Θεσσαλονίκη: Γράφει ο Γιάννης Δελόγλου.
Ένα στρατόπεδο με καθαρά σημάδια εγκατάλειψης από την Ελληνική Πολιτεία,ένας χώρος με την δική του ,την μοναδική αν θέλετε ιστορία που λειτούργησε ως στρατόπεδο των Ναζί κατά την διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, ακολούθως σε στρατόπεδο του ΕΛΑΣ..
Κατά την διάρκεια του συμμοριτοπολέμου και στη συνέχεια ως στρατόπεδο «Παύλου Μελά»,του Ελληνικού Στρατού δείχνει την ιστορία του μέσα από τα ερείπια που καταδικάστηκαν σε αφανισμό για να σβήσουν οι τρείς περίοδοι της ύπαρξής του και μαζί με αυτό να εξαφανιστεί κάθε ίχνος αίματος , δακρύων, αυτοθυσίας ,μαρτυρίων και φωνής αυτογνωσίας. Εκεί ο λαμπρός ερευνητής , καθηγητής ιστορίας στο Α.Π.Θ. Δρ. Κωνσταντίνος Φωτιάδης, ο άνθρωπος που αφιέρωσε τη ζωή του και με πόνο ψυχής ανέσυρε όλα εκείνα τα στοιχεία που τεκμηριώνουν την Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού από τους εγκληματίες Τσέτους ,τις συμμορίες του φρικτού και αδίστακτου εκτελεστή , βιαστή και φονιά Τοπάλ Οσμάν , και τις ενορχηστρομένες επιθέσεις του στρατιωτικού ηγέτη των Νεοτούρκων Μουσταφά Κεμάλ ,οργάνωσε μια σπανίου είδους έκθεση φωτογραφίας που ρίχνει όλο το φως του μαρτυρίου της Γενοκτονίας.Εκεί ζωντανεύουν την ιστορία οι χώροι και οι άνθρωποι που έζησαν τον φοβερότερο διωγμό όπως τον σχεδίασε ο Γερμανός στρατηγός Λήμαν Φον Σάντερς και τον εκτέλεσαν οι Νεότουρκοι του Μουσταφά Κεμάλ . Σε αυτό το στρατόπεδο που έχει ακόμα τα σημάδια του μαρτυρίου των Ελλήνων αγωνιστών από τους Ναζί ήρθε αυτή η έκθεση για να θυμίσει ότι υπήρχε κάτι κοινό ,κάτι γνώριμο ,κάτι ίδιο με την φρίκη του ξεριζωμού. Χώρος που πρέπει να αξιοποιηθεί με πολιτιστικά, πνευματικά και αθλητικά κέντρα, παραμένει ανεκμετάλλευτος στην καρδιά της Θεσσαλονίκης . Εδώ ο ακούραστος καθηγητής που γέμισε όλα τα κενά της ιστορίας με ντοκουμέντα μέσα από τα 30 και πλέον βιβλία του, αλλά κυρίως από τους 14 τόμους για την Γενοκτονία που έγραψε από στοιχεία των υπουργείων Εξωτερικών της Ελλάδας ,της Τουρκίας ,της Ρωσίας ,της Γαλλίας, της Γερμανίας , της Αυστρίας,της Ιταλίας,κ.λ.π.αποκάλυψε τον μεγάλο θησαυρό γνώσης των τραγικών γεγονότων της μαύρης περιόδου που συγκλόνισε την παγκόσμια κοινή γνώμη . Διοργάνωσε μια έκθεση φωτογραφίας που την στερήθηκαν οι προηγούμενες γενιές την έκαναν όμως κτήμα τους αυτοί που τώρα υπάρχουν και αγωνίζονται για το ζήτημα της Γενοκτονίας. Μια έκθεση που δίνει άπλετο φως στα γεγονότα και στοιχεία στους ιστορικούς του μέλλοντος ,μια έκθεση που αποστομώνει όσους αντικρούουν το γεγονός της Γενοκτονίας.
Εκεί βρέθηκαν εκατοντάδες απόγονοι της πρώτης γενιάς του μαρτυρίου ,φίλοι και συγγενείς . Εκεί βρέθηκαν νέοι άνθρωποι που συγκλονίστηκαν από τις εικόνες , τους χάρτες και τα ονόματα πολλών που θυσιάστηκαν με μόνη κατηγορία ότι ήταν Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί .Εκεί βρέθηκαν επώνυμοι Καλλιτέχνες ,Πανεπιστημιακοί ,άνθρωποι των Γραμμάτων και της Τέχνης. Εκεί είδαν και έζησαν τους κόπους και τις αγωνίες αυτού του πρωτεργάτη της έρευνας και της προσφοράς που επίπονα μας χάρισε δ ω ρ ε ά ν αυτό το μεγαλείο της ιστορίας ,αυτόν τον θαμμένο θησαυρό.
Στον αύλειο χώρο οι εκατοντάδες των επισκεπτών αφού απόλαυσαν την συναυλία των Ποντιακών τραγουδιών που και από αυτά πήραν διδάγματα του πόνου των ποντίων ,η καθηγήτρια κ. Ελένη Τσακιρίδου τόνισε :Η έκθεση έχει σκοπό να προβάλει ,να θυμίσει ,να ενημερώσει ,να αφυπνίσει όλους και όλες μας ποντίους και μη ,πολιτεία και πολίτες ,με αφορμή το τραγικό γεγονός της Γενοκτονίας του ποντιακού Ελληνισμού η οποία αριθμεί πάνω από 353.000 θύματα και ήταν μια από τις μεγάλες Γενοκτονίες του 20ου αιώνα μαζί με την Αρμενική και την Εβραϊκή. Η Γενοκτονία των ποντίων έχει τις ίδιες υλικές αναλογίες με αυτές των Αρμενίων και των Εβραίων δυστυχώς όμως αποτελεί λιγότερο γνωστή και περισσότερο αγνοημένη από εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς και μέχρι πρόσφατα και από την Ελληνική πολιτεία. Ο καθηγητής Δρ. κ. Φωτιάδης τόνισε μεταξύ άλλων ότι η φωτογραφική έκθεση αλλά και άλλα θέματα που εκτίθενται σε αυτό τον φιλόξενο χώρο του Δήμου Παύλου Μελά καταγράφουν μόνο τον πολιτισμό που χάθηκε ή χάνεται αλλά λειτουργούν και ως ιστορικά τεκμήρια της μακρόχρονής ζωντανής παρουσίας του ποντιακού Ελληνισμού. Λειτουργούν ως ανίκητο οπλοστάσιο αιώνιας μνήμης ,ως ζωντανοί μάρτυρες κατηγορίας της βιολογικής ,ηθικής και πολιτισμικής Γενοκτονίας σε βάρος των Νεότουρκων και των Κεμαλικών. Πέρασαν 90 χρόνια από την περίοδο της καταστροφής ,της Γενοκτονίας ,του ξεριζωμού και της προσφυγιάς. Ως σήμερα δεν τολμήσαμε να δούμε κατάματα την τραγωδία του Ελληνισμού. Δεν αναδείξαμε τα βαθύτερα αίτια που οδήγησαν τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας στο θάνατο. Συνεργήσαμε εγκλωβισμένοι από την πολιτεία και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς στην απαξίωση της ιστορίας μας. Δεν τολμήσαμε να διεκδικήσουμε το δικαίωμα στην ιστορική μνήμη. Μόνο εκδηλώσεις μνημοσύνων ,δηλαδή επισφραγίσεις ληξιαρχικών πράξεων θανάτου της μνήμης τελούσαμε. Στην ιστορική παρακμή του ποντιακού Ελληνισμού καθοριστικό ρόλο έπαιξε και το πολιτικό κλίμα της πατρίδας μας. Ήταν πάντα εχθρικό και ταυτόχρονα κατασταλτικό. Η προσφυγιά ,το Ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας Βενιζέλου – Ινονού η δικτατορία ,ο Β΄ παγκόσμιος πόλεμος , ο εμφύλιος πόλεμος ,η ξενοκρατία και η χούντα της επταετίας δεν επέτρεψαν την ανάδειξη επικίνδυνων δια την καθεστική τάξη λευκών σελίδων της σύγχρονης ιστορίας μας. Η λογοκρισία φυλάκισε την μνήμη των προσφύγων της πρώτης γενιάς με αποτέλεσμα να μην προβάλλονται και να μην αναδεικνύονται τα θέματα αυτά . Και όταν λυτροθήκαμε από τα καρκινώματα των πέτρινων χρόνων ήρθαν τα κόμματα και οι κομματοπατέρες να εξαγοράσουν αντί πινακίου φακής ότι παρέμεινε ακόμα όρθιο και ζωντανό. Όλα αυτά τα χρόνια υπήρχαν και οι εξαιρέσεις ,φωτεινοί σηματοδότες ,αγνοί μπροστάρηδες πρότυπα καθοδήγησης . Τι μπορεί να πει κανείς για το έργο της Άννας Θεοφυλάκτου . Πόσο το αξιοποίησαν οι πόντιοι και γιατί το χαρίζει στο Δήμο Θεσσαλονίκης . Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει την συμβολή της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών στην ανάδειξη κυρίως της Βυζαντινής ιστορίας και του πολιτισμού μας. Είναι ερωτήματα που θα πρέπει να μας προβληματίσουν σοβαρά.
Τον ακούραστο δημιουργό αυτής της πολυθεματικής έκθεσης που εντυπωσίασε μικρούς και μεγάλους , πλαισίωσαν και παρουσίασαν με χειμαρώδεις εισηγήσεις η Ολυμπιονίκης της Βαρκελώνης κ. Βούλα Πατουλίδου ,ο ομότιμος καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής Α.Π.Θ. κ. Βασίλειος Παπαγεωργίου ,η καθηγήτρια του πανεπιστημίου δυτικής Μακεδονίας κ. Σοφία Ηλιάδου – Τάχου, ο καθηγητής του ίδιου πανεπιστημίου κ. Στάθης Πελαγίδης και ο επίκουρος καθηγητής του πανεπιστημίου δυτικής Μακεδονίας κ. Νικόλαος Ζάϊκος. Πήραν μέρος οι καλλιτέχνες Ματθαίος Τσαχουρίδης, Γιώργος Πουλαντζακλής ,Λάζος Ιωαννίδης, Μπάμπης Κεμανατζίδης , Θεόδωρος Τοπαλίδης ,Μιχάλης Καλλιοτζίδης , Κώστας Σιαμίδης ,
Θεόδωρος Κοτίδης ,Στέλιος Χαλκίδης, Γιάννης Σανίδης ,λύρα.Κώστας Τσαχουρίδης κιθάρα , Χάρης Πορφυρίδης ούτι,Στέφανος Κωφίδης –Γιώργος Ταϊρίδης κρουστά,
Κώστας Ιατρούδης ζουρνά –φλογέρα, Γιώργος Πουλαντσακλής βιολί-κεμανές, Κώστας Ζώης-Γιάννης Πολυχρονίδης νταούλι.
Βασίλης Φωτιάδης ,Πέλα Νικολαίδου,Στάθης Παυλίδης, Γιώτης Κωνσταντινίδης ,
Γιώτης Γαβριηλίδης,Βασίλης Μιχαηλίδης, Γιάννης Γκότσιος ,Γιώργος Ιωαννίδης,
Γιώργος Δημαρίδης,Χρήστος Παπαδόπουλος,Βασίλης Τοπαλίδης,Στάθης Παρχαρίδης, Αχιλλέας Βασιλειάδης ,Μπάμπης Ιορδανίδης, Γιώργος Σασκαλίδης, Στάθης Τσαϊρίδης,Γιάννης Τσιτιρίδης,Κώστας Θεοδοσιάδης ,Αλέξης Παρχαρίδης ,
Μπάμπης Ιωακειμίδης, Στάθης Νικολαϊδης, Στάθης Πορφυρίδης,Γιάννης Χριστοδουλίδης κ.ά. τραγούδι.Χόρεψαν τα ποντιακά συγκροτήματα «Εκνευσις»,
«Πυρρίχιος»,και των Ποντιακών Συλλόγων Καλλιθέας –Συκεών, Σταυρούπολης και
Ευόσμου.
Εισήγηση του καθηγητή κ. Ζάικου:
Πριν αρχίσω την εισήγησή μου, επιτρέψτε μου να εκφράσω τη χαρά μου που βρίσκομαι εδώ μαζί σας, να συγχαρώ τον καθηγητή Κωνσταντίνο Φωτιάδη για την πρωτοβουλία και εξαίρετη οργάνωση της μοναδικής αυτής έκθεσης – που είναι καρπός της προσωπικής, πολύχρονης και επίπονης επιστημονικής δουλειάς του – και, βέβαια, να ευχαριστήσω θερμά για την ευγενική και τιμητική πρόσκληση να συμμετάσχω στην αποψινή εκδήλωση. Εκδήλωση, η οποία φωτίζει τη σπουδαία ιστορία, την πολύπλευρη πολιτιστική παρουσία, αλλά και το τραγικό τέλος του διωγμού και της εξόντωσης του ελληνορθόδοξου πληθυσμού του Πόντου.
Οι σκέψεις που ακολουθούν δεν αποτελούν μία εξιστόρηση των φοβερών εγκλημάτων που τελέστηκαν στον Πόντο – αυτά έχουν ήδη καταγραφεί διεξοδικά στο έργο του Κωνσταντίνου Φωτιάδη – αλλά θα επιχειρηθεί μια συνοπτική αξιολόγηση των παραπάνω γεγονότων μέσα από το επιστημονικό πρίσμα του νομικού – διεθνολόγου.
Ένα πρώτο θέμα, αφορά το νομικό καθεστώς των πληθυσμιακών ροών, που έφτασαν στην Ελλάδα από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία από το 1914 και μετέπειτα. Όσον αφορά το ζήτημα αυτό, επιγραμματικά θα αναφέρω μόνον ότι επρόκειτο για πρόσφυγες, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, δηλαδή πρόσωπα, που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το κράτος την ιθαγένεια του οποίου είχαν εξαιτίας κατακλυσμιαίων πολιτικών εξελίξεων που έθεταν σε κίνδυνο την ακεραιότητά τους μόνο λόγω της εθνικής καταγωγής τους.
Στην Ελλάδα, ειδικότερα, τα διαδοχικά προσφυγικά κύματα άρχισαν να εισρέουν πολύ πριν από το ξέσπασμα του Μικρασιατικού πολέμου. Ήδη από το 1914, οι αρχές της Τουρκίας εφάρμοσαν ένα πρόγραμμα εθνοκάθαρσης, που είχε ως συνέπεια την εκτόπιση δεκάδων χιλιάδων ελληνορθόδοξων – από νομική άποψη υπηκόων του κράτους της Τουρκίας – από τη Μικρά Ασία, κάτω από τις πιο απάνθρωπες συνθήκες και με χιλιάδες θύματα. Και βέβαια, τα αλλεπάλληλα προσφυγικά κύματα κορφώνονται με τη δραματική μετακίνηση του 1922, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως «ένα[ς] μεγάλο[ς] νεωτερισμό[ς], ένα φαινόμενο κοσμοϊστορικό, ένα γεγονός δίχως προηγούμενο» στην ιστορία των πληθυσμιακών μετακινήσεων».
Το δεύτερο θέμα. Σε σχέση με τις συνθήκες διαβίωσης των ελληνοχριστιανικών πληθυσμών στην Τουρκία, οι ιστορικές πηγές δείχνουν ότι από την άνοιξη του 1913 έως το 1918 η Τουρκία εφάρμοσε μία πολιτική εκκαθάρισης του χριστιανικού πληθυσμού από την Ανατολία. Η πολιτική αυτή ασκήθηκε από το 1919 έως το 1924 στην περιοχή του Πόντου οδηγώντας στον θάνατο χιλιάδες ελληνορθόδοξους αμάχους. Όπως συμβαίνει σε παρόμοιες οριακές καταστάσεις, η παράλληλη πολεμική αναμέτρηση, η κατάληξή της και οι συνακόλουθες εδαφικές διευθετήσεις τράβηξαν το ενδιαφέρον από τα μαζικά εγκλήματα σε βάρος του άμαχου πληθυσμού στα χρόνια που ακολούθησαν. Το κεντρικό ζήτημα που ανακύπτει αναδρομικά από τα ταραγμένα εκείνα χρόνια είναι το αν οι ωμότητες, που διαπράχθηκαν σε βάρος του ελληνικού πληθυσμού της Τουρκίας, αποτέλεσαν γενοκτονία.
Για να δοθεί μία νομικά και επιστημονικά ορθή – και όχι υποκειμενική – απάντηση στο εξεταζόμενο ζήτημα, η μέθοδος που πρέπει να ακολουθήσουμε δεν μπορεί να άλλη από την προβολή των ρυθμίσεων της Σύμβασης για τη γενοκτονία του 1948 στο παρελθόν. Πρόκειται για μια διεθνή πράξη που υιοθετήθηκε λίγα χρόνια μετά τη φρικιαστική γενοκτονία των Εβραίων της Ευρώπης και για πρώτη φορά εισήγαγε στο νομικό λεξιλόγιο τον όρο «γενοκτονία». Δηλαδή, θα πρέπει καταρχήν να διαπιστώσουμε αν οι αρχές της Τουρκίας διέπραξαν μία έστω από τις πράξεις, που απαριθμούνται ενδεικτικά στο άρθρο 2 της Σύμβασης εκείνης με την πρόθεση για ολική ή μερική καταστροφή των ελληνορθόδοξων ως ομάδας: π.χ. φόνους, πρόκληση σωματικών ή διανοητικών βλαβών ή υποβολή της στοχευμένης ομάδας σε συνθήκες διαβίωσης που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ολική ή μερική καταστροφή της – με την παράλληλη πρόθεση να αφανιστεί η συγκεκριμένη ομάδα.
Ως προς το αντικειμενικό σκέλος των προϋποθέσεων – δηλαδή, τα πραγματικά γεγονότα – τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν ότι οι εκτεταμένες βιαιοπραγίες των αρχών της Τουρκίας σε βάρος των Ελλήνων του Πόντου – μαζικές συλλήψεις, εκτοπισμοί αρρένων σε τάγματα εργασίας, εκτοπισμοί άμαχου πληθυσμού, δολοφονία της πνευματικής και πολιτικής ηγεσίας των κοινοτήτων του Πόντου, ακόμη και μαζικές δολοφονίες – καλύπτουν περισσότερες από τις προϋποθέσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 2 της Σύμβασης για τη γενοκτονία.
Όπως φαίνεται, πρόκειται για μαζικά εγκλήματα με ασύλληπτα υψηλό αριθμό θυμάτων αν ληφθεί υπόψη το συνολικό μέγεθος της στοχευμένης ομάδας – εγκλήματα, που τελέστηκαν από όργανα άμεσα ελεγχόμενα από τον κρατικό μηχανισμό της Τουρκίας. Επίσης, ο συστηματικός τρόπος της τέλεσης των εγκλημάτων αποκαλύπτει πρόθεση της ηγεσίας της Τουρκίας να αφανιστεί ολοκληρωτικά ή εν μέρει η στοχευμένη ομάδα από το έδαφος της Τουρκίας. Σύμφωνα με την τη διεθνή νομική οπτική και τη νομολογία των σύγχρονων διεθνών ποινικών δικαστηρίων, τα παραπάνω πραγματικά γεγονότα στοιχειοθετούν γενοκτονία. Τα μαζικά εγκλήματα σε βάρος των Ελλήνων της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας άρχισαν να αναγνωρίζονται σταδιακά στη σύγχρονη διεθνή εργογραφία. Η αποτύπωσή τους στη συλλογική συνείδηση και η καθολική αναγνώρισή τους πιστεύω ότι θα επέλθει με τη συστηματική και νηφάλια αποκάλυψη όλων των πτυχών του λησμονημένου αυτού εγκλήματος.
Όπως είναι γνωστό, μετά τη λήξη του πολέμου, η γνωστή σήμερα μετακίνηση των επιζώντων ελληνορθοδόξων από την Τουρκία στην Ελλάδα – αλλά και αντίστροφα, των μουσουλμανικών πληθυσμών από την Ελλάδα στην Τουρκία – δεν εκτυλίχθηκε στο πλαίσιο ενός θεσμικού κενού. Προβλέφθηκε ρητά σε μία πρωτοφανή διεθνή νομική πράξη, τη Συνθήκη για την Ανταλλαγή των Πληθυσμών. Όπως είχε γράψει τότε ο ο Στυλιανός Σεφεριάδης για τη Σύμβαση αυτή, «οι άνθρωποι δεν μπορούν να αγοράζονται σαν βόδια, δεν μπορούν να σκορπίζονται δεξιά αριστερά, δεν μπορούν να θυσιάζονται, ούτε μπορούν να ανταλλάσσονται», «η απεχθεστέρα των υπογραφεισών ποτέ παρά πεπολιτισμένων Πολιτειών συμβάσεων». Ο Κυριάκος Τενεκίδης συμπλήρωσε ότι η ανταλλαγή αποτέλεσε μία «θλιβερή οπισθοδρόμηση του διεθνούς δικαίου». Είναι γνωστό ότι το βάρος της ανταλλαγής υπήρξε από κάθε άποψη ασύμμετρο για τα δύο κράτη με την Ελλάδα να καλείται να αντιμετωπίσει δυσχερή προβλήματα σε κάθε τομέα: δημογραφία, εγκατάσταση, οικιστική αποκατάσταση και συγκρότηση, πολιτιστική ζωή και γενικότερα κοινωνική ενσωμάτωση του εκτοπισμένου πληθυσμού. Εξάλλου, στην αποδυναμωμένη Ελλάδα δεν υπήρξε ουσιαστική προετοιμασία και σχεδιασμός για την υποδοχή και την εγκατάσταση των αλλεπάλληλων προσφυγικών κυμάτων. Κλείνοντας την εισήγησή μου, θέλω να επισημάνω ότι εκδηλώσεις όπως η παρούσα έρχονται να προλάβουν τη λεγόμενη «μνημοκτονία», δηλαδή την παράδοση του τραγικού γεγονότος στην ιστορική λήθη. Στα χρόνια που μεσολάβησαν από τη σκοτεινή εποχή των διώξεων και των εγκλημάτων και μπροστά στην άδικη και σκληρή δοκιμασία που η συγκυρία επιφύλαξε στους προγόνους τους, οι Έλληνες του Πόντου και της Μικράς Ασίας έδωσαν και δίνουν σήμερα με την εργατικότητα και την καρτερία τους το μάθημα της επιβίωσης με τη μοναδική συμβολή τους σε όλους τους τομείς της ελληνικής ζωής.