(c) ellinikignomi

Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου.

“Βόμβα” στα θεμέλια της σύγχρονης γερμανικής δημοσιογραφίας αποτελεί το βιβλίο του πρώην αρχισυντάκτη της “Frankfurter Allgemeine Zeitung” (FAZ) Ούντο Ούλφκοτε (Udo Ulfkotte), που κυκλοφορεί με τον τίτλο “Gekaufte Journalisten” (“Εξαγορασμένοι Δημοσιογράφοι”) στην Γερμανία και σε άλλες χώρες, καταγράφοντας εντυπωσιακές πωλήσεις.berlin
«Τα δύο τρίτα των δημοσιογράφων στην Γερμανία είναι εξαγοράσιμοι», «Οι πεμπτοφαλαγγίτες των ΗΠΑ», «Το παραμύθι της Μέρκελ -Έτσι ψεύδεται η Καγκελαρία στον λαό», «Πώς λαδώθηκα από εταιρεία πετρελαιοειδών», «Δημοσιογραφικά ταξίδια και φοροαπάτες», «Πώς πληρώνονται οι βίλες στην Τοσκάνη», «Πίσω από τη FAZ υπάρχει ένα διεφθαρμένο κεφάλι» και «Αγόρασε κι εσύ έναν δημοσιογράφο, μπορείς!», είναι κάποιοι χαρακτηριστικοί τίτλοι από κεφάλαια του βιβλίου, που δείχνουν την διαφθορά και την σήψη του σημερινού δημοσιογραφικού κατεστημένου στην Γερμανία, δηλαδή των ανθρώπων, που μεταξύ άλλων, απαξιώνουν καθημερινά την χώρα μας με πληρωμένα «ρεπορτάζ».
Ο επί δεκαεφτά χρόνια αρχισυντάκτης μιας από τις μεγαλύτερες γερμανικές εφημερίδες αποφάσισε να δώσει στην δημοσιότητα δεκάδες “μεγάλα” ονόματα (και πρώτα- πρώτα το δικό του) και άλλα “μικρότερα” εν ενεργεία συναδέλφων του, της τηλεόρασης, πολλών εφημερίδων και περιοδικών, που κατέχουν σήμερα σημαντικές θέσεις, ασκώντας, όχι μόνον «εξαγορασμένη δημοσιογραφία», αλλά και φοροδιαφυγή, αφού, όπως αναφέρει, «αρκετοί από αυτούς έχουν πολυτελείς βίλες στην Τοσκάνη, αδήλωτες στην γερμανική Εφορία, μια και έχουν σπόνσορες μεγάλες εταιρείες.
Εταιρείες, που τους πληρώνουν με 5.000, 7.000 και 15.000 ευρώ για να γράψουν ένα καλό κομμάτι, ανάλογο με τα συμφέροντά τους, ή ακόμα και να κάνουν ανοιχτά ένα καλό PR (σ.σ.: Public Relations/δημόσιες σχέσεις) μέσω των εντύπων τους ή του τηλεοπτικού φορέα, στον οποίο εργάζονται», αναφέροντας στο θέμα αυτό και τον σημερινό παρουσιαστή του κεντρικού δελτίου της ZDF, Κλάους Βέμπερ.

Ζαν Κλωντ Γιούνκερ: “Οι Ευρωπαίοι δεν καταλαβαίνουν τις αποφάσεις της ΕΕ”!

Στην αρχή του βιβλίου ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η απάντηση, που δίνει ο Ζαν Κλωντ Γιούνκερ, όταν ο Ούντο Ούλφκοτε τον ερωτά, «πώς γίνεται τα κορυφαία μας ΜΜΕ να δοξάζουν το ευρώ και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ να στέκονται διατακτικά απέναντι της;».
Η απάντηση, που παίρνει από τον σημερινό Πρόεδρο της Κομισιόν, είναι αποκαλυπτική, αλλά και εξωφρενική, καθώς ο κ. Γιούνκερ απαντά ως εξής:
«Παίρνουμε μια απόφαση και την βάζουμε σ’ ένα κλειστό δωμάτιο. Την αφήνουμε αρκετές ημέρες να ωριμάσει και να δούμε τι θα γίνει. Αν μέχρι τότε δεν υπάρξει καμία κραυγή ή… επανάσταση -άλλωστε, οι περισσότεροι δεν καταλαβαίνουν τι αποφασίσαμε-, τότε την βγάζουμε και την σερβίρουμε κομμάτι κομμάτι, βήμα βήμα, μέχρι να μην υπάρχει πλέον επιστροφή»…
Εντύπωση προκαλεί επίσης ένα ολιγόλογο σημείωμα, συγγραφέα και εκδότη, στο εσώφυλλο, όπου αναφέρονται τα στοιχεία του βιβλίου (έκδοση, ημερομηνία, εκτύπωση, τιράζ κ,λπ.), όπου αναφέρουν χαρακτηριστικά τα εξής:
«…Οι πληροφορίες, που δημοσιεύονται, είναι επεξεργασμένες και ελεγμένες με ιδιαίτερη προσοχή. Τυχόν ευθύνη του συγγραφέα και του εκδότη για ζημιές σε πρόσωπα και περιουσίες δεν είναι δεκτή». Δηλαδή, σε απλά ελληνικά, αγωγές και μηνύσεις δεν εξυπηρετούν σε τίποτα και δεν γίνονται δεκτές, αφού τα κείμενα αυτά είναι στοιχειοθετημένα και προσεκτικά γραμμένα. (Προφανώς, ο συγγραφέας έχει κι άλλους «άσσους στο μανίκι» για τα ονόματα που «δίνει»!)
Ο επί δεκαεπτά χρόνια αρχισυντάκτης της “Frankfurter Allgemeine Zeitung” περιγράφει λεπτομερώς, πώς «έρχονταν οι προσκλήσεις για ρεπορτάζ στην εφημερίδα από Υπουργούς της Κυβέρνησης, από την Καγκελαρία, από ξένες Κυβερνήσεις, από την ίδια την BND (σ.σ. Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Πληροφοριών) ή την CIA, τραπεζίτες ή μεγάλες εταιρείες, όπως, π.χ., την Shell», και πώς «η ιδιοκτησία της εφημερίδας κανόνιζε μαζί μου, ποιός συνάδελφος θα καλύψει το ρεπορτάζ, το οποίο συνήθως ήταν πλουσιοπάροχα καλυμμένο με πεντάστερα ξενοδοχεία, δωρεάν μετακινήσεις με ελικόπτερα, πάντα πρώτη θέση στο αεροπλάνο και φαγητά στα καλύτερα εστιατόρια, συν τα δώρα (χρηματικά ή άλλα, όπως πανάκριβα ρολόγια) στο τέλος της αποστολής»…

“Ντρέπομαι σήμερα για όλα αυτά και ζητώ συγγνώμη! Υπήρξα διεφθαρμένος, κατηύθυνα και παραπληροφόρησα αναγνώστες”

«Μετείχα κι’ εγώ σε πάρα πολλές τέτοιες αποστολές για στημένα ρεπορτάζ, ανταποκριτής σε πολεμικά μέτωπα, μεταφέροντας τις πληροφορίες από εκεί σύμφωνα με τις επιταγές της εργοδοσίας μου.
Μετείχα σε «ρεπορτάζ», φτάνοντας μέχρι το Ομάν, για να γράψω τα καλύτερα λόγια για τον αιμοσταγή δικτάτορα της χώρας, οι μετακινήσεις μου ήταν πάντα με κλιματιζόμενο ελικόπτερο, η σουίτα μου ήταν υπερπολυτελής, στο εστιατόριο με περίμενε πάντα σπέσιαλ φαγητό και το βράδυ στο κομοδίνο της σουίτας μου υπήρχε ένα πανάκριβο ρολόϊ, δώρο του σουλτάνου.
Ντρέπομαι. Ντρέπομαι σήμερα για όλα αυτά και ζητώ συγγνώμη. Εγώ, ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου, υπήρξα διεφθαρμένος, κατηύθυνα και παραπληροφόρησα αναγνώστες. Τα αναφέρω, για να μην ασκήσουν τέτοιου είδους δημοσιογραφία οι νεότεροι συντάκτες», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Ούντο Ούλφκοτε.
Και συνεχίζει: «Συνάδελφος (σ.α: αναφέρει το όνομά του) «άρρωστος» με τα βαριά δίκυκλα, έψαχνε απεγνωσμένα να βρει ανταλλακτικά για την μηχανή του στη Γερμανία και ήταν πανάκριβα. Σε ταξίδι του με το κυβερνητικό αεροσκάφος στην Αμερική βρήκε ολόκληρη μηχανή, την έκανε μικρά κομμάτια, την πήρε μαζί του στο αεροπλάνο της Καγκελαρίας και την έφερε στην Γερμανία.
Φυσικά, δεν πλήρωσε τίποτα, διότι δεν περάσαμε από τελωνείο, όπως και μερικοί άλλοι συνάδελφοι εκμεταλλευόμενοι το αεροπλάνο της Luftwaffe» – πρόκειται για το αεροπλάνο, που χρησιμοποιεί ως προεδρικό αεροσκάφος η Καγκελαρία.

Μυστικές Υπηρεσίες με γραφείο στην εφημερίδα!

Αναφερόμενος στην διαπλοκή των δημοσιογράφων με τις Μυστικές Υπηρεσίες, ο Ούλφκοτε γράφει, ότι «φτάσαμε στο σημείο να εγκαταστήσει γραφείο απέναντι από την εφημερίδα η BND και οι πράκτορές της να δίνουν κομμάτια για δημοσίευση κατευθείαν, παρακάμπτοντας τους πάντες.
Εξάλλου, δημοσιογράφοι συνδεδεμένοι με διάφορες αμερικανικές οργανώσεις, συνδεδεμένες με την σειρά τους με CIA, Λέσχη Μπίλντερμπεργκ κλπ., παίρνουν αμερικανικά βραβεία. Και ποιός τα απονέμει; Η Σαμπίνε Κρίστιανσεν και ο Στέφαν Κορνέλιους (σ.σ: γνωστοί αρθρογράφοι) από την “Suddeutsche Zeitung” !
«Για κάθε «καλό ρεπορτάζ» και ανάλογα με το πόσο αυτό επηρεάζει την κοινή γνώμη, ο Αμερικανός πρέσβης στην Γερμανία πληρώνει από 3.670 μέχρι και 14.700 ευρώ τους δημοσιογράφους», καταγγέλλει ο πρώην αρχισυντάκτης της FAZ και, κλείνοντας, επισημαίνει:
«Όταν γυρίζουν οι συντάκτες από το ρεπορτάζ στο εξωτερικό, παίρνουν εκτός του μισθού τους και εκτός έδρας επιδόματα -ενδεικτικά αναφέρω-, π.χ., 57 ευρώ την ημέρα για παραμονή στο Χιούστον, 64 ευρώ στην Νορβηγία, 70 ευρώ στην Σουηδία, 77 ευρώ στην Αγκόλα κ.ο.κ. Αλλά τα έξοδά τους, όπως προανέφερα, είναι ήδη πληρωμένα από σπόνσορες κι αυτά, φυσικά, περνιούνται σαν έξοδα της εφημερίδας.
Δηλαδή πληρώνει ο φορολογούμενος πολίτης ως… σπόνσορας άλλη μια φορά το ταξίδι του δημοσιογράφου. Κι’ αυτός ο έρμος πολίτης εκεί έξω δεν έχει ιδέα για όλα αυτά», καταλήγει ο Ούντο Ούλφκοτε…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ