Του Σεβ. Μητροπολίτου Ζιμπάμπουε Σεραφείμ Κυκκώτη

Η εορτή της Κοιμήσεως της Παναγίας έχει ιδιαίτερη θέση μέσα στο ετήσιο εορτολόγιο της Εκκλησίας μας που συνδέεται άμεσα με την μοναδικότητα του προσώπου της Παναγίας μας στο έργο της εν Χριστώ σωτηρίας μας. Αν η πρώτη γυναίκα της δημιουργίας του Θεού, η Έυα, με την ανυπακοή της μαζί με τον Αδάμ, μας οδήγησαν μακρυά από τον Παράδεισον, με την έλευση του θανάτου στη ζωή μας, η υπακοή της Παναγίας μας στο θέλημα του Θεού μας οδήγησε στην Ανάσταση της Ανθρωπίνης φύσεως στο Πρόσωπο του Ιησού Χριστού και κατά συνέπεια ολόκληρη την ανθρωπότητα.

Η Παναγία μας την ημέρα του Ευαγγελισμού, της ανακοινώσεως της καλής αγγελίας της εν Χριστώ σωτηρίας μας από τον θάνατον από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, απάντησε με πολύ ταπείνωση και ευσέβεια να δώσει προτεραιότητα στη ζωή της στο θέλημα του Θεού. «Γένοιτο μοι κατά το ρήμα Σου». Γι’ αυτό και στον ύμνο της εορτής των Εισοδείων της Παναγίας, ψάλλουμε «Σήμερον της σωτηρίας ημών το Κεφάλαιον…».

Οι πρωτόπλαστοι έδωσαν προτεραιότητα στο δικό τους θέλημα, όπως κάνουν σήμερα πολλοί αμαρτωλοί άνθρωποι, που είναι υπεύθυνοι για τα κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε καθημερινά, όπως είναι η φτώχεια και η δυστυχία, οι ασθένειες, η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πολλών καταπιεσμένων συνανθρώπων μας, η καταστροφή του περιβάλλοντος και η διαφθορά. Γι’ αυτό καθημερινά στις καθημερινές μας προσευχές, όπως στην Κυριακή Προσευχή, «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς…”, καλούμαστε όλοι μας να δώσουμε προτεραιότητα στη ζωή μας στο θείο θέλημα του Θεού, «γεννηθήτω το Θέλημα σου». Η έλευση της Βασιλείας των Ουρανών ανάμεσα μας ξεκινά με την επικράτηση του Θελήματος του Θεού στην καθημερινή μας ζωή. Το θέλημα του Θεού, μας λέει ο Απόστολος Παύλος, είναι η σωτηρία μας. «Ο Θεός πάντας ανθρώπους θέλειν σωθείναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν».

Με την ανυπακοή των πρωτοπλάστων εισήλθεν στην ανθρώπινη φύση το προπατορικό αμάρτημα, όπου όλοι οι απόγονοί τους έχουν πλέον την ροπή προς την αμαρτία με την αμαύρωση του «κατ’ εικόνα Θεού» που δημιουργήθηκε αρχικά ο άνθρωπος από τον Τριαδικόν Δημιουργόν του. Κατά τον ίδιο τρόπο με την υπακοή της Παναγίας μας και την θέωση της Ανθρωπίνης φύσεως που έδωσε η Παναγία μας στον Υιόν και Λόγον του Θεού, όλοι οι άνθρωποι που βαπτίζονται εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και ακολουθούν το άγιο παράδειγμα της Παναγίας μας να λένε στην κλήση του Θεού «γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου», δίνοντας προτεραιότητα στη ζωή τους στο θείο θέλημα του Θεού, δηλαδή στις θείες του Εντολές, τότε μπορούν να νικήσουν τον θάνατο της αμαρτίας και να εισέλθουν εις την Βασιλείαν των Ουρανών. Γι’ αυτό οι χώροι που θάβουμε στους νεκρούς μας πλέον στον χώρον της Εκκλησίας τους ονομάζουμε Κοιμητήρια και όχι νεκροταφεία. Ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα, ως φυσικός θάνατος για να μη διαιωνίζεται το κακόν, είναι προσωρινός μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία του Ιησού Χριστού, όπου όλοι μας θα έχουμε αδιάφθορο σώμα όπως το αναστημένο σώμα του Ιησού στην ηλικία των τριαντατριών ετών. Αυτοί που ζουν σ’ αυτό τον κόσμο σύμφωνα με τις θείες Εντολές του Ιησού Χριστού θα ζουν αιώνια στον Παράδεισο. Κι αυτοί που ζουν μακρυά από το Θεό και πεθαίνουν χωρίς να μετανοήσουν για τις αμαρτίες τους, όπως οι αμετανόητοι φονιάδες, οι κλέφτες, οι κακούργοι, οι λαοπλάνοι, οι πόρνοι, οι μηχοί, οι ψεύτες, αλλά κι όλοι εκείνοι που μπορούν να βοηθήσουν τους πονεμένους συνανθρώπους τους και το αποφεύγουν, σύμφωνα με τη μαρτυρία της Αγίας Γραφής θα ζουν αιώνια στην Κόλαση, εκεί που κυριαρχεί ο τριγμός και ο φρυγμός των οδόντων. Τελικά η φιλανθρωπία μας και η αγάπη μας χωρίς φυλετικές διακρίσεις είναι μια επένδυση για την αιωνιότητά μας.

Η Παναγία μας διεδραμάτισε σημαντικό και κορυφαίο ρόλο στην όλη ιστορική εμφάνιση του Χριστιανισμού στο προσκήνιο της παγκόσμιας Ιστορίας. Η όλη της ζωή είναι ένα αξιοθαύμαστο γεγονός, στην πραγματικότητα ένα θαύμα του Θεού. Γεννήθηκε με θαυματουργικό τρόπο από πολύ ηλικιωμένους, αλλά πολύ ευσεβείς και πιστούς γονείς, τους οποίους η Εκκλησία μας ονομάζει Θεοπατέρες, τον Ιωακείμ και την Άννα. Η Εκκλησία μας, αναφερόμενη στην Γέννηση της Θεοτόκου, τονίζει ότι η Γέννηση της «χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη» διότι εξ αυτής «ανέτειλε ο ήλιος της Δικαιοσύνης» δηλαδή ο Ιησούς Χριστός που μας έσωσε. Ο Νομπελίστας ποιητής μας Ελύτης χρησιμοποίησε τον στίχο αυτό της εορτής της Παναγίας μας στην Ιστορική πορεία του Έθνους, τον οποίο ο μεγάλος μας μουσικοσυνθέτης Θεοδωράκης μελειοποίησε και έγινε δημοτικό τραγούδι του λαού μας, «Της Δικαιοσύνης ήλιε Νοητέ» στο γνωστό «Αξιον Εστίν», που προέρχεται πάλι από τους ύμνους που αναφέρονται στο πρόσωπο της Παναγίας μας.

Η πράξη της Παναγίας μας να απαντήσει θετικά στην κλήση του Θεού για τη σωτηρία μας δεν είχε ατομικό χαρακτήρα. Είχε χαρακτήρα συλλογικό, απαντά εκ μέρους ολόκληρης της Ανθρωπότητας, γιατί έπρεπε να διαφυλαχθεί το αγαθόν της ελευθερίας που ο Θεός χάρισε στους προτοπλάστους, το αυτεξούσιον. Έτσι το έργο της Θείας Οικομονίας διά την εν Χριστώ σωτηρία μας πραγματοποιείται και με τη δική μας ανθρώπινη συνγκατάθεση. Η Παναγία μας ως ο κορυφαίος ευσεβής άνθρωπος της παγκόσμιας κοινωνίας με την παρουσία της από της μικράς της ηλικίας στον χώρον του Ναού, έστω και ορφανή, προσευχόμενη και δεόμενη δι’ όλους μας, έγινε η «κεχαριτωμένη», έγινε η «ανύφευτη Νύμφη», που έδωσε την δική της σάρκα στον Υιόν και Λόγον του Θεού διά την εν Χριστώ σωτηρίαν μας.

Ως άνθρωπος η Παναγία μας υπόφερε πολύ, έζησε την ορφάνεια, που μπορεί να ζήσει το κάθε παιδί στην ηλικία της και στην συνέχεια, όσοι δεν μπορούσαν να δούν την παρουσία του Θεού στη ζωή της, όταν γέννησε στην φάτνη των αλόγων το Βρέφος Ιησού, ήσαν έτοιμοι να την πετροβολήσουν, ως άπιστη πλανεμένη γυναίκα που έμεινε έγκυος χωρίς να παντρευτεί. Κι αυτός ακόμη ο αρραβωνιαστικός της ήταν έτοιμος να την εγκαταλείψει. Ο Ιωσήφ ο Μνήστωρ έμεινε μαζί της επειδή επενέβηκε ο Θεός στη ζωή του με τον Αρχάγγελον. Μόλις γεννήθηκε το Βρέφος Ιησού, ο μεγαλύτερος δυνάστης της εποχής ο κακούργος Βασιλιάς Ηρώδης κυνηγούσε το Βρέφος με ολόκληρο στρατό να το δολοφονήσει. Τελικά σκότωσε χιλιάδες αθώα βρέφη.

Τα μεγαλύτερα κακά μπορούν να μας τα κάνουν αυτοί που έχουν υλική δύναμη και βρίσκονται μακρυά από το Θεό, όπως ο Χίτλερ και όλοι εκείνοι που συμβαίνει να βρίσκονται επικεφαλής μας και ζούν μακρυά από το Θεό, αυτοί ακόμη που περιμένουν τις μεγάλες εορτές μας το Πάσχα, τα Χριστούγεννα και τον Δεκαπενταύγουστον για να πάνε όχι στην Εκκλησία για προσευχές και Θεία Κοινωνία, αλλά για μακρυνές διακοπές για να οργανωθούν καλύτερα να συνεχίσουν το έργο του προπάτορα τους Ηρώδη που ήθελε να θανατώσει το Βρέφος Ιησού, και που αποκεφάλισε τον Ιωάννη τον Πρόδρομο που τον έλεγχε για τις ανηθικότητες του και τις απάτες του και τις κλοπές του. Αντί τις προσευχές προς τον Θεόν προτιμούν τις διακοπές της ακολασίας.

Όταν διά τον φόβο των Ιουδαίων έντρομοι οι Μαθητές του Χριστού έτρεχαν να κρυβούν φοβούμενοι για τη ζωή τους, η Παναγία μας βρέθηκε στην πρώτη γραμμή κοντά στον Υιόν της μέχρι τον Γολγοθά. Άγγιξε τα αθώα αίματα του Μοναχογιού της που έτρεχαν από τον παράνομο Σταυρόν του Μαρτυρίου. Την έπνιγε το δίκαιο, γιατί ήταν σίγουρη ότι ο Υιός της ήταν αθώος. Είναι τραγικό και επώδυνον να βλέπεις το παιδί σου να πεθαίνει άδικα, ανυπεράσπιστος. Να τιμωρείται για πράγματα που δεν έκανε. Να βλέπει την κακία αμαρτωλών ανθρώπων και απατεώνων που χρησιμοποιούν μάλιστα και την πολιτική και στρατιωτική εξουσία της εποχής για την μεγαλύτερη αδικία που έγινε στον κόσμο. Να καταδικάζουν με την πιο ατιμωτική μορφή του θανάτου Εκείνον που ομίλησε για την δικαιοσύνη, για την αγάπη, για την προστασία των Ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για την αλληλοβοήθεια των ανθρώπων. Όλη αυτή την αδικία και τον πόνο έζησε η Παναγία μας.

Η χαρά της Αναστάσεως απάλυνε τον μεγάλο της πόνο. Η Παναγία μας διαδραματίζει πλέον κορυφαίον ρόλον στην οργάνωση της Πρώτης Εκκλησίας. Στον χώρον που ζούσε γίνονται οι πρώτες συνάξεις των Μαθητών του Χριστού, εκεί γίνεται η εκλογή του Ματθία στη θέση του προδότη Ιούδα, εκεί τελούνται οι πρώτες Ευχαριστιακές συνάξεις, οι πρώτες Θείες Λειτουργίες. Η Παναγία μας καθοδηγεί τους πάντες με την ευσέβεια της και τις προσευχές της και την ακλόνητη πίστη της στο Θεό.

Ο άγιος Επιφάνιος επίσκοπος Κύπρου, εκφράζοντας την αποστολική παράδοση και τους Πατέρες της Εκκλησίας τονίζει ότι η Παναγία μας παραμένει για πάντα μαζί μας δεόμενη υπέρ της του κόσμου σωτηρίας και της των πάντων ενώσεως του σώματος των χριστιανών και όλων των ανθρώπων. Έτσι στο ύμνο της εορτής της Κοιμήσεως της Παναγίας μας, τονίζεται ότι «εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλειπες Θεοτόκε, αλλά μετέστης προς τη Ζωήν μήτηρ υπάρχουσα της Ζωής και ταις πρεσβείες ταις σαις λυτρουμένη εκ θανάτου ταις ψυχαίς ημών».

Ο άγιος Επιφάνιος μας λέει ότι η Παναγία μας με την Κοίμηση της και τη Μετάσταση της στους Ουρανούς, μοιάζει με την Βασίλισσα εκείνη που κάθεται στον Θρόνο της σε ασφαλή Κάστρο, που ποτέ της όμως δεν ησυχάζει όσο γνωρίζει ότι τα παιδιά της βρίσκονται ακόμη στην πρώτη γραμμή του πολέμου και κινδυνεύουν να χαθούν. Όσοι ακολουθούν τις θείες Εντολές του Ιησού Χριστού γίνονται αδελφοί και αδελφές του Ιησού Χριστού και κατά συνέπεια παιδιά της Παναγίας μας που δέεται υπέρ της Σωτηρίας μας. Γι’ αυτό οι γονείς μας όταν αγωνιούν για τα παιδιά τους και μάλιστα γι’ αυτά που βρίσκονται μακρυά τους θα αναφωνήσουν μπροστά στην απόγνωση και τον πόνο τους «Παναγία μου σώσε το παιδί μου». Αυτό κάνει κι ο κάθε ευσεβής πιστός που ζει κοντά στο Θεό. Μπροστά στον κίνδυνο του κακού και της αμαρτίας θα αναφωνίσουμε αυθόρμητα: «ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ ΣΩΣΕ ΜΕ”. Όπως μας λέει ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος «πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη», κι αυτό ισχύει πρώτιστα για το άγιο Πρόσωπο της Παναγίας μας, που η Εκκλησία μας την τιμά ως την πρώτη ανάμεσα σε όλους τους αγίους μας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ