Μιλάει στην Αντιγόνη Πόμμερ και στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ από το Ούμεο της Σουηδίας η συγγραφέας Ευαγγελία Θεοδωρίδου

“Γενικώς μου αρέσει να πειραματίζομαι με τη συγγραφή. Ανάλογα με τη διάθεσή μου και τον καιρό επιλέγω και διαφορετικό είδος. Για παράδειγμα, τον χειμώνα, που έχουμε σχεδόν μόνο νύχτα και πολικές θερμοκρασίες μού αρέσει να γράφω ιστορίες μυστηρίου και τρόμου ενώ την άνοιξη και το καλοκαίρι που έχουμε μόνο μέρα και ζέστη επιλέγω το ρομαντικό είδος και τα παραμύθια.

Για αυτό και όταν έχω χρόνο, παράλληλα με τη συγγραφή των δικών μου βιβλίων, μου αρέσει να συμμετέχω σε συλλογικές εκδόσεις που έχουν να κάνουν σχεδόν με όλα τα είδη λογοτεχνίας”. Αυτά μεταξύ άλλων τονίζει στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ σε συνέντευξη που παραχώρησε στην Αντιγόνη Πόμμερ, η συγγραφέας Ευαγγελία Θεοδωρίδου από το μακρινό Ούμεο της Σουηδίας. Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της συνέντευξης.

 Κυρία Θεοδωρίδου, βρίσκεστε στο Ούμεο της Σουηδίας και είσαστε ήδη μια γνωστή συγγραφέας στον χώρο του εφηβικού μυθιστορήματος. Πώς εμπνευστήκατε, το πρώτο σας βιβλίο «Η Ωδή…σσεια μιας έφηβης».

«Τι σου μιλάω αφού δεν καταλαβαίνεις».

Αυτή την φράση μου είπε μια μέρα η δεκαπεντάχρονη κόρη μου, καθώς συζητούσαμε τους λόγους της μετοίκησης μας στη Σουηδία και την ‘’ικανότητα’’ των γονιών να ξέρουν εκ των προτέρων τι είναι καλό για το μέλλον των παιδιών τους. Είχαμε ήδη κλείσει έξι χρόνια παραμονής στο Ούμεο, αλλά εκείνη ήταν η πρώτη φορά που κάναμε ανοιχτά αυτή τη συζήτηση. Έτσι όπως την άκουγα να παραθέτει τα υπέρ και τα κατά της ζωής στην Ελλάδα και στη Σουηδία, άρχισα να αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο θα ήταν όχι μόνο για την ίδια αλλά για οποιονδήποτε έφηβο, εάν μια μέρα ξαφνικά μάθαινε ότι θα πρέπει να εγκαταλείψει όλα όσα γνωρίζει και αγαπάει και να μεταναστεύσει σε μια άλλη χώρα.

Πόσο εύκολα μπορεί ένας έφηβος να αποδεχτεί το γεγονός πως κάποιοι άλλοι αποφασίζουν για τη δική του ζωή χωρίς να του δίνουν το δικαίωμα να επιλέξει ο ίδιος τι θα ήθελε να κάνει; Εάν η εγκατάσταση και η προσαρμογή σε μια ξένη χώρα είναι δύσκολη για εμάς τους ενήλικες, πώς βιώνει άραγε ένας έφηβος αυτή την εμπειρία; Τι κρατάει και τι αφήνει πίσω του όταν φεύγει από τον τόπο που γεννήθηκε και ζούσε μέχρι τότε; Η μετοίκηση σε μια νέα χώρα είναι μια νέα αρχή ή ένας ακόμα σταθμός σε αυτό το ταξίδι που αποκαλούμε ζωή; Και τελικά μπορεί κάποιος να έχει δύο πατρίδες;

Με όλες αυτές τις σκέψεις και δεκάδες άλλα ερωτηματικά στο μυαλό μου, άρχισα να παρατηρώ περισσότερο τους εφήβους, να συζητάω μαζί τους αλλά κυρίως να ακούω τις σκέψεις τους, τις ανησυχίες τους, τους φόβους τους, τις επιθυμίες τους. Έχουν τόσα πολλά να μας πουν. Το μόνο που μας ζητάνε είναι να τους ακούσουμε!

Ακολούθησε και η «Η…λιάδα μιας έφηβης». Είχατε σκεφτεί από την αρχή πως θα ακολουθούσε και δεύτερο βιβλίο ή προέκυψε;

Η αλήθεια είναι πως δεν το είχα προγραμματισμένο στο μυαλό μου. Όταν ξεκινάω μια ιστορία επικεντρώνομαι αποκλειστικά και μόνο σε αυτήν. Καθώς όμως έγραφα την ”Ωδή…σσεια” αισθάνθηκα την ανάγκη πως οι πρωταγωνιστές μου είχαν πολλά ακόμα να πούνε, πολλά ακόμα να ζήσουνε. Έτσι οι περιπέτειες τους συνεχίζονται στην ”Η…λιάδα”.

Το δεύτερο ”έπος” βρίσκει την ηρωίδα μου και την οικογένειά της στο Ούμεο, μια πόλη της Βόρειας Σουηδίας, μόλις 430 χιλιόμετρα από τον Αρκτικό Κύκλο. Η θέση και μόνο της πόλης στον χάρτη αποτελεί μια πρόκληση. Εάν στο σκοτάδι και στο πολικό ψύχος προσθέσουμε το νέο σχολείο, τη νέα γλώσσα, τους νέους φίλους, το νέο περιβάλλον, τη νέα κουλτούρα, καταλαβαίνουμε πως η ζωή που θα έχει η έφηβη ηρωίδα μου και η συντροφιά της, μόνο περιπετειώδης και συναρπαστική μπορεί να χαρακτηριστεί.

Πώς νιώσατε όταν μάθατε πως «Η Ωδή…σσεια μιας έφηβης» έγινε best seller στα βιβλιοπωλεία public

Κάποιοι φίλοι μου το είδαν στο διαδίκτυο και με ενημέρωσαν. Σίγουρα ένιωσα ικανοποίηση και απέραντη χαρά που το βιβλίο μου είχε απήχηση σε ένα τόσο απαιτητικό και δύσκολο αναγνωστικό κοινό, όπως είναι οι έφηβοι. Επειδή ο ελεύθερος χρόνος τους είναι αρκετά περιορισμένος, σχεδόν ανύπαρκτος θα έλεγα, με όλες αυτές τις υποχρεώσεις που έχουν να κάνουν γύρω από το σχολείο, είναι πολύ προσεκτικοί στο πώς θα τον εκμεταλλευτούν. Για αυτό και θεώρησα μεγάλη τιμή για μένα που κάποιοι από αυτούς επέλεξαν να διαβάσουν την ”Ωδή…σσεια”.

Λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του πρώτου βιβλίου έλαβα αρκετά μηνύματα από εφήβους, στα οποία μου έγραφαν πως ταυτίστηκαν με τους νεαρούς ήρωες μου λόγω της ιδιαίτερης γλώσσας που υπάρχει τόσο στην ”Ωδή…σσεια” όσο και στην ”Η…λιάδα” και την οποία χρησιμοποιούν κι οι  ίδιοι στην καθημερινότητά τους.

Αρκετοί ήταν και εκείνοι που μου έγραψαν πως ένιωσαν δικαιωμένοι και ανακουφισμένοι γιατί ανακάλυψαν ότι δεν είναι μόνο αυτοί που αισθάνονται όπως αισθάνονται, αλλά υπάρχουν και άλλοι συνομίληκοί τους εκεί έξω στην κοινωνία, με τους οποίους μοιράζονται τα ίδια συναισθήματα, τα ίδια όνειρα και τους ίδιους προβληματισμούς.

Ιδιαίτερα θετική όμως ήταν και η ανταπόκριση των γονέων που έχουν ήδη μεταναστεύσει ή σκέφτονται να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό και οι οποίοι μέσα στις σελίδες των βιβλίων μου εντόπισαν πολλά κοινά σημεία μεταξύ της δικής τους οικογένειας και της ηρωίδας μου.

‘’Τώρα ξέρω τι με περιμένει’’ μου έγραψε μια μητέρα, η οποία σκόπευε να μεταναστεύσει το περασμένο καλοκαίρι στη Γερμανία με την οικογένειά της και τον έφηβο γιο της.

Θα γίνει τριλογία; 

Αυτό είναι κάτι που πλέον έχει ξεφύγει από τον προσωπικό μου έλεγχο. Το τρίτο βιβλίο έρχεται σαν φυσική συνέχεια των όσων έχω γράψει μέχρι τώρα. Ακόμα κι αν ήθελα να σταματήσω εδώ, δε θα μπορούσα να το κάνω. Οπότε οι περιπέτειες της Δάφνης θα συνεχίσουν σε ένα ακόμα έπος, το οποίο, αν όλα πάνε καλά, θα το έχετε στα χέρια σας τον επόμενο χρόνο.

Τι σας ώθησε να γράφετε;

Λατρεύω την ελληνική γλώσσα και ό,τι έχει να κάνει με αυτήν. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ήμουν με ένα βιβλίο στο χέρι και ένα μολύβι για να σημειώνω στο περιθώριό του τις σκέψεις που μου γεννούσε η ανάγνωσή του. Σιγά σιγά άρχισα να γράφω και τις δικές μου ιστορίες. Όσο μεγάλωνα τόσο πιο πολύ συνειδητοποιούσα πως αυτό που θα ήθελα να γίνω όταν μεγαλώσω ήταν συγγραφέας.

Όταν λοιπόν εγκατασταθήκαμε εδώ πάνω στον Βορρά, αυτό που μου έλειπε περισσότερο  δεν ήταν ούτε ο ήλιος ούτε το φως, όπως πολλοί θα θεωρήσουν. Ήταν η μητρική μου γλώσσα. Η ανάγκη να μιλάω, να ακούω, να σκέφτομαι, να γράφω ελληνικά ήταν τεράστια. Αρνιόμουν να αποδεχτώ πως μια άλλη γλώσσα θα καταλάμβανε τη θέση της ελληνικής στο μυαλό μου και στα χείλη μου. Για αυτό άρχισα να παρακολουθώ εξ αποστάσεως μαθήματα λογοτεχνικής γραφής στη σχολή Tabula Rasa.  Είχα τόσα πολλά να πω και να μοιραστώ με τους άλλους, τα οποία δεν ήθελα να τα εκφράσω σε καμία άλλη γλώσσα παρά μόνο στα ελληνικά.

Είναι η συγγραφή το κύριο επάγγελμά σας;

Είναι το πάθος μου. Είναι αυτό που με γεμίζει, μου δίνει χαρά, με κάνει να ανυπομονώ να γυρίσω στο σπίτι και να καθίσω μπροστά στον υπολογιστή μου και να χαθώ στις ιστορίες που θέλω να πω. Κάποιες ώρες όμως της μέρας τις περνάω στο δημοτικό σχολείο της περιοχής μου, όπου εργάζομαι ως εκπαιδευτικός  καθώς και στο Folkuniversitet της πόλης, όπου διδάσκω Ελληνικά σε αλλοδαπούς.

Έχετε συμμετάσχει και σε συλλογικές εκδόσεις με διηγήματά σας. Είναι κι αυτά εφηβικά;

Γενικώς μου αρέσει να πειραματίζομαι με τη συγγραφή. Ανάλογα με τη διάθεσή μου και τον καιρό επιλέγω και διαφορετικό είδος. Για παράδειγμα, τον χειμώνα, που έχουμε σχεδόν μόνο νύχτα και πολικές θερμοκρασίες μού αρέσει να γράφω ιστορίες μυστηρίου και τρόμου ενώ την άνοιξη και το καλοκαίρι που έχουμε μόνο μέρα και ζέστη επιλέγω το ρομαντικό είδος και τα παραμύθια.

Για αυτό και όταν έχω χρόνο, παράλληλα με τη συγγραφή των δικών μου βιβλίων, μου αρέσει να συμμετέχω σε συλλογικές εκδόσεις που έχουν να κάνουν σχεδόν με όλα τα είδη λογοτεχνίας. Εκτός από το πρώτο μου παραμύθι: Ένα βράδυ σε ένα πάρτι, που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις ΑΝΙΜΑ, κάποια από τα έργα μου έχουν συμπεριληφθεί στις συλλογικές εκδόσεις:

24 Συγγραφείς γράφουν ιστορίες τρόμου-φαντασίας, Εκδόσεις Δυάς, 2018

28 λόγοι για να πεθάνεις, (αστυνομική λογοτεχνία), Εκδόσεις iWrite, 2019

Ο θησαυρός του Αλή Μπαμπά, (παραμύθι), Εκδόσεις iWrite, 2019

Η Παραμυθολυμπιάδα των ζώων, (παραμύθι), Εκδόσεις iWrite, 2021

Θα ασχοληθείτε μόνο με την εφηβική λογοτεχνία;

Όχι αποκλειστικά. Ήδη ολοκλήρωσα τη συγγραφή ενός ρομαντικού ιστορικού μυθιστορήματος φαντασίας που απευθύνεται στο ευρύ αναγνωστικό κοινό και μέσα στους επόμενους μήνες ολοκληρώνω ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, το οποίο γράφω τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Το εφηβικό όμως κατέχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου και θα επιστρέφω σε αυτό όποτε θα έχω να πω κάτι με τους εφήβους.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφέρω πως τον περασμένο χρόνο, εν μέσω πανδημίας, μέσα στα πλαίσια του ”Μήνα εφηβείας” που διοργανώνουν κάθε χρόνο οι Εκδόσεις Πατάκη,  ξεκινήσαμε μαζί με τη Λέσχη Φιλαναγνωσίας του 17ου Γυμνασίου Αθηνών τη συγγραφή ενός εφηβικού βιβλίου, που πραγματεύεται τα συναισθήματα των εφήβων. Αυτή τη φορά όμως τα παιδιά είναι οι συγγραφείς ενώ εγώ μαζί με την φιλόλογο κ. Αγγελίνα Παπαδοπούλου είμαστε οι εμψυχωτές αυτής της πραγματικά υπέροχης προσπάθειας!

Ποιο είδος θα θέλατε να γράφετε;

Στόχος μου είναι να έχω την ελευθερία και την ευχέρεια να γράφω το είδος που ταιριάζει στην διάθεσή μου. Η Μάγια Αγγέλου έχει πει: «Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγωνία από το να έχεις μέσα σου μια ιστορία ανείπωτη». Την ιστορία που έχω μέσα μου και δε με αφήνει λεπτό να ησυχάσω μέχρι να  την πω αυτή θέλω να γράφω. Μόνο όταν οι σκέψεις γίνουν λέξεις και οι λέξεις αποτυπωθούν στο χαρτί ή στην οθόνη του υπολογιστή νιώθω ήρεμη και ευτυχισμένη.

Ποιος είναι ο αγαπημένος σας Έλληνας/Ελληνίδα συγγραφέας;

Λατρεμένος μου συγγραφέας, τον οποίο είχα τη μεγάλη χαρά να συναντήσω εδώ στο Ούμεο πριν λίγα χρόνια, είναι ο Θεόδωρος Καλλιφατίδης. Έχω διαβάσει σχεδόν όλα του τα έργα, ελληνικά και σουηδικά, αλλά το βιβλίο του ‘’Γράμματα στην κόρη μου” είναι μακράν το αγαπημένο μου.

Ποιος είναι ο αγαπημένος σας ξένος συγγραφέας;

Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, χωρίς δεύτερη σκέψη.  Πιστεύω στον έρωτα και στην αγάπη που μένει αναλλοίωτη στον χρόνο και κρατάει για πάντα, για αυτό και ξεχωρίζω το έργο του: ‘’Έρωτας στα χρόνια της χολέρας’’. Όμως… το βιβλίο ‘’Εκατό χρόνια μοναξιάς’’ είναι ό,τι πιο συγκλονιστικό έχω διαβάσει στη ζωή μου.

Επειδή όπως θα έχεις ήδη αντιληφθεί είμαι πολύ ρομαντική και πιστεύω πως όλοι μας αξίζουμε ένα ”happy end” στην ιστορία μας, στη βιβλιοθήκη μου έχω όλα τα βιβλία των αδερφών Μπροντέ και της Τζέην Ώστεν. Τον χειμώνα που έχει σκοτάδι επιλέγω πάντα την γκόθικ ατμόσφαιρα των Μπροντέ ενώ την άνοιξη με το φως την Ώστεν!

Τι θέλατε να γίνετε όταν ήσαστε μικρή;

Συγγραφέας και αρχαιολόγος. Η ιστορία πάντα με μάγευε και εξακολουθεί να με μαγεύει. Ευτυχώς κατά κάποιον τρόπο έχω καταφέρει και έχω πραγματοποιήσει και τα δύο όνειρά μου. Γράφω ιστορίες που με ταξιδεύουν πίσω στον χρόνο και με αναγκάζουν πολλές φορές να ανατρέχω σε πηγές από το παρελθόν για να αλιεύσω εκείνα τα στοιχεία που θα με βοηθήσουν στη δομή και εξέλιξη της υπόθεσης που πραγματεύομαι κάθε φορά.

Τι μουσική ακούτε;

Ανάλογα με τη διάθεση και τη στιγμή μπορώ να ακούσω όλα τα είδη μουσικής. Απλά όταν γράφω επιλέγω να ακούω μόνο ορχηστρικά κομμάτια, τα οποία ταιριάζουν στο ύφος της εκάστοτε ιστορίας που θέλω να περιγράψω. Αποφεύγω τα τραγούδια, γιατί παρασύρομαι και είτε αρχίζω να τραγουδάω κι εγώ είτε το μυαλό μου χάνεται στους στίχους, με αποτέλεσμα να ”χαθεί” και η ιστορία που γράφω!

Τι ταινίες σας αρέσουν;

Λατρεύω τις ρομαντικές και τις ιστορικές ταινίες. Ο τέλειος συνδυασμός για μένα είναι ρομαντική ταινία βασισμένη σε ιστορικά γεγονότα. ”Ο Ρομπέν των δασών”, ”Ο Ιβάνοης”, ” Η Αόρατη γυναίκα”, ” Ανεμοδαρμένα Ύψη”, ”Περηφάνια και Προκατάληψη”, ”Τζέην Έυρ”  είναι μόνο μερικές από τις ταινίες που βλέπω και ξαναβλέπω με τον ίδιο ενθουσιασμό κάθε φορά λες και είναι η πρώτη φορά.

Περιγράψτε μια συνηθισμένη μέρα στο Ούμεο τον χειμώνα.

Αρχικά να κάνω μια διόρθωση. Δεν μπορούμε να βάλουμε στην ίδια πρόταση τη λέξη ‘’ημέρα’’, με την έννοια που έχουμε οι περισσότεροι στο μυαλό μας, και τη λέξη ‘’χειμώνας’’. Στο Ούμεο δεν έχουμε μέρα τον χειμώνα. Μπορεί να περάσουν εβδομάδες ολόκληρες μέχρι να δούμε έστω και  μία μόνο ηλιαχτίδα στον ουρανό. Πόσο μάλλον τον ίδιο τον ήλιο!

Από τον Αρκτικό κύκλο απέχουμε σχεδόν 430 χιλιόμετρα, οπότε καταλαβαίνεις πως οι συνθήκες εδώ πέρα είναι αρκετά ιδιαίτερες.   Συχνά οι θερμοκρασίες είναι πολικές και το θερμόμετρο δείχνει μείον για μήνες. Το ψύχος είναι αρκετά δριμύ και το χιόνι που πέφτει τον χειμώνα, παραμένει ακόμα και μέσα στην πόλη μέχρι και τον Απρίλιο.

Αυτό όμως δεν επηρεάζει καθόλου τη ζωή μας. Ο κρατικός μηχανισμός λειτουργεί στην εντέλεια και πέρα από κάποιες μικρές καθυστερήσεις στα λεωφορεία εξαιτίας της χιονόπτωσης ή του πάγου στους δρόμους, όλα κυλάνε ομαλά. «Δεν υπάρχει ακατάλληλος καιρός» συνηθίζουν να λένε οι ντόπιοι εδώ πέρα. «Υπάρχουν μόνο ακατάλληλα ρούχα». Εάν λοιπόν εξοπλιστείς με τα κατάλληλα είδη ρουχισμού και υπόδησης δεν έχεις να ανησυχείς για τίποτα.

Όσον αφορά τώρα το σκοτάδι, αυτό είναι δύσκολο να το συνηθίσεις. Ιδίως εμείς που ερχόμαστε από μια χώρα που τη λούζει σχεδόν καθημερινά ο ήλιος, χρειαστήκαμε αρκετό χρόνο μέχρι να προσαρμοστούμε στις νέες συνθήκες. Είμαστε ήδη εννέα χρόνια στο Ούμεο και ακόμα νιώθουμε δυσφορία τους χειμερινούς μήνες, όταν δε βλέπουμε το γαλάζιο του ουρανού και το φως του ήλιου!

Η Ευαγγελία Θεοδωρίδου με μια λέξη.

Ονειροπόλος.

Πιστεύετε στη φιλία;

Εάν δεν πίστευα στη φιλία δεν θα μπορούσα να γράψω για αυτήν. Όποιος διαβάσει τα βιβλία μου θα διαπιστώσει και μόνος του πόση μεγάλη σημασία έχει η φιλία στη ζωή των ηρώων μου. Προσωπικά πιστεύω στους λίγους και πολύ καλούς φίλους. Αν και δεν τους έχω τόσο κοντά μου όσο θα ήθελα, μου αρκεί που υπάρχουν στη ζωή μου και βρισκόμαστε ο ένας στο πλευρό του άλλου όποτε παραστεί ανάγκη.

Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο συγγραφέα;

Μπορεί να ακουστεί κοινότυπο αλλά αυτό που λέω στους εφήβους, όταν με ρωτάνε τι θα μπορούσαν να κάνουν για να γίνουν κι εκείνοι συγγραφείς είναι το εξής:

«Να διαβάζετε όσο περισσότερο μπορείτε. Θα πρέπει να είστε όμως προσεκτικοί και να μην παρασυρθείτε και πέσετε στην παγίδα να αρχίσετε να συγκρίνετε τον εαυτό σας με τους άλλους συγγραφείς. Θα πρέπει να κάνετε μία και μόνο σύγκριση: με τον ίδιο σας τον εαυτό και να προσπαθείτε συνεχώς να γίνεται καλύτεροι όχι για τους άλλους, αλλά για εσάς τους ίδιους!»

Ποια είναι

Η Ευαγγελία Θεοδωρίδου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πτολεμαΐδα. Σπούδασε στο Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ενώ αργότερα συνέχισε τις σπουδές της στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών στο Τμήμα της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης. Για δεκαπέντε χρόνια εργάστηκε στο ιδιωτικό και δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας, από όπου και παραιτήθηκε το 2013, λόγω μετοίκησης στο εξωτερικό. Από τότε διαμένει μόνιμα με τον σύζυγό της και τις δυο κόρες τους στην πόλη Ουμέα στη βόρεια Σουηδία, όπου και εργάζεται ως εκπαιδευτικός σε σουηδόφωνο σχολείο. Μιλάει αγγλικά και σουηδικά.

Ένα σεμινάριο δημιουργικής γραφής στο εργαστήριο Tabula Rasa, το οποίο ξεκίνησε να παρακολουθεί εξ αποστάσεως, αποτέλεσε την αιτία για να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη συγγραφή. Διηγήματα και παραμύθια της έχουν βραβευτεί σε πανελλήνιους διαγωνισμούς.

Συνεργάζεται με διάφορα μπλογκ, όπου αρθρογραφεί για θέματα που αφορούν το παιδί και την εκπαίδευση, καθώς και τη ζωή των Ελλήνων στο εξωτερικό.

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ