Στις 29 Δεκεμβρίου 2022 τελέστηκε στο Μόναχο η κηδεία του μακαριστού Νικολάου Κάβουρα, καταγομένου από την Ήπειρο και κατοίκου Μονάχου από το 1961.
Ο κ. Κάβουρας ήλθε με το τρένο ως μετανάστης την 1η Φεβρουαρίου 1961 στο Μόναχο και αποβιβάστηκε στην περίφημη και γνωστή από το μεταναστευτικό κίνημα της δεκαετίας 1960 /1970, γραμμή 11 του κεντρικού Σταθμού Μονάχου. Έμαθε αμέσως την γερμανική γλώσσα και ασχολήθηκε ως διερμηνέας και μεταφραστής στο Μόναχο. Πέθανε στις 14 Δεκεμβρίου 2022 στο Μόναχο σε ηλικία 87 ετών.
Την εξόδιο ακολουθία τέλεσαν ο Πρωτοπρεσβύτερος Απόστολος Μαλαμούσης, ο Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Βλέτσης και ο Διάκονος Νικόλαος Τζώρτζης. Στην κηδεία του παρέστησαν εκτός από τους συγγενείς, τη σύζυγό του Ιωάννα τις τρεις θυγατέρες και τους συζύγους των, πολλοί Έλληνες συμπατριώτες μας που έζησαν τα χρόνια της μετανάστευσης από το 1961 στο Μόναχο παρέα με τον μακαριστό Νικόλαο και μοιράστηκαν μαζί του χαρές και λύπες της μετανάστευσης, καθώς επίσης και βαυαροί φίλοι και γνωστοί της οικογένειας Κάβουρα.
Στον επικήδειο λόγο του ο Πρωτοπρεσβύτερος Απόστολος Μαλαμούσης αναφέρθηκε στην προσωπικότητα του μακαρίτη, στη ζωή και στο έργο του για τους μετανάστες, καθώς επίσης και στην μακροχρόνια συμβολή του στο ποιμαντικό και κοινωνικό έργο της Εκκλησίας μας στο Μόναχο.
Η ομιλία του π. Αποστόλου έχει ως ακολούθως:
Με την οικογένεια Νικολάου Κάβουρα γνωριζόμαστε επί σχεδόν 40 χρόνια, από τότε που ήρθα στο Μόναχο το 1982.
Είχα την ευτυχή συγκυρία να έχω τις θυγατέρες του μαθήτριες στο μάθημα των ορθοδόξων θρησκευτικών στο βαυαρικό γυμνάσιο, και αργότερα να μοιραστώ μαζί τους οικογενειακές χαρές, αλλά και τις αγωνίες για την κατάσταση της υγείας του Νικολάου ως συζύγου και πατέρα τα τελευταία χρόνια.
Ενθυμούμαι πάντα με ευγνωμοσύνη τις πολύωρες συζητήσεις που είχαμε με τον Νικόλαο σχετικά με πολιτικά και κοινωνικά θέματα στην Ελλάδα και Γερμανία. Σε θέματα ιστορίας ήταν μια μικρή κινητή βιβλιοθήκη, πάντα καλά ενημερωμένος για ιστορίες λαών και πολιτισμών, αλλά και για τις τρέχουσες κοινωνικοπολιτικές καταστάσεις. Επί ώρες μπορούσε να διηγείται γεγονότα, να κάνει αναλύσεις και αξιολογήσεις διακρατικών σχέσεων, να εκφέρει άφοβα τη γνώμη του και να επικρίνει συμφέροντα που οδηγούσαν στην καταπίεση των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων.
Άκουγα πάντα από Έλληνες συμπατριώτες μας που ζητούσαν τη συμβουλή του για θέματα μεταφράσεων, φορολογικά ή συνταξιοδοτικά να μιλούν με πολύ αγάπη για τον Νικόλαο, που τον αισθάνονταν ως ένα δικό τους άνθρωπο και του είχαν απόλυτη εμπιστοσύνη και τον συμβουλεύονταν ακόμη και για νομικά θέματα. Ιδίως τα πρώτα χρόνια της μετανάστευσης των Ελλήνων συμπατριωτών μας στάθηκε με σεβασμό και αγάπη στο πλευρό τους, διότι είχε μια συγκεκριμένη φιλοσοφία και στάση ζωής.
Το 2020 εκδόθηκε από το ίδρυμα Rosa Luxemburg το βιβλίο με τον τίτλο „Η μακρά πορεία της μετανάστευσης“ όπου σκιαγραφείται η ζωή των πρώτων μεταναστών στη Γερμανία. Στον τόμο αυτό γίνεται αναφορά και στη ζωή και το έργο του μακαρίτη Νικολάου, από την συγγραφέα Ιωάννα Μάμαλη, η οποία γράφει τα εξής.
Υπήρχαν στη δεκαετία 1960 και 1970 όμως και διερμηνείς που ήθελαν να βοηθήσουν τους μετανάστες. Ένας από αυτούς ήταν ο Νικόλαος Κάβουρας, ο οποίος, με συμβουλές και δράση συμπαραστέκονταν τους απλούς ανθρώπους στο Μόναχο, ακόμη και στον ελεύθερο χρόνο του. Στα πρώτα χρόνια της μετανάστευσης υπήρχαν μετανάστες που δεν είχαν καθόλου ή είχαν περιορισμένη εκπαίδευση και απλά δεν γνώριζαν δυνατότητες βοήθειας ή δεν ήταν σε θέση να τις αξιολογήσουν επειδή δεν γνώριζαν γερμανικά. Πολλοί δεν μπορούσαν καν να διαβάσουν τη σύμβαση εργασίας τους, παρόλο που ήταν απαραίτητη διότι συνδεόταν επίσης και με το θέμα της διαμονής τους και των οικογενειών τους στο Μόναχο. Έπρεπε να βασίζονται σε μεσάζοντες που δεν είχαν πάντα καλές προθέσεις. Δεν υπήρχαν τότε άλλες επιλογές, όπως σήμερα. Εκεί ο κ. Κάβουρας, ως επιχειρηματίας, άδραξε την ευκαιρία. Σε αντίθεση με άλλους, είχε το πλεονέκτημα της εκπαίδευσης για την απόκτηση καλής γνώσης της γερμανικής γλώσσας. Αλλά ήθελε επίσης να βοηθήσει τους ανθρώπους που, όπως και αυτός, προέρχονταν από ταπεινό οικογενειακό περιβάλλον, από φτωχές οικογένειες και ήθελαν να χτίσουν κάτι για τον εαυτό τους. Τελικά, αυτό ήταν πιο σημαντικό γι’ αυτόν από το να ασχοληθεί με τις εισαγωγές και το εμπόριο που είχε επιδιώξει στην αρχή.
Στα θέματα της Εκκλησίας μας στο Μόναχο στάθηκε στο πλευρό της Μητρόπολης Γερμανίας και βοήθησε με κάθε τρόπο το κοινωνικό και πολιτιστικό της έργο και στις τρεις Ενορίες μας. Επίσης συνέδραμε οικονομικά στην αγιογράφηση του ναού μας, όπου σήμερα τελούμε την νεκρώσιμη ακολουθία με την μεγάλη αγιογραφικήπαράσταση της Ψηλάφησης του Θωμά.
Η όλως τυχαία επιλογή εκ μέρους του του θέματος αυτού ψυχογραφεί και τον χαρακτήρα του μακαριστού Νικολάου. Ο απόστολος Θωμάς, ως γνωστό, δεν πίστεψε από την αρχή το ότι ο Χριστός αναστήθηκε και είπε ότι πρέπει να τον δω προσωπικά και να βάλω το χέρι μου στα σημάδια των σταυρωμένων χεριών του και στην πλευρά του. Έτσι ήταν και ο Νικόλαος. Ήθελε να κάνει πρώτα ακριβή έρευνα και να έχει προσωπική γνώση και εμπειρία για τα διάφορα θέματα και μετά αφοσιώνονταν με τον ιδιαίτερο ζήλο για την επίλυσή τους.
Εκφράζω για μια ακόμη φορά την βαθιά συμπάθεια μου στον μακαριστό Νικόλαο τον ευχαριστώ για την επωφελή για την κοινωνία μας πορεία της ζωής στην Ελλάδα και στο Μόναχο και στην τοπική μας εκκλησία, και θέλω να ευχηθώ ο Θεός να τον αναπαύει και να χαρίζει στη σύζυγό του Γιαννούλα, στις θυγατέρες του και στις οικογένειές τους ζωή, υγεία και μακροημέρευση.
Ακολούθως η Ειρήνη Κάβουρα, θυγατέρα του αποβιώσαντος, μίλησε σε ιδιαίτερα συγκινησιακό κλίμα εκ μέρους της οικογένειας για τη ζωή του μακαριστού Νικολάου, στα ελληνικά και γερμανικά, ως εξής:
Οι πιο σημαντικές ιδιότητες του πατέρα, που τον οδηγούσανε όλη του την ζωή ήταν η επιμονή του, το μοναδικό χιούμορ του, η αισιοδοξία του κι το ότι υπήρξε ελεύθερο πουλί. Γεννήθηκε το 1935 στα βουνά της Ηπείρου. Έζησε πόλεμο, πείνα και φτώχεια. Νωρίς φάνηκε το χιούμορ του: πείραζε και τσιμπούσε τα κορίτσια κάτω από το θρανία στο σχολείο. Μαζί με την αισιοδοξία του ξεκίνησε το 1961 την δεύτερη ζωή του. Στις 1η Φεβρουαρίου του 1961 έφτασε στον κεντρικό σταθμό του Μονάχου. Τα επόμενα 61 χρόνια κατάφερε να πετύχει επαγγελματικώς. Αναζητούσε πάντα πρακτικές λύσεις για να λύσει τα καθημερινά προβλήματα των συνανθρώπων του. Ήταν τυχερός με την επιλογή της συντρόφου του και δημιούργησε οικογένεια. Ήταν πάντα πιστός στον εαυτό του και αγαπούσε να έχει ελευθερία στις επιλογές του και φρόντιζε πάντα να την φυλάξει. Όσο ζούσε προσπαθούσε πάντα για το καλό, για τον ίδιο του το εαυτό, για την οικογένεια του και τους συνανθρώπους του. Σε ευχαριστούμε για όσα έκανες και ότι προσέφερες. Όλη η οικογένεια Κάβουρα σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας (στην κηδεία)..
Τέλος τον λόγο έλαβε και ο κ. Ασημάκης Χατζηνικολάου ο οποίος αναφέρθηκε στην μακροχρόνια φιλία και συνεργασία του με τον Νικόλαο Κάβουρα. Ο κ. Χατζηνικολάου ήλθε στο Μόναχο το 1960, διετέλεσε και ως διερμηνέας των πρώτων μεταναστών από το 1964 μέχρι 1974, υπηρέτησε την παροικία μας από το 1979 μέχρι το 2006 ως Κοινωνικός Λειτουργός και ασχολήθηκε και ως αθλητικός ρεπόρτερ στην Ελληνική Εκπομπή της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας από την ίδρυση της εκπομπής το 1964 μέχρι και και την κατάργησή της το 2002.
Πρωτοπρεσβύτερος Απόστολος Μαλαμούσης
Fotos: Malamoussis / Adimudis
////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////
Επισυνάπτονται οι επικήδειοι λόγοι του π. Αποστόλου Μαλαμούση και της Ειρήνης Κάβουρα σε μετάφραση στα γερμανικά.
Πρωτοπρεσβύτερος Απόστολος Μαλαμούσης (την ομιλία την ανέγνωσε στα γερμανικά ο Αλέξανδρος, γαμπρός του μακαρίτη Νικ. Κάβουρα)
Die Familie von Nikolas Cavouras kenne ich seit fast 40 Jahren, nachdem ich 1982 nach München gekommen war. Ich hatte die Freude gehabt, seine Töchter als Schülerinnen im orthodoxen Religionsunterricht in dem bayerischen Gymnasium zu haben und später mit ihnen die Familienfreuden, aber auch die Sorgen über den Gesundheitszustand von Nikolas als Ehemann und Vater in den letzten Jahren zu teilen.
Ich erinnere mich immer mit Dankbarkeit an die langen Diskussionen, die ich wir mit Nikolas über politische und soziale Fragen in Griechenland und Deutschland führte. In Sachen Geschichte war er eine kleine mobile Bibliothek, immer gut informiert über die Geschichte von Völkern und Kulturen, aber auch über aktuelle gesellschaftspolitische Situationen. Stundenlang konnte er von Ereignissen berichten, Analysen und Bewertungen der zwischenstaatlichen Beziehungen vornehmen, furchtlos seine Meinung äußern und Interessen kritisieren, die zur Unterdrückung schwächerer gesellschaftlicher Gruppen führten.
Ich habe immer wieder von unseren griechischen Landsleuten, die seinen Rat in Übersetzungs-, Steuer- oder Rentenfragen suchten, gehört, dass sie mit großer Zuneigung von Nikolas sprachen, den sie als einen ihrer eigenen Leute empfanden und ihm volles Vertrauen entgegenbrachten und ihn sogar in Rechtsfragen konsultierten. Besonders in den ersten Jahren der Einwanderung unserer griechischen Landsleute stand er ihnen mit Respekt und Liebe zur Seite, denn er hatte eine bestimmte Philosophie und Lebenseinstellung. Im Jahr 2020 veröffentlichte die Rosa-Luxemburg-Stiftung ein Buch mit dem Titel “Der lange Weg der Migration”, das das Leben der ersten Einwanderer in Deutschland skizziert. In diesem Band findet sich auch ein Hinweis auf das Leben und das Werk des verstorbenen Nikolas Cavouras von der Autorin Ioanna Mamali, welches Folgendes schreibt.
In den 1960er und 1970er Jahren gab es jedoch Dolmetscher, die den Einwanderern helfen wollten. Einer von ihnen war Nikolas Cavouras, der mit Rat und Tat den einfachen Menschen in München zur Seite stand, auch in seiner Freizeit. In den ersten Jahren der Migration gab es Zuwanderer, die keine oder nur eine geringe Bildung hatten und Hilfsmöglichkeiten nicht kannten oder nicht einschätzen konnten, weil sie kein Deutsch konnten. Viele konnten nicht einmal ihren Arbeitsvertrag lesen, obwohl dies notwendig war, weil er auch mit der Frage ihres Aufenthalts in München und dem ihrer Familie verbunden war. Sie waren auf Mittelsmänner angewiesen, die nicht immer gute Absichten hegten. Damals gab es nicht viele Möglichkeiten, anders als heute. Hier ergriff Herr Cavouras als Geschäftsmann die Gelegenheit. Im Gegensatz zu anderen hatte er den Vorteil einer Ausbildung, um gute Kenntnisse der deutschen Sprache zu erwerben. Aber er wollte auch Menschen helfen, die wie er aus bescheidenen Verhältnissen, aus armen Familien kamen und sich etwas aufbauen wollten. Dies war ihm schließlich wichtiger als der Import und Handel, den er anfangs betrieben hatte.
In den Belangen unserer Kirche in München stand er an der Seite der Griechisch-Orthodoxen Metropolie von Deutschland und half in jeder Hinsicht bei der sozialen und kulturellen Arbeit in allen dreien Münchner Pfarreien. Er trug auch finanziell zur Ikonenmalerei unserer Kirche bei, in der wir heute den Trauergottesdienst feiern, mit der großen Ikonographie mit der Geschichte vom Apostel Thomas.
Die zufällige Wahl dieses Themas beschreibt auch psychographisch den Charakter des verstorbenen Nikolas. Der Apostel Thomas glaubte bekanntlich nicht von Anfang an, dass Christus von den Toten auferstanden sei, und sagte: “Ich muss ihn persönlich sehen und meine Hand auf die Zeichen seiner gekreuzigten Hände und auf seine Seite legen. So war Nikolas Cavouras auch. Er wollte zunächst genaue Nachforschungen anstellen und persönliche Kenntnisse und Erfahrungen zu den verschiedenen Themen haben, um sich dann mit besonderem Eifer ihrer Lösung zu widmen.
Ich spreche der Familie Cavouras mein tiefes Mitgefühl aus und danke den verstorbenen Nikolas für das segensreiche Wirken im sein gesellschaftliches Leben in Griechenland und in München und in unserer Pfarrgemeinden, und ich bitte Gott , seine Seele im seinen Schoß aufzunehmen und seiner Frau Giannoula, seinen Töchtern und ihren Familien Gesundheit und ein langes Leben zu schenken.
Ειρήνη Κάβουρα
Die maßgeblichsten Charaktereigenschaften des Vaters, die ihn ein Leben lang leiteten waren deine Beharrlichkeit, sein einzigartiger Humor, seine Zuversicht und dass er ein Freigeist war. 1935 wurde er im Epiros Gebirge geboren. In seiner Jugend durchlebte er Krieg, Hunger und Armut. Früh zeigte sich sein einzigartiger Humor. In der Schule ärgerte er die Mädchen und zwickte sie unter den Bänken. Mit seiner Zuversicht im Gepäck machte er sich auf 1961 auf die Reise in sein zweites Leben. Am ersten Februar 1961 kam er am Münchner Hauptbahnhof an. Die nächsten 61 Jahre hatte er beruflichen Erfolg erlangt. Er suchte immer nach pragmatischen Lösungen um die alltäglichen Probleme seiner Mitmenschen zu lösen. Er hatte Glück bei der Wahl seiner Partnerin und gründete eine Familie. Er blieb sich selbst immer treu, er liebte es seine Entscheidungen frei treffen zu können und sorgte stets dafür seine Freiheit zu wahren. Solange er lebte war er immer für das Gute bemüht für sich selbst, für seine Familie und für seine Mitmenschen. Wir danken dir für alles was du erreicht hast und was du für uns getan hast. Die ganze Familie Cavouras bedankt sich für Ihre Anteilnahme.