Του Αντώνη Κακαρά
Όχι, δε θέλω τη συμπόνια σου για το άδικο που μου επιβάλεις αγύρτη,
δεν ήθελα εγώ να μισώ τόσο,
την αγάπη είχα διαλέξει για σύντροφο,
το δίκιο είχα στο νου μου,
και τα ΄πνιξες φονιά δόλια,
γιατί ξέρεις εσύ ή μάλλον έτσι νομίζεις,
πως με το μίσος τυφλώνομαι και δε ξεχωρίζω το φταίχτη,
μα…έχω γω συντρόφους καλούς,
δίπλα μου είναι η ελπίδα,
μέσα μου το πάθος,
πολύ πίσω μα διακρίνεται κι η γνώση.
Να, σιγά σιγά που ξυπνάνε κι ανακλαδίζονται,
να φοβάσαι τώρα πρέπει σου, να τρέμεις τώρα,
γιατί η οργή που συνοδεύει η ελπίδα,
γίνεται στρόβιλος που σαρώνει,
άμποτε από κοντά κι οι καλές ιδέες,
κι ο λόγος ο βαρύς ο ίσιος,
τότε θα δεις εσύ κι οι όμοιοί σου,
θα δεις αγύρτη και συ κι οι ομοτράπεζοί σου,
να ‘ρχεται καταπάνω σας η ρομφαία!