Γράφει ο Νίκος Κοτζιάς*.

Οι δημοκρατικοί θεσμοί βρίσκονται σε υποχώρηση. Ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης δεν εμφανίζεται στο κοινοβούλιο. Το υπουργικό συμβούλιο δεν συνεδριάζει. Η Βουλή απλά επικυρώνει αποφάσεις που λαμβάνονται από εξωκοινοβουλευτικούς θεσμούς, συχνά εκτός Ελλάδας. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν έχει καν αρχίσει να κάνει επίσημες ενημερώσεις, όπως γινόταν επί δεκαετίες σε όλα τα πολιτισμένα κράτη, και στην Ελλάδα. Λειτουργεί περισσότερο ως εκπρόσωπος του κόμματος της ΝΔ, παρά της Ελληνικής Κυβέρνησης. Κάνει «αποκαλύψεις» για την αντιπολίτευση, αλλά δεν έχει απαντήσει ούτε μία φορά στις ασχημίες που λέγονται σε βάρος της χώρας διεθνώς. Η Βουλή αναθέτει τις επικαιροποιήσεις των Μνημονίων στον υπουργό οικονομικών ο οποίος καλείται απλά να την ενημερώνει. Λες και η Βουλή είναι σύσκεψη στελεχών κομμάτων και όχι ο πυρήνας της θεσμικής κυριαρχίας του εκλογικού σώματος.

Οι δημοκρατικές διαδικασίες βρίσκονται σε επιταχυνόμενη υποχώρηση. Αντί κανονικής νομοθετικής παραγωγής η βουλή επικυρώνει εκ των υστέρων Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου. Τα προεδρικά διατάγματα είναι ουσιαστικά υποκατάστατα νόμων. Οι αρμόδιοι εμφανίζονται όποτε εκείνοι θέλουν στον κοινοβουλευτικό έλεγχο. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπογράφει νόμους και ο τόπος αναφοράς τους στο ΦΕΚ (3/2013) είναι το Βερολίνο! Θα μπορούσα να συνεχίσω με έναν ακόμα μακρύτερο κατάλογο αλλά το γεγονός παραμένει το ίδιο: Η δημοκρατία υποχωρεί. Σε βάρος της αναπτύσσονται οι διάδρομοι, οι μικροπολιτικοί εκβιασμοί, οι κάμερες της παραπολιτικής. Σε βάρος της ενισχύεται  ο ρόλος του ξένου παράγοντα, ο οποίος δεν ελέγχεται από κανένα εκλεγμένο όργανο. Ούτε από τη βουλή μας, ούτε από μια άλλη βουλή κράτους μέλους της ΕΕ, ούτε βέβαια από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η κουλτούρα του διαλόγου και της δημοκρατίας βαίνουν προς την παρακμή.

Μαζί με την υποχώρηση της δημοκρατίας και της κουλτούρας του διαλόγου βαίνουν προς υποχώρηση και η κουλτούρα της συνεννόησης και της συναίνεσης. Η κυβέρνηση μαζί με την τρόικα έχουν προσανατολιστεί σε πρακτικές αυταρχισμού: επίδειξη κρατικής ισχύος, επικοινωνιακά κόλπα, κατατρομοκράτησης της άλλης πλευράς για οτιδήποτε λέει κάποιος κάπου κάποτε. Και ας είναι αυτά που λέει τα ίδια που είπε κάποιος δικός της μια μέρα πριν ή σαφώς και συνειδητά στρεβλωμένα.

Το σύστημα που οδήγησε την Ελλάδα στην παρακμή και που διαχειρίζεται καταστροφικά αυτή την παρακμή, δηλαδή το Σύστημα Παρακμής θεωρεί ότι έχει  –με βάση τη δική του αντίληψη για την πολιτική- επιτυχίες με τον αυταρχισμό, ενώ παραγνωρίζει ότι τραυματίζει σοβαρά τη δημοκρατία και τον διάλογο. Υπονομεύει την ίδια την κύρια δύναμη μελλοντικής παραγωγικής ανασυγκρότησης, τον εργαζόμενο άνθρωπο.

Ας το θέσω διαφορετικά οι στόχοι που έχει η κυβέρνηση με τη χρήση αυταρχικών και συχνά εξωκοινοβουλευτικών μεθόδων διακυβέρνησης σε ένα βαθμό πέτυχε. Πέτυχε ανάμεσα στα άλλα, διότι η άλλη πλευρά δεν έχει σχέδιο και πρόγραμμα. Δεν εντάσσει τις επιμέρους κινήσεις της σε έναν σχεδιασμό με αρχή, μέση και συνέχεια. Δεν αναπτύσσει τη θεματολογία και δράση της με λογική μετώπου και συμμαχιών. Από μια πρώτη ματιά, λοιπόν, ο αυταρχισμός πέτυχε και το Σύστημα Παρακμής ονειρεύεται «θατσερικούς θριάμβους», σκέφτεται να συνεχίσει στον ίδιο ρυθμό προκειμένου να εξουδετερώσει τους κοινωνικούς και πολιτικούς αντιπάλους του.

Οι νοσταλγοί του Θατσερισμού, ουσιαστικά κάνουν λάθος. Διότι η Θάτσερ ήθελε να ανοίξει τον δρόμο «της νεοφιλελεύθερης (αντ-)επανάστασης». Ήθελε να αλλάξει πολιτική και έλεγε ότι για να συμβεί χρειαζόταν να έχει τα χέριά της λυμένα. Αντίθετα το ελληνικό Σύστημα Παρακμής δεν έχει να πει τίποτα καινούργιο, ούτε καν αντιδραστικό. Εκείνο που κατά ουσία επιθυμεί είναι να επιβάλλει συσκότιση στα αποτελέσματα μιας πολιτικής που ήδη έχει επιβληθεί και απλά επιδιώκει να τη συνεχίσει. Να αποφύγει να δώσει ουσιαστικές εξηγήσεις και απαντήσεις για τους λόγους επιμονή σε μια αποτυχημένη πολιτική.

Ο αυταρχισμός της κυβέρνησης δεν είναι ο προάγγελος μιας νέας δεξιάς ή αριστερής πολιτικής, σύγχρονης ή αναπαλαιωμένης (που είναι στην πραγματικότητα), αλλά μια πολιτική ομολογία της αποτυχίας της πολιτικής που ακολουθήθηκε τα 3,5 τελευταία χρόνια και παραμένει δογματικά προσκολλημένη. Εκείνο που την ενδιαφέρει είναι να τσακίσει κάθε αντίσταση, τώρα, «έγκαιρα». Να εμποδίσει να καταλάβει ο άνεργος ότι η απεργία του εργαζόμενου ενάντια στην μνημονιακή πολιτική στηρίζει ακριβώς και εκείνον που είναι θύμα αυτής της πολιτικής, ότι έχει μαζί του κοινούς φίλους και κοινούς εχθρούς.

 

*Ο Νίκος Κοτζιάς σπούδασε οικονομικές επιστήμες (πτυχίο), πολιτική και φιλοσοφία (μεταπτυχιακά), δίκαιο, καθώς και πολιτική της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης (διδακτορικό και post-doc) στην Ελλάδα και στη Γερμανία.
Εργάστηκε ως ερευνητής και δίδαξε στα Πανεπιστήμια του Χάρβαρντ, της Οξφόρδης και του Μαρβούργου. Σήμερα είναι καθηγητής «Πολιτικών Θεωριών των Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών» στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά. Διετέλεσε πρόεδρος του Ινστιτούτου Στρατηγικών και Αναπτυξιακών Μελετών (ΙΣΤΑΜΕ). Υπήρξε μέλος της FEG (Ερευνητική Ομάδα για την Ε.Ε.) στο Μαρβούργο Γερμανίας, Senior Associated Member στο St. Antony’s College του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Senior Fellow στο Weatherhead Centre for International Affairs του Χάρβαρντ.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ