Μιλάει σήμερα  η συγγραφέας Λούλα Χατζηιωακειμίδου-Καλαϊτζόγλου η οποία γεννήθηκε στην Ευξεινούπολη Αλμυρού του ν. Μαγνησίας από πρόσφυγες γονείς.

Συνέντευξη – παρουσίαση: Αποστόλης Ζώης

“Οι διαφορές από εκείνη την εποχή με την σημερινή είναι πάρα πολλές. Παλιότερα θυμάμαι τις πόρτες των σπιτιών που ήταν ανοιχτές αλλά νιώθαμε ασφαλείς, τα αγαθά λιγοστά μα τα μοιραζόμασταν με όλους, οι δυνατότητες μας περιορισμένες μα τα όνειρα μας μεγάλα και οι στόχοι μας μακρινοί.

Σήμερα η πρόοδος της τεχνολογίας και της επιστήμης γενικότερα είναι τεράστια και έχει καταφέρει να βελτιώσει σημαντικά τις συνθήκες ζωής των ανθρώπων”. Αυτά ανάμεσα σε άλλα δηλώνει σήμερα, η συγγραφέας Λούλα Χατζηιωακειμίδου-Καλαϊτζόγλου η οποία γεννήθηκε στην Ευξεινούπολη Αλμυρού του ν. Μαγνησίας από πρόσφυγες γονείς, με αφορμή το βιβλίο της Μια Άλλη Εποχή από τις εκδόσεις Ωκεανός.

-Σε ποια εποχή τοποθετείται η νέα σας συγγραφική δουλειά;

“Το μυθιστόρημα αυτό τοποθετείται χρονικά το 1950 όταν η ζωή των  -ταλαιπωρημένων από τους πολέμους- Ελλήνων είχε πλέον μπει σε  ένα πιο φυσιολογικό ρυθμό και εκτείνεται έως το 1980. Κύριο θέμα του είναι η ιστορία αγάπης δύο νέων ανθρώπων που τα στερεότυπα εκείνης της εποχής απαγόρευαν. Ο Εμφύλιος πόλεμος είχε χωρίσει τους ανθρώπους σε «δεξιούς» και «αριστερούς» και ο νοητός τοίχος που είχε χτίσει ανάμεσα τους ήταν ψηλός και αδιαπέραστος ακόμα και για το ύψιστο συναίσθημα της αγάπης. Το να ερωτευτεί ένας Σαρακατσάνος μια προσφυγοπούλα ήταν μεγάλο «αμάρτημα». Η ιστορία είναι επίσης ντυμένη με όλα τα κοσμοϊστορικά γεγονότα που σημάδεψαν εκείνη την εποχή”.

-Υπάρχουν σημαντικές διαφορές της τότε εποχής με τη σημερινή; Ποιες είναι αυτές;

“Οι διαφορές από εκείνη την εποχή με την σημερινή είναι πάρα πολλές. Παλιότερα θυμάμαι τις πόρτες των σπιτιών που ήταν ανοιχτές αλλά νιώθαμε ασφαλείς, τα αγαθά λιγοστά μα τα μοιραζόμασταν με όλους, οι δυνατότητες μας περιορισμένες μα τα όνειρα μας μεγάλα και οι στόχοι μας μακρινοί.

Σήμερα η πρόοδος της τεχνολογίας και της επιστήμης γενικότερα είναι τεράστια και έχει καταφέρει να βελτιώσει σημαντικά τις συνθήκες ζωής των ανθρώπων. Ειδικά στις ανεπτυγμένες χώρες, οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν και απολαμβάνουν πολλά αγαθά και ανέσεις. Παράλληλα όμως στις μέρες μας υπάρχει μια διάχυτη ανασφάλεια και αβεβαιότητα. Όλοι ζουν με ένταση και αγωνία για το δικό τους μέλλον, για το μέλλον των παιδιών τους, της κοινωνίας, της οικονομίας κλπ. Οι άνθρωποι ζουν απομονωμένοι και έτσι αισθάνονται και αποδυναμωμένοι για να επαναστατήσουν ενάντια σε αυτά που τους καταπιέζουν ή τους θλίβουν”.KALAITZOGLOY

-Μήπως ήταν πιο συντηρητικές και πιο σκληρή τότε η κοινωνία με περισσότερη υποταγή κυρίως από τους νέους;

“Όλες οι εποχές έχουν τις δυσκολίες τους. Εκείνη την εποχή, τα στερεότυπα ήταν πιο έντονα και αποτελούσαν βαρίδια για τους νέους ανθρώπους. Κατά μεγάλο βαθμό περιόριζαν την ελευθερία τους και την πιθανότητα να κυνηγήσουν τα όνειρα τους. Είχαν συνηθίσει να υποτάσσονται στους μεγαλύτερους και καταντούσαν άβουλοι. Έστεκαν παθητικά απέναντι στην ζωή τους, θυσιάζοντας την κάθε χαρά που μπορούσε να τους προσφέρει. Δεν μπορούσαν να επιβάλλουν τις απόψεις και την προσωπικότητα τους.

Σήμερα, από την άλλη πλευρά, πολλά στερεότυπα έχουν καταργηθεί όμως είναι και πάλι μια δύσκολη εποχή για τους νέους. Οι περισσότεροι ζουν με ανασφάλεια και είναι έντονα προβληματισμένοι για το μέλλον τους. Έχω την αίσθηση ότι σήμερα οι νέοι άνθρωποι παρόλη την μόρφωση τους είναι πιο μπερδεμένοι από ποτέ. Πολλοί  ζουν στην ανεργία ή υποφέρουν κάνοντας εργασίες που δεν τους ταιριάζουν και δεν ανταποκρίνονται στα προσόντα, στα ταλέντα και στις βαθύτερες ανάγκες τους. Κάποιοι στρέφονται σε καταχρήσεις όπως το κάπνισμα, το αλκοόλ, τα ναρκωτικά, κλπ. Έτσι πάλι ζουν και κινούνται σαν μαριονέτες στο περιθώριο των γεγονότων και στη δικαιοδοσία των διαφόρων «ισχυρών».

-Το μυθιστόρημα αυτό, όπως είπατε, εξελίσσεται- στο μεγαλύτερο μέρος του- στον Αλμυρό Μαγνησίας και στην αφήγηση περιλαμβάνονται τα ήθη και έθιμα της ευρύτερης περιοχής. Πρέπει οι νεότερες γενεές να διατηρούν αυτά τα έθιμα; Ποιες ωφέλειες προκύπτουν για την πατρίδα;

“Το μυθιστόρημα εξελίσσεται σε ένα χωρίο στην πεδιάδα του Αλμυρού, το οποίο χτίστηκε αρχικά για να φιλοξενήσει  πρόσφυγες από την Ανατολική Ρωμυλία και Πόντιους από τα βάθη της Μικράς Ασίας.  Πολύ αργότερα κατέβηκαν στο χωρίο γηγενείς της περιφέρειας, Σαρακατσάνοι κτηνοτρόφοι  αφήνοντας  πίσω τα κονάκια στο βουνό και αλλάζοντας τον τρόπο ζωής τους.  Έτσι σ΄αυτό το χωριό διασταυρώθηκαν διάφορα πεπρωμένα, κοσμοαντιλήψεις, ήθη κι έθιμα.

Στο βιβλίο αυτό περιγράφονται πολλά έθιμα της περιοχής, τα οποία βέβαια είναι συνυφασμένα στην πλοκή. Σε μεμονωμένα σημεία χρησιμοποιώ την σαρακατσάνικη και ποντιακή διάλεκτο για να τιμήσω τους προγόνους μας αλλά και για να την κάνω γνωστή στους νεότερους.

Πιστεύω ότι τα ήθη και τα έθιμα μας, προδίδουν τις ρίζες μας και μας καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό. Θεωρώ ότι τα έθιμα αποτελούν ένα θησαυρό που πρέπει –στο βαθμό που είναι δυνατό- να διαφυλάξουμε. Τα έθιμα βοηθούν στην ενίσχυση ή διατήρηση της οικογενειακής συνοχής. Για παράδειγμα στις γιορτές μαζεύεται όλη η οικογένεια γύρω από το εορταστικό τραπέζι, ανταλλάσουν μεταξύ τους ευχές και φιλοφρονήσεις. Οι ενήλικοι θυμούνται τι έκαναν ως παιδιά και μεταφέρουν τις αναμνήσεις τους στους νεότερους. Όλοι αισθάνονται ότι ανήκουν κάπου και αποφεύγουν το κρύο αίσθημα της μοναξιάς που κυριαρχεί στις μέρες μας.

Για άλλους, όπως οι Έλληνες της Διασποράς, οι παραδόσεις έχουν ένα βαθύτερο νόημα αφού αποτελούν τον συνδετικό κρίκο με τις ελληνικές ρίζες.

Δυστυχώς στην εποχή μας, οι άνθρωποι έχουν απομακρυνθεί και στέκουν αδιάφοροι απέναντι σε αξίες και συνήθειες που οι πρόγονοί μας διαφύλαξαν με κάθε θεμιτό μέσο”.

-Το βιβλίο  αναφέρεται στην προσφυγιά, στην φτώχεια και στις δύσκολες εκείνες εποχές μετά τον εμφύλιο. Πώς βλέπετε το μέλλον σήμερα της χώρας;

“Το βιβλίο  περιγράφει την καθημερινότητα μιας οικογένειας προσφύγων. Ήταν άνθρωποι εργατικοί, δημιουργικοί και φιλόδοξοι. Οι δυσκολίες που αντιμετώπιζαν ήταν πάρα πολύ μεγάλες. Αφενός οι άνθρωποι αυτοί κλήθηκαν να ξανακτίσουν την ζωή τους από το μηδέν με ασήμαντα μέσα και αφετέρου η αντιμετώπιση που είχαν από μια μερίδα Ελλήνων τους έθετε επιπλέον εμπόδια στο νέο τους ξεκίνημα.  Δεν έχασαν όμως το κουράγιο τους. Τα ήθη και έθιμά τους από τη ζωή που έκαναν στον Πόντο (παραδόσεις, χοροί, φαγητά) τους έδιναν δύναμη στην προσφυγιά τους, στον πόνο τους, στην ανέχειά τους. Τα τραγούδια και οι χοροί τους κρατούσαν δεμένους και προσηλωμένους στο στόχο τους. Μέχρι να καταφέρουν να ορθοποδήσουν ήρθε ο πόλεμος του ‘40 και στην συνέχεια ο Εμφύλιος που δίχασε τους ανθρώπους.

Σήμερα ζούμε μια άλλη μορφή πολέμου και βιώνουμε μια βαθιά κρίση με κύριο χαρακτηριστικό την υποβάθμιση των ανθρώπινων  σχέσεων και των αξιών. Ο πραγματικός κίνδυνος που απειλεί την ανθρωπότητα είναι η κενότητα της ψυχής.

Μέσα από αυτό το βιβλίο θα ήθελα να στείλω πρώτα το μήνυμα πως δεν πρέπει να τα παρατάμε συναντώντας την πρώτη δυσκολία αλλά πρέπει να αγωνιζόμαστε. Έπειτα, πως η καρδία υπερέχει της λογική μας και το συναίσθημα παίζει τον πιο σημαντικό ρόλο στην ανθρωπινή ψυχή.

Κάποιες φορές γνωρίζοντας τις δυσκολίες του παρελθόντων επαναξιολογεί κανείς τις θέσεις του για το σήμερα και άλλες παίρνει δύναμη για να αγωνιστεί και να πετύχει τους στόχους του. Το σήμερα, το οφείλουμε στο χτες. Το μέλλον θα το καθορίσουμε σήμερα με τις πράξεις μας”

Βιογραφικό:

Η Λούλα Χατζηιωακειμίδου-Καλαϊτζόγλου γεννήθηκε στην Ευξεινούπολη Αλμυρού του ν. Μαγνησίας από πρόσφυγες γονείς. Τα όνειρά της πολλά, μα οι δυνατότητες την εποχή εκείνη περιορισμένες. Σπούδασε Στιλιστική στη σχολή Βελουδάκη για να μπορέσει να βρει διέξοδο η δημιουργικότητα της. Η λαχτάρα για το άγνωστο την παρασύρει αρχικά στην Αθήνα και έπειτα στην Γερμανία. Πάντα κουβαλά μέσα της σαν πολύτιμο θησαυρό τις αναμνήσεις και την αθωότητα των παιδικών της χρόνων στο χωριό, που συχνά νοσταλγεί. Όταν επιστρέφει με την οικογένειά της στη Θεσσαλονίκη ασχολείται με τη δική της επιχείρηση. Στον ελεύθερο της χρόνο γράφει χρονογραφήματα στην τοπική εφημερίδα Ψίθυροι. Το πρώτο της βιβλίο Ο τροχός της μοίρας (2012) κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη.

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ