– “Ο ΣΥΡΙΖΑ μεταμορφώθηκε σε ένα μετριοπαθές κεντρώο κόμμα, καθώς έχει αλλάξει η πολιτική αφήγηση του Αλέξη Τσίπρα και δεν δίνεται πλέον έμφαση στην σύγκρουση με τους Ευρωπαίους πιστωτές”.

Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου.

Η “Deutsche Bank”, σε ανάλυσή της για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα και τα διάφορα σενάρια, διατυπώνει την διαπίστωση, ότι δεν υπάρχει πλέον στον πολιτικό διάλογο ναι ή όχι στο Μνημόνιο, αλλά ναι ή όχι στο ευρώ. Στην ανάλυσή της αυτή η “Deutsche Bank” αποτιμά θετικά τις εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος, καθώς βλέπει να οδηγούν σε πολιτική σταθερότητα. Αν και περιγράφει πιθανά σενάρια αστάθειας (όπως επαναληπτικές εκλογές, ισχυρή αντιμνημονιακή ψήφος, κυβέρνηση μειοψηφίας), αυτά δεν τα θεωρεί πολύ πιθανά.

(c)ellinikignomi
(c)ellinikignomi

Η πορεία της Ελλάδας προς τη σταθερότητα και την ανάκαμψη, όπως αναφέρει στην ανάλυσή της, μπορεί να παραμένει γεμάτη δυσκολίες, όμως διαπιστώνει, ότι σήμερα, μετά από έξι μήνες αβεβαιότητας, υπάρχουν πλέον τα πολιτικά συστατικά για μια πορεία προς την σταθεροποίηση . Η Deutsche Bank εκτιμά, ότι η πολιτική σταθερότητα είναι στοιχείο εξαιρετικά σημαντικό, αφού τους τελευταίους μήνες ήταν τα πολιτικά και όχι τα οικονομικά και χρηματοοικονομικά ρίσκα ο βασικός λόγος της αποσταθεροποίησης. Και όπως σχολιάζει, η έλευση πολιτικής ισορροπίας μπορεί να αποδειχθεί η σημαντική αντισταθμιστική δύναμη στο οικονομικό κόστος, που έχει προκύψει από την εφετινή κρίση.

“Ο ΣΥΡΙΖΑ μεταμορφώθηκε σε ένα μετριοπαθές κεντρώο κόμμα, καθώς έχει αλλάξει η πολιτική αφήγηση του Αλέξη Τσίπρα και δεν δίνεται πλέον έμφαση στην σύγκρουση με τους Ευρωπαίους πιστωτές”

Την αισιόδοξη αυτή εκτίμηση την βασίζει, στο ότι δεν υπάρχει πλέον μεγάλο κόμμα, που να ενστερνίζεται ταυτόχρονα την παραμονή στην Eυρωζώνη και την επιθετική επαναδιαπραγμάτευση του Mνημονίου . Αντίθετα, η πολιτική διαχωριστική γραμμή, που υπάρχει σήμερα, είναι μεταξύ αυτών, που υποστηρίζουν την εφαρμογή του προγράμματος (με όποιες αλλαγές μπορεί να γίνουν) και όσων ανοικτά δηλώνουν έτοιμοι να αντέξουν το κόστος εξόδου από το ευρώ.
Η ανάλυση περιγράφει την μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα μετριοπαθές κεντρώο κόμμα, καθώς έχει αλλάξει η πολιτική αφήγηση του Αλέξη Τσίπρα και δεν δίνεται πλέον έμφαση στην σύγκρουση με τους Ευρωπαίους πιστωτές, αλλά στην ικανότητα του κόμματος να εξασφαλίσει μια δικαιότερη κοινωνικά εφαρμογή του Mνημονίου. Υπάρχει ισχυρή κριτική, απέναντι σε όσους είπαν «όχι» στην Συμφωνία και η έξοδος από το ευρώ έχει πλήρως αποκλειστεί, δίνοντας παράλληλα έμφαση στις καταστροφικές συνέπειες μιας τέτοιας επιλογής.

“Οι αποχωρήσεις βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και η δημιουργία της “Λαϊκής Ενότητας” έπληξαν το ηγετικό προφίλ του Αλέξη Τσίπρα και προκάλεσαν σημαντικό κόστος για το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ”

Η “Deutsche Bank” βλέπει, ότι ανοίγεται ένα μονοπάτι προς την σταθεροποίηση και δίνει έμφαση στο γεγονός, ότι ο Αλέξης Τσίπρας έχει τον πλήρη έλεγχο για την κατάρτιση της λίστας των υποψηφίων, εξασφαλίζοντας έτσι, ότι η νέα κοινοβουλευτική ομάδα θα είναι περισσότερο «ενωμένη» και θα στηρίζει την ηγεσία του κόμματος.
Σημαντικό στοιχείο για την επόμενη ημέρα είναι, ότι παρά τα σκληρά μέτρα του Μνημονίου, το ποσοστό όσων ψηφοφόρων τάσσονται υπέρ της παραμονής στο ευρώ φτάνει το 70%. Αυτό εξηγεί, γιατί η “Λαϊκή Ενότητα” δείχνει να είναι κάτω από το 5%, αδυνατώντας να κεφαλαιοποιήσει πλήρως τις απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, μετριοπαθή, όπως τα χαρακτηρίζει, κόμματα (ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι) φαίνεται να έχουν μικρά οφέλη, ενώ εμφανίστηκε και η Ενωση Κεντρώων.
Ωστόσο, επισημαίνει, ότι οι αποχωρήσεις βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και η δημιουργία της “Λαϊκής Ενότητας” έπληξαν το ηγετικό προφίλ του Αλέξη Τσίπρα και προκάλεσαν σημαντικό κόστος για το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ.

“Το μεγάλο ποσοστό των αναποφάσιστων κάνει δύσκολη την πρόβλεψη για το αποτέλεσμα και δεν φαίνεται να κερδίζει την απόλυτη πλειοψηφία, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε κάποιο άλλο κόμμα”

Κατά την “Deutsche Bank”, η βραχεία κεφαλή ΣΥΡΙΖΑ θα απαιτήσει ευρύτερες συνεργασίες και είναι πιθανό να οδηγήσει το κόμμα σε περισσότερο μετριοπαθείς θέσεις, μετά και την στροφή στην πολιτική κατεύθυνση, επιτρέποντάς του παράλληλα να έχει περισσότερες θέσεις στα Υπουργεία του κυβερνητικού σχήματος, που θα προκύψει.
Αντίστοιχα, η ΝΔ, αν κερδίσει, θα σχηματίσει Κυβέρνηση, που τάσσεται υπέρ της Συμφωνίας, ενώ η βασική διαφορά με την περίοδο 2012-14 θα είναι, ότι η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι περισσότερο μετριοπαθής.
Η “Deutsche Bank” θεωρεί, ότι το μεγάλο ποσοστό των αναποφάσιστων κάνει δύσκολη την πρόβλεψη για το αποτέλεσμα και δεν βλέπει να κερδίζει την απόλυτη πλειοψηφία, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε κάποιο άλλο κόμμα. Σύμφωνα με την ανάλυσή της, και στις δύο περιπτώσεις είναι πιθανό, ούτε ο Αλέξης Τσίπρας, ούτε ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης να είναι ο επόμενος Πρωθυπουργός και με αυτό το δεδομένο, τα σενάρια, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν αστάθεια, είναι τα εξής:

Τα σενάρια, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν αστάθεια

1. Ενίσχυση της αντιμνημονιακής ψήφου:
Μια ευρεία ενίσχυση των ψήφων προς την “Λαϊκή Ενότητα” (και γενικά των αντιμνημονιακών ψήφων σε “Χρυσή Αυγή” και ΚΚΕ) και ανάλογη μεγάλη πτώση του ΣΥΡΙΖΑ, θα αποσταθεροποιήσει τον Αλέξη Τσίπρα, πιθανότατα οδηγώντας τον εκ νέου σε αντιμνημονική ρητορική. Ωστόσο, θεωρεί απίθανη μια τέτοια εξέλιξη, με δεδομένα την αλλαγή της αφήγησης στην ελληνική πολιτική σκηνή, την αποριζοσπαστικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ και την στήριξη της κοινής γνώμης στην Ευρωζώνη.
2. Μια Κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού:
Ένας ακόμα κίνδυνος είναι το ποσοστό, τόσο του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και της ΝΔ, να είναι τόσο χαμηλό, ώστε η συμμαχία με άλλα μικρότερα κόμματα να μην επαρκεί και να απαιτηθεί η σύσταση μιας Κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού. Σύμφωνα με την Deutsche Bank, ο ΣΥΡΙΖΑ ίσως γίνει περισσότερο συμβιβαστικός μετά τις εκλογές, κίνηση που αντανακλάται στην ήδη διαφαινόμενη πρόθεσή του να συνεργαστεί με άλλα μετριοπαθή κόμματα.
Μία Κυβέρνηση μειοψηφίας είναι επίσης πιθανή με την σιωπηρή στήριξη από την αντιπολίτευση.
Οι δημοσκοπήσεις ήδη δείχνουν την ισχυρή επιθυμία των ψηφοφόρων για Κυβέρνηση συνεργασίας, όπως και ότι κανείς δεν θα ήθελε το ενδεχόμενο επαναληπτικών εκλογών. Η πίεση στα κόμματα να φτάσουν σε ένα θετικό αποτέλεσμα, θα είναι έντονη.

“Η ΕΕ έχει δείξει την διάθεση να συμβιβαστεί με ένα πιο βατό δημοσιονομικό μονοπάτι, με αντάλλαγμα μεγαλύτερη έμφαση σε δομικές αλλαγές”

Πολύ σημαντικά βήματα για την πορεία της χώρας προς την ανάκαμψη θα γίνουν στο τέλος του έτους. Η ανακεφαλαιοποίηση είναι απαραίτητη για την σταθεροποίηση του προγράμματος, ενώ θα πρέπει να καθοριστούν τα prior action για την εκταμίευση των τριών δισεκατομμυρίων ευρώ. Η πρώτη αξιολόγηση αναμένεται τον Δεκέμβριο του 2015.
Ωστόσο τους επόμενους μήνες, η νέα ελληνική Κυβέρνηση θα πρέπει να ολοκληρώσει την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, την μείωση χρέους με το νέο έτος και την πιθανή συμμετοχή της Ελλάδας στο QE έως την επόμενη χρονιά. Η δημοσιονομική προσπάθεια παραμένει σημαντική, αλλά η ΕΕ έχει δείξει την διάθεση να συμβιβαστεί με ένα πιο βατό δημοσιονομικό μονοπάτι, με αντάλλαγμα μεγαλύτερη έμφαση σε δομικές αλλαγές.
Μετά τις εκλογές θα πρέπει να οριστικοποιηθούν κάποια σοβαρά θέματα, που έμειναν ανοιχτά από την Συμφωνία.
Η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα αναμένεται να κριθεί μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και των κινήσεων για το θέμα του χρέους.

“Θετικές αλλαγές της Συμφωνίας είναι η ήπια δημοσιονομική προσαρμογή, η αποφυγή κουρέματος και η ελάφρυνση του χρέους”

Ακόμη κι’ αν η Συμφωνία δεν κάλυψε όλα τα ζητήματα, έφερε κάποιες θετικές αλλαγές για την Ελλάδα, όπως την ήπια δημοσιονομική προσαρμογή, την αποφυγή κουρέματος και την ελάφρυνση του χρέους, που η γερμανική τράπεζα τοποθετεί στην αρχή του 2016.
Όπως εξηγεί, με βάση την Συμφωνία:
– Δεν θα γίνει κούρεμα καταθέσεων, γεγονός σημαντικό, δεδομένου ότι επιτρέπει να επιστρέψει η εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα.
-Η δημοσιονομική προσαρμογή δεν θα είναι πιεστική, αφού είναι οπισθοβαρής. Τα μέτρα, που ψηφίστηκαν, καλύπτουν τη μεγαλύτερη από την απόσταση, που απαιτείται για να επιτευχθεί ο στόχος του 2016, αφήνοντας κάποιο χώρο για «ανάσες» στην οικονομία.
-Αναγνωρίστηκε η ανάγκη για επιπλέον ανακούφιση στο χρέος, θέμα που θα τεθεί μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, την οποία η γερμανική τράπεζα προσδιορίζει προς τα τέλη της χρονιάς. Η Deutsche Bank βλέπει την πιθανότητα για επιθετική επέκταση των ωριμάνσεων και της περιόδου χάριτος, αντί για ονομαστικό κούρεμα.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ