Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου.

Την Τρίτη 4 Δεκεμβρίου γράφαμε από τις στήλες αυτές ότι, παρά την θέληση του πρωθυπουργού κ. Αντώνη Σαμαρά και την γνώση του υπουργού Οικονομικών καθηγητή κ. Γιάννη Στουρνάρα, η απίθανη ελληνική γραφειοκρατία και η διαφθορά της συνιστούν το μείζον αντιαναπτυξιακό εμπόδιο στην χώρα μας. Την Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου, η οργάνωση Διεθνής Διαφάνεια μάς πληροφορούσε ότι σε καμμία άλλη χώρα της Ευρώπης τα φαινόμενα της διαφθοράς δεν είναι τόσο διαδεδομένα όσο στην Ελλάδα.

Η είδηση αυτή έβλεπε το φως της δημοσιότητος στο Βερολίνο και αμέσως μεταδόθηκε παγκοσμίως από τα ραδιοτηλεοπτικά κύματα της Ντώϋτσε Βέλλε. Έτσι, οι διεθνείς επενδυτές και αποταμιευτές –από τους οποίους θα ζητηθεί και νέο κούρεμα του ελληνικού χρέους– επληροφορούντο ότι με καλύτερη βαθμολογία το 100, η χώρα μας παίρνει μόλις 36 βαθμούς, καταλαμβάνει την πρωτιά στην διαφθορά στην Γηραιά Ήπειρο και την 94η θέση παγκοσμίως (80η το 2011) ανάμεσα σε 174 χώρες –δηλαδή μοιράζεται την ίδια θέση με χώρες όπως η Κολομβία ή το Τζιμπουτί. Αξίζει να σημειωθεί πως ανώτερη βαθμολογία από την Ελλάδα έχουν χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, η Σρι Λάνκα και η Μπουρκίνα Φάσο.

Στην ίδια κατάταξη η Κύπρος, η οποία επίσης έχει πλέον σοβαρά προβλήματα χρέους,  βρίσκεται στην 29η θέση, γεγονός που σίγουρα αποτελεί ζωηρή ακτίνα αισιοδοξίας. Ας σημειωθεί ότι, αμέσως μετά την Κύπρο, ακολουθούν η Ισπανία και η Πορτογαλία, με 65 και 63 βαθμούς αντιστοίχως, που σημαίνει ότι οι χώρες αυτές, αν και προβληματικές στην ευρωζώνη, μπορούν να αισιοδοξούν ως προς την προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων –κάτι που δεν ισχύει για την Ιταλία, η οποία με 42 βαθμούς βρίσκεται στην 72η θέση κατατάξεως. Ωστόσο, η γειτονική μας χώρα διαθέτει μία ισχυρή εξαγωγική μηχανή και μία κυβέρνηση που κάνει σοβαρές μεταρρυθμίσεις.

Για την ελληνική θέση στην κατάταξη της Διεθνούς Διαφάνειας –το τμήμα της οποίας στην Ελλάδα προεδρεύεται από τον κ.Κώστα Μπακούρη– ίσως κάποιοι να σηκώσουν αδιάφορα τους ώμους, δεδομένου πως η οργάνωση επισημαίνει αυξημένη διαφθορά σε παγκόσμιο επίπεδο, τονίζοντας ότι τα δύο τρίτα των 174 χωρών που εξετάζονται έχουν βαθμολογία κάτω των 50 βαθμών. Κατά κύριο δε λόγο, αυτή η κατάσταση οφείλεται στην αδιαφάνεια που χαρακτηρίζει τις εθνικές γραφειοκρατίες και τις αρθρώσεις τους στα συστήματα πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Παρόλα αυτά, η σχετική παγκοσμιοποίηση της διαφθοράς δεν δικαιολογεί την ελληνική κατάταξη και κυρίως την επιδείνωσή της από έτος σε έτος.

Στο επίπεδο αυτό, όμως, τίθεται για μία ακόμη φορά το θέμα της γραφειοκρατίας και της γενεσιουργού αφετηρίας της, που είναι το νεοελληνικό φαυλοκρατικό πολιτικό σύστημα. Αυτό είναι σήμερα το πραγματικό καυτό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας και όντως μάς είναι πολύ δύσκολο να δούμε με ποιους τρόπους μια βαθειά ριζωμένη κατάσταση θα μπορούσε να αλλάξει και από ποιους. Διότι, σήμερα, σε παγκόσμιο επίπεδο πλέον, τα φαινόμενα διαφθοράς γίνονται με μεγάλη ταχύτητα γνωστά και όπως είναι φυσικό επηρεάζουν τόσο τις επενδυτικές αποφάσεις όσο και τις στρατηγικές επιλογές των πολυεθνικών επιχειρήσεων. Ήδη, ο ευρωπαϊκός νότος και ειδικότερα η Ελλάδα θεωρούνται περιοχές που δεν προκρίνονται για επενδύσεις –γεγονός με ευρύτερες οικονομικές επιπτώσεις στο σύνολο της ευρωπαϊκής οικονομίας. Εξάλλου, η έκθεση της Διεθνούς Διαφάνειας τονίζει ότι η διαφθορά κοστίζει στην Ένωση κάπου 120 δισεκατ. ευρώ τον χρόνο, ποσό σημαντικό στις παρούσες συνθήκες κρίσεως και οικονομικής στασιμότητος.

Υπό αυτές τις συνθήκες, για την Ελλάδα και το οικονομικό της μέλλον η καταπολέμηση της διαφθοράς θα πρέπει να αποτελέσει ύψιστη προτεραιότητα. Για να υλοποιηθεί δε ένα τέτοιο σχέδιο είναι πλέον εκ των ων ουκ άνευ η ψηφιοποίηση του ελληνικού δημόσιου χώρου, ο οποίος βρίσκεται ακόμα στην εποχή του αραμπά. Στο επίπεδο αυτό, πρέπει να επισημάνουμε ότι το γεγονός πως οι σκανδιναβικές χώρες είναι αυτές που παρουσιάζουν τα λιγότερα κρούσματα διαφθοράς και αδιαφάνειας, οφείλεται στο ότι, πέραν όλων των άλλων κριτηρίων, είναι απολύτως προσαρμοσμένες στην ψηφιακή εποχή και τις σχετικές τεχνολογίες της. Επίσης, αν οι οικονομίες αυτές έχουν σήμερα τις υψηλότερες επιδόσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτό οφείλεται και στην ανάπτυξη του ηλεκτρονικού τους εμπορίου –το οποίο, στην Φινλανδία για παράδειγμα, καλύπτει το 10% του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος της χώρας αυτής και ξεπερνά περίπου 100 φορές τα αντίστοιχα ελληνικά μεγέθη. Σημειώνουμε, επίσης, ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο αποτελεί και σοβαρό εξαγωγικό ατού για τις χώρες της βόρειας Ευρώπης, με τις ανάλογες θετικές επιπτώσεις και στα εμπορικά τους ισοζύγια.

Είναι λοιπόν σαφές ότι η ψηφιοποίηση της οικονομίας αποτελεί ταυτοχρόνως αναπτυξιακό εργαλείο, αλλά και παράγοντα καταπολεμήσεως της διαφθοράς. Προφανώς δε αυτός είναι και ο λόγος που συγκεκριμένες ομάδες –και τα συμφέροντα που αυτές εξυπηρετούν– όχι μόνον αντιστέκονται στην ψηφιοποίηση της ελληνικής δημόσιας διοικήσεως, αλλά και την υπονομεύουν με κάθε μέσο. Ακόμα χειρότερα, εμφανίζουν την υπονόμευση αυτή ως «πρόοδο» και «αντίσταση στο πολυεθνικό κεφάλαιο»…

Είναι λοιπόν καιρός η κυβέρνηση να προχωρήσει σε γενναίες αποφάσεις κα να αφήσει κατά μέρος τα διάφορα «ΘΑ» που εκτοξεύονται προς πάσα κατεύθυνση με την ευκαιρία επίσημων συνεδριακών και άλλων εκδηλώσεων.

*O Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος πραγματοποίησε τις γυμνασιακές του σπουδές διαδοχικά, στη Σχολή Μπερζάν, στο Λεόντειο Λύκειο και στο Αρέθειο. Στη συνέχεια, σπούδασε στο Βέλγιο Οικονομικές και Εμπορικές Επιστήμες εφαρμοσμένες στις υπό ανάπτυξη χώρες. Πτυχιούχος του Πανεπιστημιακού Κέντρου της Μονς, παρακολούθησε, επίσης, στα πανεπιστήμια της Λιέγης, της Λίλλης και των Βρυξελλών, Πολιτική Οικονομία και Κοινωνιολογία, Δημοσιογραφία και Τεχνικές Επικοινωνίας, Φιλοσοφία και Οικονομική των Επιχειρήσεων. Με τη δημοσιογραφία ασχολήθηκε το 1956, σαν συνεργάτης της “Αθλητικής Ηχούς” και του “Νεολόγου Πατρών”. Το 1963 προσελήφθη ως συντάκτης στον “Οικονομικό Ταχυδρόμο” και το “Οικονομικό Βήμα” και από το 1966 υπήρξε ανταποκριτής τους στο Βέλγιο. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1977 και ξανάρχισε τη συνεργασία του με τον “Οικονομικό Ταχυδρόμο” στο τέλος της ίδιας χρονιάς. Συνεργασία που σταμάτησε τον Ιούλιο του 2004, με αφορμή τη διακοπή της κυκλοφορίας του περιοδικού. Στην πολυετή σταδιοδρομία του συνεργάστηκε με τις εφημερίδες “Ελεύθερος Τύπος”, “Απογευματινή”, “Τύπος της Κυριακής”, “Πελοπόννησος” της Πάτρας, “Μακεδονία”, “Θεσσαλονίκη”, κ.α. Όπως επίσης και με τα γνωστά περιοδικά “Status”, “Manager”, “Retail”, κ.α. Σήμερα αρθρογραφεί στις εφημερίδες “Εστία”, “Ναυτεμπορική”, “Κόσμος Σαββατοκύριακο” και “Βήμα της Αιγιαλείας”. Επιμελείται την εκπομπή “Δρόμοι της Ανάπτυξης” της Ελληνικής Εταιρείας Διοικήσεως Επιχειρήσεων στο Κανάλι 10/ Sbc και είναι σύμβουλος της εκπομπής “Καρριέρα: Πού;” στο ίδιο τηλεοπτικό κανάλι. Είναι επίσης επίτιμος διεθνής πρόεδρος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων, πρόεδρος του ελληνικού της τμήματος και μέλος της ΔΣ της Ένωσης Συντακτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Έχει βραβευθεί με 42 ελληνικά και διεθνή δημοσιογραφικά βραβεία και είναι Ιππότης της Τιμής της Γαλλικής και της Ουγγρικής Δημοκρατίας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ