Νομισματικές παρενέργειες: Ο πλανήτης στις φλόγες (ΙΙ), η ανάγκη περιορισμού της παγκοσμιοποίησης, το δολάριο και το γουάν, η Κίνα και η Ινδία, η υπόλοιπη Ασία, το ΔΝΤ και η Ασιατική Κρίση του 1997, καθώς επίσης το δίλημμα της Ελλάδας.

Γράφει ο Βασίλης Βιλιάρδος *
Αθήνα, 6 Μαρτίου 2011,
viliardos@kbanalysis.com
.

Τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά κεφάλαια παγκοσμίως, ειδικά αυτά που «παραμένουν πιστά» στη δύση, περιορίζονται συνεχώς – με το ενδεχόμενο ενός νέου «κύκλου του διαβόλου», ενός αγριότερου καλύτερα πολέμου για την εξασφάλιση επαρκούς ρευστότητας, εκ μέρους κρατών και επιχειρήσεων, να φαίνεται όλο και πιο ρεαλιστικό. Το αργότερο όταν οι επενδύσεις διεθνώς υπερβούν τις αποταμιεύσεις, παράλληλα με την είσοδο μας στην εποχή του πληθωρισμού και των υψηλών επιτοκίων, η κατάσταση θα εξελιχθεί σε μία «εκτός ελέγχου» διαδικασία”.

Αναμφίβολα η «ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση», όταν περάσει κάποια συγκεκριμένα όρια, έχει εξαιρετικά δυσάρεστα, αν όχι καταστροφικά αποτελέσματα – μεταξύ των οποίων τους συναλλαγματικούς πολέμους που βιώνουμε σήμερα, καθώς επίσης τις υπόγειες διαμάχες των ανεπτυγμένων με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες (με «αιχμή του δόρατος» τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, τις οποίες αναλύσαμε στο πρώτο μέρος του άρθρου μας). Εάν λοιπόν δεν υπάρξει μία «αναδιαπραγμάτευση» της όλης διαδικασίας, με βάση την οποία θα επιδιωχθεί μία προσεκτική, συμμετρική, παγκόσμια οικονομική «αφομοίωση», αντί της άναρχης υπερπαγκοσμιοποίησης των τελευταίων δύο δεκαετιών, θα οδηγηθούμε σε πρωτόγνωρες, εξαιρετικά επικίνδυνες καταστάσεις.

Οι κοινωνικές αναταραχές, με κίνδυνο να «μεταλλαχθούν» σε εμφυλίους πολέμους σε χώρες που τυχόν θα σημάνει η ώρα μηδέν, οι πολιτικές ανακατατάξεις, οι γεωπολιτικές εξελίξεις, η εισβολή εκατοντάδων χιλιάδων εξαθλιωμένων οικονομικών μεταναστών στις πλούσιες χώρες της δύσης, είναι μερικά μόνο από όλα όσα είναι πλέον εξαιρετικά πιθανόν να συμβούν – εάν δεν επιβραδυνθεί η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης και εάν δεν ελεγχθεί η οικονομική παντοδυναμία από μία «συνετή», επαρκή και μη διεφθαρμένη πολιτική εξουσία. Άλλωστε, η οικονομική κρίση είναι κρίση της οικονομικής πολιτικής, των επιλογών και των ελλείψεων της – ενώ έχει ήδη μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις.

Περαιτέρω η χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία ξέσπασε το 2008, ήταν κυρίως το αποτέλεσμα της συνένωσης και «αφομοίωσης», της «ολοκλήρωσης» δηλαδή των χρηματαγορών διεθνώς – υπό την Wall Street. Εάν δεν είχαν συνδεθεί μεταξύ τους οι «αγορές», θα ήταν αδύνατον να είχε «εξαχθεί» με τέτοια ευκολία η κρίση των ενυπόθηκων δανείων των Η.Π.Α. (subprimes) σε ολόκληρο τον πλανήτη – με επακόλουθο τη μεγαλύτερη και μάλιστα νόμιμη «ληστεία» όλων των εποχών. Το γεγονός αυτό οφείλεται φυσικά στο ότι, η «σύνδεση» των χρηματαγορών δεν ακολούθησε την αντίστοιχη της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων διεθνώς, η οποία υπόκειται σε κανόνες, θεσμούς και ελέγχους – με την κρίση να είναι το αποτέλεσμα της απελευθέρωσης του αδηφάγου χρηματοπιστωτικού θηρίου, το οποίο αναπτύχθηκε εκτός των εθνικών ελέγχων.

Επομένως, εάν δεν θέλουμε να οδηγηθούμε ξανά σε ανάλογες καταστάσεις, η παγκοσμιοποίηση των χρηματοπιστωτικών αγορών θα πρέπει να «αναιρεθεί» – έτσι ώστε να μπορέσει να δρομολογηθεί από την αρχή η ορθολογική ρύθμιση τους. Οι διεθνείς συμφωνίες του τύπου της Βασιλείας ΙΙΙ, οι οποίες στην πραγματικότητα προέρχονται από τις ίδιες τις τράπεζες (άρθρο μας), είναι καλύτερα να πάψουν να υφίστανται – ενώ οι διαπραγματεύσεις οφείλουν να επικεντρωθούν σε εθνικό επίπεδο, όπου τα ενδιαφέροντα των Πολιτών είναι ισχυρότερα, από τα αντίστοιχα των πολυεθνικών τραπεζών και των πανίσχυρων «λόμπι» τους. Με τον τρόπο αυτό, θα καταπολεμηθούν παράλληλα τα δημοκρατικά «ελλείμματα», τα οποία είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της χωρίς περιορισμούς και κανόνες υπερπαγκοσμιοποίησης.

Εάν λοιπόν οι Πολίτες επιθυμούν να αποφύγουν τις σκοτεινές πλευρές της χωρίς φραγμούς παγκοσμιοποίησης, χωρίς να απαιτηθεί η κρατικοποίηση των αγορών, αλλά και χωρίς να «αλωθεί» η Δημοκρατία, θα πρέπει να επαναφέρουν τα «σύνορα» στις χρηματοπιστωτικές αγορές – τουλάχιστον για εκείνο το χρονικό διάστημα που απαιτείται, για την εξεύρεση μεθόδων αποτελεσματικού ελέγχου τους. Ας μην ξεχνάμε ότι, τα ποσά που διακινούνται ανεμπόδιστα, με τη βοήθεια διαφόρων «προϊόντων» στις διεθνείς «εξωχρηματιστηριακές» αγορές (παράγωγα κλπ), είναι σχεδόν δεκαπλάσια του παγκοσμίου ΑΕΠ – περί τα 600 τρις $, έναντι 60 τρις $ ΑΕΠ. Το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος τους δε «ελέγχεται» από τις πέντε αδελφές: Goldman Sachs, JP Morgan Chase, Citigroup, Bank of America και HSBC – με το μερίδιο τους στις «σκιώδεις» τραπεζικές συναλλαγές, να τοποθετείται στο 96% παγκοσμίως.

Φυσικά δεν εννοούμε με τα παραπάνω την επιστροφή στον προστατευτισμό, η οποία ευρίσκεται δυστυχώς σε εξέλιξη – ούτε το τέλος της παγκοσμιοποίησης. Αυτό που θεωρούμε όμως απαραίτητο, είναι η άμεση αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ εθνικών και παγκοσμιοποιημένων «ενδιαφερόντων», έτσι ώστε να επανέλθει η οικονομική και πολιτική σταθερότητα στον πλανήτη.

Το ίδιο ισχύει και για την Ευρώπη, όπου η πολιτική της ένωση (Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης) θα ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση, εάν δεν λειτουργούσε εναντίον των εκάστοτε εθνικών συμφερόντων των μελών της – με τη Γερμανία, η οποία κυριολεκτικά «θησαύρισε» από την Ευρωζώνη (ειδικά από την Ελλάδα, λόγω των τεράστιων εξοπλιστικών προγραμμάτων μας), να θέλει να επιβάλλει μονόπλευρα τους δικούς της κανόνες.

ΤΟ ΔΟΛΑΡΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΓΟΥΑΝ

Ένα από τα συχνότερα ερωτήματα που αναζητούν απαντήσεις διεθνώς, επίσης στη χώρα μας, είναι το κατά πόσον μπορεί να υπάρξει εσωτερική ειρήνη και συνοχή σε πολυπολιτισμικές κοινωνίες, στη περίπτωση που δεν συνοδεύονται από οικονομική ανάπτυξη – πολύ περισσότερο από ύφεση ή στασιμοπληθωρισμό, σε συνδυασμό με την υπερχρέωση του δημοσίου. Κατά την άποψη μας, η απάντηση θα δοθεί πολύ σύντομα από την αμερικανική κοινωνία, η οποία είναι η πλέον πολυπολιτισμική διεθνώς – αφενός μεν με αρκετά μεγάλη ιστορία, αφετέρου αντιμέτωπη με τεράστιες οικονομικές δυσκολίες, κυρίως λόγω του ότι λεηλατείται στην κυριολεξία από τις «άπατρις» πολυεθνικές και το τοκογλυφικό κεφάλαιο: τους δύο μεγαλύτερους φοροφυγάδες σε παγκόσμια κλίμακα.

Το δημόσιο χρέος των Η.Π.Α. υπερβαίνει πλέον τα 14 τρις $, πλησιάζοντας το 100% του ετησίου ΑΕΠ – αυξημένο κατά περίπου 1 τρις $ μέσα σε έξι μόνο μήνες (εξωτερικό χρέος 10,7 τρις $). Το έλλειμμα του προϋπολογισμού της υπερδύναμης το 2010 ήταν περίπου 10% του ΑΕΠ της – υψηλότερο δηλαδή από το αντίστοιχο της Ελλάδας. Σύμφωνα δε με πρόσφατες ανακοινώσεις, η Κίνα έχει στην ιδιοκτησία της περισσότερα ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου (1,16 τρις $), από αυτά που ήταν μέχρι στιγμής γνωστά, επειδή προέβη σε μεγάλες αγορές μέσω της Μ. Βρετανίας, με στόχο τη στήριξη της αξίας τους – με αποτέλεσμα να αδυνατίζει συνεχώς η διαπραγματευτική θέση των Η.Π.Α., απέναντι στην Κίνα, η οποία αυξάνει διαρκώς τα μεγέθη της (Πίνακας Ι).

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Εξαγωγικό εμπόριο Κίνας-ΕΕ-Η.Π.Α. σε δις $

Χώρες 2000 2005 2009
Κίνα Εξαγωγές προς Η.Π.Α. 100,00 243,50 296,40
Κίνα Εισαγωγές από Η.Π.Α. 16,20 41,20 69,50
Κίνα Εξαγωγές προς ΕΕ 68,90 199,50 299,50
Κίνα Εισαγωγές από ΕΕ 23,90 64,50 113,90
ΕΕ Εξαγωγές προς Η.Π.Α. 226,90 309,60 281,80
ΕΕ Εισαγωγές από Η.Π.Α. 168,20 185,29 220,60

Πηγή: US foreign trade division

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, οι εξαγωγές της Κίνας τόσο προς τις Η.Π.Α., όσο και προς την ΕΕ αυξήθηκαν σε μεγάλο βαθμό. Αντίστοιχα διαμορφώθηκαν και οι εξαγωγές των Η.Π.Α. προς την Κίνα, αλλά σε απόλυτα μεγέθη παραμένουν πολύ χαμηλές – σε αντίθεση με τις εξαγωγές τις ΕΕ. Σε κάθε περίπτωση, το εμπορικό ισοζύγιο των Η.Π.Α. είναι εξαιρετικά ελλειμματικό, σε σχέση με την Κίνα (πολύ λιγότερο με την ΕΕ).

Συνεχίζοντας, φαίνεται ότι η Κίνα αποφάσισε να αντιδράσει στις «επιθέσεις» της «δύσης», οι οποίες έχουν στόχο (άρθρο μας), με τη βοήθεια των βασικών επιτοκίων, καθώς επίσης της υψηλής ισοτιμίας των νομισμάτων της (€ και $), να την αναγκάσουν να πληρώνει συνεχώς αυξημένες «πραγματικές τιμές» για τα τρόφιμα, καθώς επίσης για την ενέργεια. Το γεγονός αυτό οφείλεται στη διατήρηση της ανταγωνιστικά χαμηλής ισοτιμίας του νομίσματος της Κίνας (γουάν) – ενώ οι υψηλές τιμές στα τρόφιμα και στην ενέργεια θα μπορούσαν να προκαλέσουν μεγάλες κοινωνικές αναταραχές εντός της ανερχόμενης υπερδύναμης, όπως συνέβη πρόσφατα (επανάσταση του γιασεμιού).

Μία ημέρα λοιπόν πριν από την ανακοίνωση της ΕΚΤ, σε σχέση με την πιθανή αύξηση των βασικών επιτοκίων, η οποία είχε σαν αποτέλεσμα την άνοδο του Ευρώ (άρα, μεταξύ άλλων, τη μείωση των πραγματικών τιμών ενέργειας και τροφίμων για τη «δύση», καθώς επίσης τη συνέχιση των πληθωριστικών πιέσεων εις βάρος των αναπτυσσομένων οικονομιών), η κεντρική τράπεζα της Κίνας δήλωσε την πρόθεση της να συναλλάσσεται πλέον με το δικό της νόμισμα, αντί του δολαρίου – όσον αφορά τις εξαγωγές, καθώς επίσης τις εισαγωγές προϊόντων.

Οι επιχειρήσεις της ανερχόμενης υπερδύναμης λοιπόν θα μπορούν μελλοντικά να χρησιμοποιούν διεθνώς το γουάν – καταργώντας σταδιακά το δολάριο. Επομένως, η σπουδαιότητα του γουάν στο εξωτερικό εμπόριο θα αυξάνεται συνεχώς, όπως αποδείχθηκε από τις πρόσφατες «πιλοτικές» δοκιμές της Κίνας.

Στα πλαίσια αυτών των δοκιμών επετράπη σε 67.000 επιχειρήσεις της χώρας, με έδρα 20 επαρχίες της, να διακανονίζουν τις εξωτερικές συναλλαγές τους σε γουάν. Ο όγκος των προϊόντων που διαπραγματεύονταν σε γουάν αυξήθηκε αμέσως σε μεγάλο βαθμό – από τα 77 δις στα 506 δις γουάν (περίπου 56 δις €). Φυσικά, σε σχέση με το μέγεθος των εξωτερικών συναλλαγών της Κίνας, αποτελεί μόλις το 5,6%. Εν τούτοις, οι ειδικοί αναμένουν να φθάσει πολύ γρήγορα στο 15% – γεγονός στο οποίο θα συμβάλλει η υποτιμημένη ισοτιμία του, αφού θα αποτελέσει μία ακόμη πηγή ασφαλούς κέρδους για τους ξένους εμπορικούς συνεργάτες της χώρας.

Περαιτέρω, οι συναλλαγές της Κίνας σε γουάν θα έχουν σαν αποτέλεσμα αφενός μεν τη σταθεροποίηση των τιμών των προϊόντων που εισάγει, αφετέρου τη σταδιακή «καθαίρεση» του δολαρίου, από τη θέση του σαν παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα – μία εξαιρετικά επικίνδυνη προοπτική για τις Η.Π.Α. αφού, εάν συμβεί κάτι τέτοιο, τα επιτόκια δανεισμού του υπέρογκου εξωτερικού χρέους της θα αυξηθούν (μεταξύ άλλων), με καταστροφικά αποτελέσματα για τον ετήσιο προϋπολογισμό της. Ταυτόχρονα, εάν τελικά το γουάν κατορθώσει να αναδειχθεί σε παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, η Κίνα θα εξασφαλίσει (μέσω αυτού) τεράστια πολιτική δύναμη – κάτι που πολύ δύσκολα θα επιτρέψουν οι Η.Π.Α., με ενδεχόμενο αποτέλεσμα την εκκίνηση της τελικής, αντίστροφης μέτρησης (απειλή του 3ου παγκοσμίου πολέμου κλπ).

Συνεχίζοντας, με την αύξηση των φόρων να αποτελεί «ταμπού» για την υπερδύναμη, για την έδρα του νεοφιλελευθερισμού καλύτερα, δεν φαίνεται να υπάρχει ρεαλιστική προοπτική επίλυσης των προβλημάτων της στο άμεσο μέλλον. Ο Πίνακας ΙΙ που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικός, σε σχέση με την οικονομική θέση συγκεκριμένων Πολιτειών των Η.Π.Α., οι οποίες είναι αντιμέτωπες με τη χρεοκοπία:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Προβλεπόμενο έλλειμμα προϋπολογισμού 2012, ποσοστό ελλείμματος επί του συνολικού προϋπολογισμού 2011, ποσοστό επίσημης ανεργίας

Πολιτεία Προβλεπόμενο έλλειμμα 2012 Ποσοστό επί προϋπ. 2011 Ανεργία
Καλιφόρνια 25,4 δις $ 29,3% 12,4%
Νεβάδα 1,5 δις $ 45,2% 14,3%
Τέξας 13,4 δις $ 31,5% 8,2%
Λουϊζιάνα 1,7 δις $ 22,0% 8,2%
Ιλλινόϊς 15,0 δις $ 44,9% 9,6%
Μινεσότα 3,9 δις $ 24,5% 7,1%

Πηγή: Spiegel

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Σύμφωνα με τον Πίνακα ΙΙ, η κατάσταση σε ορισμένες Πολιτείες των Η.Π.Α. είναι εκτός ελέγχου, παρά το ότι οι κυβερνήσεις τους έχουν προβεί σε εκτεταμένες διορθωτικές κινήσεις – σε μειώσεις δηλαδή των κοινωνικών παροχών, όπως στην Υγεία, στην Παιδεία, στη Δημόσια διοίκηση, στις συντάξεις κλπ. Ως εκ τούτου, οι κοινωνικές αναταραχές έχουν ήδη ξεκινήσει, με τα αποτελέσματα τους να διαγράφονται αρκετά «σκοτεινά» για την συνοχή των πολυπολιτισμικών Πολιτειών της υπερδύναμης.

Ειδικά όσον αφορά τη Γερμανία, ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, οι γερμανικές τράπεζες θα μπορούσαν να βρεθούν αντιμέτωπες ξανά με πολύ μεγάλα προβλήματα, λόγω της μεγάλης έκθεσης τους (38 δις $) σε ομόλογα υπερχρεωμένων κοινοτήτων των Η.Π.Α. – με τις «χρεοκοπημένες» Πολιτείες να τους οφείλουν επί πλέον 13 δις $.

Η ΚΙΝΑ ΚΑΙ Η ΙΝΔΙΑ

Τα δύο μεγάλα αυτά έθνη, στα οποία ζει το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού, θεωρούνται ως οι ανερχόμενοι οικονομικοί γίγαντες του 21ου αιώνα. Με τις Η.Π.Α. να ευρίσκονται αντιμέτωπες με τη μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας τους, καθώς επίσης με την ΕΕ να προσπαθεί να διασώσει τα χρεοκοπημένα κράτη-μέλη της, οι δύο ασιατικές υπερδυνάμεις καταγράφουν συνεχώς νέα ρεκόρ ανάπτυξης.

Η Κίνα εγκρίνει μεγαλύτερες πιστώσεις διεθνώς από την Παγκόσμια τράπεζα, η Κίνα και η Ινδία συμφωνούν μεταξύ τους εμπορικές συνεργασίες δισεκατομμυρίων, η Ινδία παραγγέλνει από την ευρωπαϊκή βιομηχανία Airbus τα περισσότερα αεροπλάνα στην παγκόσμια ιστορία της πολιτικής αεροπορίας – κάθε εβδομάδα ένα καινούργιο γεγονός, όλο και πιο εντυπωσιακό. Ο Πίνακας ΙΙI που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικός, σε σχέση με την προβλεπόμενη θέση των δύο νέων υπερδυνάμεων το 2020:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙI: ΑΕΠ σε δις $ των εκάστοτε 15 μεγαλυτέρων κρατών του πλανήτη

Χώρες Έτος 2000 Χώρες Έτος 2010 Χώρες Έτος 2020
Η.Π.Α. 9.951 Η.Π.Α. 14.624 Κίνα 31.731
Ιαπωνία 4.667 Κίνα 5.745 Η.Π.Α. 22.920
Γερμανία 1.906 Ιαπωνία 5.391 Ινδία 7.972
Βρετανία 1.481 Γερμανία 3.306 Βραζιλία 5.862
Γαλλία 1.333 Γαλλία 2.555 Ιαπωνία 5.852
Κίνα 1.198 Βρετανία 2.259 Ρωσία 4.730
Ιταλία 1.101 Ιταλία 2.037 Γερμανία 4.441
Καναδάς 725 Βραζιλία 2.026 Γαλλία 4.205
Βραζιλία 642 Καναδάς 1.564 Βρετανία 3.644
Μεξικό 629 **Ρωσία 1.477 Μεξικό 2.991
Ισπανία 582 Ινδία 1.430 Ιταλία 2.868
Ν. Κορέα 533 *Ισπανία 1.375 **Ινδονησία 2.446
Ινδία 480 *Αυστραλία 1.220 Καναδάς 2.346
Αυστραλία 401 Μεξικό 1.004 **Τουρκία 2.169
Ολλανδία* 386 Ν. Κορέα 986 Ν. Κορέα 2.112

* Δεν εμφανίζεται την επόμενη δεκαετία

** Εμφανίζεται για πρώτη φορά

Πηγή: Spiegel

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Σημείωση: Το 2020 υπολογίζεται γραμμικά, σε αξίες του 2010

Όπως διαπιστώνουμε από τον Πίνακα ΙΙI, τόσο οι αλλαγές που έχουν προκύψει σήμερα, σε σχέση με το 2000, όσο και αυτές που λογικά θα συμβούν το 2020, είναι αρκετά σημαντικές. Η Ολλανδία, η Ισπανία και η Αυστραλία φεύγουν από την κατάταξη, ενώ η Ρωσία, η Ινδονησία και η Τουρκία εμφανίζονται σταδιακά – με την Κίνα να αντικαθιστά τις Η.Π.Α. στην κορυφή το 2020, καθώς επίσης με την Ινδία και τη Βραζιλία σε περίοπτες θέσεις.

Συνεχίζοντας, οι περισσότεροι ειδικοί παγκοσμίως θεωρούν ότι, μακροπρόθεσμα θα υπάρξει ένας αγώνας δρόμου μεταξύ των δύο ανερχομένων υπερδυνάμεων, με στόχο την ηγετική θέση στην παγκόσμια οικονομία – «ο ανταγωνισμός του αιώνα», όπως ανέφερε ο Economist. Παρά το ότι όμως η Ινδία αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια, η υστέρηση της σε πολλούς τομείς, σε σχέση με την Κίνα, είναι κατά πολύ μεγαλύτερη, από όσο φανταζόμαστε.

Η Ινδία υποφέρει κυρίως από τη γραφειοκρατία – με τις δημοκρατικές διαδικασίες που ακολουθεί, να καθυστερούν σε μεγάλο βαθμό σημαντικές αποφάσεις, σε σχέση με τα διάφορα προγράμματα ανάπτυξης της. Αντίθετα, οι αποφάσεις στην Κίνα είναι πολύ πιο γρήγορες, αφού η απολυταρχική κυβέρνηση της μπορεί να λειτουργεί χωρίς να χάνει καθόλου χρόνο σε συζητήσεις. Από την άλλη πλευρά βέβαια. η δημοκρατική Ινδία αναπτύσσεται μεν πιο αργά, αλλά έρχεται αντιμέτωπη με λιγότερα εσωτερικά προβλήματα – ενώ ο μεγαλύτερος «εχθρός» της Κίνας, είναι οι ενδεχόμενες κοινωνικές αναταραχές εντός της (κάτι που γνωρίζουν πάρα πολύ καλά οι Η.Π.Α.)

Εν τούτοις, τα προβλήματα της Ινδίας είναι κατά πολύ μεγαλύτερα από αυτά της Κίνας – ειδικά επειδή 350 εκ. Ινδοί ζουν κάτω από το ελάχιστο όριο φτώχειας, έχοντας εισόδημα ένα δολάριο την ημέρα. Η άνοδος των τιμών των τροφίμων είναι λοιπόν εξαιρετικά σημαντική για τον πληθυσμό της – με το μεγαλύτερο πρόβλημα της Κίνας, αντίθετα, να είναι η γήρανση του πληθυσμού της, σαν αποτέλεσμα της πολιτικής του περιορισμού των γεννήσεων (ένα παιδί ανά οικογένεια), η οποία ακολουθήθηκε τα τελευταία χρόνια. Ορισμένα μεγέθη των δύο χωρών φαίνονται στον Πίνακα IV που ακολουθεί:

ΠΙΝΑΚΑΣ IV: Συγκριτικά μεγέθη Κίνας και Ινδίας

Δείκτες Κίνα Ινδία
Πληθυσμός 1.354,15 εκ. 1.214,56 εκ.
Έκταση 9.598.000 τ.χλμ. 3.287.000 τ.χλμ.
Εγγράμματοι 94% 63%
Μέσος όρος ηλικίας* 33,9 24,7
Μέσο ετήσιο εισόδημα 4.720 $ 911 $
Ανάπτυξη 2010 10,3% 9,7%
ΑΕΠ 2010 5.745 δις $ 1.430 δις $
ΑΕΠ κατά κεφαλήν 2010 4.283 $ 1.176 $
Εμπορικό Ισοζύγιο 2009 196 δις $ -89,6 δις $
Εξαγωγές προς Γερμανία 55,5 δις € 5,5 δις €
Εισαγωγές από Γερμανία 36,5 δις € 8,0 δις €
Γεωργία 11% 18%
Βιομηχανία 49% 27%
Υπηρεσίες 40% 55%

* Για σύγκριση, η περισσότερο γηρασμένη κοινωνία του πλανήτη είναι η Ιαπωνία (44,4 έτη) – ακολουθούμενη από τη Γερμανία, στη δεύτερη θέση (43,9 έτη)

Πηγή: Spiegel, Fischer

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα IV, ο αναλφαβητισμός είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της Ινδίας, ενώ πλεονέκτημα αποτελεί ο χαμηλός μέσος όρος ηλικίας του πληθυσμού της. Διαπιστώνεται δε ότι, η Ινδία ευρίσκεται αρκετά πίσω σε εξέλιξη από την Κίνα, με κριτήρια το μέσο ετήσιο εισόδημα, το ΑΕΠ και ιδιαίτερα το εμπορικό της ισοζύγιο – το οποίο είναι, αντίθετα με την Κίνα, αρνητικό (γεγονός που σημαίνει ότι εισάγει πολύ περισσότερα προϊόντα από αυτά που εξάγει).

Τέλος, οι Υπηρεσίες αποτελούν το βασικό τομέα ανάπτυξης της Ινδίας (55%), ενώ η Βιομηχανία είναι η «αιχμή του δόρατος» της Κίνας – κυρίως όμως το ολοκληρωτικό της καθεστώς, ο κρατικός, απολυταρχικός καπιταλισμός, εντός του οποίου οι αποφάσεις είναι άμεσες, χωρίς να ελέγχονται από κανέναν.

Η ΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΥ

Όπως έχουμε ήδη αναλύσει (άρθρο μας), οι ασιατικές χώρες συνετέλεσαν τα μέγιστα στην παγκόσμια ανάπτυξη το 2010. Εν τούτοις, επειδή οι οικονομίες των χωρών αυτών αναπτύχθηκαν ραγδαία, υποχρεώθηκαν σε ταυτόχρονη αύξηση των βασικών τους επιτοκίων, τα οποία διατηρούνται πολύ υψηλά σε σχέση με τη «δύση» – με αποτέλεσμα, οι επενδυτές να τοποθετούν όλο και περισσότερα χρήματα σε ομόλογα ή σε μετοχές των κρατών αυτών. Η συγκεκριμένη «επενδυτική τάση» ενισχύθηκε, ενδυναμώθηκε καλύτερα από την επεκτατική νομισματική πολιτική της Fed (quantitative easing), η οποία διοχέτευσε στο «σύστημα» επί πλέον 900 δις $ – μέσω της αγοράς νέων ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου εκ μέρους της (η Fed είναι ο μεγαλύτερος πιστωτής των Η.Π.Α., ακολουθούμενη από την Κίνα και την Ιαπωνία).

Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις έντονα ανοδικές τιμές ενέργειας και τροφίμων παγκοσμίως (άρθρο μας), προκάλεσε αρκετές πληθωριστικές πιέσεις στις αναπτυσσόμενες οικονομίες – με εξαιρετικά επώδυνα αποτελέσματα, για δισεκατομμύρια ανθρώπους. Ενδεχομένως δε, οι τιμές των βασικών προϊόντων διατροφής να αυξηθούν σε τέτοιο βαθμό, ώστε να προκαλέσουν μία απίστευτη «επισιτιστική» κρίση σε πολλές περιοχές του πλανήτη – με αποτέλεσμα, να μην μπορούν να εξασφαλίζουν τη βασική διατροφή τους τα αδύναμα εισοδηματικά στρώματα, αντιμετωπίζοντας επί πλέον δυσκολίες με την ενέργεια (θέρμανση κλπ), καθώς επίσης με τις μεταφορές (ταξίδια κλπ).

Από την άλλη πλευρά, οι κεντρικές τράπεζες των αναπτυσσομένων οικονομιών ευρίσκονται αντιμέτωπες με ένα σημαντικότατο δίλλημα: Εάν αυξήσουν τα βασικά επιτόκια, με στόχο την καταπολέμηση της ακρίβειας και τον περιορισμό των πληθωριστικών πιέσεων, θα προκαλέσουν την «είσοδο» ακόμη περισσοτέρων ξένων κεφαλαίων στις αγορές τους – οπότε την εξ αυτών άνοδο τόσο του πληθωρισμού, όσο και της ισοτιμίας των νομισμάτων τους. Επομένως, είναι πολύ δύσκολο να χειρισθούν ορθολογικά το «όπλο» των επιτοκίων, το οποίο στην προκειμένη περίπτωση είναι μάλλον «ουδετεροποιημένο».

Για παράδειγμα, η Κίνα αύξησε στο τέλος του έτους το βασικό επιτόκιο για δάνεια ενός έτους κατά 0,25% στο 5,81%. Ταυτόχρονα, για να περιορίσει το δανεισμό, υποχρέωσε τις εμπορικές της τράπεζες στη διατήρηση υψηλοτέρων αποθεματικών κεφαλαίων στην κεντρική – με τα ελάχιστα αποθεματικά να αυξάνονται σταδιακά το περασμένο έτος, από το 15,5% στο 19%. Παράλληλα, ανατίμησε το νόμισμά της κατά 3% απέναντι στο δολάριο, έτσι ώστε να φθηνύνουν οι εισαγωγές της από το εξωτερικό.

Εν τούτοις, ο πληθωρισμός μειώθηκε ελάχιστα – από 5,1% σε ελαφρά κάτω του 5%. Ταυτόχρονα, αυξήθηκε η είσοδος των ξένων επενδυτικών κεφαλαίων, τα οποία τοποθετήθηκαν κυρίως σε ακίνητα, επειδή η Κίνα δεν έχει άλλες, ανάλογα σημαντικές, επενδυτικές επιλογές – με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μία επικίνδυνη υπερβολή («φούσκα») στην αγορά της ακίνητης περιουσίας, παρόμοια με αυτή που οδήγησε τις «ασιατικές τίγρεις» το 1997 στα νύχια του ΔΝΤ.

Αντίθετα, η Ινδία κατάφερε να περιορίσει τον πληθωρισμό, με τους περισσότερους αναλυτές να προβλέπουν τη μείωση του από το 7,5% στο 5,5% – ποσοστό που θεωρείται αποδεκτό από τη χώρα. Η Ινδία όμως ευρίσκεται αντιμέτωπη με μεγάλες αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων – γεγονός εξαιρετικά επικίνδυνο για μία χώρα, στην οποία το 40% του πληθυσμού έχει εισόδημα χαμηλότερο από 1,25 $ την ημέρα. Η μεγαλύτερη αύξηση μεταξύ των τροφίμων παρατηρήθηκε στα κρεμμύδια – ένα βασικό συστατικό της διατροφής των Ινδών (40%). Η άνοδος της τιμής των κρεμμυδιών συνετέλεσε στη διαμόρφωση του συντελεστή ακρίβειας των αγροτικών προϊόντων στο 14% – με αποτέλεσμα να αναγκασθεί η κυβέρνηση να απαγορεύσει τις εξαγωγές κρεμμυδιών, καθώς επίσης κάποιων άλλων βασικών αγροτικών προϊόντων (φακές κλπ).

Παράλληλα, η κεντρική τράπεζα της Ινδίας αύξησε επιθετικά το βασικό επιτόκιο της, κατά 150 μονάδες βάσης (στο 6,25%), έτσι ώστε να καταπολεμηθεί ενεργητικότερα ο πληθωρισμός – χωρίς να φοβάται την είσοδο περισσοτέρων επενδυτικών κεφαλαίων, αφού θα τη βοηθήσουν να καλύψει το έλλειμμα του εμπορικού της Ισοζυγίου. Σε σχέση τώρα με τις υπόλοιπες ασιατικές οικονομίες, o Πίνακας V είναι χαρακτηριστικός:

ΠΙΝΑΚΑΣ V: Μεγέθη ασιατικών οικονομιών με καταγραφή τον Ιανουάριο του 2009

Χώρα Πληθυσμός* ΑΕΠ σε δις $ ΑΕΠ Κατά Κ. $ Χρέος/ΑΕΠ
Ινδονησία 240,27 810,90 3.500 35%
Ν. Κορέα 48,51 1.243,00 25.800 33%
Βιετνάμ 86,98 209,80 2.500 43%
Ταϊλάνδη 65,91 508,60 7.900 38%
Μαλαισία 25,71 345,90 14.200 41%
Ταιβάν 22,97 672,90 29.500 31%
Φιλιππίνες 97,98 285,60 3.100 60%
Σιγκαπούρη 4,65 218,00 48.500 101%

* Σε εκατομμύρια

Πηγή: CIA World Factbook

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα V, οι διαφορές στις οικονομίες των συγκεκριμένων ασιατικών χωρών είναι αρκετά μεγάλες – με τις «τίγρεις» (Ν. Κορέα, Σιγκαπούρη, Ταιβάν) να έχουν αρκετά υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα (συνολικό ΑΕΠ διά του πληθυσμού), αντίστοιχο με τη «δύση». Αναλυτικότερα, τα εξής:

(α) Η Ινδονησία: Ο πληθωρισμός αναρριχήθηκε στο 7% περίπου, με σημαντικές αυξήσεις στα τρόφιμα – ειδικά στο ρύζι (στα μπαχαρικά επίσης), με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να αποφασίσει την εισαγωγή 1,3 εκ. τόνων, έτσι ώστε να μειωθούν οι τιμές. Η κεντρική τράπεζα της χώρας δεν αύξησε τα επιτόκια το 2010 (6,5%), σε αντίθεση με όλα τα υπόλοιπα ασιατικά κράτη, έτσι ώστε να μην πυροδοτήσει την εισαγωγή ξένων κεφαλαίων – προτιμώντας να υποχρεώσει τις εμπορικές τράπεζες της να αυξήσουν τα εγγυητικά κεφάλαια τους στην κεντρική, με στόχο να περιορίσει το δανεισμό. Ας μην ξεχνάμε ότι, τα ξένα κερδοσκοπικά κεφάλαια είχαν καταστρέψει την οικονομία της στο τέλος της δεκαετίας του 90, οδηγώντας την Ινδονησία στα νύχια του ΔΝΤ – από το οποίο υπέφερε τα πάνδεινα τότε. Ο ρυθμός ανάπτυξης υπολογίζεται στο 6%, ενώ προβλέπεται να φθάσει στο 6,4% το 2011.

(β) Η Νότια Κορέα: Το σημαντικότερο πρόβλημα της χώρας είναι η ενδεχόμενη άνοδος της ισοτιμίας του νομίσματος της (αυξήθηκε κατά 2,5% σε σχέση με το δολάριο), η οποίο θα μπορούσε να δυσχεράνει τις εξαγωγές – αν και αυξήθηκαν κατά 23,1%, σε σχέση με το 2009 (η Ν. Κορέα είναι η 7η μεγαλύτερη εξαγωγική χώρα παγκοσμίως). Ο πληθωρισμός ευρίσκεται στο 3,5%, κυρίως λόγω του μεγάλου ρυθμού ανάπτυξης (6,1%), ενώ το βασικό επιτόκιο στο 2,5%.

(γ) Το Βιετνάμ: Οι μεγάλες αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων, τα οποία συμβάλλουν με 40% στη μέτρηση της ακρίβειας, οδήγησαν τον πληθωρισμό στο 11,75% – με αποτέλεσμα να αυξήσει η κυβέρνηση το βασικό επιτόκιο της στο 9%. Εν τούτοις, η κεντρική τράπεζα της χώρας δεν πήρε μέτρα περιορισμού των δανείων που παρέχουν οι εμπορικές τράπεζες και τα οποία αυξήθηκαν κατά 25%. Ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων του Βιετνάμ μετατρέπει τις αποταμιεύσεις του σε δολάρια και χρυσό, έχοντας χάσει την εμπιστοσύνη του στο εθνικό νόμισμα – λόγω του μεγάλου πληθωρισμού. Η κυβέρνηση έχει υποτιμήσει το νόμισμα πέντε φορές μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια – γεγονός που έχει οδηγήσει σε αυξήσεις των τιμών πολλών εισαγομένων προϊόντων και ειδικά των τροφίμων.

(δ) Η Ταϊλάνδη: Η κεντρική τράπεζα της χώρας αύξησε πρόσφατα το βασικό επιτόκιο της στο 2% – λόγω της ανόδου των τιμών των τροφίμων, καθώς επίσης της βενζίνης. Ο πληθωρισμός είναι σχετικά χαμηλός (3%), επειδή η κυβέρνηση αποφάσισε να ελέγξει τις τιμές των προϊόντων (ανώτατα όρια κλπ), κατά τη διάρκεια της κρίσης. Ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να διαμορφωθεί στο 7,5%, παρά τις πλημμύρες, οι οποίες έπληξαν τη χώρα τον Οκτώβριο του 2010 – με κέντρο βάρους τις εξαγωγές (25% άνοδος) και τον τουρισμό.

(ε) Η Μαλαισία: Το βασικό επιτόκιο ανέρχεται στο 2,75%, ενώ ο πληθωρισμός στο 2% – με το έλλειμμα του προϋπολογισμού να περιορίζεται στο 5,3% (από 7% το 2009). Εν τούτοις, επειδή η κυβέρνηση σταμάτησε τις επιδοτήσεις στη ζάχαρη και στη βενζίνη, με στόχο τη μείωση των ελλειμμάτων, είναι πολύ πιθανόν να αντιμετωπίσει άνοδο του πληθωρισμού. Εάν όμως η Μαλαισία αυξήσει το βασικό επιτόκιο της παραπάνω, τότε θα έχει πρόβλημα με το νόμισμα της – η ισοτιμία του οποίου αυξήθηκε το 2010 κατά 12% σε σχέση με το δολάριο.

(στ) Η Ταιβάν: Ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας της χώρας διαμορφώθηκε στο 9,8% στο τρίτο τρίμηνο του 2010, σε σχέση με το 2009 – για το σύνολο του έτους αναμένεται στο 10%. Το γεγονός αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη μεγάλη άνοδο των τιμών στα ακίνητα, στα τρόφιμα και στην ένδυση. Η κεντρική τράπεζα αντέδρασε με αύξηση του βασικού επιτοκίου, η οποία όμως ισχυροποίησε το νόμισμα της κατά 10% σε σχέση με το δολάριο – με αρνητικές συνέπειες για την οικονομία της, η οποία στηρίζεται στις εξαγωγές (το 66% του ΑΕΠ της προέρχεται από τις εξαγωγές). Για να καταπολεμήσει το νέο πρόβλημα, η χώρα αγοράζει συνεχώς δολάρια, ενώ υποχρέωσε τις τράπεζες της στη διατήρηση υψηλοτέρων εγγυητικών κεφαλαίων, για ποσά που τοποθετούνται από ξένους επενδυτές.

(ζ) Οι Φιλιππίνες: Ο πληθωρισμός δεν αποτελεί πρόβλημα για το νησιωτικό κράτος, αφού είναι μόλις 3,8% – με τα βασικά επιτόκια στο 4%. Η ανάπτυξη υπολογίζεται στο 6,5% από 8,2% το προηγούμενο τρίμηνο. Οι ξένοι επενδυτές τοποθέτησαν 4,2 δις $ το τελευταίο ενδεκάμηνο σε μετοχές εταιρειών και σε ομόλογα της χώρας, ενώ το νόμισμα της ανατιμήθηκε κατά 5% σε σχέση με το δολάριο.

(η) Η Σιγκαπούρη: Η χώρα αναπτύχθηκε με τον εκπληκτικό ρυθμό των 14,7% – καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση παγκοσμίως, μετά το Κατάρ. Ως εκ τούτου, ο πληθωρισμός ακολούθησε, με τις τιμές να αυξάνονται κυρίως στις μεταφορές, ακολουθούμενες από τα ακίνητα (11%) και τα τρόφιμα. Η κυβέρνηση αντέδρασε με την ψήφιση ενός ειδικού φόρου στα ακίνητα, για την περίπτωση της πώλησης τους σε λιγότερα από τρία χρόνια, μετά την αγορά τους, με στόχο να αποφευχθεί η κερδοσκοπία. Η χώρα δεν αύξησε τα βασικά επιτόκια, προτιμώντας την ανατίμηση του νομίσματος της, έτσι ώστε να μειωθούν οι πραγματικές τιμές των εισαγομένων εμπορευμάτων.

ΤΟ ΔΝΤ ΚΑΙ Η ΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Όπως έχουμε συμπεράνει από την παραπάνω ανάλυση, ο μεγαλύτερος φόβος όλων σχεδόν των ασιατικών χωρών (αλλά και πολλών άλλων αναπτυσσομένων οικονομιών, όπως η Ρωσία, η Βραζιλία, η Τουρκία κλπ), είναι η είσοδος των ξένων επενδυτικών κεφαλαίων, τα οποία συνήθως τοποθετούνται βραχυπρόθεσμα και κερδοσκοπικά – κυρίως στα χρηματιστήρια, στα ακίνητα και στο εμπόριο, ενώ πολύ λιγότερο σε παραγωγικές επενδύσεις.

Η αιτία είναι το ότι, οι περισσότερες από αυτές τις χώρες έχουν υποστεί την εισβολή του ΔΝΤ, αμέσως μετά τη μαζική έξοδο των επενδυτικών κεφαλαίων από τις αγορές τους, η οποία τις οδήγησε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Κάτι σχετικά ανάλογο έχει επίσης συμβεί στην πατρίδα μας, όταν τα ξένα κεφάλαια τοποθετήθηκαν στο Ελληνικό χρηματιστήριο, επίσης στο εμπόριο, μετά την ατυχή είσοδο μας στην Ευρωζώνη – αποβιομηχανοποιώντας την σε μεγάλο βαθμό.

Περιληπτικά, στις αρχές του Ιουλίου του 1997, ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση στην Ταϊλάνδη – με αποτέλεσμα τη ραγδαία υποτίμηση του νομίσματος της, καθώς επίσης τη μαζική «απόδραση» των ξένων κερδοσκοπικών κεφαλαίων από τη χώρα. Η κεντρική τράπεζα της Ταϊλάνδης, στην προσπάθεια της να ελέγξει την κατάσταση, χρησιμοποίησε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια από τα συναλλαγματικά της αποθέματα – αγοράζοντας το νόμισμα της για να στηρίξει την ισοτιμία του. Δυστυχώς, οι προσπάθειες της απέτυχαν, με αποτέλεσμα να μην έχει τη δυνατότητα η χώρα να πληρώσει τις υποχρεώσεις της – τρείς μόλις εβδομάδες μετά το ξέσπασμα της κρίσης.

Στη συνέχεια, η κρίση εξαπλώθηκε με πολύ γρήγορο ρυθμό στις γειτονικές χώρες – όπως στην Ινδονησία, στην Ταιβάν και στη Ν. Κορέα. Λίγο αργότερα, τα περισσότερα κράτη της περιοχής υποχρεώθηκαν να καταφύγουν στη «βοήθεια» του ΔΝΤ, για να αποφύγουν τη χρεοκοπία (στάση πληρωμών). Οι «πραιτοριανοί» των συνδίκων του διαβόλου, οι οποίοι κατέφθασαν στις ασιατικές χώρες, χρησιμοποίησαν για την καταπολέμηση της κρίσης τις ίδιες μεθόδους, τις οποίες είχαν δοκιμάσει στο Μεξικό – κατά τη διάρκεια της εκεί κρίσης.

Η κρίση όμως του Μεξικού είχε εντελώς διαφορετικές αιτίες, αφού οφειλόταν κυρίως στη «χαλαρή» νομισματική και οικονομική πολιτική της κυβέρνησης του (διαρκή, μεγάλα ελλείμματα προϋπολογισμών κλπ), η οποία είχε σαν αποτέλεσμα τη διαφυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό, τη μαζική φοροδιαφυγή, την τεράστια διαφθορά της πολιτικής εξουσίας, καθώς επίσης την υπερβολική αύξηση του δημοσίου χρέους (κάτι ανάλογο δηλαδή, όσον αφορά τη διαφθορά μόνο, με αυτό που συνέβη στην Ελλάδα). Η ανεύθυνη αυτή πολιτική της διεφθαρμένης ηγεσίας του Μεξικού, είχε δημιουργήσει έναν υπερπληθωρισμό, ο οποίος απειλούσε να καταστρέψει σε ελάχιστο χρονικό διάστημα όλη τη χώρα.

Το ΔΝΤ έθεσε σαν προϋπόθεση για την παροχή δανείων προς την κυβέρνηση του Μεξικού, τον άμεσο περιορισμό των δημοσίων δαπανών, το «πάγωμα» των μισθών, καθώς επίσης τη λήψη αντιπληθωριστικών μέτρων – ουσιαστικά με εγγύηση την παραγωγή πετρελαίου του Μεξικού, από το οποίο εξασφάλισαν ο Η.Π.Α. μεγάλες ποσότητες, σε εξαιρετικά συμφέρουσες τιμές (από τις εισαγωγές αυτές εξοφλήθηκε στην πραγματικότητα, πολλαπλά φυσικά, το ΔΝΤ).

Το ΔΝΤ λοιπόν αποφάσισε να εφαρμόσει την ίδια πολιτική στην κρίση της Ασίας – ανάλογη δηλαδή με αυτήν του Μεξικού, παρά το ότι οι αιτίες εδώ ήταν εντελώς διαφορετικές. Αναλυτικότερα, οι χώρες της περιοχής (Ινδονησία, Ταιβάν, Ν. Κορέα κλπ) είχαν υποχρεωθεί από τις Η.Π.Α. στις αρχές της δεκαετίας του ’90 (ασκήθηκαν τεράστιες πολιτικές πιέσεις εκ μέρους της υπερδύναμης), να καταργήσουν όλους τους νόμους, οι οποίοι εμπόδιζαν την ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων. Ουσιαστικά λοιπόν οι Η.Π.Α. επέβαλλαν τις δέκα εντολές του κεφαλαίου, «απελευθερώνοντας» εντελώς τις τοπικές χρηματαγορές.

Το αποτέλεσμα ήταν η μαζική επέλαση των βραχυπρόθεσμων κερδοσκοπικών κεφαλαίων στις ασιατικές χώρες, με στόχο την εξασφάλιση άμεσων και υπερβολικών κερδών. Τα κεφάλαια αυτά κατέστρεψαν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα τις οικονομίες όλων των χωρών, στις οποίες εισέβαλλαν αφού, αντί να χρηματοδοτούν μακροπρόθεσμα βιομηχανικές και λοιπές επενδύσεις, με λογικά κέρδη, αναζητούσαν τη γρήγορη και υπερβολική κερδοσκοπία.

Έτσι δημιούργησαν τεράστιες κερδοσκοπικές φούσκες στην περιοχή – ειδικά στο χώρο της ακίνητης περιουσίας οι οποίες, όταν «έσπασαν», παρέσυραν τις οικονομίες όλων των χωρών στην καταστροφή (ουσιαστικά κάτι ανάλογο συνέβη στην Ιρλανδία και στην Ισπανία, οδηγώντας τον ιδιωτικό τομέα τους στην υπερχρέωση).

Οι ασιατικές λοιπόν «τίγρεις» αναγκάσθηκαν να ζητήσουν τελικά τη «βοήθεια» των πυροσβεστών του ΔΝΤ, οι οποίοι βέβαια εργαζόταν προς όφελος της χώρας, η οποία προκάλεσε τις πυρκαγιές. Φυσικά το «ταμείο» αντέδρασε θετικά στην αρχή, παρέχοντας τα δάνεια που του ζητήθηκαν – αφού ο πραγματικός σκοπός του ήταν να προστατεύσει από τη χρεοκοπία τις τράπεζες, τα συνταξιοδοτικά ταμεία, τα επενδυτικά κεφάλαια, τους ιδιώτες κερδοσκόπους κλπ (κυρίως αμερικανούς), οι οποίοι είχαν επενδύσει τεράστια ποσά στην ασιατική φούσκα των ακινήτων, «στοιχηματίζοντας» στη συνέχεια στο «σπάσιμο» της, το οποίο θα προκαλούσε τη ραγδαία υποτίμηση των νομισμάτων τους (όπως για παράδειγμα ο G.Soros, ο οποίος πουλούσε ανοιχτά το νόμισμα της Ινδονησίας, οδηγώντας την στη χρεοκοπία).

Τα πρώτα δάνεια λοιπόν δόθηκαν, σε συμφωνία με το ΔΝΤ, με την προϋπόθεση να χρησιμοποιηθούν από τις κυβερνήσεις της Ινδονησίας, της Ταϊλάνδης και της Ν. Κορέας, για την εξόφληση των ξένων κερδοσκόπων. Αμέσως μετά, αφού εξοφλήθηκαν δηλαδή οι «δυτικοί» κερδοσκόποι, ακολούθησε η «θεραπεία-σοκ», με την υποχρέωση των τοπικών πληθυσμών σε μία καταστροφική υφεσιακή πολιτική λιτότητας άνευ προηγουμένου. Οι μισθοί κατακρεουργήθηκαν, οι δαπάνες για την Υγεία, την Παιδεία κλπ. περιορίσθηκαν στο ελάχιστο και τα δάνεια προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις σταμάτησαν σχεδόν εξ ολοκλήρου.

Από τη Ν. Κορέα μέχρι την Ινδονησία, εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένων έχασαν τις θέσεις απασχόλησης τους, οδηγούμενοι στην ανεργία, ενώ απαγορεύθηκε στα κράτη να προσφέρουν οποιουδήποτε είδους βοήθεια στους πληγέντες Πολίτες τους. Πολλά σχολεία έκλεισαν, τα φάρμακα στα νοσοκομεία τελείωσαν, οι άνθρωποι πέθαιναν στους δρόμους, η εγκληματικότητα ξεπέρασε ακόμη και την πιο νοσηρή φαντασία, ενώ η πείνα και η έλλειψη τροφής έφτασαν στο απροχώρητο. Ένας ολόκληρος τομέας της μεσαίας τάξης, η οποία ανήκε στους κερδισμένους της προηγούμενης δεκαετίας, έπαψε πια να υπάρχει.

Όπως πάντα, αυτοί που πλήρωσαν τα περισσότερα ήταν τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα, ενώ η λεηλασία της ιδιωτικής περιουσίας (ακίνητα, οικόπεδα κλπ), μέσω της υπερβολικής φορολόγησης, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Πολλές κοινωφελείς επιχειρήσεις «αποκρατικοποιήθηκαν», καταλήγοντας στην ιδιοκτησία των ξένων πολυεθνικών σε τιμές ευκαιρίας, το κόστος ζωής εκτινάχθηκε στα ύψη, ενώ η δημόσια περιουσία περιήλθε στα χέρια των εισβολέων – πάντοτε με νομιμοφανείς, απόλυτα διαφανείς διαδικασίες.

Η επέλαση του ΔΝΤ δεν είχε τελικά να ζηλέψει τίποτα, σε σχέση με τη διεξαγωγή ενός συμβατικού πολέμου – αφού άφησε ανθρώπινα ερείπια στο πέρασμα της και κοινωνίες που δεν πρόκειται ποτέ να συνέλθουν, από το σοκ της απόλυτης εξαθλίωσης και της καταστροφής. Σε κάθε περίπτωση, οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής της Ασίας δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσουν τα βασανιστήρια που υπέστησαν από τους αιμοχαρείς μισθοφόρους των τοκογλύφων, οι οποίοι δεν έχουν κανενός είδους ηθικούς φραγμούς, όταν «εκτελούν» τις απίστευτες εντολές της «σκιώδους» ηγεσίας τους.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Στο επόμενο, τρίτο και τελευταίο μέρος της ανάλυσης μας «Ο πλανήτης στις φλόγες», θα ασχοληθούμε με την Ιαπωνία, με τη Ρωσία, με τη Νότια Αμερική (τη Βραζιλία κυρίως) και τη Ν. Αφρική, έτσι ώστε να ολοκληρώσουμε σε κάποιο βαθμό τη μεγάλη εικόνα – η οποία όμως διαμορφώνεται και εξελίσσεται συνεχώς, με έναν εξαιρετικά γρήγορο ρυθμό, αδιανόητο μέχρι σήμερα στον πλανήτη (γεγονός που οφείλεται προφανώς στην παγκοσμιοποίηση).

Για παράδειγμα, μόλις τον Ιανουάριο οι κυβερνήσεις της Βραζιλίας, καθώς επίσης της Ν. Αφρικής είχαν προειδοποιήσει ότι θα υποτιμούσαν τα νομίσματα τους – λόγω της ραγδαίας επιδείνωσης των εμπορικών ισοζυγίων τους (μείωση των εξαγωγών, αύξηση των εισαγωγών). Ένα μήνα αργότερα, το θέμα θεωρείται πλέον «ξεπερασμένο» – με τον πληθωρισμό να αποτελεί πια το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ανάπτυξη τους.

Το Περού, η Κίνα, η Κολομβία, η Ινδονησία και η Ρωσία αύξησαν το Φεβρουάριο τα βασικά επιτόκια τους – ενώ στη Ν. Αφρική (η ισοτιμία του νομίσματος της αυξήθηκε κατά 44% σε σχέση με το δολάριο) και στην Ινδονησία, εκπρόσωποι των κυβερνήσεων ή των κεντρικών τραπεζών ανακοίνωσαν ότι, η ισχυρή ισοτιμία των νομισμάτων τους θα μπορούσε να τις προστατεύσει από την κλιμακούμενη απειλή του πληθωρισμού. Παράλληλα, ο βραζιλιάνος υπουργός οικονομικών, ο οποίος τον περασμένο Σεπτέμβρη είχε αναφερθεί δημόσια σε «συναλλαγματικό πόλεμο», αγοράζοντας δολάρια για να προστατεύσει το νόμισμα της χώρας του από τις συνεχείς ανατιμήσεις, δήλωσε πρόσφατα «ανακωχή» των εχθροπραξιών.

Ολοκληρώνοντας, σήμερα αναζητούνται τρόποι ενίσχυσης της ισοτιμίας των νομισμάτων, η οποία θεωρείται ως η καλύτερη άμυνα απέναντι στον πληθωρισμό – ο κίνδυνος από τον οποίο αυξάνεται, επίσης λόγω των αναταραχών στην Αίγυπτο, στο Μπαχρέιν, στην Λιβύη και στην Τυνησία, οι οποίες εκτόξευσαν την τιμή του πετρελαίου στα ύψη. Η αύξηση των επιτοκίων λοιπόν στη δύση είναι μάλλον αναπόφευκτη – γεγονός φυσικά που θα οδηγήσει στη μείωση της ισοτιμίας των νομισμάτων των αναπτυσσομένων οικονομιών, στην έξοδο αρκετών δυτικών κεφαλαίων από τις αγορές τους, καθώς επίσης στην περαιτέρω αύξηση των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας, στις περισσότερες φτωχές περιοχές του πλανήτη.

Ο πόλεμος λοιπόν συνεχίζεται με νέα όπλα, ενώ η εξαθλίωση μεγάλων μερίδων του παγκόσμιου πληθυσμού γίνεται καθημερινά μεγαλύτερη – με όλα όσα κάτι τέτοιο συνεπάγεται. Δυστυχώς για τη χώρα μας, αλλά και για πολλά άλλα υπερχρεωμένα κράτη, η αύξηση των βασικών επιτοκίων θα μπορούσε να σημάνει την αρχή του τέλους – αφού θα υποχρεωθεί στην πληρωμή ακόμη υψηλότερων τόκων, από τα 16 δις € ετησίως που δαπανά σήμερα.

Επομένως, ευρισκόμενοι πραγματικά στη «στροφή του διαβόλου», χωρίς το «όπλο» της ανεξάρτητης νομισματικής πολιτικής, εάν θέλουμε να προλάβουμε την καταστροφή, θα πρέπει να λάβουμε άμεσα, ριζικά, «μη υφεσιακά» μέτρα αντιμετώπισης των ελλειμμάτων και του χρέους μας – ανακοινώνοντας στην Ευρωζώνη πως, είτε θα συνδράμει στην ανάπτυξη της οικονομίας μας, είτε θα προβούμε σε άμεση στάση πληρωμών. «Ανάπτυξη ή χρεοκοπία» είναι λοιπόν το επαναλαμβανόμενο δίλημμα, το οποίο πρέπει να απαντηθεί συναινετικά από το σύνολο της πολιτικής μας ηγεσίας, σε συνεργασία με τους υπολοίπους εταίρους μας στην Ευρωζώνη – ταυτόχρονα με την εκδίωξη του ΔΝΤ από το εσωτερικό της ένωσης.

Βασίλης Βιλιάρδος ©,
viliardos@kbanalysis.com

* Ο Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, σύμβουλος επιχειρήσεων, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ