Για μία ακόμη φορά είμεθα αναγκασμένοι εκ των συνθηκών, να εορτάσουμε τρόπον τινά (εντός πολλών εισαγωγικών). Μία ακόμη μαύρη επέτειο για τον ελληνισμό, αυτήν της εισβολής της τουρκίας τον Ιούλιο του 1974, μία κατάσταση που πλέον δείχνει να έχει παγιωθεί υπέρ του εισβολέα και όλοι να σκέφτονται την ενδεχόμενη λύση του κυπριακού ζητήματος πάντοτε συνυπολογίζοντας και τον κατακτητή, ο οποίος και λόγω της παρούσης οικονομικής δυσπραγίας της χώρας, δείχνει περισσότερο ενδυναμωμένος απο ποτέ.

Στο παρόν, δεν επιδιώκω ιστορική ή γεωπολιτική ανάλυση, μιάς και όλα αυτά το μόνο που οφελούν είναι η εξαγωγή συμπερασμάτων για το μέλλον ενός τόπου, συμπερασμάτων τα οποία δεν φαίνεται να μας οδηγούν πουθενά ύστερα απο 34 ολόκληρα χρόνια, κάτι το οποίο μας οδηγεί με την σειρά μας αντιληφθούμε (τουλάχιστον όσοι εξ υμών διαθέτουν κοινόν νού) οτι επί παραπάνω απο τρείς δεκαετίες καταλήγουμε να πελαγοδρομούμε μέσα σε εναν αέναο και φάυλο κύκλο δυστυχώς για τα εθνικά μας συμφέροντα.

Κάποιοι ιστορικοί και μή, μιλούν για εθνική προδοσία, όμως για εμένα σημασία δεν έχει τόσο το τί ειπώθηκε μέσα σε κάποια γραφεία των Αθηνών, κύπρου η και οπουδήποτε αλλού μιάς και πάντοτε σχεδιασμοί υπάρχουν, όπως και οι ανατροπή αυτών επίσης. Για εμένα, το πλέον σημαντικό είναι ο πόνος και το αίμα που χύθηκε απο τους κυπρίους αδελφούς μας και φυσικά απο τους έλληνες πολεμιστές της κύπρου, τους οποίους κατήντησαν κάποιοι μισότρελλους και ανάπηρους λόγω των μαχών τις περισσότερες φορές, με απόγειο αγνωμοσύνης την μή αναγνώριση του πολέμου τούτου σε σημείο γελειότητος μάλιστα, μιάς και αρκετοί εξ’ αυτών απο όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, λαμβάνουν συντάξεις εθνικής αντίστασης, την στιγμή που αρκέτοι ήσαν αγέννητοι τότε.

Οι στιγμές για το έθνος είναι πλέον πέραν του δέοντος δυσοίονες και η ανάγκη ανάληψης της προσωπικής μας ευθύνης, καθίσταται περισσότερο αναγκαία απο ποτέ, ενώ η ανάγκη συνεργασίας όλων των υγειών δυνάμεων τόσο σε ελλάδα, όσο και σε κύπρο, είναι επιτακτική και πλήρως χρήσιμη προς αποφυγήν των χειρότερων για όλους σε όλα τα επίππεδα, καθώς θα πρέπει οχι μόνον να αποτρέψουμε την παγίωση της κατοχής, αλλά και να πείσουμε την διεθνή κοινή γνώμη επιτέλους με μία στιβαρή και αποφασιστική στάση και πολιτικη, έναντι των ορέξεων της γείτονως.

Κάποτε υπήρξα στο Λονδίνο πριν απο αρκετά χρόνια και ένιωσα πραγματικά άσχημα, όταν ακούγωντας ελληνικά είς ένα εστιατόριο, χάρηκα ιδιαιτέρως και προσπάθησα να μιλήσω στον ιδιοκτήτη, ενώ τότε εκείνος με κοίταξε απαξιωτικά λές και διασθάνονταν την απάντηση στην ερώτηση που μου έκανε αμέσως μετά και η οποία είχε να κάνει με το αν είμαι έλληνας ή κύπριος.

Πραγματικά σάστισα όταν απαντώντας ότι είμαι έλληνας, εκείνος γύρισε στην γυναίκα του και της είπε να με σερβίρει αποχωρώντας σε ένδειξη απαξίωσης απο το χώρο, ενώ περνώντας τα χρόνια έμαθα.

Εμαθα πολλά τα οποία με βοήθησαν να καταλάβω την εν λόγω συμπεριφορά και τα οποία δεν με κάνουν καθόλου περήφανο ώς έλληνα, όμως επιτέλους θα πρέπει να μπορέσουμε να διέλθουμε όλων αυτών των προβλημάτων του πρόσφατου ιστορικά παρελθόντος και της πραγματικά πονεμένης ιστορίας της τουρκικής εισβολής του ιουλίου του 74, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε με καθαρό βλέμμα τα προβλήματα που ανέκυψαν απο τότε και αφορούν την σχέση μας τόσο με τους αδελφούς μας στην κύπρο όσο και με τους γείτονες μας στην τουρκια.

Επίσης καταληκτικά, θα ήθελα να αναφερθώ με το παρόν και στο γεγονός των “εορτών” μνήμης η οποίες θα πρέπει να γίνονται ναι μέν με σεβασμό ώς προς τα γεγονότα, αλλά επουδενί με εθιμοτυπικό χαρακτήρα και επιτέλους θα πρέπει να μας γίνει πλέον μάθημα το πάθημα της εισβολής και να μην χαρακτηρίζεται ως μία απλή “εορτή” μνήμης γιατί αν τα λάθη δεν χρησιμεύουν ως προς την αυτοβελτίωση, δεν έχουν και κανέναν ρόλο αναφοράς, καταγραφής η εορτασμού κανενός είδους.

Με λίγα λόγια, ναί στην μνήμη προς παραδειγματισμό και συμμόρφωση, οχι όμως στις γιορτές διαδικαστικού χαρακτήρα, γιατί έχω βαρεθεί πλέον να μετρώ μάυρες επετείους για το έθνος μου, οπότε τί και αν “γιορτάζουμε” τα 36 χρόνια εισβολής και του χρόνου τα 37; πραγματικά δωρόν άδωρον.

Ας σταμτατήσουμε πλέον το μέτρημα και ας δράσουμε προς καλυτέρευσην της καταστάσεως υπέρ των εθνικών μας συμφερόντων, το έχουμε ανάγκη ώς έθνος για την παρούσα φάση, αλλά και απαράβατο χρέος τιμής προς όλα τα θύματα ενός ακύρηχτου πολέμου ο οποίος συνεχίζεται επ’αοριστον …

Δεν ξεχνώ

Νικηφόρος Βυζαντινός

Αθήνα, Ιούλιος 2010

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ