-Τα φυσικά πρόσωπα με υψηλά εισοδήματα, όπως επίσης οι έγγαμοι και οι έγγαμοι με παιδιά, φοροδιαφεύγουν περισσότερο από τους υπολοίπους!

-Το ποσοστό αδήλωτου εισοδήματος στους έγγαμους ανέρχεται στο 10,4%, ενώ αυξάνεται σταδιακά μέχρι το 16,7% σε έγγαμους με τέσσερα και πλέον τέκνα!

Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου

Σε ειδική εκδήλωση, που πραγματοποιήθηκε με την συνεργασία του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) και της πρωτοβουλίας “ΔιαΝΕΟσις”, με θέμα την πάταξη της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα, παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα ειδικής μελέτης και έρευνας, την οποία πραγματοποίησε ο οίκος “Ernst & Young”. Η μελέτη περιλαμβάνει την ανάλυση του φαινομένου της φοροδιαφυγής στην χώρα μας, με κριτήρια, όπως είναι το επάγγελμα, ο τόπος κατοικίας και η οικογενειακή κατάσταση.

Όπως προκύπτει από τα αποτελέματα της έρευνας αυτής,

το ποσοστό των μη δηλωθέντων εισοδημάτων των αυτοαπασχολουμένων κυμαίνεται σε 57% – 58,6%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των μισθωτών ανέρχεται σε 0,5% – 1%. Μετά την αυτοαπασχόληση και ο αγροτικός τομέας παρουσιάζει, επίσης, υψηλά επίπεδα φοροδιαφυγής, με το ποσοστό του αδήλωτου εισοδήματος να φθάνει στο 53%, σύμφωνα με ανάλυση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των ετών 2004 – 2005.

Σημειώνεται, ωστόσο, στην μελέτη αυτή, ότι το χαμηλό ποσοστό φοροδιαφυγής στην μισθωτή εργασία γεννά υποψίες «συνεννόησης» / «αμοιβαίας συμφωνίας» μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, για απόκρυψη ενός μέρους ή του συνόλου του μισθού των εργαζομένων, προκειμένου να ωφελούνται, όχι μόνον οι εργαζόμενοι, καθώς δεν φορολογούνται για τα εισοδήματα που αποκτούν, αλλά και οι εργοδότες, αφού αποφεύγουν την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων τους.

Τα φυσικά πρόσωπα με υψηλά εισοδήματα, όπως επίσης οι έγγαμοι και οι έγγαμοι με παιδιά, φοροδιαφεύγουν περισσότερο από τους υπολοίπους!

Οι τομείς της αγοράς, στους οποίους «ενδεχομένως», όπως αναφέρεται στην έρευνα, παρατηρείται μεγαλύτερη φοροδιαφυγή είναι ο ιατρικός κλάδος, ο κατασκευαστικός, ο εκπαιδευτικός, ο κλάδος παροχής λογιστικών – χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και ο κλάδος παροχής νομικών υπηρεσιών.

Αξίζει εδώ να σημειωθεί, ότι ως μοντέλο φορολογούμενου, που βρίσκεται στην πρώτη θέση για πιθανή φοροδιαφυγή, θεωρήθηκε αυτοαπασχολούμενος ιατρός, κάτοικος της Νότιας Ελλάδας, σε μη αστική περιοχή, παντρεμένος με πολλά παιδιά και με υψηλό εισόδημα!

Η μελέτη, που στηρίχθηκε σε ανάλυση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των ετών 2004 – 2005, καταδεικνύει, ότι η φοροδιαφυγή είναι μεγαλύτερη σε γεωγραφικές περιοχές, όπως η Νότια Ελλάδα, όπου το ποσοστό αδήλωτου εισοδήματος ανέρχεται σε 16%, ενώ στην περιοχή της Αττικής το ποσοστό του αδήλωτου εισοδήματος κυμαίνεται στο 6%. Γενικά, οι περιοχές εκτός αστικών κέντρων εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα φοροδιαφυγής.

Η ίδια μελέτη (των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των ετών 2004 – 2005), καταδεικνύει, ότι τα φυσικά πρόσωπα με υψηλά εισοδήματα φοροδιαφεύγουν περισσότερο από τους υπολοίπους, με το ποσοστό αδήλωτου εισοδήματος να ανέρχεται σε 14,7%.

Οι άγαμοι φοροδιαφεύγουν λιγότερο (το ποσοστό του αδήλωτου εισοδήματος ανέρχεται σε 7,2%), ενώ οι έγγαμοι και οι έγγαμοι με παιδιά φοροδιαφεύγουν περισσότερο, με το ποσοστό να αυξάνεται ανάλογα με το πλήθος των μελών της οικογένειας. Ειδικότερα, το ποσοστό αδήλωτου εισοδήματος στους έγγαμους ανέρχεται στο 10,4%, ενώ αυξάνεται σταδιακά μέχρι το 16,7% σε έγγαμους με τέσσερα και πλέον τέκνα.

Το μέγεθος της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα εκτιμάται στο 6%-9% του ΑΕΠ, που σημαίνει, ότι φθάνει τα 11 έως τα 16 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως!

Το μέγεθος της φοροδιαφυγής εκτιμάται στο 6%-9% του ΑΕΠ (11-16 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως) καθώς το εύρος των διαφυγόντων εσόδων από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων κυμαίνεται περίπου από 1,9% έως 4,7% του ΑΕΠ, ενώ τα συνολικά διαφυγόντα έσοδα από ΦΠΑ ανήλθαν σε 3,5% του ΑΕΠ σε όρους 2013.

Επίσης, το συνολικό ποσό από τη μη είσπραξη Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Οινοπνευματωδών Ποτών, εξαιτίας του λαθρεμπορίου, αντιστοιχεί σε 0,05% του ΑΕΠ, σε όρους 2012, ενώ οι συνολικές απώλειες εσόδων από την μη καταβολή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, εξαιτίας του λαθρεμπορίου τσιγάρων, αντιστοιχεί περίπου σε 0,3% του ΑΕΠ σε όρους 2014.

Σημειώνεται, ακόμη, ότι τα διαφυγόντα έσοδα από τον ΕΦΚ στα καύσιμα αντιστοιχούν σε 0,1% του ΑΕΠ, σε όρους 2014,

ενώ τα διαφυγόντα έσοδα από την μη καταβολή φόρου νομικών προσώπων είναι 0,06% – 0,15% του ΑΕΠ.

Τέλος, όπως αναφέρθηκε στην εκδήλωση του ΣΕΒ και του φορέα “ΔιαΝΕΟσις” , για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής η μείωση της υπερφορολόγησης, η καλλιέργεια φορολογικής συνείδησης και η αξιοποίηση των σύγχρονων ψηφιακών εργαλείων, με έμφαση στην καθολική εφαρμογή των ηλεκτρονικών συναλλαγών, συνιστούν τους βασικούς και απαραίτητους πυλώνες.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ