polyΕπιμέλεια: Βάσω Β. Παππά.   Vas_nikpap@yahoo.gr

Την Πόλυ Χατζημανωλάκη τη γνωρίσαμε ως συγγραφέα μυθιστορημάτων και θεατρικών έργων, ως συνεργάτη της εφημερίδας «Αυγή» στη στήλη «Ημερολόγια Αναγνώσεων», αλλά ως φαίνεται υπάρχουν κι άλλες πτυχές της προσωπικότητάς της που δε γνωρίζαμε ως τώρα ότι υπάρχουν. Σήμερα, μας μιλάει με την ιδιότητα της ποιήτριας, καθώς, πρόσφατα κυκλοφόρησε η πρώτη της ποιητική συλλογή «Το αλφαβητάρι των πουλιών». Η Πόλυ Χατζημανωλάκη δεν έχει ανάγκη από συστάσεις. Είναι μια γυναίκα με έντονη παρουσία στο χώρο των socialmedia, έχει δημιουργήσει τα ιστολόγια «Πινακίδες από Κερί» (http://waxtablets.blogspot.com) και «Στην τρύπα του λαγού» (http://stintrypatoulagou.blogspot.com) και προσφάτως τις flaneries (http://polyhatj.wordpress.com) όπου αναρτά δικές της φωτογραφίες σχολιασμένες με πρωτότυπα κείμενα. Επίσης, στα σχόλιά της στους αναρτημένους στο facebook ζωγραφικούς πίνακες της ποιήτριας και ζωγράφου Παυλίνας Παμπούδη βασίστηκαν οι λεζάντες στον κατάλογο της τελευταίας της έκθεσης, «52 παραμύθια άγραφα, εικονογραφημένα». Μια γυναίκα ιδιαίτερα ευφυής και με κατασταλαγμένες φιλοσοφημένες απόψεις.

Κυρία Χατζημανωλάκη, να ξεκινήσουμε τη συνέντευξη με το πρώτο στοιχείο του βιογραφικού σας. Γεννηθήκατε στην Κάλυμνο. Τι είναι εκείνο που σάς έρχεται πρώτο ως εικόνα όταν σκέφτεστε την παιδική σας ηλικία στο νησί; Εκτός από τις αρχές και τις αξίες που σας εμφύσησαν οι γονείς σας, υπάρχει κάτι που έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για σας και που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με εκείνους;

Πράγματι έχω έντονες εικόνες από την Κάλυμνο, το νησί που γεννήθηκα. Και τούτο έχει σχέση με το ότι μεγάλωσα και πήγα σχολείο μέχρι τις τρεις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου στη Ρόδο, έξι ώρες με το πλοίο από την Κάλυμνο. Αυτό που θυμάμαι έντονα είναι τη δυσκολία, την περιπέτεια που ήταν, πενήντα χρόνια πριν, αυτές οι μετακινήσεις από το ένα νησί στο άλλο. Τίποτα δεν ήταν αυτονόητο και εύκολο, όπως είναι τώρα. Το πλοίο δεν άραζε στο λιμάνι της Καλύμνου. Οι επιβάτες έμπαιναν σε βάρκες που τους έβγαζαν στη στεριά. Μια ανασφάλεια, μια ταραχή, μια επαφή με τα στοιχεία της φύσης. Από το μεγάλο πλοίο να μπαίνεις στη βαρκούλα που την λίκνιζε έντονα το νερό, από κάπου μεσοπέλαγα για να φτάσεις στη στεριά. Το ίδιο και κατά την αναχώρηση. Την αβεβαιότητα του πότε θα έρθει το “βαπόρι” – συνήθως χαράματα – θυμάμαι τη γιαγιά μου να μας ξυπνά πολύ νωρίτερα, το ξύλινο χειροκίνητο καρότσι με τον αγωγιάτη που μεταφέρει τις αποσκευές στο λιμάνι και την αναμονή να φανούν από μακριά στο σκοτάδι, σαν σε όνειρο, τα φωτάκια του πλοίου. Θυμάμαι πώς είναι να μεγαλώνεις σε ένα σπίτι που δουλεύουν – ισότιμα – και οι δυο γονείς, η μητέρα μου ήταν δασκάλα. Μια ανεξαρτησία από την παιδική ηλικία, μια αυτονομία. Μαθαίνεις από τις συμπεριφορές, από τα πράγματα που δεν λέγονται. Θυμάμαι από τον πατέρα μου έναν αντιαυταρχικό τρόπο συμπεριφοράς, σεβασμός στην προσωπικότητα και την κρίση μου χωρίς απαγορεύσεις, που πολλές φορές τον έφερνα στα όριά του, την αγάπη για τα μαθηματικά και το ότι το διάβασμα είναι απόλαυση. Τον θυμάμαι να ξενυχτά διαβάζοντας ένα βιβλίο που του άρεσε, ενώ έπρεπε να ξυπνήσει το πρωί για τη δουλειά. Αυτό, ως βίωμα, μετρά περισσότερο από οποιαδήποτε παραίνεση.

Είσαστε μία πολίτης του κόσμου. Γεννηθήκατε στην Κάλυμνο, ζείτε στην Αθήνα, εκπονήσατε τη διδακτορική σας διατριβή στις Βρυξέλλες, κοντά στον Νομπελίστα IlyaPrigogine, εργαστήκατε στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Austin. Μιλήστε μας γι’ αυτές τις διαδρομές της ζωής σας. Τι μαθήματα έχετε πάρει από τα ταξίδια σας;

Το πρώτο μεγάλο ταξίδι είναι οι σπουδές στη Φυσική στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Από τα 150 άτομα περίπου που ήμασταν στο πρώτο έτος, κανείς δεν σκεφτόταν ότι θα ασχοληθεί με την διδασκαλία της Φυσικής στο Σχολείο. Οι περισσότεροι από εμάς, θέλαμε να κάνουμε έρευνα, να φτάσουμε στα θεμέλια της επιστήμης, να μάθουμε τα μυστικά του κόσμου, αρκετοί είχαν γοητευτεί από τις τόσες ειδικότητες που υπήρχαν, από την μικρότερη κλίμακα μέχρι τα όρια του Σύμπαντος και την υγεία του ανθρώπου.
Εγώ είχα στο νου μου την ιστορία των ιδεών, τον μετασχηματισμό των μοντέλων που έχουμε για τον κόσμο. Αισθανόμουν λοιπόν και πνευματική πρόκληση. Σε αυτό συνέβαλε και το ότι βρέθηκα τότε σε ένα κύκλο νέων φοιτητών που ανήκαν στην αριστερά και συζητούσαν για ιδέες και φιλοσοφία σχετικά με τη φυσική φιλοσοφία και τη φυσική και ένοιωθα μια εσωτερική πληρότητα… Αυτή την εικόνα για τον έξω κόσμο, την ενοποιητική, την ουσία της, πίστευα ότι θα την συνέχιζα αν βάθαινα περισσότερο στη θεωρητική φυσική και έτσι ξεκίνησα και τις μεταπτυχιακές σπουδές μου εκεί. Ο δρόμος μου με έφερε σε ένα τμήμα στις Βρυξέλλες υπό τον IlyaPrigogine τον Νομπελίστα, που προσπαθούσε να καταλάβει – να συλλάβει θεωρητικά και να θεμελιώσει στη Φυσική το βέλος του χρόνου της ζωής, της πραγματικότητας. Ότι γεννιόμαστε δηλαδή νέοι και πεθαίνουμε γέροι. Αυτή τη διαφορά παρελθόντος και μέλλοντος, μια και η παραδοσιακή φυσική δεν την διακρίνει στα θεμέλιά της. Οι εξισώσεις δηλαδή που τα διέπουν δεν αλλάζουν αν κοιτάμε προς τα μπρος ή προς τα πίσω… Έχω πολλά να πω για τα ταξίδια μου και τη ζωή μου και στις Βρυξέλλες που είναι μια κεντροευρωπαϊκή πρωτεύουσα, παραδοσιακή, πολυεθνική, πολύγλωσση, με μεγάλη κοινότητα Ελλήνων φοιτητών αλλά και μεταναστών και υψηλόμισθων υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με πολλά σωματεία, πολλά ελληνικά καφενεία, πλήθος πολιτιστικές δραστηριότητες και στην τοπική κοινωνία αλλά και στον κύκλο των Ελλήνων. Είχα την ευκαιρία να συμμετέχω μαζί με άλλους Έλληνες φίλους μεταπτυχιακούς, στο ραδιοφωνικό σταθμό του πανεπιστημίου το Radiocampus, στην ελληνική εκπομπή το CafeImaginaire που είχε βρεθεί στο κέντρο των πολιτιστικών πραγμάτων της μικρής ελληνικής κοινωνίας. Λογοτεχνικές εκπομπές, αφιερώματα, συνεντεύξεις σε σπουδαίους καλλιτέχνες που έρχονταν εκεί… Και παράλληλα οι σπουδές, η έρευνα δίπλα σε έναν Νομπελίστα, το πάθος που κατάφερνε να εμπνέει και να μοιράζεται με τους συνεργάτες του. Μια εποχή συναρπαστική. Και μετά η εμπειρία της Αμερικής. Μια χώρα της αφθονίας, μια χώρα ανοιχτή αγκαλιά που προσπαθούσε να σε κρατήσει κι εγώ, για διάφορους λόγους – προσωπικούς – να προσπαθώ να μην ενδώσω, να μην παρασυρθώ από τις σειρήνες της αφομοίωσης και της ενσωμάτωσης. Επέστρεψα στην Ελλάδα.

Πρόσφατα κυκλοφόρησε η ποιητική σας συλλογή “Το αλφαβητάρι των πουλιών”. Τι σάς ενέπνευσε και πώς προέκυψε ο τίτλος της; Τι δώρα πιστεύετε ότι σας έχει χαρίσει η ποίηση;

Το αλφαβητάρι είναι το πρώτο βιβλίο του συλλαβισμού στα μικρά παιδιά. Πριν ακόμα μάθουν την ανάγνωση και την γραφή. Η γλώσσα των πουλιών, τα κελαϊδίσματα, οι κελαηδισμοί, αλλά και τα σιβυλλικά και ανεξιχνίαστα μηνύματα στο δημοτικό τραγούδι – τι λένε τα πουλάκια; – για θυμηθούμε το τραγούδι του Νεκρού Αδελφού, εκφράζουν την επαφή με τον άλλο κόσμο το επέκεινα, τον ψυχικό που δεν κοινωνείται μόνο με τον ορθό λόγο. Η πορεία μου στην ποίηση, ακολούθησε την είσοδό μου στα γράμματα με δυο μυθιστορήματα και τρία θεατρικά έργα που έγινε σε μεγάλη ηλικία. Υπηρέτησα εκτός από την επιστήμη και τον πεζογραφικό λόγο. Αισθάνομαι όμως σιγά σιγά ότι βρίσκομαι σε μια πορεία ελαφρότητας, “πτηνότητας”, διάθεσης να εκφραστώ με τους κελαηδισμούς των πουλιών. Για αυτό τον λόγο και το ομότιτλο ποίημα στην ποιητική μου συλλογή το αλφαβητάρι των πουλιών.

Θα αποστηθίσω / Τα λόγια των πουλιών τα ελαφρά / Και στην καρδιά μικρές φωλιές ενθυμημάτων / Θα χαράξω / Ονόματα να τα φωνάζω να έρχονται / Με την ανθρωπινή τους ομιλία να τ’ ακούω / Τι λένε τα πουλάκια; / Ένα αλφαβητάρι να συλλαβίζω κι εγώ / Ταπεινά / Έξω στους δρόμους / Εκεί που ανθίζουν τα τηλεγραφόξυλα / Να γίνεται ένα περιβόλι ο κόσμος.

Όπου εντάσσομαι στο πρώτο σκαλί μιας πορείας μη πεζογραφικής – πτητικής θα έλεγα…

Στη συλλογή σας πέρα από θέματα υπαρξιακά, συναντά κανείς μυστικές συνομιλίες με την Έμιλυ Ντίκινσον, την Φρίντα Κάλο, τον Αντρέι Ταρκόφσκι, τον Σαιντ Εξυπερύ και άλλους μυθιστορηματικούς ή μυθικούς ήρωες και ηρωίδες ή χαρακτήρες του κινηματογράφου και του θεάτρου. Πώς είναι να “κατοικούν’ μέσα σας όλοι αυτοί οι ήρωες και με ποια από τις ηρωίδες ταυτιστήκατε περισσότερο;

Οι μορφές αυτές των προσώπων, πραγματικών, μυθιστορηματικών ή μυθικών είναι μορφές τους οποίους έχω συναντηθεί κατά τη διάρκεια της ζωής μου, έχω πνευματικές οφειλές στο έργο τους. Ο καθένας με τον τρόπο του έχει συμβάλει στη διεύρυνση του πνευματικού και του ψυχολογικού μου ορίζοντα. Ο καθένας χωριστά και με διαφορετικό τρόπο, με τα βιώματα, με τις πράξεις του, με τα λόγια του, με τους στίχους του, με τους πίνακές του, τα κινηματογραφικά του έργα, συνετέλεσε σε μια μυητική διαδικασία ανθρωποποίησης και έχει αφήσει το ίχνος του στην προσωπικότητά μου. Αν το δεις πιο λοξά, ίσως φαίνεται με κατάληψη με κατοίκηση από αγαθά πνεύματα…Το αισθάνομαι σαν ευλογία, σαν ένα τρόπο διαρκούς αλληλεπίδρασης, μια συνεχιζόμενη εξέλιξη του εαυτού μου. Δεν ταυτίζομαι περισσότερο με κανέναν ήρωα και καμία ηρωίδα. Πολύ σωστά αναφέρατε τη λέξη “ταυτίζομαι” γιατί ενώ συνομιλώ, ή παρατηρώ, ή μιλώ εκ μέρους του ήρωα, στην πραγματικότητα μετατοπίζομαι ψυχικά, διευρύνεται η συνείδησή μου…

Με τη συγγραφή εκτίθεται η ψυχή του ποιητή. Εξαιτίας αυτού, έχετε αισθανθεί πιο ευάλωτη στα μάτια των οικείων σας προσώπων;

Εκτίθεται η ψυχή του ανθρώπου που γράφει, αλλά αγγίζεται και η ψυχή του ανθρώπου που διαβάζει. Θυμάμαι τον Καβάφη που έγραψε για μια πανοπλία που είχε φτιάξει, εννοώντας μια ψυχική θωράκιση που αφορά την ποίηση αλλά και γενικότερα τον εαυτό του απέναντι στους άλλους. Όλοι διαθέτουμε τέτοιες θωρακίσεις κι εγώ το ίδιο πιστεύω. Ωστόσο, στον περίγυρο των δικών μου ανθρώπων, στο οικογενειακό και το στενό μου περιβάλλον εισπράττω αγάπη και αποδοχή και μπορώ να πω ακόμα περισσότερη από τότε που άρχισα να τους διαβάσω τα ποιήματά μου.

Πολλοί είναι εκείνοι που ισχυρίζονται ότι ο δημιουργός δεν έχει ανάγκη να επικοινωνεί και να γνωρίζει το αναγνωστικό του κοινό. Ποια η προσωπική σας άποψη; Μπορείτε να σκιαγραφήσετε το πορτρέτο του αναγνώστη που θα τον αγγίξει περισσότερο η συλλογή σας;

Έχουμε την ευκαιρία να ζούμε σε μια εποχή που το κείμενο ενός δημιουργού μπορεί να φτάσει με μεγάλη αμεσότητα τον αναγνώστη και το αντίστροφο να συμβεί με την ίδια αμεσότητα στην εποχή του διαδικτύου που ζούμε. Αυτό συμβαίνει σε μένα που τα τελευταία χρόνια επικοινωνώ και δημιουργώ μέσα από τις σελίδες του διαδικτύου και αλληλεπιδρώ και με το έργο άλλων δημιουργών. Αυτή η αμεσότητα της ανταπόκρισης, φέρνει σε επαφή με ένα παλίμψηστο αναγνώσεων, και αναδράσεων. Πολλές φορές οι σελίδες του διαδικτύου μετατρέπονται σε ποιητικά εργαστήρια συνδημιουργίας. Οι αναγνώσεις, οι ερμηνείες, η πληθώρα των προσλήψεων είναι στο τραπέζι. Αυτό που έρχεται πίσω σε αυτόν που στέλνει το μήνυμα είναι το αποτύπωμα της ψυχής του άλλου. Μια άλλη ανθρώπινη ιστορία, άλλα βιώματα. Πολλές φορές ακούω ή διαβάζω για ένα ποίημά μου που έχει συγκινήσει για λόγους που ποτέ δεν το περίμενα.  Υπάρχουν άγνωστα σε μας σημεία επαφής. Όσο για τον ιδανικό αναγνώστη – αυτό νομίζω έχει ειπωθεί τόσο όμορφα από τον Μπωντλαίρ. Ο υποκριτής. Ο όμοιός μου, ο αδελφός μου…

Διατελέσατε μέλος του Γραφείου Εκπαιδευτικής Έρευνας των Εκπαιδευτηρίων Γείτονα και ασχοληθήκατε για χρόνια με προγράμματα Βιωματικής Μάθησης και Φιλαναγνωσίας. Είναι αυταπόδεικτο ότι η πολιτισμική ανάπτυξη χρειάζεται οικονομικούς πόρους. Σαφέστατα αν δημιουργηθεί μια οικονομία και μια κοινωνία πιο ανοιχτή με τον υπόλοιπο κόσμο θα δημιουργηθούν μεγαλύτερες δυνατότητες για δημιουργία και ανάπτυξη του πολιτισμικού μας περιβάλλοντος. Αισιοδοξείτε, ποια η άποψή σας για τη σχέση των Ελλήνων με την παιδεία και την μόρφωση;

Αισιοδοξώ. Πιστεύω πως ο καλύτερο τρόπος για την ανάπτυξη του πολιτισμικού περιβάλλοντος, είναι η δημιουργία και η πράξη σε προσωπικό και τοπικό επίπεδο. Πάνω από μακρόπνοους σχεδιασμούς, χαρτογραφήσεις και σχέδια για τον πολιτισμό βρίσκεται ο άνθρωπος που αγαπά την τέχνη, τη λογοτεχνία, την ποίηση και το εννοεί χωρίς να προσπαθεί να το επιβάλλει στους άλλους. Σκέπτομαι πάντα τον πατέρα μου και το πάθος με το οποίο τον έβλεπα να διαβάζει για τη δική του απόλαυση. Αν οι άνθρωποι δεν καλλιεργούν τον κήπο μέσα τους, δεν θα είναι σε θέση να ασχοληθούν με μεγαλύτερα περιβόλια και λιβάδια. Δεν τους αφορά και δεν ξέρουν το πως.

 

“τώρα σαρώνει αργά, υπομονετικά σαν να μην ήταν νέος/

σαν να μη βιάζεται/

σπρώχνοντας το χρόνο ένα πήχυ πιο πέρα/

κάθε φορά.

Ο χρόνος. Τι είναι αυτό που κάνει ένα έργο να αντέχει στο χρόνο; Και είναι ζητούμενο αυτό για έναν ποιητή τελικά;

Δεν με απασχόλησε ποτέ ως δημιουργό, η αντοχή στο χρόνο του δικού μου έργου. Όχι πως τώρα που το σκέπτομαι δεν με ενδιαφέρει. Ωστόσο, όταν γράφεις, αυτό που θέλεις να εκφράσεις είναι αυτόν τον αόρατο παλμό που προσπαθείς να ακούσεις εντός. Φυσικά και αυτό θα έχει κάποιου είδους σχέση και με την εποχή και με την επιφάνεια της ιστορίας στην οποία ζούμε κα την μικρή και την μεγάλη. Έχει σχέση με τις φωνές των νεκρών, αυτών που έγραψαν πριν από μας, των δημιουργών, έχει σχέση το αφηρημένο αυτό θεϊκό ον την Μούσα που εμφυσά το πνεύμα και πολλοί ποιητές την επικαλούνται. Ενδεχομένως όσο καλύτερα εκφράζει ένα έργο τον καιρό του, τόσο λιγότερο αντέχει στον χρόνο. Ίσως αυτοί που έγραψαν υπαρξιακά εκφράζουν και αυτή με τον τρόπο τους την επικαιρότητα και τα αδιέξοδα της εποχής τους. Αυτό που έχει σημασία είναι να είναι κανείς ειλικρινής με τον εαυτό του με την αφόρητη μερικές φορές ανάγκη που νοιώθει ότι θέλει να γράψει και ας μην αποτιναχτεί από το έργο του η σκόνη του χρόνου.

Σήμερα, εν σχέσει με παλιότερα οι πόρτες των εκδοτικών οίκων ανοίγουν πάρα πολύ δύσκολα για ένα νέο δημιουργό. Παρ’ όλα αυτά όμως, πολλοί νέοι ποιητές έχουν δυναμική παρουσία στα socialmedia, κινoύνται αυτόνομα και συσπειρώνουν κόσμο όπως γινόταν παλιότερα. Κατά τη γνώμη σας όμως, οι παλιοί αποδέχονται τους καινούργιους;

Νομίζω ναι. Υπάρχουν και στο χώρο των socialmedia παλιοί και καταξιωμένοι ποιητές που έχουν και αυτοί μια δεύτερη ευκαιρία να επικοινωνήσουν το έργο τους. Σε κάποιο βαθμό αποδέχονται τους νέους, τους αγαπούν και τους στηρίζουν. Ο καθένας έχει τις προτιμήσεις του, υπάρχουν φυσικά οι συμπάθειες και οι εκλεκτικές συγγένειες. Αλλά είναι εκπληκτικό το τι ευκαιρίες προσφέρονται και στις δυο πλευρές…

Στο τέλος της κάθε ημέρας σκέφτεσθε…

Όπως όλοι οι άνθρωποι, έτσι κι εγώ υποθέτω, μεταξύ ύπνου και ξύπνου αφήνομαι στις πιο παράξενες και δημιουργικές σκέψεις. Παρά το ότι έφτασα στο μεσοστράτι της ζωής,   δυσκολεύομαι να αφήσω αυτό που κάνω – γράφω ή διαβάζω – για να πάω για ύπνο. Ακόμα φαίνεται δεν έχω συμφιλιωθεί με τον εαυτό μου.

 

2 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Εξαιρετική συνέντευξη συγχαρητήρια σε σας και στην Πόλυ Χατζημανωλάκη της οποίας το έργο θαυμάζω και αγαπώ!

  2. Ευχαριστώ πολύ κ. Φιλιππίδου! Κι εγώ εκτιμώ το έργο της! Η παρουσία της είναι πραγματική “ανάσα” στον κυβερνοχώρο όταν αυτά που επικρατούν είναι κυρίως τα υπερμεγέθη “εγώ”, η υστεροβουλία και η σκοπιμότητα. Εκείνη ως κατ’ εξοχήν άνθρωπος του πνεύματος, προτάσσει τη βαθιά καλλιέργεια και την ευγένειά της. Έντονη προσωπικότητα και ανεπιτήδευτη… Να της ευχηθούμε καλή και δημιουργική συνέχεια!

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ