Συνεχίστηκε για τέταρτη ημέρα και ολοκληρώθηκε με ιδιαίτερη επιτυχία το Διεθνές Συνέδριο που συνδιοργανώνεται στο Βόλο από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών και άλλους διεθνείς Ορθόδοξους φορείς, με θέμα «Εκκλησιολογία και Εθνικισμός», το οποίο μεταδίδεται ζωντανά από το διαδικτυακό τηλεοπτικό κανάλι www.intv.gr. Πριν την τελευταία συνεδρία οι σύνεδροι έλαβαν μέρος στην πολυαρχιερατική θεία Λειτουργία, προεξάρχοντος του Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ιωάννη, που έλαβε χώρα στον ιερό Ναό της Αναλήψεως του Χριστού, στην πόλη του Βόλου.

Στην τελευταία συνεδρία του Διεθνούς Συνεδρίου υπό την προεδρία της Λέκτωρος Αικατερίνης Τσαλαμπούνη, ομιλητές ήταν οι Δρ. Παντελής Καλαϊτζίδης και Alexander Verkhovsky.

Ο Δρ. Alexander Verkhovsky, (Κέντρο SOVA), ανέπτυξε το θέμα «Πολιτική Ορθοδοξία»: Η συμμετοχή της θρησκείας στη διαδικασία σχηματισμού της ταυτότητας». Ο βασικός στόχος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, που δεν είναι άλλος από το να βλέπει την επιρροή της να αυξάνεται, συνεπάγεται μια βαθμιαία απο-εκκοσμίκευση της κοινωνίας. Αν και η Εκκλησία δεν εμπλέκεται στην πολιτική με τη στενή έννοια του όρου, παραταύτα προσφέρει την δική της πολιτική θεωρία στη χώρα, η οποία διατυπώθηκε σε μια σειρά από κείμενα, με αφετηρία το: ‘Το θεμέλιο της κοινωνικής αντίληψης’. Αυτή η διδασκαλία μπορεί να ιδωθεί ως μια πρωτότυπη και σχετικά καλά ανεπτυγμένη εκδοχή του ρωσικού εθνικισμού. Από τη στιγμή που η διδασκαλία αυτή αναπτύχθηκε εκ των πραγμάτων κάτω από την καθοδήγηση του Πατριάρχη Μόσχας Κυρίλλου, όταν ήταν ακόμη Μητροπολίτης, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ‘το δόγμα του Κύριλλου’. Οι προτάσεις της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας αποσκοπούν στον απο-εκσυγχρονισμό και την από-εκκοσμίκευση της κοινωνίας, αν και ο βαθμός, στον οποίο οι ιδέες αυτές των ηγετών της Εκκλησίας μπορούν να εφαρμοστούν στην πραγματική ζωή, αποτελεί ένα ζήτημα προς διερεύνηση. Ωστόσο η ίδια Ρωσική Εκκλησία άρχισε να αλλάζει, ως αποτέλεσμα των μεθόδων που χρησιμοποιούνταν για την ανάπτυξη και προβολή του ‘Κυριλλικού δόγματος’. Στην εισήγηση εξετάστηκαν δυο όψεις του φαινομένου: το ακροατήριο στο οποίο στοχεύουν ο Πατριάρχης Κύριλλος και οι υποστηρικτές του, και η γλώσσα που χρησιμοποιούν για να απευθυνθούν προς το ακροατήριο αυτό. Ως ένα προσωρινό συμπέρασμα παρατηρήθηκε ότι η δημόσια δράση της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας οδηγεί σε μια βαθμιαία αλλαγή της εικόνας της Ρωσικής Ορθοδοξίας στην ρωσική κοινωνία.

Ο Δρ. Παντελής Καλαϊτζίδης, Διευθυντής της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών μίλησε με θέμα «Εκκλησιολογία και Παγκοσμιοποίηση: Σε αναζήτηση εκκλησιολογικού «παραδείγματος» στην εποχή της παγκοσμιοποίησης (σε συνέχεια των προηγούμενων «παραδειγμάτων»: τοπικό, αυτοκρατορικό εθνικό)». Αφετηρία της εισήγησής του ήταν η θέση του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν που διακρίνει τρεις τύπους εκκλησιολογικών ‘παραδειγμάτων’ και σχέσεων των εκκλησιών μεταξύ τους, τρία ‘επίπεδα’ κανονικής παράδοσης στην ιστορική πορεία της Εκκλησίας: το τοπικό, το αυτοκρατορικό και το εθνικό. Τους τύπους αυτούς ο π. Σμέμαν συσχετίζει προς συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους με τα αντίστοιχά τους πολιτισμικά και πολιτικά μορφώματα, καθώς και με παραδείγματα σχέσεων κράτους-Εκκλησίας. Έτσι ο τύπος του τοπικού εκκλησιολογικού ‘παραδείγματος’ σχετίζεται με την προ-κωνσταντίνεια περίοδο των ανά την οικουμένη εγκατεσπαρμένων πρωτοχριστιανικών κοινοτήτων, ο τύπος του αυτοκρατορικού εκκλησιολογικού ‘παραδείγματος’ με τη Ρωμαϊκή / Βυζαντινή Αυτοκρατορία, και ο τύπος του εθνικού εκκλησιολογικού ‘παραδείγματος’ με την εμφάνιση του εθνικισμού την εποχή του Διαφωτισμού και τη δημιουργία εθνικών κρατών. Μετά από μια σύντομη θεολογική προβληματική γύρω από τη σχέση τοπικής και κατά την οικουμένη Εκκλησίας και τη σχέση του Ενός με τα πολλά, ο προβληματισμός του ομιλητή επικεντρώθηκε στο ερώτημα ποιο είναι το εκκλησιολογικό ‘παράδειγμα’, με το οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία θα πορευθεί την εποχή της παγκοσμιοποίησης, όπου υπερβαίνονται ταχύτατα τα εθνικά σύνορα και ρευστοποιούνται πολύ συχνά τα γεωγραφικά όρια. Στο τέλος της συνεδρίας δόθηκε επαρκής χρόνος για πολύ ενδιαφέρουσα και ζωντανή συζήτηση μεταξύ των συνέδρων.

Δεύτερη ημέρα

Συνεχίστηκε για δεύτερη μέρα με ιδιαίτερη επιτυχία το Διεθνές Συνέδριο που συνδιοργανώνεται στο Βόλο από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών και άλλους διεθνείς Ορθόδοξους φορείς, με θέμα «Εκκλησιολογία και Εθνικισμός», το οποίο μεταδίδεται ζωντανά από το διαδικτυακό τηλεοπτικό κανάλι www.intv.gr.
Στην πρώτη πρωινή συνεδρία, υπό την προεδρία της Δρ. Έφης Φωκά, ομιλητές ήταν οι Δρ. Lucian Leustean και Δρ. Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης.
Ο Δρ. Lucian Leustean, Λέκτωρ Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων στο Aston Centre for Europe μίλησε με θέμα “Η βυζαντινή αρχή της «συμφωνίας» και η οικοδόμηση ενός έθνους: η Αυτοκεφαλία της «Εκκλησίας της Ρουμανικής Μολδαβίας»”, όπου μελέτησε τη σχέση ανάμεσα σε Ορθόδοξες Εκκλησίες και τον εθνικισμό κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα στην Νοτιο-ανατολική Ευρώπη. Υποστήριξε ότι η βυζαντινή αρχή της συμφωνίας έχει προσδιορίσει τις σχέσεις Εκκλησίας και κράτους στην περιοχή, με τη θρησκευτική και πολιτική εξουσία να νοσταλγούν εξίσου το πρότυπο αυτό κατά τη διαδικασία της οικοδόμησης του έθνους τους.
Ο δεύτερος ομιλητής Δρ. Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών ανέπτυξε το θέμα «Διαφωτισμός, Εθνικισμός και εθνικό κράτος, και ο αντίκτυπός τους στον Ορθόδοξο κόσμο». Επιχειρώντας να προβεί σε μια ιστορική αποτύπωση και περιγραφή του είδους, (όπως επίσης και παραδειγμάτων), της σχέσης μεταξύ Ορθοδοξίας και Διαφωτισμού, και Ορθοδοξίας και Εθνικισμού, επεχείρησε να δείξει πως η τρέχουσα και κυρίαρχη ερμηνεία για τις σχέσεις αυτές κρίνεται τουλάχιστον ως αστήρικτη και αναχρονιστική.
Στη δεύτερη πρωινή συνεδρία υπό την προεδρία του Δρ. Alexei Bodrov ομιλητές ήταν οι Δρ. Bošco Bojovic, Δρ. Daniella Kalkandjieva, και Δρ. Δημήτρης Σταματόπουλος.
Στην πρώτη εισήγηση ο  Δρ. Bošco Bojovic, Καθηγητής στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales, Παρίσι, μίλησε με θέμα «Ανάμεσα στο Κράτος και το Έθνος, Οι Εκκλησίες της Νοτιο-ανατολικής Ευρώπης ανάμεσα στην εθνότητα και τον κονφεσιοναλισμό». Αναφορικά προς τη σχέση τους προς το Κράτος και το έθνος, οι Ορθόδοξες Εκκλησίες ακολούθησαν δρόμο αντίθετο σε σύγκριση μ’ εκείνον που ακολούθησε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Ο εθνοκεντρισμός των Ορθοδόξων Εκκλησιών οφείλεται κυρίως στην ιστορική κληρονομιά της ανατολικής χριστιανοσύνης, σε αντίθεση προς τη θεοκρατία της Εκκλησίας της Ρώμης. Μετά την κατάρρευση του μαρξιστικού καθεστώτος, οι Ορθόδοξες Εκκλησίες βρέθηκαν αντιμέτωπες με νέες προκλήσεις, που αφορούσαν στις σχέσεις τους προς τα κράτη στα οποία παροικούσαν. Αυτή είναι κυρίως η περίπτωση της περιοχής εκείνης που ορίζεται κατ’ ευφημισμό ως «ανατολικά Βαλκάνια», όπου ο ευαγγελισμός των αποχριστιανοποιημένων χωρών βρέθηκε αντιμέτωπος με την εργαλειοποίηση της ιεραρχίας από τα μετακομμουνιστικά καθεστώτα που νοσταλγούσε την ιδεολογία και την νομιμότητά της.
Η Δρ. Daniella Kalkandjieva, Ερευνήτρια στο Τμήμα Επιστημών του Πανεπιστημίου της Σόφιας, Βουλγαρίας ανέπτυξε το θέμα «Ορθοδοξία και Εθνικισμός στην Ρωσική Ορθοδοξία». Στην εισήγησή της ερεύνησε τη σχέση μεταξύ Ορθοδοξίας και εθνικισμού στη Ρωσική ορθόδοξη παράδοση. Η εισήγηση παρουσίασε μια κριτική ανάλυση της ευρέως διαδεδομένης αντίληψης ότι η Ορθοδοξία υπήρξε εκ γενετής συνδεδεμένη με τον εθνικισμό, ο οποίος στην περίπτωση της Ρωσίας, υποστηρίζεται ότι έκανε την εμφάνισή του ήδη από το βάπτισμα των Ρώσων του Κιέβου. Επομένως σκοπός της ομιλήτριας ήταν να καθορίσει τα προσωρινά όρια της σύζευξης ανάμεσα στον εθνικισμό και την Ορθοδοξία στην περίπτωσης της Ρωσικής Ορθοδοξίας, και να ανιχνεύσει την εξέλιξή της και τις βασικές της έννοιες.
Στην τελευταία εισήγηση της συνεδρίας ο Δρ. Δημήτρης Σταματόπουλος, Επ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Μακεδονίας, ανέπτυξε το θέμα «Ορθόδοξος Οικουμενισμός: προνεωτερικό επιβίωμα, νεωτερική εργαλειακότητα ή μετανεωτερική επινόηση; Κάποιες σκέψεις πάνω στο ζήτημα της καταδίκης του ‘εθνοφυλετισμού’ το 1872». Η προφανής ιδεολογική χρήση της επίκλησης του Βουλγαρικού Σχίσματος του 1872 τα τελευταία χρόνια, κυρίως από ένα τμήμα της νεο-ορθόδοξης διανόησης, έστρεψε κάποιους εκπρόσωπους της νεοελληνικής ιστοριογραφίας να κριτικάρουν την ειλικρίνεια των προθέσεων της Τοπικής Συνόδου που συγκλήθηκε και τον εθνοφυλετισμό ως αίρεση. Στην ανακοίνωσή ο ομιλητής προσπάθησε να αναδείξει τις προϋποθέσεις αυτής της μεταμοντέρνας μετάλλαξης αλλά ταυτόχρονα να προσδιορίσει ποιο ήταν το ιστορικό περιεχόμενο της οικουμενικής ιδεολογίας του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στα τέλη του 19ου αιώνα.
Στην απογευματινή συνεδρία υπό την προεδρία του Νικόλαου Ασπρούλη, Mth, ομιλητές ήταν οι Δρ. Βασίλειος Μακρίδης και Δρ. Assaad Kattan (στη θέση του Δρ. Tarek Mitri, ο οποίος για προσωπικούς λόγους δεν κατέστη δυνατό να παραβρεθεί ή να στείλει κείμενο στο συνέδριο).
Ο Δρ. Βασίλειος Μακρίδης, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Erfurt, Γερμανία ανέπτυξε το θέμα «Γιατί οι Ορθόδοξες Εκκλησίες είναι επιρρεπείς στην εθνικοποίηση; Παραδείγματα και υποθέσεις από τον Ελληνόφωνο κόσμο». Στην παρούσα ανακοίνωση έγινε προσπάθεια να δειχθεί, με βάση παραδείγματα κυρίως από τον ελληνόφωνο Ορθόδοξο χώρο,  ότι η έντονη εθνικοποίηση της Ορθοδοξίας κατά τους τελευταίους δύο αιώνες δεν θα πρέπει ουσιαστικά να εκπλήσσει. ενώ τονίστηκε η ανάγκη να θεωρηθεί το όλο θέμα σε μια πιο ουδέτερη βάση και δη πέραν του καλού και του κακού, δεδομένου ότι πρόκειται για εξελίξεις, οι οποίες δεν καθορίζονται, ούτε επιβάλλονται από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, αλλά από ευρύτερες και δη αναπόφευκτες δομικές αλλαγές στα πλαίσια της γενικότερης εξέλιξης των ανθρώπινων κοινωνιών.
Ο Δρ. Assaad Kattan Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Munster, Γερμανία, μίλησε με θέμα «Κοινοτισμός και Εθνικισμός: η περίπτωση της Εκκλησίας της Αντιόχειας». Ο τρόπος με τον οποίο οι Ορθόδοξοι του Πατριαρχείου Αντιοχείας αυτοαποκαλούνται ως Ορθόδοξοι-Ρωμιοί («Rum-Orthodox») χαρακτηρίζεται τόσο από ένα βυζαντινό όσο και από ένα αραβικό χρωματισμό. Σήμερα, οι Rum-Orthodox διχάζονται μεταξύ της κατάρρευσης της αραβικής εθνικής ιδέας, του δικτατορικού καθεστώτος της Συρίας και του συστήματος του κοινοτισμού στο Λίβανο, που αναγνωρίζει τα δικαιώματα του ατόμου, στο βαθμό που ανήκει σε μια θρησκευτική κοινότητα. Στη Διασπορά, η κατάσταση των Rum-Orthodox παρουσιάζει μια αμφισημία ανάμεσα στην ένταξη τους όσον αφορά στη γλώσσα και την έμφαση τους στις πολιτιστικές διαφορές, με σκοπό την καλλιέργεια αισθημάτων ανωτερότητας.
Στο τέλος κάθε συνεδρίας δόθηκε επαρκής χρόνος για πολύ ενδιαφέρουσα και ζωντανή συζήτηση μεταξύ των συνέδρων. Η πρώτη μέρα του συνεδρίου ολοκληρώθηκε με την επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο των Φθιωτίδων Θηβών (παλαιοχριστιανικά μνημεία Νέας Αγχιάλου).

Πρώτη ημέρα

Ξεκίνησε σήμερα  το Διεθνές Συνέδριο με θέμα «Εκκλησιολογία και Εθνικισμός στη μεταμοντέρνα εποχή», το οποίο διοργανώνεται από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος με τη συνεργασία επτά ακόμη Ορθόδοξων Θεολογικών Φορέων από διάφορες χώρες (Έδρα Ορθόδοξης Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Munster – Γερμανία, το Πρόγραμμα Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου  του Fordham – Η.Π.Α., το Ρουμανικό Ινστιτούτο Διορθόδοξων, Διαχριστιανικών και Διαθρησκειακών Σπουδών, INTER – Ρουμανία, το Χριστιανικό Πολιτιστικό Κέντρο του Βελιγραδίου – Σερβία, το St Andrews Biblical Theological Institute, Μόσχα – Ρωσία, την Ορθόδοξη Ακαδημία του Valamo – Φιλανδία και το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Ορθοδόξων Θεολογικών Σχολών – EFOST, Βρυξέλλες). Το συνέδριο καλύπτεται ζωντανά από το διαδικτυακό τηλεοπτικό κανάλι www.intv.gr. Οι εργασίες του συνεδρίου άρχισαν με την ανάγνωση εκ μέρους του Διευθυντή της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου Δρ Παντελή Καλαϊτζίδη του χαιρετισμού της οργανωτικής επιτροπής του Συνεδρίου, όπου συνοπτικά περιέγραψε τη σπουδαιότητα, τους άξονες, τη θεματολογία και τον διαλογικό χαρακτήρα του Συνεδρίου. Στη συνέχεια ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας ανέγνωσε τον χαιρετισμό του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου όπου αναγνωρίστηκαν τα προβλήματα που δημιουργεί ο εθνικισμός, ως ένα είδος πειρασμού και παρέκκλισης για την Εκκλησία, καθώς κυριαρχεί η λατρεία του έθνους υποκαθιστώντας την πίστη στον Χριστό, ενώ έγινε επίσης αναφορά στην καταδίκη του εθνοφυλετισμού, από τη Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου το 1872. Ο Αρχιμ. Επιφάνιος Οικονόμου, ιεροκήρυκας της Μητροπόλεως Δημητριάδος ανέγνωσε στη συνέχεια το μήνυμα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ.κ. Ιερωνύμου, όπου επισημάνθηκε, στη συνάφεια του συνεδρίου, ο κίνδυνος, η σύγχρονη πολυεπίπεδη κρίση να οδηγήσει σε ανάδυση ποικίλων νέων μορφών εθνικισμού. Ο Δήμαρχος κ. Σκοτινιώτης στο σύντομο χαιρετισμό του ανέδειξε την διπλή κατανόηση της εθνικής ταυτότητας, ως ανοικτής και διαλογικής, όσο και ως εσωστρεφούς και αμυντικής κατανόησής της, λόγω της ανάγκης υπεράσπισης της εθνικής ιδιοπροσωπίας. Ο επόμενος χαιρετισμός αναγνώστηκε από τον Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο ο οποίος με συντομία ανέδειξε τον ιστορικά διαλογικό χαρακτήρα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, κάνοντας μια σύντομη ιστορική αναφορά στις ποικίλες εκφάνσεις που η σχέση Εκκλησίας και έθνους έλαβε στο πλαίσιο της Ανατολής. Τέλος αναγνώστηκαν από την κ. Κλαίρη Νικολάου, μέλος της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών, σύντομοι χαιρετισμοί εκ μέρους του Αριστοτέλη Παπανικολάου (Fordham University) και της Sirpa Koriala (Orthodox Academy of Valamo), οι οποίοι δεν κατέστη δυνατό να παραβρεθούν στο Συνέδριο.
Στην εναρκτήρια (και μοναδική) ανακοίνωση της πρώτης συνεδρίας του Συνεδρίου, ο Μητροπολίτης Διοκλείας κ. Κάλλιστος Ware ανέπτυξε το θέμα «Ουκ ενι Ιουδαίος ουδέ Έλλην’.: Εθνότητα και Καθολικότητα». Αναφερόμενος στην ανάγκη ισορροπίας μεταξύ ενότητας και πολλαπλότητας, έκανε λόγο για την ευχαριστιακή ταυτότητα της Εκκλησίας, όπου υπερβαίνονται όλα τα είδη διακρίσεων και διαιρέσεων. Σημείωσε ότι το κριτήριο οργάνωσης της Εκκλησίας ιστορικά δεν ήταν και ούτε μπορεί να αποτελέσει σε καμιά περίπτωση η εθνότητα παρά μόνο η τοπικότητα, ο γεωγραφικός παράγοντας. Αναλύοντας (ετυμολογικά και θεολογικά) την έννοια του φυλετισμού, αναφέρθηκε στην καταδικαστική απόφαση της Συνόδου του 1872. Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην σημασία να υπάρξει σύνθεση μεταξύ εθνότητας και καθολικότητας, καθώς εάν η καθολικότητα αποσυνδεθεί πλήρως από την εθνότητα κινδυνεύει να μεταβληθεί σε καθαρά αφαιρετική έννοια, ενώ στην αντίστροφή περίπτωση, η προσήλωση προς το έθνος καθίσταται καθοριστικός παράγοντας θεώρησης και οργάνωσης της τοπικής Εκκλησίας, όπως συχνά συμβαίνει στην λεγόμενη «Διασπορά», αποτελώντας ένα είδος αντικανονικής πραγματικότητας ή ακόμη και «αίρεσης». Αναφερόμενος στον τρόπο που η έννοια «έθνος» χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή, επέμεινε στο ότι η εθνότητα αποτελεί όντως το πλαίσιο μέσα στο οποίο η κάθε τοπική Εκκλησία υπάρχει αλλά σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει κα προσδιορίζει και την ταυτότητα της Εκκλησίας, η οποία είναι «Μία, Αγία, Καθολική… και όχι Εθνική Εκκλησία». Η συνεδρία ολοκληρώθηκε με πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση.

  Γραφείο Τύπου Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος . 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ