Γράφει ο Σωτήρης Οικονόμου, συγγραφέας-εκπαιδευτικός.
Το καφενείο είναι γεμάτο από θαμώνες και ευκαιριακούς πελάτες. Η ατμόσφαιρα ομιχλώδης λόγω του συνεχούς καπνίσματος, που συνδυασμένη με την ζωγραφισμένη ανησυχία και κατήφεια στα ανθρώπινα πρόσωπα, συνθέτει ένα τοπίο απελπισίας και απογοήτευσης. Μόνον η χαρακτηριστική μυρωδιά του φρεσκοψημένου καφέ στο χονδρό γυάλινο φλιτζάνι συνδέει το θλιβερό παρόν με την ανεμελιά και την ευμάρεια του παρελθόντος χρόνου.
Στο γωνιακό μαρμάρινο τραπεζάκι κάθονται δύο απολυμένοι εργάτες. Πίνουν καφέ και συζητούν για την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, στην οποία έχουν περιέλθει η Ελλάδα και η Κύπρος.
– Αυτοί οι τραπεζίτες δεν έχουν τον θεό τους! Αναφωνεί σε κάποια στιγμή ο ένας. Συνεχώς ζητούν από τους πολιτικούς να παίρνουν νέα οικονομικά και εργασιακά μέτρα, λες και είναι εντελώς αναίσθητοι.
– Έννοια σου και δεν τον έχασαν, αλλά τον έχουν μάλιστα πολύ κοντά τους. Εμείς οι φτωχοί τον έχουμε χάσει! Απαντάει ο άλλος.
– Γιατί; Έχουν διαφορετικό θεό οι πλούσιοι από εμάς;
– Εσύ τι λες; Δεν έχουν;
– Πού τον έχουν; Αν τον είχαν δεν θα συμπεριφέρονταν τόσο ανάλγητα και σκληρά στον κόσμο.
– Πού τον έχουν; Μέσα στα θησαυροφυλάκια των τραπεζών τους!
– Τι εννοείς;
– Εννοώ, αγαπητέ μου, ότι ο θεός των τραπεζιτών και γενικά των πλουσίων είναι ένας και μοναδικός! Το χρήμα!
– Και…δεν πιστεύουν καθόλου σ’ αυτόν που πιστεύουμε εμείς;
– Μάλλον έτσι φαίνεται. Εξάλλου, όπως βλέπεις, ο δικός μας δεν παρεμβαίνει στα θέματα της ανθρώπινης ζωής.
– Σωστά! Έχεις δίκιο, διότι αν παρενέβαινε, όλους όσους αδικούν και τυραννούν τον κοσμάκη, θα τους εξαφάνιζε από προσώπου γης και θα ήταν όλα αρμονικά.
– Ναι και….. αφού θα ήταν όλα αρμονικά, δεν θα είχαμε ανάγκη κανέναν!
– Έλα όμως που εμείς τώρα παρακαλούμε τους τραπεζίτες-τοκογλύφους για να μας δανείσουν χρήματα και μάλιστα με επαχθείς όρους.
– Οι τραπεζίτες, φίλε μου, έχουν τον τρόπο τους, ώστε να κρατούν τον κόσμο, τον οποίο παράγει έργο, υποταγμένο και εξαρτημένο. Όποτε θέλουν, απλώνουν για λίγο τον θεό τους στα χέρια του, μόνο και μόνο για να νιώσει την γλύκα του παραδείσου και μετά τον αποσύρουν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Έτσι αυτός μένει με τα χέρια άδεια ως επαίτης και βυθίζεται στα τάρταρα της κόλασης. Έχει τέτοια ισχύ ο θεός των τραπεζιτών που δεν διστάζει να οδηγεί τους αδύναμους κυρίως ανθρώπους στην φτώχια, στην εξαθλίωση και στον θάνατο.
– Πώς το επιτυγχάνει αυτό;
– Πότε ειρήνη, πότε με πόλεμο….
– Δηλαδή;
– Όταν επιζητεί την σποραδική κακοποίηση της ανθρώπινης ζωής ενεργεί παραπλανητικά εν καιρώ ειρήνης, χρησιμοποιώντας ως όργανο τους πολιτικούς και άλλους παρατρεχάμενους, ενώ όταν επιζητεί την μαζική, αποσκοπώντας σε μεγαλύτερα οφέλη, διεξάγει πόλεμο με τον στρατό.
– Σοβαρά μιλάς;
– Εμ…τι αστεία; Για ρίξε μια ματιά πρώτα στον ευρωπαϊκό νότο και μετά στις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες της Β. Αφρικής, στην Συρία, στο Ιράκ κι αλλού!
Στην ευρωπαϊκή ζώνη η κάθοδος προς την κόλαση γίνεται με ειρηνικά μέσα, πιο αργά και επιλεκτικά, ενώ στις προαναφερθείσες χώρες γρήγορα και μαζικά με πόλεμο ετεροεθνικό ή εμφύλιο.
– Όπως συνέβη κατά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο μετά από την κατάρρευση του χρηματιστηρίου της Ν. Υόρκης το 1929;
– Έτσι. Μόνο που τότε το αποτέλεσμα του πολέμου ήταν κάπως περίεργο.
– Τι περίεργο;
– Να. Οι ηττημένες χώρες Γερμανία και Ιαπωνία, οδηγήθηκαν μέσα σε λίγα χρόνια κατ’ επιλογήν από τους κεφαλαιοκράτες στην ευημερία του παραδείσου, ενώ η νικήτρια Ελλάδα βυθίστηκε στην τυραννία της κόλασης. Και μόνον μετά από αρκετό χρονικό διάστημα της επετράπη να δει λίγο φως, αλλά με πολύ μεγάλο τίμημα. Την υποθήκευση δηλαδή της χώρας στα τραπεζικά θησαυροφυλάκια και την εξάρτηση της ανθρώπινης ζωής απ’ τις ορέξεις του κάθε απατεώνα κερδοσκόπου.
– Εντάξει. Αυτοί έπραξαν σύμφωνα με το δικό τους συμφέρον. Εμείς όμως τι κάναμε;
– Θα σου πω. Τόσο εμείς οι Ελλαδίτες όσο και οι Ελληνοκύπριοι σπαταλήσαμε όλα τα κεφάλαια που εισέρρευσαν είτε ως δάνεια ή επιδοτήσεις είτε ως προμήθεια από τραπεζικές καταθέσεις για πρόσκαιρη καλοπέραση. Και όπως βλέπεις, ο παραγωγικός τομέας μεταμορφώθηκε σε υπερκαταναλωτικό, έχοντας ως βάση τα εισαγόμενα από άλλες χώρες προϊόντα. Επιπλέον δε, ο πολίτης μεταμορφώθηκε κι εκείνος σε κομματικό πελάτη των πολιτικών, που τον ενδιέφερε μόνον το ιδιοτελές του συμφέρον και όχι το κοινό καλό. Η απατεωνιά και η κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος θεωρήθηκαν μαγκιά και όχι κολάσιμες ενέργειες!
– Σωστά είναι όλα αυτά που είπες. Όμως πώς έπρεπε να ενεργήσουμε, ώστε να μην φτάσουμε σ’ αυτό το σημείο;
– Είναι πολύ απλό. Αν οργανώναμε λειτουργικά το κράτος, δίναμε έμφαση στην πνευματική καλλιέργεια, αποφεύγαμε τις σπατάλες, ενισχύαμε την παραγωγή αγαθών και θωρακίζαμε την χώρα, ώστε να μπορούμε να διαπραγματευόμαστε με τον καθένα από θέση ισχύος, τότε δεν νομίζω ότι θα είχαμε σήμερα πρόβλημα επιβίωσης.
– Δηλαδή απ’ ό,τι κατάλαβα οι πολιτικοί που κυβέρνησαν φέρουν μεγάλη ευθύνη για την υπάρχουσα κατάσταση.
– Όχι μόνον οι πολιτικοί αλλά και εμείς που τους ψηφίζαμε επί τόσα χρόνια, ανεχόμενοι τα πάντα.
– Δεν είδες που πότε με παροχές και πότε με εκφοβισμό άρπαζαν την ψήφο μας;
– Αυτό μάλλον δείχνει ότι είμαστε λαός συναισθηματικά συμπεριφερόμενος και απαίδευτος. Πολύ απαίδευτος. Δεν βλέπεις που το σχολείο από δασκαλοκεντρικό που ήταν μέχρι την δεκαετία του εβδομήντα έγινε και λειτουργεί ακόμα ως βιβλιοκεντρικό;
– Ναι το βλέπω, διότι έχω ως παράδειγμα τα παιδιά μου, τα οποία δεν κάνουν τίποτε άλλο όλη την ημέρα παρά μόνον διαβάζουν και γράφουν είτε βρίσκονται στο σχολείο είτε στο φροντιστήριο είτε στο σπίτι. Επιπλέον δε, κουβαλούν κι εκείνη την βαρύτατη σάκκα με τα πολλά βιβλία και ξεπλατίζονται. Πού να βρουν χρόνο για να ξεκουραστούν, να σκεφτούν και να παίξουν!
– Αν το σχολείο ήταν παιδοκεντρικό-ανθρωποκεντρικό, δεν θα υπήρχε αυτή η κατάσταση.
– Δηλαδή εννοείς ότι οι άνθρωποι θα ήταν πεπαιδευμένοι και θα μπορούσαν να κρίνουν σωστά, λειτουργώντας ως πολίτες οργανωμένης κοινωνίας;
– Ναι. Είναι λοιπόν ολοφάνερο ότι, όταν ο λαός είναι πεπαιδευμένος, έχει προσωπικότητα, κριτική σκέψη, εκφράζεται λογικά, σέβεται συνανθρώπους και περιβάλλον και αγωνίζεται για το κοινό καλό. Όταν λειτουργεί μόνο συναισθηματικά τείνει να γίνει εκμεταλλεύσιμη μάζα από τους επιτήδειους, επιζητώντας το ίδιον συμφέρον, ενώ, όταν είναι απαίδευτος, επικίνδυνος όχλος, που με τη στάση ζωής του δημιουργεί μόνο προβλήματα!
– Και ποιοι θεωρείς ότι ευθύνονται για αυτή την κατάσταση;
– Αυτοί που είχαν και έχουν ως σήμερα το μαχαίρι και το καρπούζι. Οι πολιτικοί, θα σ’ το πω ξεκάθαρα, που σχεδίασαν την παρεχόμενη από το κράτος εκπαίδευση.
– Δηλαδή ο ανθρώπινος τύπος της οργανωμένης κοινωνίας σχεδιάζεται εκ των προτέρων;
– Όχι μόνο σχεδιάζεται, αλλά και καθοδηγείται από τα διάφορα μέσα και όργανα προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις, όπως σαλαγάει ο τσοπάνος το κοπάδι με τα πρόβατα.
– Ήλπιζα κι εγώ εδώ και χρόνια ότι οι μορφωμένοι με τα πολλά πτυχία μπορούσαν να αλλάξουν τη ζωή της κοινωνίας προς το καλύτερο, αλλά διαψεύστηκα. Τώρα κατάλαβα ότι ο πολιτικός σχεδιασμός αυτής της κοινωνίας δημιουργούσε και δημιουργεί μόνον άτομα και όχι πρόσωπα-πολίτες.
Οι δύο ομοιοπαθείς Έλληνες, τράβηξαν με πάθος τον τελευταίο καπνό από τα τσιγάρα τους, ήπιαν την γουλιά του καφέ που είχε απομείνει στο φλιτζάνι και κίνησαν αβέβαιοι για το σπίτι τους μη ξέροντας τι τους ξημερώνει την επαύριον ημέραν.