Γνωρίζουμε ότι τον τελευταίο καιρό γίνεται πολύς λόγος για τον Αχμέτ Νταβούτογλου, τον νέο ‘Νέο Κίσινγκερ’, όπως επονομάζουν τον Υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας, και το βιβλίο του ‘Σστρατηγικό Βάθος’. Εμείς είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε μία ανάλυση στο βιβλίο αυτό, που την έκανε ο Πρέσβυς ε.τ. Μάνος Μεγαλοκονόμος, η οποία έγινε στα πλαίσια της διαλέξεως που δόθηκε από το Συντονιστικό Ελληνικό Κίνημα [Σ.Ε.Κ.], στο Ελληνο-Βρετανικό Κολλέγιο. Η ιδιότητα του διπλωμάτη που έχει ο Μαν.Μεγ., καθιστά ιδιαίτερα χρήσιμη την ανάλυση του βιβλίου, το οποίο έχει γραφεί και αυτό από έναν διπλωμάτη, γιατί διακρίνει πράγματα, που πιθανόν να μην τα προσέχαμε εμείς, οι … κοινοί θνητοί. Επειδή το βιβλίο είναι ογκωδέστατο, εμείς θα κάνουμε μία περίληψη των θεμάτων που έθιξε ο ομιλητής.

Ο Αχμ. Νταβ., από τον Μάιο του 2009, είναι εξωκοινοβουλευτικός Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας. Διαβάζοντας κανείς αυτό το βιβλίο του (ένα από τα πολλά που έχει γράψει) διακρίνει ορισμένα χαρακτηριστικά που τελικά δικαιολογούν και τις θεωρητικές του πεποιθήσεις ως προς την ενδεδειγμένη για την Τουρκία εξωτερική πολιτική. Το βιβλίο περιέχει σύνθεση θρησκευτικών, ιστορικών και εθνικών στοιχείων Είναι φανερή ακόμη η φιλοδοξία του να παίξει αποφασιστικό ρόλο στην εξωτερική πολιτική της χώρας του καθώς κατηγορεί συχνά τους τότε (γύρω στο 2000) πολιτικούς για ψυχολογική ηττοπάθεια, υπονοώντας βέβαια ότι αν εκείνος βρισκόταν στη θέση τους θα έκανε μεγάλα έργα.

Μιλάει για τα νησιά, τα οποία «κατά απερίσκεπτο τρόπο εγκαταλείφθηκαν στην Ελλάδα» και ζητάει να «αυξηθεί η εξάρτηση των Δωδεκανήσων από την μικρασιατική ηπειρωτική πλάκα» (σελ. 235). Γιατί, όπως λέει επί λέξει: «Η Τουρκία πλέον είναι υποχρεωμένη να αναβαθμισθεί, ώστε, ανερχόμενη σε υψηλότερη κλίμακα, να θεωρήσει τις σχέσεις της με αυτές τις χώρες ως υποδεέστερα στοιχεία, με την άσκηση έναντι αυτών πολιτικών αφ’ υψηλού». Οι χώρες στις οποίες αναφέρεται εδώ είναι η Ελλάδα, η Βουλγαρία, η Αρμενία και η Γεωργία. Αλλά δεν περιορίζεται μόνο σε αυτές, γιατί, μέσα από την μεγαλομανία που τον διακρίνει, θεωρεί ότι η ξηρά, η θάλασσα και ο αέρας των χωρών της Ασίας, Ευρώπης και Αφρικής, που βρίσκονται γύρω από την Τουρκία, εμμέσως ή αμέσως της ανήκουν, λόγω της ‘γεωπολιτικής της θέσης’.

Θεωρεί ότι, μέχρι τώρα, η Τουρκία ήταν περιθωριοποιημένη επειδή «η Ε.Ε. προτίμησε να έχει επαφή με την ορθόδοξη – σλαβική ζώνη, αντί με τις ισλαμικές χώρες», παράλληλα επιβουλεύεται το Ιράκ, το οποίο χαρακτηρίζει ‘Βιλαέτι της Βαγδάτης’, σαν να είναι ακόμη υπό Οθωμανική Κατοχή, και η χάρη του φθάνει μέχρι την … Κίνα, όπου υπάρχουν μουσουλμανικές μειονότητες. Μετά το τέλος του ‘Ψυχρού Πολέμου’ με την διάλυση της πρώην Σοβιετικής Ενωσης (1990), υπάρχει, κατά τον Ντ., μια ‘ρευστότητα’ συνόρων και:

«Κατά συνέπεια χρειάζεται να κινηθεί γρήγορα η Τουρκά μέσα στα γεωστρατηγικά κενά που δημιούργησε το τέλος του ψυχρού πολέμου και να κινηθεί με κατάλληλη ‘στρατηγική προσδιοριστικότητα και τακτική ελαστικότητα’». Τρεις είναι οι περιοχές όπου, κατά την γνώμη του, πρεπει να ασκηθεί η στρατηγική εξωτερική (διαβαζε επεκτατική) πολιτική στο διεθνές περιβάλλον. α> Η εγγύς χερσαία περιοχή:Βαλκάνια-Μέση Ανατολή-Καύκασος, β> Η εγγύτερη θαλάσσια περιοχή :Εύξεινος Πόντος-Αδριατική-Ανατολική Μεσόγειος-Ερυθρά θάλασσα-Περσικός Κόλπος-Κασπία Θάλασσα. γ> Η εγγύτερη προς την Τουρκία ηπειρωτική περιοχή :Ευρώπη-Βόρεια Αφρική-Νότια Ασία-Κεντρική και Ανατολική Ασία. (193) Ολες τις χώρες ο κ.Νταβ.προτίθεται να της ‘συμπεριλάβει’ αρχίζοντας από ΕΛΛΑΔΑ και ΚΥΠΡΟ. Σημειωτέον ότι, πουθενά στην τόσο μακρά εργασία του, ο Ντ. δεν κάνει λόγο για τις ανάγκες και τα δικαιώματα των γηγενών πληθυσμών, για τα ανθρώπινα δικαιώματα (πλην των μουσουλμάνων) ή για τις βασικές αρχές της Δημοκρατίας, αλλά μόνο για τις γεωστρατηγικές θεωρίες και τις ασκήσεις του επί χάρτου. Αυτό βέβαια εφόσον δεν πρόκειται για μουσουλμανικές μειονότητες που βρίσκονται εκτός των τουρκικών συνόρων, καθώς από όλο το σύγγραμμα διαφαίνεται ότι είναι οι μόνοι πληθυσμοί που αξίζουν προστασίας, φυσικά από την Τουρκία.

Μετά από την διευκρίνιση αυτή, έρχεται η εξέταση του τρόπου που αντιμετωπίζει η Τουρκία, κατά τον Ντ. πάντα, την «άτυχη» γι’ αυτή θέση των νήσων του Αιγαίου, των οποίων η συντριπτική πλειονότητα βρίσκεται υπό ελληνική κυριαρχία και αποτελεί το σημαντικότερο αδιέξοδο της πολιτικής τής εγγύς θαλάσσιας περιοχής τής Τουρκίας. Η εγγύτητα ενός σημαντικού μέρους των ελληνικών νησιών στη μικρασιατική ακτή σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως επιχειρησιακή βάση εναντίον της Μικράς Ασίας, και η περικύκλωση από αυτά τα νησιά, των υδάτινων διαδρόμων, που εξασφαλίζουν το πέρασμα από την Προποντίδα στη Μεσόγειο, αξιολογούνται από την Τουρκία ως ένα πολύ σοβαρό κενό ασφάλειας. Καταλήγει το σχετικό εδάφιο λέγοντας ότι «Το σημείο με τις μεγαλύτερες πιθανότητες εμπλοκής σε σύρραξη της Τουρκίας είναι τα νησιά του Αιγαίου». (244). Το Αιγαίο, εξ’ άλλου και η Κύπρος «συναρμόζονται» όπως γράφει ο Ντ. «από στρατηγική άποψη τώρα», (εννοεί) περισσότερο από ότι κατά την διάρκεια του ψυχρού πολέμου και αυτή η ηυξημένη σπουδαιότητα της Κύπρου και του Αιγαίου αποκτά ιδιαίτερη σημασία για την Τουρκία. Με τις προοπτικές αυτές των ενδιαφερόντων του Ντ., είναι φυσικό να αισθάνεται η Τουρκία «αποκλεισμένη στο Αιγαίο» από τα ελληνικά νησιά και «περικυκλωμένη στο νότο από την «ρωμαίικη διοίκηση της Κύπρου», όπως τη χαρακτηρίζει. Και εδώ γίνονται οι αναγκαίοι συνειρμοί μεταξύ των «ρωμιών» της Πόλης και της Ίμβρου και Τενέδου και των Ρωμιών της Κύπρου και της τύχης που τους περιμένει με κάποια ανεπιτυχή εξέλιξη του Κυπριακού. Ο Νταβούτογλου αναφερόμενος στην Κύπρο λέει ακόμη ότι αποτελεί ιστορική ευθύνη της Τουρκίας να υποστηρίζει ανελλιπώς τα δικαιώματα της μουσουλμανικής τουρκικής κοινότητος στο νησί. Λέει ακόμη ότι μια ενδεχόμενη επίδειξη ανικανότητος της Τουρκίας να επιτύχει τον σκοπό αυτό μπορεί να εμπεριέχει τον κίνδυνο να εξαπλωθεί η αδυναμία αυτή κατά κύματα στη δυτική Θράκη και τη Βουλγαρία και ακόμη και στο Αζερμπαϊτζαν και στη Γεωργία. Γι’ αυτό η προστασία της τουρκικής κοινότητας στη Κύπρο έχει μεγάλη σημασία, όχι μόνο από την άποψη της εν λόγω κοινότητος αλλά και από την άποψη του μέλλοντος των λοιπών κοινοτήτων που συνιστούν τα οθωμανικά κατάλοιπά. Αλλά και πέραν αυτών γράφει ότι «Το Κυπριακό δεν είναι ούτε ένα συνηθισμένο τουρκοελληνικό εθνοτικό ζήτημα, ούτε απλώς μια χρονίζουσα τουρκοελληνική ένταση. Η Τουρκία, που κατέχει μία θέση που επηρεάζεται άμεσα από όλες αυτές τις (νέες γεωστρατηγικές) ισορροπίες, είναι υποχρεωμένη να αξιολογήσει την επί του Κυπριακού πολιτική της έξω από το περιορισμένο πλαίσιο των τουρκοελληνικών σχέσεων». Το Κυπριακό μετατρέπεται, με μία συνεχώς αυξανόμενη ταχύτητα, σε ένα ζήτημα Ευρασίας και Μέσης Ανατολής-Βαλκανίων (Δυτικής Ασίας-Ανατολικής Ευρώπης). Και προσθέτει την παρακάτω την φράση που είναι ίσως η πιο γνωστή από τα κείμενα του Ντ. «Ακόμη κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρεί ένα κυπριακό ζήτημα. Καμία χώρα δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη σε ένα τέτοιο νησί, που βρίσκεται στην καρδιά του ζωτικού της χώρου». Όπως τα Δωδεκάνησα όπου δεν υπάρχει πλέον τουρκικός πληθυσμός, εξακολουθούν να διατηρούν τη σημασία τους για την Τουρκία και όπως οι ΗΠΑ που, παρ’ όλο που δεν έχουν καμμιά πληθυσμιακή προέκταση προς την Κούβα και τα υπόλοιπα νησιά της Καραϊβικής, ενδιαφέρονται άμεσα γ’ αυτά, έτσι και η Τουρκία είναι υποχρεωμένη, από στρατηγική άποψη, να ενδιαφέρεται για την Κύπρο πέραν του ανθρώπινου παράγοντα. «Η Τουρκία», συμπεραίνει ο Νταβούτογλου, «πρέπει να είναι προετοιμασμένη, ώστε να απαντήσει με την απαιτούμενη σκληρότητα, σε κάθε γεγονός που απειλεί τους στρατηγικούς της υπολογισμούς».

Η πολιτική της Τουρκίας στα Βαλκάνια έχει πολλές όψεις, αναλόγως της κάθε μιας χώρας. Εκφράζει επιθυμία πλήρους υποστήριξης προς τους λαούς που έχουν μουσουλμανικές κοινότητες, πρόθεση προστασίας των μουσουλμανικών κοινοτήτων με την εξασφάλιση καταλλήλων «εγγυήσεων» που θυμίζουν τις εγγυήσεις που ίσχυσαν στην Κύπρο. Προβλέπει επίσης διπλωματική προσέγγιση με χώρες όπως η Αλβανία που θα μπορούσαν να ενισχύσουν τον ρόλο τής επικυριαρχίας τής Τουρκίας στα Βαλκάνια.

Στο Μεσανατολικο, έχουν δημιουργηθεί νέες συγκυρίες, επομένως η απόκτηση ασιατικού βάθους στα πλαίσια μιάς συνεπούς ευρασιατικής πολιτικής είναι για την Τουρκία αναπόφευκτη στρατηγική επιλογή.(676). Χρειάζεται λοιπόν, με έναν ευρύτερο γεωπολιτικό προσδιορισμό, να αποκτήσει τη θέση του μακροπρόσθεσμου κέντρου επίλυσης των εντάσεων της περιοχής. Λέει ο Νταβούτογλου ότι η «ειρηνευτική διαδικασία της Μέσης Ανατολής δεν θα πρέπει να θεωρείται μόνο ως αραβο–ισραηλινή διένεξη, αλλά πρέπει να αποκτήσει μια νέα έννοια στα πλαίσια της περιφερειακής πολιτικής της Τουρκίας» και υποστηρίζει παρακάτω ότι ο ρόλος παρατηρητή που είχε μέχρι τώρα (δηλαδή μέχρι το τέλος περίπου του ψυχρού πολέμου) στο Μεσανατολικό δεν της προσιδιάζει πλέον και πρέπει να γίνει πιο δραστήριος γιατί, «στη νέα αυτή δυναμική συγκυρία θα αλλάξει και ο τρόπος αλληλεπίδρασης του Κυπριακού, Παλαιστινιακού και Κουρδικού ζητήματος. Αυτό βέβαια προϋποθέτει ένα ενωτικό χαρακτήρα από πλευράς εσωτερικής της Τουρκίας».

Για την ένταξη τής Τουρκίας στην Ε.Ε., ο Νταβ. ισχυρίζεται ότι η Τουρκία δεν είναι υποχρεωμένη να αλλάξει το παραμικρό στις πολιτικές της συμπεριφορές και η Ε.Ε. πρέπει να την δεχθεί ΕΤΣΙ ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ, μη λαμβάνοντας υπόψη τα κριτίρια της εισόδου μίας υποψήφιας προς ένταξη χώρας, γιατί η Τουρκία δεν είναι ‘σαν τις άλλες’. Όχι μόνο αυτό, αλλά, ενώ δεν έχει αντίρρηση να υπογράψει τις απαιτούμενες συμφωνίες, δηλώνει ανερυθρίαστα ότι δεν προτίθεται να τις τηρήσει(!). Τελικά (813) ο Αχμέτ Ντ. δείχνει και τα δόντια του στην ΕΕ λέγοντας ότι αν η Τουρκία δεν γίνει τελικά δεκτή θα έχει θέσει οριστικά στο περιθώριο την αρχή του πλουραλισμού που θα της επέτρεπε να αναδειχθεί σε παγκόσμια δύναμη αλλά και θα εμφάνιζε αργότερα σοβαρά κοινωνικο-εθνικά προβλήματα «σε μια μελλοντική κρίση της Ευρώπης, η οποία υποβόσκει»

Στην συνέχεια, ο Νταβ. εκφράζει ανησυχίες από τις διάφορες συμμαχίες που μπορούν να σχηματίσουν τα άλλα κράτη εναντίον του και τα προβλήματα που θα μπορούσε να του δημιουργήσει το Ισραήλ, ειδικά τώρα που οι σχέσεις τους είναι τεταμένες, μετά την γνωστή ‘επιχείρηση’. Επίσης λέει ότι οι G20 [τα ισχυρότερα κράτη παγκοσμίως], στους οποίους συμμετέχει και η Τουρκία, ενδέχεται να προβούν στην κατάργηση της διεθνούς τάξης και νομιμότητας και στην επιβολή της τάξης τού ισχυροτέρου. Ηδη ο Ντ.χαρακτηριζει τα σύνορα στην Μέση Ανατολή, σαν «κακοφτιαγμένο τοίχο». Και καταλήγει ο Μάριος Μεγαλοκονόμος:

«Από όλα τα ανωτέρω προκύπτει νομίζω μία βεβαιότητα και ένα ερώτημα. Η βεβαιότητα είναι ότι, από την εφαρμογή τέτοιων θεωριών, προμηνύονται για όλη την περιοχή μας δυσάρεστες περιπέτειες. Το ερώτημα είναι ποιόν «κακοφτιαγμένο τοίχο» θα επιχειρήσει να καταρρίψει πρώτο η Τουρκία και αν θα βρει τοίχο λιγότερο ή περισσότερο κακοφτιαγμένο από την ίδια».

Θωμαϊς Παριανού

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ