Του Σωτήρη Χατζηγάκη Πρώην υπουργού.

Για τη συντονισμένη επιχείρηση κατεδάφισης του κράτους, με τις αθρόες και αντισυνταγματικές απολύσεις υπαλλήλων, δεν φταίει, βέβαια, μόνον η τρόικα, η οποία απλά «εκτελεί» μια συγκεκριμένη πολιτική… και ανθρώπους. Η πραγματικότητα είναι πως η πολιτική αυτή επιβάλεται από το παγκόσμιο «νεοφιλελεύθερο» σύστημα, το οποίο επιδιώκει την πλήρη κατεδάφιση του κράτους (παράδειγμα οι «σύγχρονοι» νόμοι για τα εργασιακά και οι απολύσεις στο Δημόσιο και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση). Έτσι αρχίζει η σφαγή των «αμνών-υπαλλήλων και εργαζομένων», με το επιχείρημα, πως για τη σημερινή παγκόσμια οικονομική κρίση, φταίει το μεγάλο κράτος και ο «κρατισμός». Είναι η αρχή μιας απάνθρωπης και απέραντης «νύχτας», όπου αποδομούνται κοινωνικά δικαιώματα, τα οποία είχαν αποκτηθεί από τους πολίτες πριν από πολλές δεκαετίες, με πρόσχημα, ότι εισάχθηκαν στο Δημόσιο και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση με συμβάσεις αορίστου χρόνου. Το ότι αυτή η διαδικασία ήταν απόλυτα σύνομη και συνταγματικά κατοχυρωμένη, περνάει «στα ψιλά». Οι θεράποντες, όμως, του διεθνούς συστήματος δεν διαστάζουν να θυσιάζουν (με όπλο τον καλούμενο «κοινωνικό αυτοματισμό») ανθρώπους, αφού αυτό αξιώνουν οι εντολείς τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Ελλάδα του 21ου αιώνα «εισήχθη» ξαφνικά σε μια εποχή ανάλογη μ’ εκείνη του 19ου αιώνα, όπως περιγράφεται με «τραγική γλαφυρότητα» από πολλούς συγγραφείς (π.χ. Ντίκενς, Λόντον, κλπ.). Η «ζουγκλοποίηση» της ζωής μας είναι το επόμενο βήμα, ενώ μια βαθειά κατάθλιψη καταλαμβάνει ολόκληρη την κοινωνία μας.

Πριν λίγες δεκαετίες η Ευρώπη ήταν υπερήφανη για τον καπιταλισμό της με «ανθρώπινο πρόσωπο» (Ρηνανικός, κοινωνικός κλπ.). Στην εποχή μας, όμως, ο «κοινωνικός καπιταλισμός» του «μεσαίου χώρου» πεθαίνει σταδιακά. Πρώτο θύμα, η εκθεμελίωση του δημόσιου τομέα. Έτσι, τα πάντα εκχωρούνται τώρα –με τις γνωστές μεθόδους των απορρυθμίσεων και των αποδομήσεων– στο «αόρατο χέρι» των αχαλίνωτων και αδηφάγων αγορών. Η ανθρωπότητα, ωστόσο, για πάνω από 70 χρόνια –με τον παρεμβατικό ρόλο του Κράτους– ευημέρησε, όσο ποτέ άλλοτε στην ιστορία της. Οι λαοί αισθάνονταν ασφάλεια και εμπιστοσύνη. Το φορολογικό βάρος ήταν δικαιότερο και καταβάλλονταν με κάποια ισοδύναμη λογική απ’ όλες τις κοινωνικές ομάδες. Ο δημόσιος τομέας, ίσως να έπρεπε να έιναι ελαφρά μικρότερος κατά την περίοδο εκείνη. Εξυπηρετούσε, όμως, βασικά κοινωνικά αγαθά, όπως η υγεία, η παιδεία, η εργασία, η κοινωνική ασφάλιση, ενώ στήριζε τις αδύναμες κοινωνικές τάξεις (π.χ. αγρότες, κατηγορίες εργατών, εργαζομένων, υπαλλήλων κλπ.).

Σήμερα, αντίθετα, οι δημόσιες επενδύσεις –κεντρικός μοχλός ανάπτυξης– περιορίζονται δραματικά. Κανένα κρατικό πρόγραμμα δεν προχωράει. Τα δημόσια έργα παγώνουν. Οι ξένοι επενδυτές φεύγουν και οι  έλληνες φτωχοποιούνται. Το Κράτος αρνείται να καταβάλει ακόμα και τις δεδουλεμένες υποχρεώσεις του. Συγχρόνως χρεοκοπούν, όσες επιχειρήσεις έχουν σχέση εργασίας με το Δημόσιο. Η ανεργία καλπάζει και η ύφεση κατακλκύζει τις οικονομίες των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών.
Το κύριο επιχείρημα για την αποδόμηση του διαχρονικού ρόλου του Κράτους, είναι ότι ο, δήθεν, μεγάλος δημόσιος τομέας υπήρξε η κύρια αιτία της σημερινής κρίσης και όχι το άπληστο χρηματοπιστωτικό σύστημα!! Ωστόσο, όλοι θυμούνται πως η σημερινή κρίση ξέσπασε στις ΗΠΑ με τη χρεοκοπία της Leehman Brothers –μιας τράπεζας «κολοσσού»- αλλά και με την Meryll Lynch και άλλων. Το «ντόμινο», βέβαια, της οικονομικής καταστροφής αποφεύχθηκε, ως γνωστόν, με την παρέμβαση του αμερικανικού κράτους, το οποίο με χρήματα του αμερικανού φορολογούμενου πολίτη, διέσωσε τον ασφαλιστικό γίγαντα AIG, καθώς και δύο οικονομικά μεγαθήρια, όπως η FANNIE MAC και FREDDIE MAC, αλλά και τεράστιες ιδιωτικές επειχειρήσεις, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία General Motors κλπ.

Στη χώρα μας, επίσης, επιχειρήθηκε συστηματικά να αποδοθεί η σημερινή παγκόσμια κρίση στο μεγάλο δημόσιο τομέα και στη κακή διαχείριση. Είναι αλήθεια, πως ο δημόσιος τομέας στην Ελλάδα δεν λειτουργούσε ποτέ μέχρι σήμερα, «ρολόι». Ο «μεγάλος ασθενής» στη χώρα μας υπήρξε διαχρονικά και χωρίς αμφιβολία η Δημόσια Διοίκηση, η οποία δημιουργούσε, από τη σύσταση του Ελληνικού κράτους σπατάλες, ενώ είχε ανορθολογική διαχείριση. Δεν ήταν, ωστόσο, οι δήθεν «υψηλοί» μισθοί, τα τάχα «μεγάλα» ημερομίσθια και οι πενιχρές συντάξεις, που προκάλεσαν τη κρίση. Πολλές, βέβαια, από τις σημερινές δυσπλασίες οφείλονταν αναμφισβήτητα στη κακή λειτουργία και στη σπατάλη του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Η κύρια, όμως, αιτία αυτών εντοπίζεται στον «περίεργο» ρόλο των διαφόρων ελίτ (πολιτικών, οικονομικών, πνευματικών, μηντιακών, συνδικαλιστικών κλπ.) από συστάσεως του ελληνικού κράτους.

Είναι ανάγκη, επομένως, να ξεκαθαρίσουμε την ηθελημένη σύγχυση μεταξύ του «μεγάλου» και του «κακού» κράτους. «Κακό Κράτος» στη χώρα μας, αναμφίβολα, υπήρξε. Ωστόσο, πρέπει να τονίσουμε, πως ιδιαίτερα «μεγάλο κράτος», ώστε να διακιολογούνται απολύσεις, δεν υπήρξε. Ας δούμε τους αδιάψευστους αριθμούς.
Το 2010 δημοσιεύθηκαν με την επίσημη απογραφή τα στοιχεία για το «μεγάλο ελληνικό κράτος» και τους «πολλούς υπαλλήλους». Στην απογραφή αυτή (30/7/10) επιβεβαιώνεται ότι το σύνολο δημοσίων υπαλλήλων δεν υπερβαίνει τους 768.009. Σ’ αυτήν μάλιστα περιλαμβάνονται οι μόνιμοι υπάλληλοι, οι δικαστικοί και οι δημόσιοι λειτουργοί (625.738), οι υπαλληλοι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (53.833), οι υπάλληλοι  ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου (44.811), οι συμβασιούχοι έργου (14.345), οι αιρετοί (12.609) και άλλες πιο ολιγάριθμες κατηγορίες.

Το Διεθνές Γραφείο Εργασίας Labosta (σύμφωνα με τη μελέτη του Γ. Κιμπουρόπουλου «Απογραφές με άρωμα…προγραφών», 2010)  δίδει την εικόνα για το δήθεν «μεγάλο ελληνικό κράτος». Σύμφωνα μ’ αυτό, «ακόμα κι αν προσμετρηθούν στην κυβερνητική απογραφή (του 2010) των δημοσίων υπαλλήλων οι 100.000 συμβασιούχοι του (ακόμη και οι ωρομίσθιοι), το ποσοστό των υπαλλήλων στο σύνολο της απασχόλησης δεν υπερβαίνει το 16% και δεν αποκλίνει από τον μέσο όρο άλλων χωρών της Ε.Ε. Είναι ενδεικτικό, ότι χώρες με αυστηρή προσήλωση στον καπιταλισμό της ιδιωτικής οικονομίας εμφανίζουν υψηλά ποσοστά απασχόλησης στο Δημόσιο. Συγκεκριμένα: η Γαλλία 26%, το Βέλγιο 22,5%, η Ολλανδία 15,8%, η Βρετανία 18,9%, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς πάνω από 16%. Το ρεκόρ κατέχουν οι Σκανδιναβικές χώρες με ποσοστά γύρω στο 30%».

Αποδεικνύεται, επομένως, έμπρακτα ότι οι διακηρύξεις περί «μεγάλου Κράτους» ήταν «προκατασκευασμένα» συνθήματα, με στόχο ν’ αποδυναμωθεί ο δημόσιος τομέας. Δόθηκε, λοιπόν, η ευκαιρία στις τελευταίες κυβερνήσεις (2010-2012) να επιπέσουν κατά των ανυπεράσπιστων υπαλλήλων και συνταξιούχων, περικόπτοντας μισθούς και συντάξεις και προβαίνοντας σε αθρόες, παράνομες απολύσεις. Εύκολη λύση. Είχαν βρεθεί οι «αποδιοπομπαίοι τράγοι» της Ελληνικής τραγωδίας: το «μεγάλο κράτος» και οι «πολλοί» δημόσιοι υπάλληλοι!!

Σωτήρης Χατζηγάκης γεννήθηκε στα Τρίκαλα. Σπούδασε νομικά και οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μετεκπαιδεύτηκε στη Γαλλία και την Αγγλία στις Πολιτικές και Κοινωνικές Επιστήμες (1971-1974).

Γόνος οικογένειας με μακρόχρονη πολιτική παράδοση και συμμετοχή στα κοινά, που πρόσφερε στη χώρα υπουργούς, βουλευτές, γερουσιαστές, νομάρχες, δημάρχους από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας ως τις μέρες μας, είναι ξάδελφος του Ευάγγελου Αβέρωφ.

Εντάχθηκε στη ΝΔ από την ίδρυσή της και το 1974 αναμείχθηκε ενεργά στην πολιτική. Εκλέγεται συνεχώς στο ίδιο κόμμα επί δώδεκα εκλογικές περιόδους, δηλαδή το 1974, το 1977, το 1981, το 1985, τον Ιούνιο του 1989, τον Οκτώβριο του 1989, το 1990, το 1993, το 2000, το 2004, το 2007 και το 2009.

Το 1979 εκλέχτηκε μέλος της Πρώτης Διοικούσας (Κεντρικής) Επιτροπής του κόμματος, ενώ τον Ιούνιο του 1989 διορίστηκε υπουργός αναπληρωτής Εθνικής Οικονομίας και υπουργός Εργασίας στην κυβέρνηση Τζανετάκη. Διατέλεσε υπουργός στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στα υπουργεία Εμπορίου (1990) και Γεωργίας (1991-1992). Το 2004 εκλέχτηκε Α’ αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων. To 2007 ανέλαβε το Υπουργείο Δικαιοσύνης και τον Ιανουάριο του 2009 το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Συγγραφέας άρθρων, μελετών και βιβλίων πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού περιεχομένου, με δημοσιεύσεις σε έγκριτες εφημερίδες και περιοδικά, συμμετέχει σε διεθνή συνέδρια και κοινοβουλευτικές αποστολές.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ