Φυσιογνωμία πασίγνωστη στην παροικία του Λονδίνου, πανταχού παρών με τη φωτογραφική και την κινηματογραφική του κάμερα, ο Δώρος Παρτασίδης έκλεισε τον Ιανουάριο 50 χρόνια στην υπηρεσία του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου και μαζί 50 χρόνια καταγραφής της σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου.
«Την πρώτη μέρα που πήγα στο ΡΙΚ μου ανέθεσαν να φωτογραφίσω τους υπότιτλους. Όταν πήγα σπίτι είπα στη μητέρα μου ότι ‘με πήρανε φωτογράφο’. Ταράχτηκε. ‘Όχι γιε μου, μην το δεχθείς τούτο. Οι φωτογράφοι δεν εκτιμώνται στην κυπριακή κοινωνία’, μου απάντησε. Θυμάμαι λοιπόν που της είπα ότι θα αλλάζαμε τη γνώμη της κοινωνίας, να σέβονται τους φωτογράφους», διηγείται ο κ. Παρτασίδης.
Πέντε δεκαετίες μετά, όντας πλέον συνεργάτης του ΡΙΚ, ο ίδιος συνεχίζει να προσεγγίζει το επάγγελμά του με τον δέοντα σεβασμό, κάτι που προσπαθεί να μεταλαμπαδεύσει και στους συνεργάτες του. «Η λέξη ‘φωτογραφία’ σχηματίζεται από τις λέξεις ‘φως’ και ‘γράφω’. Η κάθε σκηνή, είτε φωτογραφική είτε κινηματογραφική, είναι ένας ζωγραφικός πίνακας και ο θεατής πρέπει να μπορεί να τη ‘διαβάζει’», εξηγεί. Doros Montage
Με το ΡΙΚ, το οποίο χαρακτηρίζει ως τον «πιο χρήσιμο» οργανισμό εκθειάζοντας την προσφορά του στην κυπριακή κοινωνία και στην κοινωνία των αποδήμων, έχει κάνει πάνω από 300 αποστολές σε άλλες χώρες, πλην Βρετανίας όπου είναι η έδρα του. Σε όλα αυτά τα ταξίδια ο Δώρος Παρτασίδης δηλώνει ευθαρσώς και περήφανα ότι εκπροσωπεί μια μικρή αλλά σπουδαία χώρα. «Είναι πολύ χρήσιμο νομίζω το ότι όπου πάω γράφω ‘Cyprus Television’. Θέλω όπου πηγαίνω η λέξη ‘Κύπρος’ να καταγράφεται, για να ξέρουν ότι η μικρή Κύπρος εκπροσωπείται και στο εξωτερικό», λέει.
Η συνειδητοποίηση πως η δουλειά που επέλεξε τού επεφύλασσε να αναλάβει αυτό τον ρόλο του ιδιαίτερου πρεσβευτή της Κύπρου ήρθε κατά τις μαύρες μέρες του καλοκαιριού του ’74: «Τότε οι τέσσερις κάμεραμαν που ήμασταν στην Κύπρο καλύπταμε όλα τα γεγονότα της εισβολής και ασφαλώς τις επιπτώσεις αυτής. Καθημερινώς επισκεπτόμασταν τους χιλιάδες πρόσφυγες στους καταυλισμούς. Έβλεπες εκεί τη δυστυχία στα πρόσωπα των ηλικιωμένων, δίπλα στα μικρά παιδιά που έτρεχαν από εδώ κι από ‘κει χωρίς να ξέρουν τι είχε συμβεί. Μαζί και το δράμα των συγγενών των αγνοουμένων, το συναίσθημα της χαράς για όσους αιχμαλώτους επέστρεφαν, της δυστυχίας για όσους δεν έρχονταν. Συναισθήματα που απαθανάτιζε η κάμερα χαραγμένα στα πρόσωπα των ανθρώπων. Μέχρι και σήμερα όταν βλέπω πολέμους το κεφάλι μου φεύγει από την τηλεόραση».
Από τις φωτογραφίες του ξεχωρίζει εκείνη ενός κοριτσιού ενός έτους, το οποίο το είχαν βρει στο Παλαίκυθρο να κλαίει πάνω από το πτώμα της μητέρας της. «Εγώ ήμουν στο κέντρο του Ερυθρού Σταυρού. Ο πατέρας του παιδιού ήρθε απ’ έξω και μετά το πήρε αγκαλιά. Έβγαλα το πορτρέτο του παιδιού που τη φιλάει ο πατέρας του. Στο πρόσωπο αυτού του παιδιού ήταν ήδη ζωγραφισμένος ο πόνος και η εικόνα είναι πάντα στο μυαλό μου».
Οι φωτογραφίες εκείνης της εποχής έγιναν το υλικό του πρώτου φωτογραφικού βιβλίου του Δώρου Παρτασίδη, το «Κύπρος ’74 – Μέρες Συμφοράς». Η βαρύνουσα ιστορική σημασία των εικόνων εκείνων αναγνωρίστηκε και στη δεύτερή του πατρίδα, το Ηνωμένο Βασίλειο, με δημοσιεύσεις σε διάφορες βρετανικές εφημερίδες.
Οι φωτογραφίες του 1974 αποτέλεσαν τη μαγιά και για την πρώτη ατομική έκθεσή του, στη Photographers’ Gallery του Λονδίνου, μία έκθεση που είχε προκαλέσει και τουρκικές αντιδράσεις. «Από τότε είχα τάξει στον εαυτό μου ότι 50% από την απασχόλησή μου πρέπει να είναι η προβολή του κυπριακού προβλήματος», λέει. Την πρώτη φωτογραφική έκθεση έχουν ακολουθήσει αμέτρητες άλλες, πάντα με θέμα την Κύπρο, σε πολλές χώρες της Ευρώπης, ακόμη και στον Καναδά. Η δημιουργικότητά του, εξάλλου, επεκτείνεται και στα πολλά ντοκιμαντέρ με τα οποία το δράμα της Κύπρου προβλήθηκε από μεγάλα βρετανικά κανάλια.
Όπως λέει, σύνθημά του πλέον είναι ότι οι ομορφιές του βορείου τμήματος της Κύπρου και του νότιου τμήματος ανήκουν σε ένα όμορφο νησί, την Κύπρο. «Τώρα πρέπει να προβάλλουμε την επανένωση του λαού της Κύπρου. Αυτός είναι ο προορισμός μου πλέον ως καλλιτέχνης φωτογράφος».
Ο Δώρος Παρτασίδης είναι ενεργό μέλος της παροικίας στη Βρετανία, την οποία έχει δει να αναπτύσσεται τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Προσπαθεί να φέρει τους ομογενείς πιο κοντά στο βρετανικό κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη επιρροή στα κέντρα λήψης αποφάσεων που αφορούν την Κύπρο.
«Όποια εκδήλωση κάνω για την προβολή του κυπριακού προβλήματος είναι πάντοτε με εξωστρεφή προσανατολισμό, για αυτό επιλέγω χώρους όπως το βρετανικό ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Πιστεύω ότι είμαστε μια μικρή χώρα και πρέπει να σταματήσουμε να σκεφτόμαστε το τι δουλεύει εσωστρεφώς, γιατί αυτό δεν έχει αντίκτυπο. Σαν ομογένεια δυστυχώς έχουμε περιοριστεί κατά 90% να κάνουμε χοροεσπερίδες, μνημόσυνα και κόψιμο βασιλόπιτας και αυτό καταναλώνει μεγάλη ενέργεια».
Την ίδια ώρα σημειώνει πως η παροικία έχει αλλάξει στο πέρασμα του χρόνου, η παρουσία της Κύπρου έχει επεκταθεί σε όλους τους τομείς του δημόσιου βίου της Βρετανίας. «Δεν υπάρχει πανεπιστήμιο ερευνητικό που να μην έχουμε Κύπριους επιστήμονες. Στο Σίτυ του Λονδίνου επίσης υπάρχουν Κύπριοι ή έχουμε αρκετούς νομικούς, έχουμε αρκετούς που είναι σε τράπεζες, σε επενδύσεις».
Από την πλευρά της συζύγου του τα εγγόνια του κ. Παρτασίδη είναι πλέον τέταρτης γενιάς κυπριόπουλα. Πόσο δύσκολο είναι οι νέοι να διατηρούν την επαφή με το νησί καταγωγής τους; «Για να πετύχουμε σε αυτή τη χώρα πρέπει να είμαστε Βρετανοί», απαντά κατ’ αρχάς ο Δώρος Παρτασίδης και προσθέτει: «Πιστεύω όμως ότι μέσα σε κάθε νέο μας η Κύπρος είναι χαραγμένη βαθιά. Αυτοί που έχουν το χρόνο πρέπει να ενδιαφέρονται πιο πολύ και αυτοί που δεν έχουν χρόνο πρέπει να ενδιαφερθούν μέσα στο περιβάλλον τους και να προβάλλουν την Κύπρο και πιστεύω ότι ο καθένας ξεχωριστά αυτό το κάνει».
Όσο για το δικό του μέλλον, δηλώνει ότι στο λεξιλόγιό του δεν υπάρχει η λέξη αφυπηρέτηση: «Όταν κρατώ μία φωτογραφική ή κινηματογραφική μηχανή παίρνω ενέργεια και αυτό θεωρώ με κάνει ακόμα χρήσιμο στην κοινωνία».

Andreas Tambourides

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ