Μάριου Μιχαηλίδη, Ανατολικά της Αττάλειας Βόρεια της Λευκωσίας, Μυθιστόρημα, εκδ. Momentum 2014

Γράφει ο Νικήτας Παρίσης*

Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 ο Μάριος Μιχαηλίδης, μου διάβασε από τα ιδιαίτερα επιμελημένα χειρόγραφά τoυ, ορισμένα ποιητικά του κείμενα. Στάθηκα και σχολίασα μερικούς στίχους. Με είχαν εντυπωσιάσει. Πύκνωναν ένα προσωπικό – οικογενειακό βίωμα· δραματοποιούσαν, με ποιητική απλότητα, μια τεταμένη ιστορική στιγμή. Εξέφραζαν τη συλλογική μνήμη με απλό αλλά δραστικό τρόπο.attaleia

Φαίνεται πως εκείνο το βίωμα της τεταμένης ιστορικής στιγμής παρέμεινε εν υπνώσει στο συγγραφικό υποσυνείδητο του Μάριου Μιχαηλίδη. Κάποια στιγμή το βίωμα ξύπνησε και άρχισε η διαδικασία του συγγραφικού τόκου, της γέννησης δηλαδή μιας μυθιστορηματικής γραφής. Αυτή, ακριβώς, η στιχογενής γραφή πήρε το οριστικό της σχήμα, στη νουβέλα «Ανατολικά της Αττάλειας – Βόρεια της Λευκωσίας».

Και ενώ η μυθογόνος ουσία του βιβλίου είναι στίχοι δραματικοί που τους εντοπίζει κανείς στη συλλογή «Τα Ανεξίτηλα» (Δόμος, 1987), το ερώτημα παραμένει: δηλαδή, τι βιβλίο είναι η Αττάλεια; Τι είδους πρωτογενή υλικά το συνθέτουν και το συγκροτούν;

Το περίγραμμα αλλά και το βαθύ υπόστρωμα του βιβλίου ανήκει στο χώρο της ιστορικής ύλης και της ιστορικής περιπέτειας. Μέσα δηλαδή στο βιβλίο ακούγεται ζωντανός και άμεσος ο ήχος, ο πόνος, ο καημός, οι συμφορές, τα ασήκωτα και τα αβάσταχτα βάσανα που γεννάει η ιστορική περιπέτεια και τα γεύονται όλα αυτά, ως πικρό φαρμάκι, οι άνθρωποι. Ο ήχος και ο απόηχος αυτών των γεγονότων ανήκει σε ένα ιστορικό τόξο που ξεκινάει απ’ τα χρόνια της μικρασιατικής καταστροφής και κλείνει στο δραματικό για την Κύπρο καλοκαίρι του 1974. Τότε που το σώμα του ελληνικού νησιού δοκίμαζε και δοκιμαζόταν από την εισβολή του τουρκικού βαρβαρισμού.

Από τα προηγούμενα, εύλογα προκύπτει το ερώτημα αν στη νουβέλα του Μιχαηλίδη αφηγηματοποιείται συγκεκριμένη ιστορική ύλη. Η απάντηση είναι: όχι, ακριβώς. Ούτε η ιστορία αφηγηματοποιείται ούτε η αφήγηση ιστορικοποιείται. Δε συμβαίνει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Απλώς, η ιστορία είναι το αχνό περίγραμμα αλλά και το βαθύ υπόστρωμα της αφήγησης. Και η αφήγηση είναι η ιστορία και η περιπέτεια, μέσα στην ιστορία, μιας οικογένειας. Είναι η ευρύτερη οικογένεια του πρωτοπρόσωπου αφηγητή που ταυτίζεται με το πρόσωπο του συγγραφέα.

Στην αφήγηση παρακολουθούμε τους δύσκολους βηματισμούς αυτής της οικογένειας. Η αφήγηση, τελικά, είναι ένα πλέγμα πολύφθογγων βιωμάτων, που ακούγονται μέσα στον αχό της συλλογικής περιπέτειας και μνήμης που βέβαια εγγράφονται στον κόσμο της ιστορίας.

Πιο απλά, ενδεχομένως και πιο συνθηματικά: η αφήγηση στο βιβλίο του Μ. είναι η μικροϊστορία μιας οικογένειας, της ευρύτερης οικογένειας του συγγραφέα, που ως οικογενειακή περιπέτεια εξελίσσεται μέσα στο ευρύ πλαίσιο της μεγάλης, της «επίσημης» ιστορίας.

Αυτή, ακριβώς, είναι η βασική πρωτοτυπία ή η συγγραφική ιδιαιτερότητα του βιβλίου. Το γεγονός δηλαδή ότι διαπλέκει και συνυφαίνει τη μείζονα ιστορία με μία ελάσσονα. Την αφηγηματική όμως πρωτοκαθεδρία την έχει η ελάσσων ιστορία. Σ’ αυτή την έντονη προβολή του ελάσσονος, μέσα στον ορυμαγδό του μείζονος, βρίσκεται το αφηγηματικό εύρημα, απ’ το οποίο εκρέει το πιο χαρακτηριστικό και το πιο έντονο στοιχείο του βιβλίου: η συγκινησιακή του δυναμική.

Όντως, υπάρχουν στιγμές που ο αναγνώστης, καθώς ο αφηγηματικός μύθος εξελίσσεται και ανελίσσεται, νιώθει ως συγκινησιακό στοιχείο αυτή την εσωτερική ταραχή, το εσωτερικό σκίρτημα που προκαλούν τα εξιστορούμενα περιστατικά.

Και αυτό είναι ένα αποτέλεσμα που το προκαλεί η γνήσια, η ατόφια η αυθεντική λογοτεχνία. Η θέση αυτή αποτελεί ευθεία απάντηση στο ερώτημα που κατά καιρούς τίθεται, αν και κατά πόσο υπάρχουν κάποια σαφή κριτήρια που ξεχωρίζουν τη γνήσια λογοτεχνία από την ανάλαφρη και παίζουσα.

Σαφέστατα και υπάρχουν αυτά τα κριτήρια. Όταν η ανάγνωση ενός βιβλίου προκαλεί στον αναγνώστη ταραχή ψυχής, εσωτερική ανάταση ή αναστάτωση, συγκίνηση στο μέγιστο, γεύση αναγνωστικής απόλαυσης, στοχαστικές αναμοχλεύσεις και μια ένταση να μη τελειώνει το νήμα του μύθου, όλα αυτά συνιστούν τη γνήσια ταυτότητα της λογοτεχνίας, της λογοτεχνίας που συγκινεί, συναρπάζει, αναστατώνει και που προκαλεί θυμό και οργή για το άδικο που κυριαρχεί στον κόσμο και τη ζωή και για τους πολλούς, τους πάσχοντες, τους κυνηγημένους, τους πεινασμένους, τους άστεγους, τους καταδικασμένους να ζουν σε κατάσταση πολλαπλής στέρησης και ένδειας.

Αυτή την ταραχή, τη συγκίνηση και το εσωτερικό λαχάνιασμα, όλα αυτά τα νιώθει κανείς διαβάζοντας το νέο βιβλίο του Μάριου Μιχαηλίδη «Ανατολικά της Αττάλειας-Βόρεια της Λευκωσίας». Πρόκειται για γνήσια, αυθεντική λογοτεχνία που χωρίς να πέφτει στο εύκολο και το μελό, προσφέρει συγκίνηση, για τη σκληρή μοίρα των ανθρώπων, τα βάσανα και τους κατατρεγμούς. Ασφαλώς, αυτό, γίνεται ιδιαιτέρως αντιληπτό από εκείνους που η ζωή τους «προίκισε» με εκείνη τη βιοθεωρία η οποία, εκτός των άλλων, τους κάνει να βλέπουν με συμπαθητική όραση τη λογοτεχνία που μιλάει για τους ηττημένους της ζωής, γι’ αυτούς που κουβαλάνε μέσα τους τα ματαιωμένα όνειρα.

Ο Μάριος Μιχαηλίδης μέσα σε μια επταετία έχει γράψει 4 πεζά έργα. Το καθένα έχει τη δική του λογοτεχνική ιδιαιτερότητα. Το πρώτο, ο Οστεοφύλαξ, παραμένει μόνο, μοναδικό και ανεπανάληπτο. Είναι η γοητεία μιας ιδιότυπης γλώσσας και τα σπάνια ευρήματα του μύθου. Το διαβάζεις και νιώθεις εφαπτόμενος με τη λογοτεχνική γοητεία.

Τα άλλα δύο είναι επίσης ευρηματικά έργα, που πολύ συχνά συνυφαίνουν τη γοητεία της ποιητικής έκφρασης με την ωριμότητα του πεζού λόγου. Όμως το τελευταίο είναι το πιο ώριμο αφηγηματικά και το πιο προωθημένο ως αφηγηματική γλώσσα.

Ο Μάριος Μιχαηλίδης ως πεζογράφος έχει πλέον κατακτημένη λογοτεχνική ταυτότητα. Κι αυτό του επιτρέπει να πορεύεται στους ωραίους δρόμους της λογοτεχνικής ωριμότητας. Είναι το εύσημο που κέρδισε απ’ τη ζωή.

*Ο φιλόλογος και συγγραφέας Νικήτας Παρίσης είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ