Της Ράνιας Γάτου
Ποιήτριας, Δοκιμιογράφου, Εικαστικού
Πριν από την αρχή, στον χώρο της σιωπής, ένα μυστήριο κοιμάται, περιμένοντας να αποκαλυφθεί. Κάθε λέξη είναι κλειδί, κάθε σκέψη μια πόρτα. Μα ποιος θα τολμήσει να ανοίξει το κρυφό μονοπάτι που οδηγεί στον κόσμο του αόρατου; Στη σκιά του αίνιγματός του, το φως αναδύεται, και μόνο εκείνος που τολμά να ρωτήσει τη σιωπή θα βρει την απάντηση. Κι έτσι, το παιχνίδι αρχίζει, και οι λέξεις γίνονται οι φωνές του ανέμου, που ψιθυρίζουν τη λύση του γρίφου.
Πριν από κάθε λέξη, προτού η γραφή αγγίξει τον χαρτί, υπάρχει ο κόσμος της σιωπής, μια απέραντη θάλασσα από συναισθήματα που δεν έχουν βρει ακόμη τον τρόπο να εκφραστούν. Στην καρδιά αυτής της σιωπής, οι λέξεις αρχίζουν να αναδύονται σαν μικροί, αργοί ήχοι που προσπαθούν να βρουν τον ρυθμό τους. Κάθε ποίημα είναι μια αναζήτηση αυτής της στιγμής, μια ανακάλυψη της αλήθειας μέσα από την εσωτερική αντανάκλαση, που συνδέει το πέρασμα του χρόνου με τη βαθιά ανάγκη της ψυχής να εκφράσει τον πόνο, την αγάπη, την ελπίδα και την αποδοχή. Όλα όσα είναι αόρατα, όλα όσα δεν ακούμε με τα αυτιά μας, μα γευόμαστε με την καρδιά μας, βρίσκουν το δρόμο τους σε αυτές τις λέξεις. Και έτσι, το ποίημα είναι η στιγμή που η σιωπή γίνεται φωνή, η απουσία γίνεται παρουσία, και η ψυχή βρίσκει καταφύγιο στον άγνωστο χώρο του λόγου.
Εσθήρ:
Εσύ, που κατοικείς στα βάθη του χρόνου,
με βλέπεις; Εδώ, στον κόσμο τούτο
που μου γλιστράει από τα δάχτυλα
σαν άμμος, σαν νερό,
είναι τόσο σκοτεινός και ταυτόχρονα φωτεινός,
αλλά η ψυχή μου, Θεέ, μοιάζει να κλείνει
όπως οι νύχτες κλείνουν την πόρτα στο φως.
Θεός:
Βλέπω, παιδί μου, και τα πιο κρυμμένα σου δάκρυα
στους σιωπηλούς ήχους που κανείς δεν ακούει.
Μη φοβάσαι την άβυσσο του κόσμου,
γιατί εκεί, στο σκοτάδι σου,
γεννιέται το φως της κατανόησης.
Η αγάπη, που δεν φαίνεται,
είναι η φωνή που σου μιλάει
όταν το σύμπαν σωπαίνει.
Εσθήρ:
Αλλά η σιωπή είναι τόσο βαθιά,
η αίσθηση της μοναξιάς κατακλύζει
κάθε μου σκέψη. Πώς να βρω τη δύναμη
να σταθώ; Πώς να αντέξω τα βάρη της ζωής
όταν όλα γύρω μου καταρρέουν
και η σιωπή απλώνεται σαν θάλασσα ατελείωτη;
Θεός:
Η δύναμη, κόρη μου, δεν είναι στο να αντέχεις τη σιωπή,
αλλά στο να την ακούς.
Στη σιωπή αυτή, θα βρεις τη φωνή σου,
εκείνη που δεν είναι φωνή,
αλλά μια ανάσα στην καρδιά του κόσμου.
Μη φοβάσαι την απομόνωση,
γιατί εκεί είναι που βρίσκεις την αλήθεια,
στον τόπο που δεν χρειάζεται να μιλήσεις
για να καταλάβεις.
Εσθήρ:
Και η αλήθεια, Θεέ μου, ποια είναι;
Πόσο εύκολο είναι να την αφήσουμε να σιωπήσει
και να την κρατήσουμε μακριά από τα μάτια μας,
όταν όλα γύρω μας είναι τόσο θολά,
και το μόνο που απομένει είναι το αόρατο;
Θεός:
Η αλήθεια δεν είναι πάντα το φως που βλέπεις,
αλλά η σκιά που αφήνεις πίσω σου
όταν περπατάς στο σκοτάδι.
Κάθε σου βήμα σε οδηγεί κοντά της,
όχι με το φως, αλλά με την κατανόηση
που γεννιέται μέσα από τις αμφιβολίες και τις αναζητήσεις.
Η αλήθεια σου είναι το μονοπάτι που ακολουθείς
χωρίς να το βλέπεις καθαρά,
με την πίστη ότι η αγάπη θα σε καθοδηγήσει.
Εσθήρ:
Και αν δεν έχω πια πίστη;
Αν τα πάντα γύρω μου φαίνονται τόσο μακριά,
αν η αγάπη μου φαίνεται να έχει ξεθωριάσει
σαν μια εικόνα που ξεθωριάζει στο χρόνο;
Θεός:
Η πίστη σου είναι το φως που κρύβεται μέσα σου,
ακόμα και όταν νομίζεις πως σβήνει.
Δεν είναι η δύναμη του φωτός που μετράει,
αλλά η πίστη στο σκοτάδι,
εκεί που ακόμη και το μικρό θρόισμα του ανέμου
μπορεί να φέρει την ελπίδα.
Δεν χρειάζεται να καταλάβεις τα πάντα,
παιδί μου. Αρκεί να αφεθείς
στην αγάπη που πάντα υπάρχει,
όπως ο αέρας που ανασαίνεις,
σαν το νερό που ξεδιψάει τη ψυχή σου.
Εσθήρ:
Αν είναι έτσι, Θεέ μου,
τότε ίσως η σιωπή είναι η γλώσσα της αγάπης.
Εκεί όπου δεν υπάρχουν λέξεις,
αλλά μόνο η αίσθηση της ύπαρξης.
Θεός:
Ακριβώς, παιδί μου. Στη σιωπή, τα πάντα λέγονται.
Η αγάπη σου για τον κόσμο, η πίστη σου για το καλό,
όλα αυτά ζουν εκεί. Δεν είναι τα λόγια που ενώνουν,
αλλά η αίσθηση ότι είμαστε μαζί
σε αυτή τη σιωπή του κόσμου,
σε αυτή την απέραντη, ατέλειωτη σιωπή.
Και έτσι, η θάλασσα που με είχε καλύψει με τα βάθη της, τώρα μου μιλάει με τις αχτίδες του φωτός της, που σπάζουν τον ορίζοντα. Έτσι, με το βλέμμα στραμμένο ψηλά, το σκοτάδι του κόσμου χάνεται και αναδύεται το φως της αλήθειας, της δύναμης και της ανθεκτικότητας. Κάθε βήμα μου επαναλαμβάνει τη συνείδηση της ύπαρξής μου, και για πρώτη φορά νιώθω τον αέρα να αναστενάζει τη χαρά του αγώνα. Στην σιωπή, βρίσκω τη φωνή μου. Στην αντίσταση, βρίσκω την ελευθερία μου. Και εντέλει, η ζωή συνεχίζεται, όπως το κύμα που αναγεννάται από το αέναο χάος. Και εγώ, είμαι το κύμα. Είμαι η αναγέννηση.