-Πανευρωπαϊκές “πρωτιές” σημειώνει η χώρα μας στα τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτων και στην φορολόγηση ποτών, τσιγάρων, βενζίνης και άλλων αγαθών.

Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου.

Η ανάδειξη της Ελλάδας σε «παγκόσμια πρωταθλήτρια» κρατήσεων για το 2014 από τον ΟΟΣΑ –το 43,4% ενός εργαζομένου με δύο παιδιά πηγαίνει σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές– έφερε και πάλι στο προσκήνιο το θέμα των φορολογικών συντελεστών στην χώρα μας. ellada-1024x768

Οι συγκρίσεις και σε άλλα «μέτωπα» αποδεικνύουν, ότι οι «πρωτιές» δεν περιορίζονται μόνον στο θέμα των κρατήσεων.
Συγκεκριμένα, εμείς οι Έλληνες είμαστε έκτοι παγκοσμίως στις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων, πρώτοι στον κόσμο στον φόρο των αλκοολούχων ποτών (αναλογικά με το εισόδημά μας) και δεύτεροι στην φορολόγηση των αυτοκινήτων μεγάλου κυβισμού. Ο ΦΠΑ στην Ελλάδα είναι ο τέταρτος υψηλότερος στην Ευρώπη, ενώ θέση στο βάθρο καταλαμβάνουμε και για την φορολόγηση της αμόλυβδης βενζίνης και των τσιγάρων, για τα οποία ο φορολογικός συντελεστής έχει φτάσει να αγγίζει πλέον ακόμη και το 90%.

Τα επίσημα στατιστικά στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν τις τεράστιες φορολογικές επιβαρύνσεις, που ισχύουν στην Ελλάδα

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία του ΟΟΣΑ:
• Υπάρχει ελληνική παγκόσμια πρωτιά σε μισθολογικές κρατήσεις, καθώς ο Ελληνας εργαζόμενος με δύο παιδιά πληρώνει το 43,4% του μισθού του σε κρατήσεις, ποσοστό που είναι και το υψηλότερο μεταξύ των χωρών του Οργανισμού. Βέλγιο και Γαλλία βρίσκονται στην 2η και στην 3η θέση αντίστοιχα, με συντελεστές 40,6% και 40,5%. Την ώρα, μάλιστα, που η ελληνική Κυβέρνηση συζητάει την αύξηση του ανώτατου συντελεστή, η στατιστική του ΟΟΣΑ αποδεικνύει, ότι οι έχοντες τα υψηλότερα εισοδήματα στην Ελλάδα είναι ούτως ή άλλως οι βαρύτερα φορολογούμενοι.
• Οι ασφαλιστικές εισφορές, που επιβάλλονται στους εργαζομένους, είναι από τις υψηλότερες μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ. Ο μέσος όρος για τις χώρες του Οργανισμού διαμορφώνεται στο 9,9% (στοιχεία 2014), με την Ελλάδα να βρίσκεται στο 16%. Στην κατάταξη των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ καταλαμβάνουμε την 6η υψηλότερη θέση, καθώς μας ξεπερνούν μόνο η Σλοβενία, η Γερμανία, η Ουγγαρία, η Αυστρία και η Πολωνία.

Τέταρτη η Ελλάδα πανευρωπαϊκά στο ύψος του ΦΠΑ και του φόρου της βενζίνης

• Ο σημερινός βασικός συντελεστής ΦΠΑ στην Ελλάδα (23%) είναι ο 4ος υψηλότερος στην Ευρώπη, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η Ουγγαρία κατέχει τα πρωτεία με τον συντελεστή του 27%, ακολουθούν Σουηδία, Κροατία και Δανία με 25%, η Φινλανδία και η Ρουμανία είναι στο 24%, ενώ ακολουθεί το γκρουπ των χωρών με το 23% (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πολωνία και Πορτογαλία).
• Σε ένα λίτρο βενζίνης, οι φόροι αντιστοιχούν στο 62,66% της τιμής λιανικής. Δηλαδή, αν βάζουμε 50 ευρώ βενζίνη, τα 31,33 ευρώ πηγαίνουν στο Υπουργείο Οικονομικών. Σύμφωνα με το πιο πρόσφατο δελτίο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου, με την μέση πανελλαδική τιμή να διαμορφώνεται σε 1,524 ευρώ ανά λίτρο, το 0,955 ευρώ αφορά στους φόρους (ειδικό φόρο κατανάλωσης και ΦΠΑ). Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, που επιβάλλεται στην «ελληνική» βενζίνη είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος σε ολόκληρη την Ευρώπη (680 ευρώ ανά 1.000 λίτρα αμόλυβδης). Μας ξεπερνούν μόνον η Μεγάλη Βρετανία, η Ολλανδία και η Ιταλία. Ωστόσο, και οι τρεις χώρες, που ξεπερνούν την Ελλάδα, εφαρμόζουν χαμηλότερους συντελεστές ΦΠΑ σε σχέση με το ελληνικό 23%.

Πρώτη η Ελλάδα και στην φορολόγηση των αλκοολούχων ποτών, ενώ έως και στο 90% φθάνει ο φορολογικός συντελεστής στα τσιγάρα

• Στα τσιγάρα, ο φορολογικός συντελεστής επί της τιμής λιανικής διαμορφώνεται πλέον στο 84%. Σε ένα πακέτο 20 τσιγάρων με τιμή λιανικής στα 4,00 ευρώ, τα 2,45 ευρώ είναι ειδικός φόρος κατανάλωσης και τα 0,75 ευρώ είναι ΦΠΑ. Σε αυτά τα πακέτα, ο φορολογικός συντελεστής είναι 80%. Ωστόσο, στα φθηνότερα πακέτα ο ειδικός φόρος κατανάλωσης είναι 2,35 ευρώ και ο ΦΠΑ 0,62 ευρώ, με αποτέλεσμα ο φορολογικός συντελεστής να διαμορφώνεται στο 90%.
• Στα ποτά, ο ειδικός φόρος ανά 100 λίτρα αιθυλικής αλκοόλης διαμορφώνεται στην Ελλάδα στα 2.550 ευρώ και είναι ο 5ος υψηλότερος στην Ευρώπη πίσω από τη Σουηδία, τη Φινλανδία, την Ιρλανδία και τη Μεγάλη Βρετανία. Ωστόσο, η ανάλυση της Spirits Europe (είναι η Πανευρωπαϊκή Ενωση των Εταιρειών Αλκοολούχων Ποτών), συγκρίνοντας τους φόρους με βάση το διαθέσιμο εισόδημα, έχει καταλήξει στο ότι, η Ελλάδα, λόγω χαμηλού εισοδήματος, βρίσκεται στην πρώτη θέση με συντελεστή 242 (έναντι 201 που έχει η Σουηδία).

Η υπερφορολόγηση οδηγεί σε αντίθετα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα

Την ώρα, που το ελληνικό Υπουργείο Οικονομικών εξετάζει σενάρια αύξησης φορολογικών συντελεστών, όπως είναι ο ανώτατος συντελεστής της κλίμακας, που σήμερα διαμορφώνεται στο 42% ή οι συντελεστές υπολογισμού του φόρου πολυτελούς διαβίωσης (βαρύνει κυρίως τα Ι.Χ. άνω των 2.000 κυβικών) ή ακόμη και οι συντελεστές των τσιγάρων και των ποτών, πυκνώνουν οι φωνές, που υποστηρίζουν, ότι η υπερφορολόγηση έχει ήδη οδηγήσει στα αντίθετα αποτελέσματα.
Ο αριθμός των δίλιτρων αυτοκινήτων, που βρίσκονται σε κυκλοφορία έχει μειωθεί δραματικά μετά και την θέσπιση του φόρου πολυτελούς διαβίωσης. Μεγάλο μέρος της κατανάλωσης τσιγάρων έχει στραφεί στα λαθραία προϊόντα ενώ και στα ποτά, το παράνομο εμπόριο είναι ιδιαίτερα «ελκυστικό»,. καθώς ο φόρος στις γειτονικές χώρες είναι το ένα πέμπτο σε σχέση με τον ελληνικό.

Μεγάλο είναι το κίνητρο για στην απόκρυψη συναλλαγών στην λιανική

Οι «υψηλόμισθοι» έχουν περιοριστεί δραματικά σε αριθμό, καθώς έχουν αυξηθεί οι συναλλαγές εργοδοτών – εργαζομένων «κάτω από το τραπέζι». Αυτό οφείλεται, τόσο στις υψηλές κρατήσεις, που γίνονται στους εργαζομένους, όσο και στις εργοδοτικές εισφορές, οι οποίες παραμένουν από τις υψηλότερες στον κόσμο παρά τη μείωση που έγινε πέρυσι.
Μεγάλο είναι το κίνητρο και στην απόκρυψη συναλλαγών στην λιανική, καθώς κάθε απόδειξη, εκτός από τον ΦΠΑ του 23%, υποχρεώνει τον επιχειρηματία να καταβάλλει και τον φόρο εισοδήματος του 26%. Ετσι, κρύβοντας μια συναλλαγή 100 ευρώ, ο επιχειρηματίας γνωρίζει, ότι τα μισά θα πήγαιναν σε φόρους.

Η Ελλάδα είναι πανευρωπαϊκά δεύτερη στην επιβολή ακριβών τελών κυκλοφορίας

Τα τέλη κυκλοφορίας στα αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού στην Ελλάδα είναι τα δεύτερα υψηλότερα σε ολόκληρη την Ευρώπη. Και αυτό διότι η χώρα μας φορολογεί διπλά οποιονδήποτε κινητήρα άνω των 2.000 κυβικών εκατοστών. Εκτός από τα τέλη κυκλοφορίας, ο ιδιοκτήτης του «δίλιτρου» πρέπει να πληρώσει και τον φόρο πολυτελούς διαβίωσης (τον οποίο, μάλιστα, η νέα κυβέρνηση συζητάει να αυξήσει προκειμένου να φέρει στα ταμεία πρόσθετα έσοδα της τάξεως των 20 εκατομμυρίων ευρώ. Τέλη κυκλοφορίας και ειδικός φόρος κατανάλωσης υποχρεώνουν τον ιδιοκτήτη Ι.Χ. να πληρώνει 816 ευρώ ετησίως για ένα Ι.Χ. 151 ίππων που εκπέμπει 167 γραμμάρια διοξειδίου του άνθρακα. Το ίδιο αυτοκίνητο φορολογείται περισσότερο μόνο στην Ολλανδία (1.444 ευρώ) σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (Tax Guide). Η Αυστρία επέβαλε πέρυσι φόρο 574 ευρώ, η Ιρλανδία 570 ευρώ και η Ιταλία 429 ευρώ.

Το 43,4% έως το 61% του μισθού ενός εργαζόμενου επιστρέφει στο Κράτος μέσω φόρων και εισφορών

Ένα άλλο ενδιαφέρον ερώτημα, είναι, ποιό ποσοστό του εισοδήματός του καταβάλλει σε φόρους ένας εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα, που εκπροσωπεί την λεγόμενη «μεσαία τάξη»; Η έρευνα του ΟΟΣΑ, που ανέδειξε την Ελλάδα «παγκόσμια πρωταθλήτρια στις κρατήσεις για φόρους και ασφαλιστικές εισφορές προσδιόρισε το ποσοστό στο 43,4%. Ομως, αυτές οι κρατήσεις αφορούν σε έναν εργαζόμενο με δύο παιδιά, που εισπράττει 1.440 ευρώ τον μήνα μεικτά. Δηλαδή, έναν εργαζόμενο με μέσες καθαρές αποδοχές στα επίπεδα των 1.000 ευρώ. Ο ΟΟΣΑ «έτρεξε» την ίδια έρευνα και για υψηλότερα εισοδήματα.
Ποιό είναι το ποσοστό των κρατήσεων, που προκύπτει για έναν εργαζόμενο με καθαρές αποδοχές 1.650 ευρώ μηνιαίως; Η «άσκηση» σε πραγματικές συνθήκες καταλήγει σε εντυπωσιακό αποτέλεσμα, αφού ένας εργαζόμενος, που εισπράττει 40.000 τον χρόνο καταλήγει να επιστρέφει στο κράτος τα 24.500, δηλαδή το 61%.!!

Με βάση την μελέτη του ΟΟΣΑ, σε έναν οικογενειάρχη με δύο παιδιά και ετήσιες απολαβές της τάξεως των 40.000 ευρώ (2.850 ευρώ μηνιαίως), γίνονται οι ακόλουθες κρατήσεις:
• 10.171 ευρώ για τον φόρο εισοδήματος (σ.σ. περιλαμβάνονται ο φόρος που προκύπτει με βάση την κλίμακα και η εισφορά αλληλεγγύης).
• 7.100 ευρώ για ασφαλιστικές εισφορές.
Ετσι, ο εργαζόμενος των 40.000 ευρώ (που κοστίζει 51.540 ευρώ στην επιχείρηση, αν προστεθούν και οι εργοδοτικές εισφορές), τελικώς καταλήγει να παίρνει στα χέρια του 23.065 ευρώ τον χρόνο ή 1.650 ευρώ τον μήνα.
Το κεφάλαιο «Εφορία», βέβαια, δεν κλείνει εδώ για τον εργαζόμενο. ο οποίος, με βάση τα μισθολογικά δεδομένα στην Ελλάδα, θεωρείται και «προνομιούχος». (σ.σ. μόνο οι 14 στους 100 εμφανίζουν μεικτές αποδοχές άνω των 2.000 ευρώ σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΚΑ, ενώ για αποδοχές άνω των 3.000 ευρώ η συμμετοχή περιορίζεται περίπου στο 6%).

Οι επιπλέον φόροι, που πληρώνει ο Έλληνας

Από τα 23.065 ευρώ, που θα πάρει στην τσέπη του ο εργαζόμενος (μαζί με τα δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και το επίδομα αδείας) σε φόρους, έχει επιπλέον και τις εξής φορολογικές επιβαρύνσεις:
• Αν υποτεθεί, ότι ο φορολογούμενος έχει ένα διαμέρισμα 100 τετραγωνικών μέτρων σε μια μεσαία περιοχή, με τιμή ζώνης της τάξεως των 1.500 ευρώ, μόνο για τον ΕΝΦΙΑ θα πρέπει να καταβάλει περίπου 600 ευρώ.
• Αν έχει ένα αυτοκίνητο 1.800 κυβικών, μόνο για τα τέλη κυκλοφορίας χρειάζονται 300 ευρώ. Αν μάλιστα το αυτοκίνητο είναι δίλιτρο 8ετίας, ο λογαριασμός μπορεί να εκτιναχθεί στα 815 ευρώ, λόγω και του φόρου πολυτελούς διαβίωσης.
• Για να διανύσει με το αυτοκίνητο 15.000 χιλιόμετρα (που είναι και η μέση απόσταση, που διανύει ένα όχημα σε ετήσια βάση), χρειάζεται περίπου 1.500 λίτρα βενζίνης. Δεδομένου ότι σε κάθε λίτρο αναλογεί φόρος 0,955 ευρώ, η συγκεκριμένη κατανάλωση φορολογείται με 1.430 ευρώ τον χρόνο.
• Αν θέλει να καπνίζει και ένα πακέτο τσιγάρα την ημέρα (365 τον χρόνο), θα φορολογηθεί γι’ αυτό με επιπλέον 1.170 ευρώ ετησίως (αντιστοιχούν φόροι 3,2 ευρώ σε κάθε πακέτο των τεσσάρων ευρώ).
• Προφανώς τα υπόλοιπα, που απομένουν από τον μισθό, ο οικογενειάρχης τα καταναλώνει για την κάλυψη των αναγκών της οικογένειας.

Η “μερίδα του λέοντος” από τις αποδοχές των εργαζομένων πηγαίνει στο Κράτος με την μορφή άμεσων και έμμεσων φόρων

Αν συνυπολογιστούν οι δαπάνες, που προαναφέρθηκαν, απομένει ένα ποσό της τάξεως των 18.500 ευρώ ετησίως, το οποίο βεβαίως υπάγεται στον ΦΠΑ. Αν ληφθεί υπόψη, ότι ένα μέσο νοικοκυριό διαθέτει το 70% της δαπάνης σε προϊόντα, που φορολογούνται με 23% και ένα 30% στα προϊόντα του 13% (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, τρόφιμα κ.λπ.), τότε ο ΦΠΑ που αντιστοιχεί σε καταναλωτική δαπάνη 18.500 ευρώ είναι 3.670 ευρώ.
Αν προστεθούν ο φόρος εισοδήματος με την εισφορά αλληλεγγύης (10.170 ευρώ), οι ασφαλιστικές εισφορές (7.100 ευρώ) και οι φόροι στα προϊοντα και στις υπηρεσίες, που προαναφέρθηκαν (αθροιστικά 7.190 ευρώ), προκύπτει, ότι το συνολικό ποσό, που εισπράττει το κράτος από τον συγκεκριμένο φορολογούμενο φτάνει στα 24.460 ευρώ, δηλαδή στο 61% του εισοδήματός του. Αυτό δείχνει, ότι η “μερίδα του λέοντος” από τις αποδοχές των εργαζομένων στην Ελλάδα πηγαίνει στο Κράτος με την μορφή άμεσων και έμμεσων φόρων.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ