Συνέντευξη στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ με το συγγραφέα Διονύση Καλαμβρέζο ο οποίος υπηρετεί στην Πρεσβεία της Ελλάδας στις Βρυξέλλες

Επιμέλεια:

Βασιλική Β. Παππά

vas_nikpap@yahoo.gr

Ο Διονύσης Καλαμβρέζος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα, διεθνές δίκαιο και σύγχρονη ιστορία στο Λονδίνο (LSE) και στο Παρίσι (PARIS-11) και εκπόνησε διδακτορική διατριβή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με θέμα τον Ελληνισμό στη Ρωσία και τις άλλες χώρες της τ. ΕΣΣΔ. Υπηρετεί στην Πρεσβεία της Ελλάδας στις Βρυξέλλες. Έχει επίσης υπηρετήσει στις Πρεσβείες της Ελλάδας στη Μόσχα και στο Πεκίνο, στις Μόνιμες Αντιπροσωπείες της Ελλάδας στα Ηνωμένα Έθνη (Νέα Υόρκη) και στην ΕΕ. Έχουν εκδοθεί βιβλία του, διηγήματα, άρθρα και εργασίες του σε ανθολογίες, επιθεωρήσεις, περιοδικά και εφημερίδες.

Β.Π.: Κύριε Καλαμβρέζο, από πού να αρχίσουμε να μιλάμε; Μήπως από τα παιδικά σας χρόνια; Γεννηθήκατε στη Ζάκυνθο. Ποιες είναι οι πρώτες μνήμες σας και ποια τα πρότυπά σας ως παιδί; Υπάρχει κάποιος ο οποίος επέδρασε καταλυτικά στην ψυχοσύνθεσή σας;

Δ.Κ.: Αισθάνομαι τυχερός που γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Ζάκυνθο, έναν τόπο μοναδικής φυσικής ομορφιάς,  αλλά και ιδιαίτερης πολιτιστικής ακτινοβολίας.  Η έντονη αίσθηση της επτανησιακής ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάςμου συμπληρώθηκε από εξαιρετικούς δασκάλους και καθηγητές που επίσης έπαιξαν ρόλο στην καλλιέργεια της ανάγνωσης, της φιλομάθειας και της αναζήτησης, αλλά και την οικογένειά μου που μεριμνούσε, με τις δυσχέρειες εκείνης της μακρινής εποχής, να ικανοποιεί τα αιτήματά μου για βιβλία, εκμάθηση δεξιοτήτων, γλωσσών, σπουδές κλπ. Οικογένεια, δάσκαλοι, ο μορφωμένος μεγαλύτερος συγχωριανός που είχε καταφέρει να σπουδάσει στο Λονδίνο (αν και το ηλεκτρικό ρεύμα έφθασε στο χωριό μας το 1969)ασφαλώς συνέβαλαν στη διαμόρφωση του τρόπου που έβλεπα τα πράγματα για το καλό, το κακό, την αισθητική, το χρέος, τη δημιουργικότητα, την ομορφιά, την αλληλεγγύη, τη συστηματική εργασία κλπ. 

Β.Π.: Πότε αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;

Δ.Κ.: Από μικρή ηλικία ήμουν φανατικός αναγνώστης. Αυτό προφανώς με εισήγαγε με ειδικό τρόπο στον κόσμο της λογοτεχνίας/ γραφής και άρχισα να γράφω διηγήματα στα δεκαπέντε-δεκαέξι. Ήδη στο Γυμνάσιο αντί για εκθέσεις μού επιτράπηκε να γράφω μικρά διηγήματα με το θέμα της έκθεσης. Τότε ανακάλυψα ότι μια ιστορία μπορούσε να ξεκινά με πολύ διαφορετικούς τρόπους και από διαφορετικές πηγές έμπνευσης, δηλαδή π.χ. την ανάγνωση μιας άλλης ιστορίας, το άκουσμα μιας φράσης, έντονα συναισθήματα, την έξοδο από μια θεατρική παράσταση ή τον κινηματογράφο, ειδήσεις στο ραδιόφωνο για κάποιο πόλεμο ή καταστροφή, τον τίτλο της έκθεσης κλπ. που ενεργοποιούσαν την ισχυρή διάθεση του συγγραφέα να δημιουργήσει μια νέα ιστορία, της οποίας το τελικό περίγραμμα και κατάληξη του ήταν ακόμα άγνωστη και τη ‘’ζούσε’’ μέχρι την τελική αποτύπωσή της. Μετά ένα βραβείο σε πανελλήνιο διαγωνισμό διηγήματος όταν ήμουν δεκαοκτώ προέκυψε να  γράφω ιστορίες για επιμέρους θέματα της ανθρώπινης κατάστασης και της ανθρώπινης μοίρας (κίνδυνοι από τις νέες τεχνολογίες και τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, διλήμματα και αδιέξοδα μπροστά στην έλλειψη βεβαιοτήτων, φόβος, εκμετάλλευση, συμβιβασμός, προδοσία, επανάσταση, δειλία, υποταγή, θάρρος, αλληλεγγύη και αυτοθυσία κλπ.) έχοντας πάντως στο νου μου ότι οι περισσότερες, αν όχι όλες ιστορίες, έχουν ήδη ειπωθεί και σημασία έχει πώς θα τις διατυπώσουμε εμείς.

Β.Π.: Λένε ότι ο κάθε άνθρωπος έχει ένα παιδί μέσα του. Εσείς κατά πόσο έχετε διατηρήσει το παιδί μέσα σας και πόσο σας βοηθά στη συγγραφή; Οι λέξεις παίζουν καθοριστικό ρόλο στη ζωή σας;

Δ.Κ.: Αν δίνετε έμφαση σε ορισμένα χαρακτηριστικά του παιδιού, όπως την επιθυμία για ανακάλυψη, γνώση και κατανόηση του κόσμου, για γνωριμία και εμπειρία νέων τόπων, ανθρώπων, σχέσεων, την προσδοκία και την καλή/μαχητική διάθεση, μάλλον τα διατηρώ, καθώς αυτά αποτελούν κινητήριες δυνάμεις για την επέκταση των ορίων, της νοημοσύνης, της ενσυναίσθησης, της γνώσης  και ασφαλώς της συγγραφής. Αυτά τα χαρακτηριστικά,σε άλλη μορφή (αφού η γέννηση των δικών μου παιδιών και η απώλεια των γονέων μουάλλαξε τον ρόλο μου και την αίσθηση ευθύνης), παρέμειναν, ενισχυμένα πάντως από την εμπειρία και τους νέους ρόλουςμου και συμβάλλουν στην πιο ώριμη γραφή.Οι λέξεις και τα σχήματά τους και ευρύτερα η γλώσσα ασφαλώς παίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή μου, τόσο στον καθημερινό και επαγγελματικό βίο (όπου επιβάλλεται επιστημονική αρτιότητα και γνώση, λιτότητα, ακρίβεια, περιεκτικότητα, εύληπτο), καθώς και των λογοτεχνικών εγχειρημάτων, καθώς χωρίς τις κατάλληλες, κάθε φορά, λέξεις δεν δημιουργούνται οι λογοτεχνικές εικόνες, χαρακτήρες κλπ.

Β.Π.: Το τελευταίο σας βιβλίο φέρει τον τίτλο «Εικονικός Εφιάλτης». Μιλήστε μας και γι’ αυτό το έργο σας..

Δ.Κ.: Ο ‘’Εικονικός εφιάλτης’’ διαδραματίζεται στο κοντινό μέλλον, στη Νέα Υόρκη, σε ένα περιβάλλον όπου κυριαρχούν η τεχνητή νοημοσύνη, η ψηφιοποίηση, οι κυβερνοεπιθέσεις και η μετανάστευση. Μετά τις μεγάλες πανδημίες, τις συγκρούσεις στην Ανατολική Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή, τις ενεργειακές κρίσεις και τις τρομοκρατικές επιθέσεις, έχει εγκαθιδρυθεί στις ΗΠΑ, η αποκληθείσα νέα εποχή ασφάλειας, τάξης, ευημερίας και ανάπτυξης για όλους. Εν τούτοις, μετά από λίγο άγνωστοι δημιουργούν έναν εικονικό τόπο, στον οποίο παρασύρουν τους χρήστες του διαδικτύου, μεταφέροντάς τους σε απροσδιόριστα εικονικά περιβάλλοντα και αφήνουν να εννοηθεί ότι η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει συνθήκες χειραγώγησης και διαστρέβλωσης της αντίληψης, εξ ού και ο τίτλος της ιστορίας, προκειμένου να αποκρύψει την πραγματική κατάσταση του κόσμου. Στις εξελίξεις και στις ακούσιες εικονικές περιπλανήσεις εμπλέκονται στελέχη κρατικών υπηρεσιών, ερευνητές, αντικυβερνητικοί ακτιβιστές, φαινομενικά απλοί άνθρωποι, καθώς και μια μυστηριώδης νεαρή γυναίκα. Η μυστηριώδης αυτή γυναίκα μέσα από δαιδαλώδεις διαδρομές και περιπλανήσεις θα επιδιώξει να ανασυστήσει μια κυψέλη η αναδημιουργία της οποίας είναι απαραίτητη για την αποκάλυψη της αλήθειας.

Β.Π.: Γράφοντας έχετε την αίσθηση ότι με τη γραφή μπορείτε να βάλετε σε τάξη τον κόσμο;

Δ.Κ.: Νομίζω ότι,όπως οι περισσότεροι συγγραφείς,  επιδιώκω πολλές φορές να αποτυπώσω με τον δικό  μου τρόπο πρόσληψης και αναδημιουργίας την κατάσταση του κόσμου, την ανθρώπινη μοίρα, να φωτίσω σκοτεινές και φωτεινές πλευρές του ανθρώπινου χαρακτήρα καινα δείξω ποια κατεύθυνση θα μπορούσαν να πάρουν τα πράγματα αν δεν υπάρχει επαγρύπνηση, αίσθηση ισορροπίας, σύνθεσης, αλληλεγγύης, δικαιοσύνης. Επιδιώκω/καταλήγω , όχι πάντα με σχέδιο, αλλά από την πορεία που παίρνει η ιστορία, να δείξω ότι πάντα θα υπάρχουν κίνδυνοι χειραγώγησης, εκμετάλλευσης, λάθους, δυστοπίας και απώλειας του ελέγχου, κίνδυνοι για δημιουργία αυταρχικών και ολοκληρωτικών συστημάτων που μπορεί να εγκαθιδρυθούν μέσα στη γενική αδιαφορία, αδράνεια και κονφορμισμό των πολιτών ή καταστάσεις πλήρους αδιαφορίας για τους άλλους. Και μάλλον συνάγεται ότι θα  ήθελα να μπει μεγαλύτερη τάξη στον κόσμο.

Β.Π.: Ζούμε σε έναν κόσμο που κυριαρχεί από τη μια η οικονομική ολιγαρχία και από την άλλη οι μετανάστες, οι φτωχοί, οι άνεργοι. Ποια η θέση των διανοουμένων  μέσα σε έναν τέτοιο κόσμο;

Δ.Κ.: Οι διανοούμενοι δεν πρέπει να είναι ποτέ ικανοποιημένοι από την κατάσταση ενός κόσμου με μεγάλα προβλήματα, αλλά με τις παρεμβάσεις τους να αναδεικνύουν τη λανθασμένη πορεία των κοινωνιών τους, την ανάγκη καταπολέμησης των αδικιών, να ελέγχουν τις εξουσίες, να αμφισβητούν τον κυρίαρχο λόγο και να προτείνουν συμπεριληπτικές, ρεαλιστικές λύσεις στα προβλήματα κλπ. Θεωρώ ότι το πράττουν σε μεγάλο βαθμό. Όμως πρέπει να κατανοήσουμε ότι με τις τεράστιες αλλαγές στην πολιτική, οικονομική, κοινωνική και τεχνολογική πραγματικότητα της εποχής μας, η εξειδίκευση της γνώσης έχει μετατρέψει τους διανοούμενους σε ειδικούς/εμπειρογνώμονες/ τεχνοκράτες που έχουν ενσωματωθεί σε Πανεπιστήμια, Ιδρύματα, Οργανισμούς, ΜΜΕ, πολιτικά κόμματα κλπ. τα οποία δημιουργούν εξαρτήσεις και περιστέλλουν εκ των πραγμάτων την ανεμπόδιστη εκφορά κριτικού λόγου. Παρά τα ζητήματα, οι διανοούμενοι μπορούν να έχουν απήχηση προβάλλοντας με κριτικό τρόπο  ειδικότερα ζητήματα, όπως λειτουργία της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, των ανισοτήτων, των ανθρώπινων δικαιωμάτων, της ανάπτυξης, της μετανάστευσης, της χορήγησης ασύλου, της κλιματικής αλλαγής,  της ενεργειακής ασφάλειας κλπ.

Β.Π.: Σήμερα, πιστεύετε ότι υπάρχει αντίσταση των πνευματικών ανθρώπων της Τέχνης, ή θεωρείτε την εικόνα πλασματική; Πιστεύετε στη συλλογική ή τη μοναχική αντίδραση;

Δ.Κ.: Όπως συνάγεται  και  από την προηγούμενη απάντηση, νομίζω ότι οι διανοούμενοι και οι άνθρωποι της τέχνης δεν πρέπει να είναι ποτέ ικανοποιημένοι, αλλά να φαντάζονται και να επιδιώκουν έναν καλύτερο κόσμο με μεγαλύτερη ισορροπία, λιγότερη βαναυσότητα, βία,  χειραγώγηση και εκμετάλλευση, ανάδειξη και καταδίκη των αδικιών κλπ. Νομίζω, ότι με τον τρόπο τους, πολλοί, εξέφρασαν αυτό το πνεύμα της αντίστασης κατά τυραννικών/ αυταρχικών καθεστώτων, αδικιών, προκαταλήψεων, κονφορμισμών, φόβου, κακών πρακτικών, δεισιδαιμονιών κλπ. Ενδεχομένως δεν διαθέτουν όλοι το ίδιο μαχητικό πνεύμα, δύναμη και ανιδιοτέλεια. Επίσης δεν είναι πάντα σαφής η απήχηση που μπορεί να έχει σήμερα ένας άνθρωπος της τέχνης σε ένα ευρύτερο κοινό, αν δεν είναι γενικής ή τουλάχιστον μεγάλης αναγνώρισης.Τόσο η μοναχική, όσο και η συλλογική αντίδραση έχουν τη σημασία τους και μπορούν να έχουν απήχηση και να προκαλέσουν αφύπνιση στους αποδέκτες των σχετικών μηνυμάτων και παρεμβάσεων.

Β.Π.: Εσείς πώς αντιλαμβάνεσθε αυτή την κατάπτωση των αξιών που παρατηρείται επί των ημερών μας;

Δ.Κ.: Δεν θα συμφωνούσα με την ‘’κατάπτωση των αξιών, επί των ημερών μας’’.Στο ερώτημά σας κάποιοι θα απαντούσαν ότι, τουλάχιστον στις Δυτικές (αλλά και σε άλλες) χώρες, ζούμε, παρά τα τεράστια προβλήματα,  την καλύτερη περίοδο της μέχρι τώρα ιστορίας μας σε σύγκριση με πολύ σκοτεινότερες εποχές, έχοντας καταφέρει να αποδεχόμαστε καθολικά πολλές από τις αξίες που ενδεχομένως υπονοείτε, πολλές μάλιστα τις έχουμε αναδείξει σε δικαιώματα του κάθε πολίτη ή του κάθε ανθρώπου.Όμως οι αξίες/ δικαιώματα/ εδραιωμένες κοινές πεποιθήσεις κλπ. είτε θα ‘’καταπίπτουν’’ μετά από ήττες, επαναστάσεις, διανοητική, οικονομική και τεχνολογική πρόοδο (ή παρακμή), γενικά τις νέες συνθήκες που δημιουργούνται από τη συνεχή εξέλιξη (ή οπισθοδρόμηση), τη χειραφέτηση ευρύτερων ομάδων ανθρώπων, επικράτηση νέων συστημάτων, τάσεων κλπ. είτε θα αλλάζουν και θα αντικαθίστανται  από άλλες, όπως μπορεί να μας διαφωτίσει η Ιστορία, η φιλοσοφία και η πολιτική επιστήμη.Θεωρώ ότι παρά τις σκοτεινές περιόδους, τις οιονεί δυστοπίες της ιστορίας και τις καταστροφές, θα επιδιώκουμε το καλύτερο, το δικαιότερο και το συμπεριληπτικότερο, όχι μόνο για ‘’ιδεαλιστικούς’’, αλλά και για ιδιοτελείς και πρακτικούς λόγους.

Β.Π.: Ποιους νέους Έλληνες συγγραφείς ξεχωρίζετε;

Δ.Κ.: Φοβάμαι ότι θα αδικήσω πολλούς αξιόλογους Έλληνες συγγραφείς των τελευταίων 30-40 ετών. Ενδεικτικά μόνο αναφέρω τους Θανάση Βαλτινό, Νίκο Θέμελη, Μένη Κουμανταρέα, Δημήτρη Δημητριάδη, Ισίδωρο Ζουργό, Δημήτρη Νόλλα, Ηρακλή Λογοθέτη, Κυριάκο Αθανασιάδη.

Β.Π.: Κλείνοντας, κύριε Καλαμβρέζο, θα ήθελα να μας πείτε, τι άλλο έχετε στα «σκαριά»; Θέλετε να μας το αποκαλύψετε;

Δ.Κ.: Επεξεργάζομαι ξανά δυο συλλογές διηγημάτων, η μια με διηγήματα φαντασίας,τα περισσότερα αναφορικά με ζητήματα που δημιουργούνται από τη γενικευμένη χρήση τεχνητής νοημοσύνης,ήαντίδραση των ανθρώπων σε δυστοπίες/καταστροφές/άκρα. Η άλλη συλλογή  αφορά σύγχρονες ιστορίες. Ενδεχομένως και οι δυο να είναι έτοιμες πριν το τέλος του έτους. Επεξεργάζομαι επίσης, τηνανασύνθεση ενός προηγούμενου μυθιστορήματός μου ‘’Μόσχα-Νέα Υόρκη, ο αντεστραμμένος κόσμος’’, καθώς και την αγγλική μετάφρασή του. Τέλος, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, θα εκκινήσω τη συγγραφή ενός νέου μυθιστορήματος φαντασίας, βασισμένου στη ζωή του Βαν Γκογκ.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ