Γράφει η Ιωάννα Χαρμπέα.

Στην Ελλάδα το θέμα της καύσης νεκρών τέθηκε για πρώτη φορά το 1987. Στη Γαλλία η αποτέφρωση νεκρών επιτράπηκε το 1789 και ρυθμίστηκε πληρέστερα το 1887. Στη Γερμανία διασφαλίζεται με έναν συνδυασμό διατάξεων και με νόμο του 1934. Στην Ισπανία το θέμα ρυθμίστηκε το 1945. Στη Βρετανία το 1884. Τα ποσοστά αποτέφρωσης σε κράτη όπως Αυστραλία 48%, Γερμανία 56%, Τσεχία 67%, Κίνα 37%, Δανία 68%, Μ. Βρετανία 67%, Ιαπωνία 97%, Ελβετία 61%, Σουηδία 63%, Ισπανία 21%, Ολλανδία 51%, Νέα Ζηλανδία 46%, Νορβηγία 57%, ΗΠΑ 21% . harbea

Τόσο η τελετή της ταφής όσο και της αποτέφρωσης των νεκρών αναφέρονται στις ανθρώπινες συνήθειες σε όλη τη γη από αρχαιοτάτων χρόνων. Χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές στην Ιλιάδα και τα αρχαιολογικά ευρήματα με τεφροδόχους, ληκύθους και σκεύη. Μετά την εμφάνιση του Χριστιανισμού η ταφή επεβλήθη της αποτέφρωσης. Η αποτέφρωση των νεκρών τυγχάνει να έχει ανεβάσει τα ποσοστά προτίμησης σε κάποιες χώρες για τους εξής λόγους:

* Απαλλάσσει τις οικογένειες των νεκρών από την υποχρεωτική εκταφή της σωρού, τα αρνητικά συναισθήματα που προκαλεί η θέα των οστών ή η ατελής αποσύνθεσή της .
* Αποφεύγονται τα έξοδα κατασκευής – συντήρησης τάφου.
* Αποφεύγεται η επιβάρυνση του περιβάλλοντος (γης, και υδροφόρου ορίζοντα) των νεκροταφείων τα περισσότερα των οποίων είναι, δυστυχώς, εντός του οικιστικού ιστού των πόλεων και κορεσμένα

Το πρόβλημα, λοιπόν, της επιλογής κάποιου χώρου για νεκροταφείο είναι σύνθετο και δύσκολο. Απαιτεί το συνδυασμό πολλών κριτηρίων, κοινωνικών, οικιστικών, αλλά και γεωολογικών- υδρογεωλογικών.

Μπορεί να δείχνουμε μεγάλη κατανόηση για την επιλογή της θέσης των νεκροταφείων που βρίσκονται, τώρα πλέον, ανάμεσα σε σπίτια, μαγαζιά ή κάποιους κοινόχρηστους χώρους.

Όμως αυτό δεν απαλλάσσει κανέναν για τη σημερινή εικόνα που έχουν τα νεκροταφεία στο λεκανοπέδιο και κυρίως για το ποια θα είναι προοπτικά, η αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού.

Μπορεί δηλ. ο χώρος για τα σημερινά νεκροταφεία να επιλέχθηκε στην εποχή τους με τα όποια κριτήρια ήταν τότε γνωστά, μπορεί στη συνέχεια οι συνεχείς οικιστικές επεκτάσεις να έφεραν σε απόσταση αναπνοής νεκρούς με ζωντανούς, αλλά τώρα τι γίνεται; Χωρίς, έστω, μια συζήτηση για το μέλλον τους; Δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια μας, μπροστά σ’ ένα πρόβλημα που δρα αθροιστικά με τα άλλα προβλήματα περιβάλλοντος των μεγαλουπόλεων.

Μπορεί να συνεχίσουν να λειτουργούν χωρίς μια συστηματική παρακολούθηση των σημερινών εδαφικών συνθηκών από την άποψη της καταλληλότητας τους;

Οι επιταγές αυτές αποτέλεσμα νέων συνθηκών που δημιουργήθηκαν έφεραν στο προσκήνιο την νομιμοποίηση πλέον της καύσης νεκρών. Τώρα το κατά πόσο αυτό το μέτρο αντιτάσσεται στα θρησκευτικά μας πιστεύω είναι κάτι που όλοι το κατανοούμε. Έρχεται σε προστριβή η θρησκευτική μας ιδεολογία ίσως με μια πραγματικότητα που δε μπορούμε να παραβλέψουμε. Βέβαια πάντα το ίδιο νόμισμα έχει δύο όψεις.

Για παράδειγμα όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι η αποτέφρωση είναι φθηνότερη η λιγότερο οδυνηρή από μια εκταφή δεν γνωρίζω αν μπορούμε να το υποστηρίξουμε. Είναι οδυνηρό και ψυχοφθόρο να βλέπεις αγαπημένο πρόσωπο να καίγεται όπως εξάλλου είναι εξίσου άσχημο να βλέπεις σε ημιαποσύνθεση τα οστά του δικού σου ανθρώπου.

Για τους Ορθοδόξους Χριστιανούς η Εκκλησία γνωρίζει και συνιστά ως μοναδικό τρόπο αποσυνθέσεως του νεκρού σώματος την ταφή σύμφωνα με την Αγία Διδασκαλία Της και την από αιώνων Παράδοσή Της. Η Εκκλησία δεν έχει αντίρρηση για την καύση των νεκρών για τους ετεροδόξους και ετερόθρησκους».

Η δημιουργία Κέντρων Αποτέφρωσης Νεκρών (ΚΑΝ) προβλέπεται με τροπολογία που κατατέθηκε στο νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος, «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Θεσσαλονίκης». Οι δήμοι πλέον θα μπορούν να προχωρήσουν στην ίδρυση και λειτουργία αποτεφρωτηρίων. Με τη διάταξη απαγορεύεται η ίδρυση ΚΑΝ σε περιοχές αμιγούς κατοικίας, γενικής κατοικίας και πολεοδομικού κέντρου των υφιστάμενων εγκεκριμένων σχεδίων πόλεως. Τι λέει όμως η Αγία Γραφή για την καύση των νεκρών; Πρέπει οι Χριστιανοί να αποτεφρώνονται;

O Χριστιανισμός ανέκαθεν ήταν υπέρ της ολόσωμης ταφής των νεκρών και η Εκκλησία δεν μπορεί να δεχθεί την καύση των σωμάτων των νεκρών, διότι αντιβαίνει στη δημόσια τάξη και στα χρηστά ήθη. Στην Καινή Διαθήκη δεν υπάρχει κάποιο σημείο, το οποίο να απαγορεύει ή να επιτρέπει την καύση των νεκρών. Αυτό που αξίζει προσοχής είναι ο ενταφιασμός και όχι η καύση του ιδρυτού του χριστιανισμού, του Ιησού Χριστού. Με τον ενταφιασμό Του, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι εξαγιάστηκε η ταφή των νεκρών ως σωστή πράξη αντιμετωπίσεως των κεκοιμημένων χριστιανών, οι οποίοι είναι και οφείλουν να είναι μιμητές του Χριστού. Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, το γεγονός ότι την εποχή που ήλθε ο Χριστός στον κόσμο και οι Απόστολοι εκήρυξαν, όλοι οι γύρω λαοί συνήθιζαν εκτός από την ταφή και την καύση των νεκρών. Στην Εκκλησία όμως, δεν επικράτησε αλλά ούτε και επετράπη ποτέ η καύση των νεκρών. Οι Πατέρες της Εκκλησίας, αναφέρουν ότι η καύση είναι πράξη καταδικαστέα. Η ταφή καταγγέλλει ή προϊδεάζει και προλέγει την ανάσταση των νεκρών. Θεωρούν ότι η ταφή είναι σύμβολο, απόδειξη και ομολογία πίστεως και ελπίδας στην αθανασία της ψυχής, στην ανάσταση των νεκρών και στην αιώνια ζωή. Το σώμα είναι ναός του Αγίου Πνεύματος, είναι ο φορέας της τιμής, ο ναός που κατοικεί το αθάνατο πνεύμα και δεν είναι το φυλακτήριο της ψυχής όπως ισχυρίζονταν πολλοί αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι. Είναι το ένα από τα δύο στοιχεία της υπόστασης του ανθρώπου και αποτελεί κι αυτό έργο και δώρο του Θεού. Η ψυχή του ανθρώπου βρίσκεται παντού στο σώμα και το ζωοποιεί με την ενέργειά του. Τρανό παράδειγμα, αποτελεί η τιμητική προσκύνηση των ιερών λειψάνων των αγίων. Αφού το σώμα των αγίων κοπίασε για την δόξα του Θεού, τους ανταμείβει με χάρη, έλεος και δύναμη με αποτέλεσμα να θαυματουργούν. Τα θαύματα από τα άγια λείψανα γίνονται διότι το σώμα έχει λάβει τη χάρη της θεωθείσας ψυχής. Η νεκρώσιμος ακολουθία, αναπτύσσει θεολογικά τη φυσική λύση του ανθρωπίνου σώματος, το οποίο είναι φυσικό στη σύστασή του, έχοντας έρθει από το μη είναι στο είναι, από την ανυπαρξία στην ύπαρξη.

Εκτός από τα παραπάνω, η ολόσωμος ταφή, συνδέεται στενά με τις αισθήσεις και μία σχετική επαφή με το ανθρώπινο σώμα, κάτι που δεν μπορεί να συμβεί με την τέφρα.

Όλα τα τροπάρια της εξοδίου ακολουθίας, κάνουν λόγο για κεκοιμημένο κι όχι αποτεφρωμένο, για σώμα που βρίσκεται μπροστά μας και πρόκειται να δοθεί ο τελευταίος ασπασμός από τους συγγενείς, γνωστούς και φίλους. Επιπλέον, η εκκλησιαστική ακολουθία της ταφής έχει σχέση με ενταφιασμό σώματος κι όχι με ενταφιασμό της τέφρας.

Η ταφή προτιμάται από την καύση, γιατί είναι η πιο φιλική και η πιο αξιοπρεπής αντιμετώπιση των σωμάτων των νεκρών. Το ενταφιασμένο σώμα γίνεται αντικείμενο φροντίδας και προσευχών αλλά και αφορμή για συνειδητοποίηση της ματαιότητας των εγκοσμίων απολαύσεων.

Διότι, είναι διαφορετικά την στιγμή της τελετής, να βλέπει κανείς μπροστά του το «λείψανο» του συγγενή ή του φίλου και διαφορετικά ένα κουτί που περιέχει τέφρα μετά από την καύση του προσφιλούς προσώπου. Δεν έχουν τα «λείψανα» την ανάγκη μας, εμείς την έχουμε. Το κάψιμο θα ήταν ένας πλήρης αφανισμός μιας ζωντανής συνέχειας και μιας επικοινωνίας, την οποία όλοι μας επιζητούμε. Άλλωστε, τα οστά των νεκρών αποτελούν ανάμνηση της παρελθούσης ζωής, ενθύμηση της παρούσας κατάστασής τους και υπόμνηση της μελλούσης προοπτικής μας.

Η ταφή ανήκει στην άγραφη παράδοση της πίστης μας. Ο Μέγας Βασίλειος, ομιλεί για αυτήν την άγραφη παράδοση που καθιερώνεται στην Εκκλησία. Τέτοια παραδείγματα αυτής της παράδοσης είναι το σημείο του σταυρού, το να προσευχόμαστε στραμμένοι προς την ανατολή και πολλά άλλα, τα οποία δεν είναι διατυπωμένα γραπτώς αλλά αποτελούν ομολογία του Ορθοδόξου Σώματος και οφείλουμε να τηρούμε με σεβασμό και ευλάβεια.

Η Εκκλησία, λοιπόν, αρνείται την καύση διότι αρνείται το ανθρώπινο τέλος και τη βία πάνω στον άνθρωπο. Επιλέγει και επιτρέπει την ταφή, γιατί έχει πίστη και ελπίδα στο αιώνιο μέλλον και αναθέτει στη φύση την ευθύνη της φυσιολογικής φθοράς του φυσικού παρόντος του ανθρώπου. Θα ήθελα να καταλήξω, με την προτροπή του Αποστόλου των Εθνών, Παύλου: « … στήκετε, και κρατείτε τάς παραδόσεις, εδιδάχθητε είτε διά λόγε διδάχθητε είτε διά λόγου είτε δι’ επιστολής ημών » (Β΄ Θεσσαλονικείς 2, 15 – 16).

Η προσωπική μου άποψη είναι ότι το δίλλημα καύση ή ταφή νεκρού έχει να κάνει με τον τρόπο σκέψης του καθενός , τα προσωπικά του πιστεύω, την θρησκευτική ιδεολογία που έχει υιοθετήσει από τους γονείς ή έχει διαμορφώσει ο ίδιος εδώ και χρόνια. Σκοπός του άρθρου δεν είναι να υποστηρίξει τη μια ή την άλλη άποψη, ούτε να προσηλυτίσει οπαδούς. Σκοπός είναι να παρουσιάσει ένα κοινωνικό ζήτημα που μετά από 200 χρόνια νομοθετήθηκε και στη χώρα μας. Υπο προϋποθέσεις και με την κατάλληλη επιχειρηματολογία και οι δύο απόψεις φαντάζουν σωστές η καθεμία για τους δικούς της λόγους. Ίσως στο πέρασμα των χρόνων κάποια πρακτικής φύσεως ζητήματα όπως η έλλειψη χώρων ενταφιασμού μας κάνουν πιο ελαστικούς στη σκέψη της αποτέφρωσης.

Αλλά και πάλι μήπως τελικά θα έπρεπε να αναζητήσουμε χώρους ενταφιασμούς απομακρυσμένους από κατοικημένες περιοχές και να προβλέπονται όλοι οι σχετικοί υγειονομικοί κανόνες; Η μήπως στις εποχές των εύκολων και άμεσων λύσεων, στις εποχές που έχουμε μάθει να τα κάνουμε όλα με το πάτημα ενός κουμπιού, προτιμάμε να θυσιάσουμε την ίδια την πίστη μας που λέει ότι το σώμα είναι ο ναός της ψυχής; Συνεπώς δεν πρέπει να το καταστρέψουμε. Γίναμε λοιπόν τόσο τεμπέληδες που αντί να δούμε ένα πρόβλημα στη ρίζα του και το καταπολεμήσουμε εκεί προτιμάμε να κόβουμε τα άρρωστα κλαδιά του δέντρου; Προτιμάμε λοιπόν να ακυρώνουμε την πίστη μας;

Ο πιστός είναι σαν τη φωτιά και ο άπιστοι σαν τον πάγο. Η φωτιά, που είναι η αγάπη, τον λιώνει τον πάγο, ενώ ο πάγος δεν μπορεί να λιώσει ή να κάψει τη φωτιά. Αυτή τη φλόγα που έχουμε πρέπει να τη μεγαλώσουμε και όχι να τη σβήσουμε.

 *Ιωάννα Χαρμπέα κοινωνιολόγος ( Το άρθρο εκφράζει την προσωπική μου άποψη για το θέμα της αποτέφρωσης)

 

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ