-“Οι αδυναμίες, η αλαζονεία και η απερισκεψία της ηγεσίας της οδήγησαν την χώρα στο “στόχαστρο” των ΗΠΑ και σε κόντρα απέναντι στους Ευρωπαίους συμμαχους της”.

Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου.

“Η Γερμανία κινδυνεύει από την τετραπλή αμερικανική “παγίδα” του σκανδάλου της VW, των ρίσκων της Deutsche Bank, των κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, καθώς επίσης και των παιχνιδιών υβριδικού-πυρηνικού πολέμου των ΗΠΑ”.
Αυτό εκτιμούν έγκυροι διεθνείς πολιτικοί αναλυτές, που υποστηρίζουν, ότι η Γερμανία έχει μπει στο στόχαστρο των Αμερικανών εξαιτίας της πολιτικής, που ακολούθησε τα τελευταία χρόνια.OLYMPUS DIGITAL CAMERA
“Η αλαζονεία της Γερμανίας, στο θέμα της Ελλάδας και στο θεμα της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, όπως επίσης η πολιτική του μερκαντιλισμού, που εφαρμόζει, με την παραγωγή υψηλών πλεονασμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της εις βάρος των εταίρων της, καθώς επίσης και η κατάκτηση μίας ηγεμονικής θέσης στην Ευρώπη, μέσω της επιβολής της πολιτικής λιτότητας και των μνημονίων, έφερε την χώρα αυτή σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, που την παρέσυραν σε πολλαπλές “παγίδες”, εμποδίζοντας παράλληλα την «σύγκλισή» της με την Ρωσία, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει κυριολεκτικά να καταρρεύσει”.

“Η Γερμανία μπορεί να κέρδισε πάρα πολλές μάχες, χάνει, όμως, όπως φαίνεται, τον πόλεμο”

Αυτό τονίζουν οι αναλυτές αυτοί, που πιστεύουν, ότι γι’ ακόμη μία φορά “η ιστορία επαναλαμβάνεται, αφού η Γερμανία κέρδισε πάρα πολλές μάχες, χάνει, όμως, όπως φαίνεται, τον πόλεμο”. Κατά τις εκτιμήσεις αυτές, η Ελλάδα πρέπει να μπορέσει να εκμεταλλευθεί την συγκυρία αυτή προς όφελός της,τουλάχιστον όσον αφορά την δημιουργία συμμαχιών εντός της Ευρωζώνης, καθώς επίσης την προώθηση της διαγραφής μέρους του χρέους, με την ταυτόχρονη υιοθέτηση μίας αναπτυξιακής πολιτικής, συνειδητοποιώντας, πως δεν είναι απλώς μία μεγάλη ευκαιρία, αλλά πιθανότατα η τελευταία.
Όπως αναφέρουν συγκεκριμένα οι έγκυροι αυτοί αναλυτές, το δημόσιο χρέος της Γερμανίας είναι μόλις στο 75% του ΑΕΠ της, από τα χαμηλότερα στην Ευρωζώνη. Εάν, όμως, υπολογισθούν οι εγγυήσεις του κράτους προς τις περιφερειακές τράπεζες, η οικονομική θέση των οποίων δεν είναι η καλύτερη δυνατή, τότε φτάνει στο 220% του ΑΕΠ της. Στην περίπτωση, που θα θελήσει κανείς να το μετρήσει ως ποσοστό επί των φορολογικών εσόδων της κεντρικής Κυβέρνησης, η Γερμανία βρίσκεται στην έκτη θέση με 669%, πίσω από την Ιαπωνία (2.359%), τις Η.Π.Α. (979%), την Ισπανία (940%), την Ελλάδα (777%), και τον Καναδά (695%).

“Οι αδυναμίες της Γερμανίας την φέρνουν τώρα σε ακόμη πιό επικίνδυνη θέση, αφού η χώρα έχει οδηγηθεί στην επικίνδυνη τετραπλή παγίδα, από την οποία πολύ δύσκολα θα καταφέρει να ξεφύγει”

Επομένως, η Γερμανία, κατά τους αναλυτές αυτούς, δεν είναι σε τόσο καλή κατάσταση, όπως πολλοί νομίζουν, κρίνοντας από την ηγεμονική θέση, που κατέχει στην Ευρώπη. Υπενθυμίζεται, πως κάτι ανάλογο συνέβαινε το 1928, παρά το ότι ο τότε Καγκελάριος της Γερμανίας επεσήμαινε τις μεγάλες οικονομικές αδυναμίες της, οι οποίες φάνηκαν μερικά χρόνια αργότερα.
“Οι αδυναμίες της Γερμανίας τώρα την φέρνουν σε ακόμη πιό επικίνδυνη θέση, αφού η χώρα έχει οδηγηθεί στην επικίνδυνη τετραπλή “παγίδα”, από την οποία πολύ δύσκολα θα καταφέρει να ξεφύγει”, σημειώνουν οι αναλυτές, που, περιγράφοντας
την “παγίδα” αυτή, λένε ότι αποτελείται από ταεξής:
(α) Από το σκάνδαλο της Volkswagen, το οποίο αφορά τον κορμό της γερμανικής οικονομίας, καθώς επίσης τον κορμό των εξαγωγών της, δηλαδή την βιομηχανία αυτοκινήτων,
(β) από τα σοβαρότατα προβλήματα της μεγαλύτερης ιδιωτικής τράπεζάς της, της Deutsche Bank,
(γ) από τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στην Ρωσία κατ’ εντολή των Η.Π.Α., εις βάρος, τόσο των εξαγωγών της, όσο και της ενεργειακής τροφοδοσίας της – χωρίς να μπορεί να αντιδράσει και
(δ) από τις προετοιμασίες των ΗΠΑ, για το ενδεχόμενο σύγκρουσής τους με την Ρωσία, με επίκεντρο την Βαλτική, όπου η αμερικανική στρατιωτική βάση στην Γερμανία έχει αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο.

α) Το σκάνδαλο των εκπομπών ρύπων στην γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία

Στην προκειμένη περίπτωση η Γερμανία, έχοντας προφανώς βρεθεί στο στόχαστρο των Η.Π.Α., δεν θα χάσει μόνον εκατοντάδες δισεκατομμύρια από την VW, όπου το τελικό ποσό, που θα κοστίσει το σκάνδαλο δεν είναι καθόλου εύκολο να υπολογισθεί. Η συνολική ζημιά θα προκύψει 1) από το πρόστιμο, που θα της επιβληθεί από τις αμερικανικές Αρχές, το οποίο ίσως να φθάσει και τα 18 δισεκατομμύρια δολάρια, 2) από το κόστος των επισκευών, 3) από τις μαζικές αγωγές αποζημιώσεων εκ μέρους των ιδιοκτητών αυτοκινήτων,
4) από το ενδεχόμενο να αναγκασθεί να αγοράσει όλα τα αυτοκίνητα στην τιμή κτήσης τους, και 5) από τις απώλειες τζίρου σε πολλές άλλες χώρες του πλανήτη, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης.
Το γεγονός δε, ότι η VW πρόσφατα εγκαινίασε ένα εργοστάσιο στην Ρωσία, ερχόμενη έμμεσα σε αντίθεση με τις κυρώσεις, που έχουν επιβληθεί κατ’ εντολή των Η.Π.Α., μάλλον συνηγορεί στην άποψη, ότι δεν ήταν τυχαία η χρονική στιγμή της ξαφνικής αποκάλυψης του σκανδάλου, επειδή το θέμα ήταν γνωστό σε όλους, δηλαδή αποτελούσε κοινό μυστικό, ενώ ακόμη και η Κομισιόν το γνώριζε πριν από δύο ολόκληρα χρόνια.

“Η χώρα κινδυνεύει να χαρακτηρισθεί ως ανόητη, επειδή τα ποσά, που εξοικονομούσε με την απάτη η πρώτη αυτοκινητοβιομηχανία της, ήταν πολύ μικρότερα, σε σχέση με το μεγάλο ρίσκο, που ανελάμβανε!

Περαιτέρω, η Γερμανία δεν θα έχει μόνον οικονομικές συνέπειες αλλά και ηθικές, αφού πρόκειται για μία απάτη τεραστίων διαστάσεων. Παράλληλα, η χώρα κινδυνεύει να χαρακτηρισθεί εκ των πραγμάτων ως ανόητη, επειδή τα ποσά, που εξοικονομούσε η πρώτη αυτοκινητοβιομηχανία της, που συνελήφθη να εξαπατά, ήταν πολύ μικρότερα, σε σχέση με το μεγάλο ρίσκο, που ανελάμβανε. Όμως, το σημαντικότερο όλων, θα είναι η απώλεια της καλής εικόνας και της εκτίμησης, που χαίρουν τα γερμανικά προϊόντα παγκοσμίως, η οποία θα της κοστίζει την μείωση των εξαγωγών της. Άλλωστε είναι γνωστό πλέον, ότι τα παραποιημένα λογισμικά για τις εκπομπές ρύπων δεν χρησιμοποιήθηκαν μόνον από την VW, αλλά επίσης από την Audi, την Seat και ενδεχομένως και από άλλες αυτοκινητοβιομηχανίες.
Όσον αφορά τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, οι οποίες διαθέτουν επίσης μεγάλες βιομηχανίες αυτοκινήτων, όπως η Γαλλία, η Βρετανία και η Ιταλία, εάν υποθέσει κανείς πως χρησιμοποιούν παρόμοια τεχνάσματα, τότε δεν θα συγχωρήσουν ποτέ την Γερμανία, αφού πιθανότατα θα τις συμπαρέσυρε, προς όφελος των ανταγωνιστών τους στις Η.Π.Α., στην Ιαπωνία και αλλού.

β) Η “τραπεζική βόμβα” της Deutsche Bank

Η «τραπεζική βόμβα νούμερο ένα», το ίδρυμα με το μεγαλύτερο ρίσκο παγκοσμίως, η Deutsche Bank, θεωρήθηκε ασφαλής, όταν εξετάσθηκε από την ΕΚΤ – παρά το ότι, σύμφωνα με το Κέντρο Διαχείρισης Ρίσκου της Λωζάννης (Centre for Risk Management Lausanne), η τράπεζα βρίσκεται στην πρώτη θέση από πλευράς ρίσκου, με ένα «συστημικό ρίσκο», που υπολογίζεται στα 75,4 δισεκατομμύρια ευρώ.
Την ακολουθούν, βέβαια, τρεις μεγάλες γαλλικές τράπεζες, για τις οποίες δεν έκανε καμία αναφορά η ΕΚΤ, η ολλανδική ING, που επίσης θεωρήθηκε ασφαλής, η ιταλική Unicredit, που έχει μεγάλη παρουσία στην Γερμανία, η γαλλική BPCE Group, η γερμανική Commerzbank, η ισπανική Santander, αυστριακές τράπεζες κοκ.
Φυσικά η «πρώτη μεταξύ των πρώτων», η Deutsche Bank, μείωσε το ρίσκο της σε σχέση με το ξέσπασμα της κρίσης. Αυτό, όμως, παραμένει τριπλάσιο συγκριτικά με τα έτη πριν το 2006 – ενώ ήδη το 2011 ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ ανέφερε, πως η τράπεζα έχει το μεγαλύτερο ρίσκο στον πλανήτη, λόγω της μόχλευσής της, η οποία τοποθετήθηκε στον βαθμό 1,44.
Μία μόχλευση αυτού του βαθμού σημαίνει, ότι η Deutsche Bank, για κάθε ένα ευρώ ιδίων κεφαλαίων, διαθέτει 44 ευρώ ξένα κεφάλαια, δανεικά, δηλαδή, οπότε ξεπερνάει την Lehman Brothers, κατά την στιγμή της χρεωκοπίας της. Τεχνικά η τράπεζα θα έπρεπε να χρεωκοπήσει, εάν υποχρεωνόταν να αποσβέσει περισσότερα από το 2,27% των δανείων της – αφού το ποσό, η ζημία δηλαδή, θα υπερέβαινε πλέον τα δικά της κεφάλαια.

“Υπάρχουν αρκετές ενδείξεις αναταραχών στην Deutsche Bank, ενω η εταιρική κουλτούρα της είναι προβληματική, χαρακτηριζόμενη από μία εξαιρετικά απερίσκεπτη διαχείριση κατά τα τελευταία χρόνια”

Η πιθανότητα αυτή δεν είναι σε καμία περίπτωση φανταστική, πόσο μάλλον, όταν η τράπεζα απειλείται με πλήθος δικαστικών προστίμων, λόγω της συμμετοχής της σε διάφορες μορφές χειραγώγησης. Σχετικά πρόσφατα, η μόχλευσή της έφθασε στον βαθμό 1:50,68 όπως υποστηρίζει το Κέντρο Διαχείρισης Ρίσκου της Λωζάννης, ενώ συνεχίζει να βρίσκεται σε πολύ χειρότερη θέση, συγκριτικά με το 2011. Σε σχέση με την πλέον μοχλευμένη αμερικανική τράπεζα, η οποία ήταν η J.P. Morgan με βαθμό 1:11,51, η μόχλευση της Deutsche Bank είναι τετραπλάσια.
Και εκτός από όλα αυτά, πληθαίνουν αυτοί, που αναφέρουν, πως πρόκειται να συμβεί σύντομα κάτι συνταρακτικό στο τραπεζικό σύστημα της Γερμανίας, το οποίο θα έχει τρομακτικές συνέπειες για ολόκληρο τον πλανήτη – μία χρεωκοπία, δηλαδή, ανάλογη με αυτήν της Lehman Brothers.
Οι φόβοι αυτοί προέρχονται από το γεγονός, ότι, υπάρχουν αρκετές ενδείξεις αναταραχών στην Deutsche Bank, οι μετοχές της οποίας διαπραγματεύονται πλέον στα επίπεδα των 25 ευρώ από σχεδόν 45 ευρώ, που ήσαν το 2014. Την ίδια στιγμή, όλοι γνωρίζουν, πως η εταιρική κουλτούρα της είναι προβληματική, χαρακτηριζόμενη παράλληλα από μία εξαιρετικά απερίσκεπτη διαχείριση τα τελευταία χρόνια, ανάλογη, ίσως, με αυτήν της Volkswagen.

Η κατάσταση της Deutsche Bank μπορεί να επιδεινωθεί από την απώλεια της εμπιστοσύνης των καταθετών και των επενδυτών απέναντί της

Συγκρίνοντας, τώρα, τις μαζικές απολύσεις, που προηγήθηκαν της κατάρρευσης της Lehman Brothers, με τις δηλώσεις της Deutsche Bank, σύμφωνα με τις οποίες θα μειώσει δραστικά το εργατικό δυναμικό της κατά 23.000 θέσεις, παρά τον τριπλασιασμό των κερδών, ο οποίος θα μπορούσε ασφαλώς να είναι πλασματικός, δεν μπορεί κανένας να αποκλείσει ανάλογες εξελίξεις.
Όπως συμπεραίνεται από το επίσημα στοιχεία, η Deutsche Bank είναι εκτεθειμένη σε παράγωγα ίσα με 16 φορές το ΑΕΠ της Γερμανίας ή σχεδόν πέντε φορές περισσότερα από το συνολικό ΑΕΠ της Ευρωζώνης, οπότε δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί ακίνδυνη.
Εάν, λοιπόν, συνεχισθεί η αρνητική δημοσιότητα εκ μέρους κυρίως των αμερικανικών ΜΜΕ, τα οποία άλλωστε «καρατόμησαν» την Volkswagen, η κατάσταση της θα επιδεινωθεί, αφού δεν υπάρχει κανένας μεγαλύτερος κίνδυνος για μία τράπεζα, από την απώλεια της εμπιστοσύνης των καταθετών και επενδυτών απέναντί της.

γ) Οι κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας

Κατά τους ίδιους αναλυτές, η αρχική παγίδα, στην οποία οδηγήθηκε με μεγάλη απερισκεψία η Γερμανία από τις
Η.Π.Α., όσον αφορά τις εξαγωγές της, ήταν αναμφίβολα οι κυρώσεις, που επέβαλε στην Ρωσία, κάτι που προσπάθησε να ανατρέψει ο Γερμανός Υπουργός των Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε , ο οποίος ζήτησε πρόσφατα την κατάργησή τους.
Ανέφερε δε έντεχνα, πως η συμμετοχή της Ρωσίας στην επίλυση του προβλήματος στην Συρία θα μπορούσε τότε μόνον να επιτευχθεί, εάν η Δύση αναιρούσε τις επιβληθείσες κυρώσεις, παράλληλα με την κατασκευή ενός δεύτερου αγωγού φυσικού αερίου μαζί με την Ρωσία, προφανώς όχι για να βοηθήσει την Συρία, αλλά για να βοηθήσει την χώρα του, η βιομηχανία της οποίας χάνει τεράστια ποσά από την απαγόρευση των εξαγωγών.
Την ίδια στιγμή ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε «απαίτησε» από τον Ρώσο Πρόεδρο Putin, ως προϋπόθεση για την κατάργηση των κυρώσεων, την πιστή τήρηση της Συμφωνίας του Minsk στο θέμα της Ουκρανίας, επίσης σκεφτόμενος την χώρα του, μετά τα σχέδια για την τοποθέτηση νέων πυρηνικών στην βάση, που διατηρούν στην Γερμανία οι Η.Π.Α.

“Οι κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας ήταν το πρώτο χτύπημα στις εξαγωγές της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας, οι οποίες επλήγησαν στην συνέχεια από την κρίση της Κίνας και πλήττονται σήμερα από το σκάνδαλο των ρύπων”

Εν τούτοις, με δεδομένο, το ότι η Ρωσία έχει αρχίσει να επεμβαίνει ενεργά στην Συρία, μη έχοντας την πρόθεση να ζητήσει την συναίνεση των Η.Π.Α., οι δηλώσεις του Γερμανού Υπουργού Οικονομικων θεωρήθηκαν, κατά τους αναλυτές αυτούς, ανόητες, πόσο μάλλον, όταν η Ευρώπη αντιμετωπίζει ένα απρόβλεπτο μεταναστευτικό πρόβλημα, λόγω της Συρίας, το οποίο θα μπορούσε να αναζωπυρώσει την οικονομική κρίση.
Εάν δε η γερμανική βιομηχανία αυτοκινήτων, πριν από όλα η VW, «αναγκασθεί» να περικόψει θέσεις εργασίας για να ανταπεξέλθει στο τεράστιο κόστος του σκανδάλου των ρύπων (που υπολογίζεται να ξεπεράσει τα 100 δισεκατομμύρια ευρώ), τότε τα μεταναστευτικά κύματα θα εντείνουν το πρόβλημα, οπότε η Γερμανία δεν είναι καθόλου σε θέση να διαπραγματεύεται.
Σε κάθε περίπτωση, οι κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας ήταν το πρώτο χτύπημα στις εξαγωγές της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας, οι οποίες επλήγησαν στην συνέχεια από την κρίση της Κίνας και πλήττονται σήμερα από το σκάνδαλο των ρύπων.

“Το γεγονός, ότι η VW με τα διάφορα λόμπι, που διαθέτει στις Βρυξέλλες, έχει δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στο παρελθόν, τόσο στην γαλλική, όσο και στην ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία, θα εντείνει και τις επιθέσεις των Ευρωπαίων εναντίον της”

Το γεγονός δε, ότι η βρετανική εφημερίδα “Financial Times”, που ανήκει πλέον σε Ιάπωνες επιχειρηματίες, εντείνει τις κατηγορίες, συμπεριλαμβάνοντας στο σκάνδαλο αυτό και όλες τις άλλες γερμανικές βιομηχανίες αυτοκινήτων, παράλληλα με το ότι πολλές χώρες δηλώνουν την διεξαγωγή ελέγχων στα γερμανικά αυτοκίνητα, επιδεινώνει την όλη κατάσταση. Ακόμη και η Ελβετία, τεκμηριώνει, πως η “καταιγίδα”, που έχει πλήξει την Γερμανία, μόλις ξεκίνησε, ενώ και η ΕΚΤ σταμάτησε την αγορά των τιτλοποιημένων δανείων αυτοκινήτων από την Volkswagen, εξετάζοντας, εάν θα το επεκτείνει στα ομόλογα της εταιρείας (ABS), με σημαντικά επακόλουθα για την χρηματοδότηση της.
Στο σημείο αυτό επισημαίνεται, ότι η μετοχή της VW, η οποία στηρίζεται κυρίως στην τιμή της προς τα κέρδη (1:4,97), θεωρείται ακόμη και στα 107 ευρώ, από 250 ευρώ περίπου τον Μάϊο, υπερτιμημένη, παρά την μεγάλη πτώση της. Μετά την δημοσίευση του σκανδάλου, η εικόνα της στον αντίστοιχο γερμανικό κατάλογο (Brand Index) κατέρρευσε, από το 36,7 στο 9,8, στα ίδια επίπεδα πλέον με την Mazda και την Seat, όταν προηγουμένως ήταν στην κορυφή, ακολουθούμενη από την Audi.
Όπως επισημαίνουν ακόμη οι ίδιοι αναλυτές, το γεγονός, ότι η VW είναι ουσιαστικά μία κρατική επιχείρηση, ενώ με τα διάφορα λόμπι, που διαθέτει στις Βρυξέλλες, έχει δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στο παρελθόν, τόσο στην γαλλική, όσο και στην ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία, θα εντείνει τις επιθέσεις εναντίον της, όχι μόνον από τους Αμερικανούς, τους Ιάπωνες κ.α., αλλά ακόμη και από τους ίδιους τους Ευρωπαίους εταίρους της Γερμανίας, οπότε εύλογα εκλιπαρεί ο Υπουργός της την επιείκεια των Η.Π.Α., τουλάχιστον στο θέμα της αναίρεσης των κυρώσεων προς την Ρωσία.

δ) Οι προετοιμασίες σύγκρουσης των ΗΠΑ με την Ρωσία

Η τέταρτη “παγίδα”, από την οποία κινδυνεύει η Γερμανία, είναι οι προετοιμασίες των Η.Π.Α. για μία πιθανή σύγκρουση με την Ρωσία στην περιοχή της Βαλτικής, όπου το αμερικανικό Πεντάγωνο έχει καταρτίσει σχέδια εκτάκτου ανάγκης, πειραματιζόμενο με πολλαπλά παιχνίδια πολέμου, τα οποία συμπεριλαμβάνουν επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, υβριδικό πόλεμο, καθώς επίσης και την χρήση πυρηνικών όπλων.
Τα σχέδια των Η.Π.Α. χωρίζονται σε δύο μέρη: Από την μία πλευρά αφορούν τις ενέργειες των Η.Π.Α. εντός του ΝΑΤΟ, με στόχο την ασφάλεια των χωρών της Βαλτικής, ενώ από την άλλη την δυνατότητα μονομερών αμερικανικών επιθέσεων, χωρίς την βοήθεια των συμμάχων τους.
Οι Η.Π.Α. επικεντρώνονται κυρίως στον ασύμμετρο, υβριδικό πόλεμο, όπως αυτόν, που διεξήγαγε η Ρωσία, καταλαμβάνοντας τις στρατιωτικές βάσεις στην Κριμαία. Στα πλαίσια αυτά προγραμματίζουν την άμυνά τους απέναντι στην αποσταθεροποίηση της ευρύτερης περιοχής, μέσω της οργάνωσης μαζικών διαδηλώσεων εκ μέρους της Ρωσίας, καθώς επίσης με την βοήθεια επιθέσεων στον κυβερνοχώρο, εναντίον των κρίσιμων υποδομών.

Το σενάριο ενός εξαιρετικά επικίνδυνου πολεμικού παιχνιδιού

Περαιτέρω, για πρώτη φορά πέταξαν γερμανικά πολεμικά αεροπλάνα (Euro fighter) πλήρως εξοπλισμένα, επάνω από τις χώρες της Βαλτικής, ενώ ορισμένοι πολιτικοί της Γερμανίας αναφέρθηκαν σε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο πολεμικό παιχνίδι. Η αιτιολογία της σύγκρουσης συνεχίζει μονότονα να είναι η ίδια, δηλαδή η εισβολή της Ρωσίας στην ανατολική Ουκρανία.
Σύμφωνα τώρα με το αμερικανικό σενάριο, η επεξεργασία του οποίου γίνεται στην αμερικανική βάση της Γερμανίας, η Ρωσία θα αυξήσει εν πρώτοις τις πολιτικές πιέσεις στην Εσθονία, στην Λετονία και στην Λιθουανία – ενώ αμέσως μετά θα στείλει «προβοκάτορες», οι οποίοι θα διοργανώσουν διαδηλώσεις των Πολιτών τους. Στο τέλος θα εισβάλλουν στα κυβερνητικά κτίρια των χωρών της Βαλτικής ανεπίσημα ρωσικά στρατεύματα, τα οποία θα τα καταλάβουν, ενώ οι
Η.Π.Α. θεωρούν, πως δεν είναι σε θέση το ΝΑΤΟ να προστατεύσει τα παραπάνω κράτη.

“Η Γερμανία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και στα σχέδια μίας πυρηνικής σύγκρουσης, αφού προγραμματίζεται ο εξοπλισμός της αμερικανικής βάσης στην Γερμανία με ατομικά όπλα”

Με δεδομένο όμως το ότι, μόνον στην γερμανική βάση «σταθμεύουν» 40.000 Αμερικανοί στρατιώτες, το σενάριο δεν γίνεται εύκολα πιστευτό, ούτε φαίνεται υλοποιήσιμο, με τους περισσότερους να υποψιάζονται, πως ο πραγματικός στόχος των Η.Π.Α. είναι εν πρώτοις η πώληση στρατιωτικού εξοπλισμού στις χώρες του ΝΑΤΟ.
Άλλωστε, μετά το ξέσπασμα της κρίσης στην Ουκρανία, με την βοήθεια της Γερμανίας, το ΝΑΤΟ έχει μεταφέρει τεράστιες ποσότητες όπλων στην ανατολική Ευρώπη, προς όφελος φυσικά των επιχειρήσεων, που τα παράγουν.
Η Γερμανία, πάντως, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και στα σχέδια μίας πυρηνικής σύγκρουσης, αφού προγραμματίζεται ο εξοπλισμός της αμερικανικής βάσης με ατομικά όπλα, παρά το ότι το 2009 είχε αποφασισθεί η απόσυρση των τότε υφισταμένων από το Πεντάγωνο.

“Ο στόχος των Η.Π.Α. δεν είναι στην πραγματικότητα η σύγκρουση με την Ρωσία, αλλά η πλήρης υποταγή της Γερμανίας, αφού προηγουμένως η χώρα «αποκοπεί» από όλους τους Ευρωπαίους συμμάχους της, αλλά και από τους Ρώσους δυνητικούς συμμάχους της”

Το γεγονός αυτό φέρνει σε ακόμη πιο δύσκολη θέση την Γερμανία, όσον αφορά τουλάχιστον τις εμπορικές σχέσεις της με την Ρωσία, κάτι που οδηγεί πολλούς στο συμπέρασμα, ότι, ο στόχος των Η.Π.Α. δεν είναι στην πραγματικότητα η σύγκρουση με την Ρωσία, αλλά η πλήρης υποταγή της Γερμανίας, αφού προηγουμένως η χώρα «αποκοπεί» από όλους τους Ευρωπαίους συμμάχους της, αλλά και από τους δυνητικούς συμμάχους της, που είναι η Ρώσοι.
Υπερεκτιμώντας ακόμη μία φορά τις δυνατότητες της η Γερμανία, «κατάφερε» να έλθει σε μετωπική σύγκρουση με τις Η.Π.Α. στον τομέα της οικονομίας, με αποτέλεσμα να στηθούν στο δρόμο της πολλαπλές παγίδες εκ μέρους των Αμερικανών, χωρίς να μπορέσει να αποφύγει καμία απολύτως.
Το γεγονός αυτό τεκμηριώνει τις απίστευτες αδυναμίες αλλά και την απερισκεψία της πολιτικής και οικονομικής ηγεσίας της χώρας αυτής, η οποία είχε, δυστυχώς, το θράσος να τοποθετηθεί ξανά εναντίον όλων, με μοναδική ίσως, εξαίρεση την Κίνα, την οποία δεν πρόλαβε ακόμη να αμφισβητήσει.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ