Αντρικά και γυναικεία κοσμήματα – στολίδια και εξαρτήματα του Σπηλαίου Γρεβενών σύμφωνα με πανεπιστημιακή εργασία.
Μέχρι το 1930 περίπου, όλοι οι άνδρες και οι έφηβοι φορούσαν φουστανέλες. Εν συνεχεία, οι φουστανέλες άρχισαν να αντικαθίστανται από τις κιλότες και τα Ευρωπαϊκά. Επίσημη φορεσιά ήταν τα άσπρα (όλοι οι άνδρες φορούσαν άσπρες φουστανέλες). Οι νεότεροι, μέχρι να παντρευτούν, φορούσαν μαύρες φουστανέλες. Επίσημη φορεσιά για τους νέους ήταν τα μαύρα, αλλά έπρεπε να είναι καινούρια.
Πρόκειται για στοιχεία εργασίας του επίκουρου καθηγητή στο ΑΠΘ κ. Νικολάου Βαβρίτσα, με ειδική αναφορά στην παραδοσιακή φορεσιά του Σπηλαίου Γρεβενών, και ειδικά την αντρική φορεσιά. Η γυναικεία φορεσιά, σε αντίθεση με την αντρική, που ήταν λιτή και πιο ομοιόμορφη, διακρίνεται για τη μεγάλη ποικιλία χρωμάτων, σχεδίων, κεντημάτων, υφασμάτων και στολιδιών, τα οποία φανερώνουν την φαντασία και καλαισθησία των γυναικών. Όσον αφορά στα παιδιά, ο επίκουρος καθηγητής σημειωνει ότι μέχρι τα έξι χρόνια περίπου, μέχρι τα παιδιά πάνε στο σχολείο, η παιδική φορεσιά (αγοριών κοριτσιών) αποτελούνταν από ένα είδος φούστας, τις ποδιούλες ή φουστανάκια. Ήταν απλή, σκουρόχρωμη και εξασφάλιζε αφ’ ενός μεν την προστασία από το κρύο, αφ’ ετέρου δε την άνεση στο παιγνίδι. Οι ποδιούλες για παιδιά, όπως ονομάζονταν, κατασκευάζονταν από υφάσματα υφαντά στον αργαλειό ή έτοιμα βαμβακερά. Αποτελούνταν από το κορμούλι, στο επάνω μέρος, ενωμένο με φούστα, πιασμένο στη μέση με ζούνα. Τις ποδιούλες τις φορούσαν πάνω από τη μάλλινη φανέλα και έφτα-ναν λίγο κάτω από το γόνατο. Στα πόδια φορούσαν πλεχτές μάλλινες κάλ-τσες και παπούτσια (κορδέλια).
Ωστόσο, ειδική αναφορά στην ίδια εργασία γίνεται στα αντρικά και γυναικεία κοσμήματα – στολίδια και εξαρτήματα. Αυτά είναι:
Κομπολόι: Αντρικό “παιγνίδι” των νέων αλλά και των γερόν-των. Κατασκευαζόταν από κεχριμπαρένιες χάντρες περασμένες σε χοντρό σχοινί ή από χάντρες κατασκευασμένες, συνήθως από τα κορίτσια, με πο-λύχρωμα μονίστια (μικρές χαντρούλες). Στην άκρη κατέληγαν σε πολύχρω-μες φουντίτσες.
Κλούτσα: Ξύλινο ραβδί του βοσκού κατασκευασμένο από ξύλο κρανιάς και πυξαριού. Το χρησιμοποιούσαν για να στηρίζονται στο περπά-τημα και στη στάση, αλλά και για να πιάνουν από το πόδι τα ζωντανά τους.
Σιουλάχι: Δερμάτινη (πέτσινη) ζώνη, που φοριόταν πάνω από το ζωνάρι και μέσα της τοποθετούσαν τα λεφτά, το μαντίλι, το μαχαιράκι κ.ά.
Κιουστέκια: Το μονό κιουστέκι με τις αλυσίδες, το χρησιμο-ποιούσαν οι άνδρες για να κρεμούν το ρολόι, το οποίο τοποθετούσαν σε μικρό τσεπάκι (σουπανάκι) στο τσιαμαντάνι και οι γυναίκες ως στόλισμα του στήθους. Το διπλό κιουστέκι ήταν κόσμημα το οποίο αποτελούνταν από σειρές αλυσίδες, που ενώνονταν με τρεις “πλάκες” διακοσμημένες με διάφορα θέματα. Τα κιουστέκια, με δέκα έως δεκαπέντε αλυσίδες, τα φορούσαν οι άνδρες ως στόλισμα του στήθους, πιασμένα με διακοσμητικoύς γάντζους (τσέπια) ή με ζάβες. Με λιγότερες αλυσίδες (αλτσιδομάχαιρα, αλυσίδα, σουγιάς) τα φορούσαν και οι γυναίκες για να συγκρατούν τον ασημοσουγιά, τον οποίο κρεμούσαν από το τσικέτο και έφτανε μέχρι το μέσο του φορέματος. Το Τσαπράζι ήταν κιουστέκι, το οποίο φορούσαν κυρίως οι καπεταναραίοι και οι τσελιγκάδες. Αποτελούνταν από ένα κεντρικό κόσμημα, την πλάκα, και τέσσερις άλλες μικρότερες ενωμένες με οχτώ έως δεκαπέντε σειρές αλυσίδες, που σχημάτιζαν σταυρό. Στερεωνόταν στους ώμους και τη μέση με τέσσερα τσέπια ή πιαστούρια.
Φλουριά: Κόσμημα από διάφορα χρυσά ή ασημένια νομίσματα. Υπήρχαν τα πεντάρικα, δεκάρικα και εικοσάρικα, φλουριά. Τα κρεμούσαν σε μία ή δύο σειρές με αλυσίδα μπροστά στο στήθος. Τα φλουριά τα διακοσμούσαν γύρω – γύρω με διάφορα σχέδια και τα κρεμούσαν σκουλαρίκια ή μπροστά στο στήθος.
Κουμπιά: Αυγόσχημα ασημένια γυναικεία στολίδια του στή-θους, περασμένα σε αλυσίδα. Τα κρεμούσαν απ’ το λαιμό μπροστά και τα στερέωναν με τα τσέπια.
Ζώνη-παυτάδια: Η ζώνη ήταν απαραίτητο εξάρτημα της γιορτινής και νυφιάτικης φορεσιάς. Υπήρχαν απλές ζώνες, που κατασκευάζονταν από ύφασμα βελούδο, κεντημένο ή όχι, αλλά και ασημένιες (ασημοζούναρο) γύρω-γύρω. Τα παυτάδια ήταν ασημένια πόρπη, που πιάνονταν με τα πιαστάρια στη ζώνη. Τα αγόραζαν από τους χρυσικούς στα Γρεβενά, τα Τρί-καλα και τα Γιάννενα. Αποτελούσαν στοιχείο της επίσημης και της νυφιάτικης ενδυμασίας.
Δαχτυλίδι: Κόσμημα των δακτύλων, χρυσό ή ασημένιο, με διά-φορα διακοσμητικά σχέδια.
Μπιλιτζίκια: Κόσμημα του χεριού (βραχιόλι) ασημένιο, το οποίο ήταν ανοιχτό και τοποθετούνταν στον καρπό “κλειδώνοντας” με ειδικό τρόπο.
Χαϊμαλί- Φυλακτό: Αγοραστό, ασημένιο φυλακτό-κόσμημα με αλυσίδα, διακοσμημένο με διάφορα αγιογραφικά θέματα. Υπήρχαν και χειροποίητα, φτιαγμένα από τους ιδίους τους κατοίκους με μονίστια. Τα φορούσαν, κυρίως οι νέοι, κρεμαστά λοξά από το λαιμό και τον ώμο, για να μην “αποκρούονται”.
Οι γυναίκες τέλος φορούσαν ασημένιες ή χρυσές καδένες και σκουλαρίκια.