Γράφει ο Σωτήριος Οικονόμου, Δάσκαλος -Συγγραφέας.

Η κοινωνικοοικονομική κατάσταση στη χώρα βαίνει από το κακό στο χειρότερο σημείο. Κάποιοι Έλληνες λουφάζουν αποδεχόμενοι μοιρολατρικά τα όσα συμβαίνουν. Άλλοι προσπαθούν να εμφυσήσουν τον προβληματισμό και να διεγείρουν την αγωνιστική διάθεση των υπολοίπων και άλλοι αναλώνονται σε έντονες και επιμήκεις συζητήσεις αναζήτησης των αιτίων και απόδοσης των ευθυνών.

  Μια τέτοια συζήτηση διεξαγόταν στην πλατεία από αρκετούς παρευρισκόμενους, κυρίως απολυμένους εργαζόμενους, ανέργους και χαμηλοσυνταξιούχους, οι οποίοι ένιωθαν βαθιά την κρίση στην ζωή τους.

  Ένας περαστικός άκουσε το θέμα που απασχολούσε τους συζητητές και αποφάσισε να συμμετάσχει ενεργά σ’ αυτήν, ώστε να δοθεί η δυνατότητα εξαγωγής ξεκάθαρων και διδακτικών συμπερασμάτων, αφού υπήρχε η σχετική αδυναμία.  

-Θα σας εξιστορήσω ένα περιστατικό από τον αγροτικό κόσμο τους είπε και νομίζω πως μετά θα είστε σε πολύ καλή θέση να αντιληφθείτε την ορθή απάντηση στο πρόβλημα που σας απασχολεί.

  Εκείνοι εσιώπησαν  απότομα, δίνοντάς του έτσι έμπρακτα τον λόγο.

– « Ήταν κάποτε ένας γεωργός, άρχισε να αφηγείται ο εμβόλιμος συζητητής, ο οποίος με την φροντισμένη εργασία του είχε δημιουργήσει έναν ζηλευτό λαχανόκηπο με πολλά και ποικίλα φυτά. Τα φυτά αυτά ήταν γεμάτα από άνθη και  καρπούς. Δικαιολογημένα, λοιπόν, ο δημιουργός, ευρισκόμενος σε πλήρη ευφορία, απολάμβανε τα αγαθά της επίπονης εργασίας του.

  Επάνω στα άνθη βούιζαν σμήνη μελισσών, που παράλληλα με τη λήψη της τροφής τους βοηθούσαν στην επικονίαση και κατά συνέπεια στη δημιουργία νέων καρπών.

Δίπλα χρυσοκάνθαροι, οι οποίοι είχαν παρατήσει τις κοπριές τους, απομυζούσαν τους γλυκύτατους χυμούς των ώριμων καρπών των φυτών.

  Μόλις τους αντελήφθη ο γιος του γεωργού, προσπάθησε με φωνές και χειρονομίες να τους αποπέμψει από τους καρπούς, ενώ ο ίδιος επιδόθηκε στην εκδίωξη των μελισσών από τα άνθη.

  Το παιδί μάταια εκλιπαρούσε τον πατέρα του για να αφήσει ελεύθερες τις μέλισσες.

– Έλα, του είπε, να διώξουμε τους χρυσοκάνθαρους, διότι αυτοί είναι που επιφέρουν την ζημιά!

– Οι μέλισσες είναι επικίνδυνες, επειδή υπάρχει περίπτωση να μας τσιμπήσουν! Επέμεινε εκείνος.

– Αν δεν παραβείς τον φυσικό νόμο της ζωής τους, μη ενοχλώντας τες, δεν θα σου προξενήσουν κακό αλλά καλό, συνέχισε το παιδί.

  Και…..ενώ συνέβαιναν αυτά, μέσα στον πανικό που δημιουργήθηκε κάποιοι χρυσοκάνθαροι, προσπαθώντας να διαφύγουν, έπεσαν ανάσκελα στο χώμα, λαμβάνοντας θέση επικείμενου θανάτου. ( Έτσι ψοφούν τα περισσότερα έντομα, λόγω του ότι αδυνατούν να επαναφέρουν το σώμα τους στην φυσική θέση κίνησης).

Οι μέλισσες και οι υπόλοιποι χρυσοκάνθαροι άνοιξαν τα φτερά τους και πέταξαν βιαστικά, όσο πιο μακριά μπορούσαν, θορυβημένοι μέσα σε ένα ξέφρενο βουητό.

  Τότε ο γεωργός έσκυψε και έπιασε με το χέρι τους ευρισκόμενους ανάσκελα χρυσοκάνθαρους, οι οποίοι έκαναν απεγνωσμένες προσπάθειες να επαναφέρουν σε τροχιά εκκίνησης το σώμα τους,  με σκοπό να τους βοηθήσει να πετάξουν.

– Τι κάνεις εκεί; Τον ρώτησε αναστατωμένο το παιδί.

– Τους βοηθώ για να επιβιώσουν!

– Να επιβιώσουν για να μας καταστρέψουν στην συνέχεια και τους υπόλοιπους καρπούς; Ή μήπως έχεις την ψευδαίσθηση ότι θα παραμείνουν στις κοπριές τους!

– Και….να τους σκοτώσω, θα έρθουν πάλι άλλοι!

– Δεν νομίζω, διότι θα φοβηθούν! Εξάλλου μπορούμε να τους αντιμετωπίσουμε δυναμικά και να τους διώξουμε! Αρκεί να είμαστε σε εγρήγορση!

– Για κοίτα! Είναι πάρα πολύ εμφανίσιμοι! Δεν έχουν πανέμορφα φτερά; Αλλά και από δύναμη δεν υπολείπονται! Φαίνονται ρωμαλέα έντομα!

– Αν είχαν την δύναμη που τους αποδίδεις, θα είχαν επαναφέρει ως τώρα το σώμα τους μόνοι χωρίς την βοήθειά σου! Η γνώμη μου πάντως είναι να τους αφήσεις ανάσκελα για να ψοφήσουν!

– Εγώ θα τους δώσω συνέχεια στη ζωή, επειδή τους συμπαθώ. Δεν βλέπεις πόσο εντυπωσιακοί είναι!

– Εγώ βλέπω, αλλά εσύ δεν έχεις μάτια να δεις την επικείμενη καταστροφή!

Ένα πάντως πρέπει να ξέρεις. Αυτόν που έρχεται συνειδητά και οργανωμένα για να σε καταστρέψει, τον αποδυναμώνεις και τον αφανίζεις από το προσκήνιο, όταν έχεις την δυνατότητα, διότι αλλιώς κινδυνεύεις να χαρακτηριστείς ηλίθιος!

  Ο γεωργός δεν έδωσε σημασία στα λόγια του γιου του, τα οποία δυστυχώς μετά από λίγο χρονικό διάστημα επαληθεύτηκαν.

  Την επόμενη κιόλας ημέρα, ενώ επικρατούσε απόλυτη ηρεμία στον λαχανόκηπο, οι χρυσοκάνθαροι, που επέζησαν με την συνδρομή του γεωργού, επέδραμαν  σαν γερμανικά αεροπλάνα «Στούκας» στους εναπομείναντες ώριμους καρπούς, απομύζησαν τον χυμό τους και τους κατέστρεψαν. Τα δε άνθη, άχρηστα πλέον, έπεσαν μαραμένα στο τσαπισμένο χώμα , διότι δεν υπήρχαν μέλισσες, ώστε να βοηθήσουν στην γονιμοποίηση και κατά συνέπεια στην δημιουργία νέων καρπών.

  Στον διπλανό λαχανόκηπο γινόταν πανηγύρι. Ο ιδιοκτήτης του έτριβε τα χέρια από ιδιαίτερη χαρά, διότι απέφυγε την επιλεκτική καταστροφική επίθεση των εντόμων και έτσι λόγω ελλείψεως καρπών στην αγορά θα πουλιούνταν τα προϊόντα του σε πιο υψηλές τιμές με αποτέλεσμα αυτός να πλουτίσει.

  Όταν πήγε ο γεωργός στον κήπο, ήταν ήδη αργά. Η καταστροφή είχε επέλθει.

 Η συναισθηματική του έξαρση που τον οδήγησε στην υπερεκτίμηση επουσιωδών στοιχείων, όπως ήταν η φαινομενική δυναμική και η ομορφιά των χρυσοκάνθαρων καθώς επίσης και η περιορισμένη νοητική του αντίληψη να συλλάβει το οικογενειακό του όφελος, που δεν ήταν άλλο παρά η συνέχιση της καρποφορίας των φυτών και η προστασία των ήδη υπαρχόντων καρπών, δημιούργησε αυτήν την θλιβερή κατάσταση.

  Έτσι, λοιπόν, η οικογένεια του γεωργού στερήθηκε τα έσοδα από την πώληση των καρπών, με τα οποία θα πλήρωνε τα καλλιεργητικά έξοδα και θα κάλυπτε τις ανάγκες επιβίωσής της. Αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος ήταν να  βυθιστεί στην ανέχεια και στην εξαθλίωση, διότι κανένας δεν της έδινε χρήματα. Μόνον, αν έβαζε ενέχυρο το κτήμα ή αν το πουλούσε σε εξευτελιστική τιμή.

  Αφού είδε κι απόειδε ο γεωργός ότι η κατάσταση όχι μόνον δεν θα άλλαζε προς το καλύτερο, αλλά θα επιδεινωνόταν, έλαβε την μεγάλη απόφαση να παρατήσει τον κήπο χέρσο και  να αλλάξει τόπο, να ξενιτευτεί, ελπίζοντας στην συνέχιση της ζωής της οικογενείας του.

  Όταν ήρθε η στιγμή της αναχώρησης, αναφώνησε.

– Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα!

– Στον Άδη, πατέρα, όπως λένε και οι θρησκευόμενοι, δεν υπάρχει μετάνοια! Μόνο τιμωρία! Γι’ αυτό, λοιπόν, θα υποστούμε κι εμείς τις συνέπειες της δικής σου λανθασμένης ενέργειας!

 – Για να δούμε τώρα, χρυσοκάνθαροι, τι θα βρείτε να φάτε! Την κοπριά θα λαμανίζετε μια ζωή!

– Όσο και να καταριέται κάποιος τον διάβολο ετεροχρονισμένα, αυτόν δηλαδή τον μυστηριώδη αίτιο του κακού, δεν καταφέρνει κάτι, διότι κύριος υπεύθυνος των πράξεων είναι ο νους του ανθρώπου! Αυτός είναι ο ποιητής των σπουδαίων έργων της ζωής, αυτός και το τέρας της καταστροφής τους! Απάντησε ο γιος, που απεγνωσμένα είχε προσπαθήσει να του αλλάξει γνώμη, ώστε να αφήσει τους χρυσοκάνθαρους να ψοφήσουν.»

 Έτσι, λοιπόν, είναι, φίλοι μου, συνέχισε ο αφηγητής της ανωτέρω ιστορίας. Αυτούς τους πολιτικούς που μας είχαν αρχικά βουλιάξει μέσα στον βούρκο ψηφίσαμε, αυτήν την πολιτική που εφάρμοσαν υποστηρίξαμε. Αντί, λοιπόν, να γκρινιάζουμε εκ των υστέρων για το υπάρχον κακό, ας αναλογιστούμε  τις δικές μας ευθύνες και ας δούμε πως θα αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα!

  Μπορεί η ανθρώπινη ταυτότητα να διαμορφώνεται ως ένα σημείο από τα κληρονομικά στοιχεία, όμως αυτή έχει πολύ μεγάλη σχέση με την ποσότητα και την ποιότητα τόσο της βιολογικής τροφής που μπαίνει στο στομάχι όσο και της πνευματικής στο μυαλό καθώς επίσης και τον τρόπο επεξεργασίας τους.

Μυαλό είχαμε! Πριν να φτάσουμε σ’ αυτήν την οδυνηρή θέση, ας το αξιοποιούσαμε ανάλογα!  Χρυσοκάνθαροι στην κοινωνία υπήρχαν και θα υπάρχουν. Αν φτιάξουμε προσωπικότητα θωρακισμένη κι όχι άτομο ευάλωτο, τότε μπορούμε να τους έχουμε μονίμως στην κοπριά παρά στους καρπούς της ζωής μας! Αρκεί να το θελήσουμε!

  Αυτά είπε ο περαστικός και συνέχισε τον δρόμο του, ενώ τα υπόλοιπα μέλη της ομήγυρης διασκορπίστηκαν προβληματισμένα και σκεπτόμενα για το ποια θα είναι η στάση ζωής τους στο μέλλον χρονικό διάστημα.

                                                                                

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ