Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου.

Το ελαιόλαδο θεωρείται ένα από το πιο «εκτεθειμένα» στην νοθεία προϊόντα, χωρίς βέβαια αυτό να ισχύει μόνο στην Ελλάδα ή στην Ευρώπη. Ακόμη και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, σύμφωνα με μελέτες, πάνω από τα 2/3 του «έξτρα παρθένου» ελαιολάδου στα ράφια των καταστημάτων είναι, ουσιαστικά, κατώτερης ποιότητας προϊόντα, που προκύπτουν από νοθεία, με την χρήση σπορελαίων και άλλων επεξεργασμένων ελαίων χαμηλής καθαρότητας και ποιότητας.image
Εξι, όμως, φοιτητές από το Πανεπιστήμιο Davis στην Καλιφόρνια ανέπτυξαν έναν βιοαισθητήρα, που υπόσχεται να βάλει «φρένο» στη νοθεία του ελαιολάδου, κάνοντας πολύ πιο εύκολο τον έλεγχο σε όλα τα στάδια, που μεσολαβούν, από το ελαιοτριβείο μέχρι το… πιάτο των καταναλωτών.
Ο αισθητήρας δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του φετινού διαγωνισμού συνθετικής βιολογίας IGEM στην Βοστώνη των ΗΠΑ, με την καθοδήγηση τριών πανεπιστημιακών καθηγητών, ανάμεσά στους οποίους είναι και ο κ. Ηλίας Ταγκόπουλος, επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Πληροφορικής.

Θα βγει στην αγορά σε δυό χρόνια και θα στοιχίζει περιπου 135 δολάρια

«Υπολογίζουμε, πως η πρώτη έκδοση της συσκευής θα είναι έτοιμη να κυκλοφορήσει στο εμπόριο σε δύο χρόνια, ενώ θα έχει αρκετά προσιτή τιμή που θα κινείται γύρω στα 135 δολάρια», δηλώνει ο κ. Ταγκόπουλος. Χάρις στην συσκευή, ο έλεγχος της ποιότητας του ελαιολάδου θα γίνεται πολύ πιο γρήγορα και με πολύ μικρότερο κόστος, από τις μεθόδους, που χρησιμοποιούνται έως τώρα. Πλεονεκτήματα, που εξηγούν, γιατί κέρδισε το πρώτο βραβείο στο φετινό IGEM, ο οποίος ολοκληρώθηκε στις αρχές Νοεμβρίου και αποτελεί τον μεγαλύτερο ετήσιο διαγωνισμό συνθετικής βιολογίας με συμμετοχές από όλο τον κόσμο.
«Για έναν προκαταρκτικό έλεγχο, συνήθως σήμερα χρησιμοποιούνται ειδικά κιτ, που μετρούν την οξύτητα, μια παράμετρο, που έχει μεν σχέση, αλλά δεν αντιπροσωπεύει πλήρως την ποιότητα του ελαιολάδου», προσθέτει ο Έλληνας επιστήμονας. Μια πιο αποτελεσματική μέθοδος είναι να ταυτοποιηθούν όλες οι χημικές ενώσεις, που περιέχει το προϊόν, το οποίο εξετάζεται, κάτι που γίνεται με έναν φασματογράφο μάζας. Ωστόσο το εργαλείο αυτό κοστίζει περίπου 100 χιλιάδες δολάρια και απαιτεί εκπαιδευμένο προσωπικό. Επίσης, η ανάλυση κάθε δείγματος κοστίζει περίπου 1.000 δολάρια, ενώ για να συναχθούν τα αποτελέσματα χρειάζονται έως και τρεις εβδομάδες, από την στιγμή που το δείγμα θα φτάσει στο εργαστήριο.

Άμεσος και με ελάχιστο κόστος ο έλεγχος απο τον νέο βιοαισθητήρα

Αντίθετα, ο βιοαισθητήρας από το Πανεπιστήμιο του Davis έχει τη δυνατότητα να μετρήσει μια ομάδα χημικών ενώσεων, που ονομάζονται αλδεΰδες και έτσι να δώσει μια αρκετά ακριβή εικόνα της ποιότητας του λαδιού. Με αυτό τον τρόπο, όπως λέει ο κ. Ταγκόπουλος, η εξέταση κάθε δείγματος αναμένεται να στοιχίζει μόνον 2-3 δολάρια, ενώ τα αποτελέσματα θα προκύπτουν σε λίγα λεπτά. «Οσον αφορά το ποσοστό ακρίβειας της εξέτασης, τα πειράματα που έχουμε κάνει μέχρι τώρα δείχνουν πως στο 89% των περιπτώσεων κατηγοριοποιεί σωστά διάφορους τύπους ελαιολάδου», προσθέτει.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ