωνοϊός αλλάζει συνήθειες. Βαλτική αντί Αδριατική, σκηνή αντί ξενοδοχείο με πισίνα. Διακοπές που θυμίζουν τη δεκαετία του 1970. Είναι τόσο άσχημο;Διακοπές ρετρό. Για τον κοινωνιολόγο και ιστορικό Χάσο Σπόντε τα ταξίδια κάνουν ένα πισωγύρισμα. «Μια επιστροφή στη δεκαετία του 1960 και 1970», λέει. Διακοπές στη Γερμανία, το πολύ-πολύ στην κεντρική Ευρώπη, κατά προτίμηση με το αυτοκίνητο και μετά κάμπινγκ ή σε κάποιο ενοικιαζόμενο σπίτι. Τι σημαίνει όμως αυτή η αναγκαστική αναγέννηση των ταξιδιών όπως γίνονταν παλαιότερα;

Ο Χάσο Σπόντε είναι επικεφαλής του Ιστορικού Αρχείου για τον Tουρισμό στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Πρόκειται ίσως για το πιο πλήρες αρχείο όσον αφορά την ιστορία των διακοπών στη Γερμανία. Εκεί μπορεί να βρει κανείς ταξιδιωτικούς οδηγούς και φυλλάδια από τον 19ο και τον 20ο αιώνα. Ο Χάσο Σπόντε μιλάει με θαυμασμό για την οπτική εμφάνιση και τις γραφιστικές απεικονίσεις των ταξιδιωτικών οδηγών. «Οι διακοπές αποτελούσαν πάντα ένα από τα κύρια θέματα συζητήσεων μεταξύ των ανθρώπων», λέει.

«Πέρυσι 55 εκατομμύρια Γερμανοί ταξίδεψαν για τουλάχιστον πέντε ημέρες», επισημαίνει ο Μάρκους Ασπετσμπέργκερ, εκπρόσωπος της Γερμανικής Ομοσπονδίας Τουρισμού. Τα τρία τέταρτα εξ αυτών έκαναν διακοπές στο εξωτερικό. Στην έναρξη της καλοκαιρινής σεζόν εννιά στους δέκα Γερμανούς σχεδιάζουν έστω και λίγες μέρες διακοπές. Το ένα πέμπτο σχεδιάζει διακοπές στο σπίτι και το ένα τρίτο θέλει να κάνει διακοπές στη Γερμανία. Για τον Σπόντε παρόμοιο πισωγύρισμα στη συμπεριφορά των ταξιδιωτών δεν υπήρξε εδώ και έναν αιώνα.

Είναι πράγματι ρετρό οι διακοπές στο σπίτι;

Οι θέσεις στα περίπου 1.000 κάμπινγκ είναι εξαντλημένες στη Γερμανία. Παρόμοια είναι η κατάσταση και με τα ενοικιαζόμενα δωμάτια και σπίτια. «Σε ένα ενοικιαζόμενο σπίτι οι άνθρωποι αισθάνονται πιο ασφαλείς» δηλώνει η Μισέλ Σφέφελ, επικεφαλής της Γερμανικής Ένωσης Ενοικιαζόμενων Σπιτιών, και συμπληρώνει πως μετά το lockdown υπάρχει μια μεγάλη ανάγκη του κόσμου να βρεθεί κοντά στη φύση.

Τα ενοικιαζόμενα εξοχικά στη Βόρεια Θάλασσα, τη Βαλτική αλλά και γύρω από τη λίμνη της Κωνσταντίας έχουν πολύ μεγάλη ζήτηση. «Εκεί πηγαίνουν τώρα παραθεριστές που συνήθως πηγαίνουν στην Ισπανία, τη Γαλλία ή την Ιταλία» δηλώνει η Μισέλ Σφέφελ.

Η λέξη ρετρό δεν ταιριάζει πάντως. Παλαιότερα ήταν οικογένειες που ήθελαν να κάνουν διακοπές σε σπίτι. Σήμερα είναι ζευγάρια, φίλοι και άνθρωποι με κατοικίδια». Επίσης έχει αλλάξει το στυλ των ενοικιαζόμενων κατοικιών. Είναι πολύ πιο κομψά διακοσμημένες και παρέχουν περισσότερες ανέσεις. Η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία μετρά πάνω από 10.000 κατοικίες. Υπολογίζει όμως όσες έχουν πάνω από δέκα κρεβάτια. Το 70% των ενοικιαστών είναι ιδιώτες.

Η εξοχική κατοικία ως καταφύγιο

Ο Χάσο Σπόντε επισημαίνει πως εξοχικές κατοικίες αναφέρονται ήδη στη μινωική εποχή στην Κρήτη. Δεν ονομάζονταν έτσι αλλά κάλυπταν παρόμοιες ανάγκες. Εκτός αυτού στο Δεκαήμερο του Βοκάκιου αναφέρεται ότι οι εξοχικές κατοικίες χρησιμοποιούνταν σαν ένα είδος καταφυγίου σε περιπτώσεις πανδημίας και αναφέρει το παράδειγμα μιας εξοχικής κατοικίας στη Φλωρεντία τον 14ο αιώνα την εποχή της πανούκλας. Οι αρχαίοι Ρωμαίοι ξεχώριζαν την αστική από την εξοχική κατοικία. Επρόκειτο για τη villa urbana και τη villa rustica, αντίστοιχα στον κόλπο της Νάπολης και στο Κάπρι.

Οι πραγματικά θερινές διακοπές έρχονται όμως πολύ αργότερα. Στην εφημερίδα Teutschen Merkur αναφέρεται το 1802: «Πρόκειται για νέα ήθη, όσοι ζουν στις πόλεις να νοικιάζουν αγροτικά σπίτια». Σύμφωνα με τον Σπόντε οι πιο πλούσιοι δεν νοίκιαζαν πια σπίτια αλλά τα αγόραζαν. Και μέχρι σήμερα έτσι έχουν τα πράγματα. Οι διακοπές ως εργασιακό δικαίωμα επιβλήθηκαν την περίοδο της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, καταρχάς για τους δημόσιους υπαλλήλους και διαρκούσαν μέχρι και έξι εβδομάδες όπως και σήμερα.

Ο επαγγελματικός τρόπος παροχής υπηρεσιών ξεκινάει στη Γερμανία τον 19ο αιώνα. Τη δεκαετία του 1950 ήταν πολύ συνηθισμένες οι διακοπές στο «μπαλκόνι» και αργότερα έγιναν της μόδας τα ταξίδια με το αεροπλάνο. Τώρα η πανδημία του κορωνοϊού μπορεί να αποδειχθεί μια ευκαιρία να ανακαλύψει κανείς και πάλι πόσο όμορφη είναι η Γερμανία.

Ουλρίκε φον Λεζίνσκι (DPA)

Επιμέλεια: Μαρία Ρηγούτσου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ