Ο Γιάννης Ν. Μπασκόζος μιλάει στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη.

Ο Γιάννης Ν. Μπασκόζος γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ασχολήθηκε με τη θεωρία πολιτισμού. Εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στον Τομέα Ανθρωπιστικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών με καθηγητή τον Μιχάλη Γ. Μερακλή. Εργάζεται στον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη, ως αρχισυντάκτης του “Βήματος Ιδεών”, και είναι διευθυντής του περιοδικού “Διαβάζω” από το 2006. Για χρόνια υπήρξε συνεργάτης του “Οικονομικού Ταχυδρόμου” και της οικονομικής εφημερίδας “Εξπρές” και διετέλεσε αρχισυντάκτης του αγγλόφωνου περιοδικού “Hellenic Quarterly”. Συνεργασίες και άρθρα του έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά: “Διαβάζω”, “Ithaca”, “Αντί”, “Πολίτης”, “Ιχνευτής”, “Η Άλως”, “Επιστημονική Σκέψη”, “Πανδώρα”, “Γραφή” (Λάρισα), “Ρόπτρον” (Βόλος) και άλλα. Έχει εκδώσει τη συλλογή διηγημάτων “ΜΕΖ” (Καστανιώτης, 2005), την πολιτιστική μελέτη “Τα περιττά και τα ουσιώδη, πολιτιστικές τάσεις στη μεταπολίτευση” (Δελφίνι, 1996) και έχει επιμεληθεί τον συλλογικό τόμο “Η Πολιτική οικονομία της παγκοσμιοποίησης” (σε συνεργασία με τον καθηγητή Κώστα Λαπαβίτσα), (Παπαζήσης, 2004). Επίσης έχει επιμεληθεί τον τόμο “Περί ζώων. Με λογική και συναίσθημα” (σε συνεργασία με την καθηγήτρια Άννα Λυδάκη) (Ψυχογιός, 2011).

 

-Ποια ήταν η αφορμή για να γραφούν οι ιστορίες του βιβλίου «Ποιοι ακούνε ακόμα τζαζ; » εκδόσεις Κέδρος;

Ακούω μουσική, συνήθως όταν οδηγώ, και μ΄ αρέσει να φαντάζομαι ιστορίες που έχουν αφορμή το τραγούδι ή τη μουσική γενικά. Ίσως γι αυτό πολλά διηγήματα της συλλογής μου έχουν ως πεδίο ανάπτυξης τη μουσική.

-Είναι, στην χώρα μας, δημοφιλής η μουσική τζαζ;

Μάλλον όχι. Υπάρχουν ορισμένοι πιστοί φίλοι της τζαζ αλλά δυστυχώς εκτός από το πολύ καλό περιοδικό «Jazz και Τζαζ» και κάποιες βραδινές ραδιοφωνικές  εκπομπές  δεν υπάρχει χώρος για να ακούγεται αυτό το είδος. Η δημόσια τηλεόραση και το δημόσιο ραδιόφωνο( που το πληρώνουμε όλοι)  θα έπρεπε να είναι πιο δεκτικοί στη τζαζ και τους φίλους της.

Άλλοι ακούνε τζαζ και άλλοι άλλα είδη μουσικής. Αλήθεια οι πολιτικοί ακούνε μουσική;

Κάτι θα ακούνε κι αυτοί. Πάντως στις μουσικές εκδηλώσεις στο Μέγαρο Μουσικής, στην Εθνική Λυρική Σκηνή ή το Ηρώδειο το καλοκαίρι, συναντάς ελάχιστους από αυτούς. Κάποιοι εμφανίζονται μόνον αν τραγουδάει κάποιος φίλος τους- σταρ.  Ίσως πηγαίνουν στα σκυλάδικα δεν ξέρω, δεν συχνάζω, αλλά διαβάζω ότι οι πολιτικοί τα επισκέπτονται συχνά.

-Μια από τις πιο πρωτότυπες ιστορίες , είναι εκείνη που γράφετε για τον Πέτρο Πικρό. Ποιος ήταν ο Πέτρος Πικρός και γιατί σας εντυπωσίασε;

Πραγματικά ο Πέτρος Πικρός είναι μια εντυπωσιακή προσωπικότητα. Έρχεται από την Ευρώπη στις αρχές του αιώνα στην Αθήνα με σπουδές στη βιολογία και τη ψυχολογία, πολύγλωσσος και γίνεται στέλεχος του ΚΚΕ. Είναι σκληρός μαρξιστής αλλά ταυτόχρονα έχει μια λογοτεχνική προσωπικότητα διαφορετική, πολύ πλατιά, γράφει διηγήματα με ήρωες από τον υπόκοσμο, και ταυτόχρονα παιδικά εξαιρετικής φαντασίας ενώ πρωτοστατεί στην ίδρυση λογοτεχνικών περιοδικών. Είναι εκτός γραμμής. Είναι ένας άνθρωπος πολύπλοκος, που συνδυάζει πολλά στοιχεία. Όταν το κόμμα τον διώχνει σβήνει μέσα στη λησμονιά, αυτός ένας πρωτοπόρος.

-«Στα μαύρα μάτια» , η όλη πλοκή με έφερε πολλά χρόνια πίσω. Μανώλης Αγγελόπουλος και η  λαϊκή  ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής. Το ίδιο τραγούδι εξακολουθεί να συγκινεί τους νέους μας;

Πολλά από τα ρεμπέτικα ή καλά λαϊκά τραγούδια τα ακούω να τα τραγουδάνε νέοι σε εκδηλώσεις, σε γάμους, ταβέρνες ακόμα και στα μπαρ. Δεν είναι σύγχρονος σήμερα ο Βαμβακάρης;

«Ο Βαγγέλης» , είναι η κλασική περίπτωση τραγουδιστή που προσπαθεί να επιβιώσει. Μέσα από τις δυσκολίες του μαθαίνουμε τι συμβαίνει στην Ελληνική δισκογραφία. Είναι αλήθεια ότι οι ίδιοι οι τραγουδιστές πληρώνουν όλα τα έξοδα για να ηχογραφήσουν ένα cd;

Δυστυχώς πολλοί νέοι τραγουδιστές πλήρωναν (με πολλούς τρόπους, ιδιαίτερα οι κοπέλες)  παλιότερα για να γυρίσουν ένα δίσκο. Σήμερα, όμως, δεν χρειάζεται. Οι περισσότεροι νέοι μουσικοί δισκογραφούν μόνοι τους , σε στούντιο φίλων τους και διακινούν τη μουσική τους από το διαδίκτυο. Δειλά – δειλά το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται και στη λογοτεχνία ενώ κυριαρχεί στο θέατρο. Η πλειοψηφία των μικρών θεατρικών σκηνών είναι αυτοκαθοριζόμενες μονάδες. Όμως στο διήγημα «Ο Βαγγέλης» θίγεται κυρίως η νοοτροπία ορισμένων του δημοσιογραφικού χώρου σε αντιδιαστολή με την απλότητα των λαϊκών ανθρώπων, όπως ο ήρωας.

-Οι πρωταγωνιστές των ιστοριών αναζητούν τον εαυτό τους μέσα από την καθημερινότητα αλλά και το κυριότερο αγαπούν την μουσική. Ο μέσος έλληνας αγαπά την μουσική;

Η μουσική, ή για να το πούμε πιο συγκεκριμένα το τραγούδι πιστεύω ότι συνοδεύει τον έλληνα σε πολλές εκδηλώσεις του. Αλλά μουσική παιδεία δεν έχει, στο σχολείο η μουσική εκπαίδευση είναι ανύπαρκτη και τα media φροντίζουν να διαστρεβλώνουν αυτή τη σχέση. Μουσική είναι κάτι περισσότερο από το να ακούς τραγούδια, είναι ένας τρόπος να αντιλαμβάνεσαι τον κόσμο μέσα από την οργάνωση των ήχων.

-Η ποιότητα , η φρεσκάδα αλλά και η τρυφερότητα φανερώνεται στην ιστορία «Όλο το νησί ». Μπορεί μια γυναίκα να αποτελέσει το βαρόμετρο ή να ανατρέψει τις καταστάσεις, έχοντας ως όπλο την θηλυκότητα και την δυναμική της παρουσία;

Φαντάζομαι ότι κανείς δεν έχει αντίθετη γνώμη. Μια γυναίκα είναι πάντα ένα κίνητρο για τους άντρες, πόσο μάλλον όταν είναι τόσο δυναμική ή γοητευτική που μπορεί να αλλάξει τις μουσικές αντιλήψεις των ανδρών στο νησί, όπου διαδραματίζεται το διήγημα. Η λογοτεχνία είναι γεμάτη με παραδείγματα γυναικών που αλλάζουν τον κόσμο γύρω τους. Θυμάστε την περίφημη φράση του Φλομπέρ «Η Μαντάμ Μποβαρύ είμαι εγώ», μια υπόμνηση για το πόσο δυνατή και καθοριστική για το έργο του αλλά και για τον ίδιο ήταν αυτή η ηρωίδα του.

-Μου άρεσε που ο Τόλης μια μορφή ενός γραφικού ανθρώπου τα παράτησε όλα και κυνήγησε το όνειρο. ¨Έζησε σε καλύβα και φωτογράφιζε τη φύση. Τι  κερδίζουν οι άνθρωποι που ξεφεύγουν από τις πόλεις και επιστρέφουν  να ζήσουν στην φύση;

Ο Τόλης στο ομώνυμο διήγημα είναι ένας άνθρωπος με οργανωμένη, και γι αυτό αποστειρωμένη, ζωή. Μια γυναίκα θα του δείξει ότι η ζωή είναι αλλιώς κι αυτό το αλλιώς βρίσκεται μακριά από το άστυ, κοντά στη φύση. Έτσι θα κερδίσει σε ειλικρινή αισθήματα, σε ποιοτικές σχέσεις και πάνω από όλα σε αυτογνωσία. Θα καταλάβει ποιος είναι και τι θέλει να κάνει για να ορίζει τη ζωή του.

-Γράφετε στην εφημερίδα «Βήμα» .Κατά πόσο μπορεί ο συγγραφέας να είναι παράλληλα και δημοσιογράφος;

Μερικές φορές ο δημοσιογράφος δυσκολεύεται να γράψει λογοτεχνικά γιατί η φύση της δουλειάς του τον σπρώχνει σε ευκαιριακά κείμενα. Έχει ευχέρεια στο γράψιμο αλλά όχι, πάντα, χρόνο για να σκεφτεί αυτά που γράφει. Παρόλα αυτά διεθνώς έχουν υπάρξει πολλοί καλοί συγγραφείς δημοσιογράφοι, όπως ο Χέμινγουαίη, ο Καπότε ή οι δικοί μας Γιάννης Μαρής, Βασίλης Βασιλικός, Γιώργος Σκαμπαρδώνης κ.ά

 

 

 

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ