Η γερμανική οικονομία αναπτύσσεται και πάλι με γοργούς ρυθμούς, η εγχώρια ζήτηση αυξάνεται σημαντικά ενώ ο αριθμός των ανέργων μειώνεται και δεν αποκλείεται να υποχωρήσει την ερχόμενη χρονιά κάτω από τα τρία εκατομμύρια.
Μόλις πριν από μερικές εβδομάδες ανακοινώθηκε ότι οι εργαζόμενοι στον κλάδο της χαλυβουργίας στη Γερμανία θα λάβουν αυξήσεις ύψους 3,6 %. Αναλυτές επισημαίνουν ότι η εξέλιξη αυτή ανοίγει το δρόμο για σημαντικές μισθολογικές αυξήσεις και σε άλλους κλάδους, ένα ενδεχόμενο που βρίσκει σύμφωνους τόσο τη γερμανίδα καγκελάριο Μέρκελ όσο και τον υπουργό Οικονομίας Μπρούντερλε. Την ώρα που τα συνδικάτα αρχίζουν τις διαπραγματεύσεις με τους εργοδότες για τις νέες συλλογικές συμβάσεις εργασίας, το κλίμα δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερο, υποστηρίζει και ο πρόεδρος του Συνδικάτου Ver.di, των εργαζομένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, Φρανκ Μπσίρσκε:
“Αφενός δικαίως ζητούνται μεγάλες αυξήσεις, αφετέρου επιβάλλεται εκ των πραγμάτων, ιδιαίτερα εάν λάβει κανείς υπόψη ότι η ανάκαμψη στηρίζεται μόνον σε ένα πόδι, που είναι οι εξαγωγές. Από την εγχώρια αγορά λείπει η σταθερότητα, το δεύτερο πόδι. Και για την εσωτερική αγορά οι μισθοί παίζουν φυσικά έναν εξέχοντα ρόλο. Είναι λοιπόν σωστό να δυναμώνουν οι φωνές εκείνων που ζητούν γενναίες αυξήσεις, ειδικά όταν διαπιστώνει κανείς πόσο εύθραυστη είναι η κατάσταση στις αγορές που εξάγουμε και πόσο σημαντική είναι η ενδυνάμωση της εγχώριας ζήτησης”.
Μισθοί πείνας στα κομμωτήρια
Από τις διαπραγματεύσεις όμως δεν φαίνεται να επωφελούνται όλοι οι κλάδοι. Στον κλάδο της κομμωτικής στο κρατίδιο της Σαξονίας, για παράδειγμα, προβλέπονται ωρομίσθια που δεν ξεπερνούν τα 4 ευρώ. Οι σχετικές συμβάσεις έχουν μάλιστα και την υπογραφή του συνδικάτου Ver.di. Τι απαντά ο επικεφαλής του;
“Στον κλάδο της κομμωτικής έχουμε όντως πολύ διαφορετικές αλλά και κακές συμβάσεις εργασίας. Την ίδια ώρα όμως παρατηρείται σε ορισμένα κρατίδια ελάχιστη δραστηριοποίηση των εργαζομένων στα συνδικάτα, σε κάποια δεν ξεπερνά το 3 %. Οι μισθοί πείνας είναι το αντίτιμο της μη δραστηριοποίησης των εργαζομένων στα συνδικάτα”.
“Όνειρο ο κατώτατος μισθός των 8,41 €”
Η καθιέρωση κατώτατου μισθού είναι επιτακτική ανάγκη, θα προσθέσει ο κ. Μπσίρσκε: “Σε πολλούς κλάδους όπου σήμερα καταβάλλονται μισθοί πείνας, χρειαζόμαστε την καθιέρωση κατώτατων μισθών, όπως το βλέπουμε σχεδόν σε όλους τους γείτονές μας. Κατά μέσο όρο καταγράφουμε εκεί έναν κατώτατο μισθό ύψους 8,41 ευρώ. Πρόκειται για ένα ωρομίσθιο το οποίο θα ήταν όνειρο για εκατομμύρια εργαζόμενους διαφόρων κλάδων. Επιτρέψτε μου να σας θυμίσω ότι το ωρομίσθιο περίπου 2 εκατομμυρίων εργαζομένων στη Γερμανία δεν ξεπερνά τα 5 ευρώ. Η κατάσταση αυτή υπογραμμίζει την αναγκαιότητα ανάληψης δράσης”.
Η κυβέρνηση Μέρκελ τάσσεται κατά της εισαγωγής κατώτατων μισθών σε όλους ανεξαιρέτως τους κλάδους εκτιμώντας ότι κάτι τέτοιο θα έθετε σε κίνδυνο χιλιάδες θέσεις εργασίας. Τι απαντά ο επικεφαλής του συνδικάτου Ver.di;
“Με τους ισχυρισμούς της αυτούς η κυβέρνηση αρνείται την πραγματικότητα. Το ίδιο επιχείρημα χρησιμοποιούσαν και οι σύνδεσμοι επιχειρήσεων στη Βρετανία τη δεκαετία του ‘90 πριν καθιερωθούν κατώτατοι μισθοί. Το ίδιο ισχύει για την Ιρλανδία αλλά και τους γείτονές μας, γενικότερα, οι οποίοι έχουν καθιερώσει εδώ και χρόνια κατώτατους μισθούς, χωρίς να υπάρξουν αρνητικές συνέπειες για την αγορά εργασίας. Η κυβέρνηση θα έπρεπε να αρχίσει να βλέπει την πραγματικότητα αντί να προπαγανδίζει ιδεολογίες”.
Επενδύσεις και ενίσχυση του εισοδήματος
Ο κ. Μπσίρσκε τονίζει ότι η γερμανική κυβέρνηση δεν πρέπει να επαναπαύεται λόγω του γενικότερου θετικού κλίματος στη Γερμανία ενώ την καλεί να αναθεωρήσει την πολιτική λιτότητας που αποφάσισε να ακολουθήσει. Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί τώρα στις επενδύσεις, κυρίως στην εκπαίδευση, στο περιβάλλον και στις υποδομές αλλά και στην ενίσχυση των εισοδημάτων:
“Επί της ουσίας δεν διαφωνώ με τις προσπάθειες μείωσης του χρέους. Το ερώτημα είναι πώς θα κινηθείς για να πετύχει αυτή η προσπάθεια και ποιές πολιτικές ακολουθείς ώστε να μην θέσεις σε κίνδυνο την ευχέρεια κινήσεων των δημόσιων ταμείων, κυρίως όσον αφορά τις επενδύσεις”.
Πηγή: Deutsche Welle