Ο Πρόεδρος της Βουλής στα εγκαίνια της έκθεσης  στο Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης.

Στα εγκαίνια της έκθεσης «Σκοτεινή επταετία, 1967-1974: η δικτατορία των συνταγματαρχών» στο Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης μίλησε  χθες ο Πρόεδρος της Βουλής κ. Νικόλαος Βούτσης και μεταξύ άλλων   αναφέρθηκε στις προσπάθειες που γίνονται και από τη Βουλή και από φορείς για να αναδειχθεί η ιστορική μνήμη του λαού και να έρθουν στην επιφάνεια στοιχεία του παρελθόντος που δεν είχαν περιληφθεί «στο εθνικό ιστορικό αφήγημα», αλλά και για να βοηθηθούν οι νέες γενιές για να απαντήσουν, όπως έκαναν οι παλαιότερες με τους αγώνες τους για την ελευθερία και τη δημοκρατία, στις σημερινές προκλήσεις.

Υπογράμμισε, ότι «το τέλος της δικτατορίας, αποτελεί επί της ουσίας και τέλος του εμφυλίου στην Ελλάδα» και χαρακτήρισε «ανιστόρητο» και «ηθικά και πολιτικά και συνταγματικά κολάσιμο» και «εντελώς εκτός τόπου και χρόνου, οποιοδήποτε αφήγημα που θέλει να μας επαναφέρει σε εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις, συγκρούσεις και διχασμούς».

«Αυτή η μόνιμη έκθεση αποτελεί μια ακόμη ψηφίδα, που έρχεται να προστεθεί στο μωσαϊκό της ιστορικής περιόδου 1967-1974. Ειδικότερα, η δημιουργία χώρου μνήμης στη Θεσσαλονίκη αποτελεί αναγνώριση της συμβολής όσων με την αντιδικτατορική δράση τους κατάφεραν να δημιουργήσουν ρωγμές στο -φαινομενικά μόνο-αρραγές καθεστώς τρόμου» είπε.

Αναφέρθηκε ονομαστικά στους δολοφονημένους αντιδικτατορικούς αγωνιστές Βασίλη Μπεκροδημήτρη και Γιάννη Χαλκίδη και στον τότε βουλευτή της ΕΔΑ, Γιώργο Τσαρουχά (ο οποίος υπέκυψε μετά από τον άγριο βασανισμό που υπέστη μέσα στο κτίριο), καθώς και στις θυσίες πολλών άλλων Ελλήνων που όρθωσαν το ανάστημα τους στη δικτατορία. Υπογράμμισε, επίσης, την προσπάθεια από δεκαπενταετίας του ΣΦΕΑ (1967-74) αντιδικτατορικών αγωνιστών και φορέων για τη δημιουργία του χώρου μνήμης στο διαβόητο «χειρουργείο», όπως ονομάστηκαν τα κρατητήρια της ΚΥΠ, όπου υπέφεραν εκατοντάδες αγωνιστές «οι οποίοι επέλεξαν να υπερασπιστούν τα ιδανικά της δημοκρατίας και του ανθρωπισμού».

«Σιγά – σιγά να φέρνουμε τα πετραδάκια της ανασύστασης της ιστορικής μνήμης του λαού μας στις πραγματικές τους διαστάσεις» τόνισε  και είπε:

«Πράγματι, η δικτατορία ήρθε σαν «ώριμο φρούτο» περίπου, επειδή ένα μεγάλο μέρος τότε του μετεμφυλιακού καθεστώτος, δεν ήθελε να αναγνωρίσει και δεν αναγνώρισε ποτέ τις εργώδεις προσπάθειες, αυτός ο πληγωμένος λαός να βαδίζει από κοινού σε καθεστώς ισονομίας, ισοπολιτείας, δημοκρατικής αναγέννησης, λαϊκής κυριαρχίας. Δεν το αναγνώρισαν ποτέ και προέβησαν στο διάβημα της δικτατορίας, ως συνέχεια και ανασύσταση του εμφυλιοπολεμικού κλίματος. Και με αυτή την έννοια, το τέλος της δικτατορίας, αποτελεί επί της ουσίας και τέλος του εμφυλίου στην Ελλάδα.

Αυτή είναι η αλήθεια, ότι υπήρξε μια ισχυρή δημοκρατική τομή, η οποία ύστερα, με αγώνες, βήμα-βήμα, με συσχετισμό δυνάμεων, προσφορές και συνεισφορές από όλες τις πλευρές έγινε δυνατόν να βάλει ουσιαστικά ταφόπλακα στο καθεστώς, το εμφυλιοπολεμικό, αλλά και στη συνείδηση του κόσμου.  Και με αυτή την έννοια, είναι όχι μόνο ανιστόρητο και ηθικά και πολιτικά και συνταγματικά κολάσιμο, αλλά εντελώς εκτός τόπου και χρόνου, οποιοδήποτε αφήγημα που θέλει να μας επαναφέρει σε εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις και σε συγκρούσεις και διχασμούς, που οδηγούν τις μνήμες πάρα πολύ πίσω».

Σημείωσε, ότι «το σύνολο των δυνάμεων του δημοκρατικού τόξου» θεωρεί ιδιαίτερα σημαντική, ιστορικά, αυτήν την εξέλιξη που επιτεύχθηκε κατά τη διάρκεια αυτών των ετών, μέχρι σήμερα, για την ανασύσταση της ιστορικής μνήμης σε όλα τα επίπεδα, για όλες τις «τομές» στη διαδρομή «αυτού του πολύπαθου λαού», για την οποία «πρέπει να είμαστε υπερήφανοι».

Αναφέρθηκε σε νέα ερωτηματικά που προκύπτουν και θα πρέπει να απαντηθούν από τις νεώτερες γενιές, «είτε για την επανεμφάνιση ακροδεξιών, φιλοφασιστικών, ρατσιστικών φωνών και δυνάμεων στην Ευρώπη, που διεκδικούν την εξουσία και έρχονται και επανέρχονται, όχι σαν φαντάσματα του παρελθόντος, αλλά σαν κραυγές από ένα μέλλον ενδεχόμενα, μιας νέας δυστυχίας και περιπέτειας, είτε και γιατί  θεάματα αμφιβόλου ποιότητος έχουν εκτοπίσει τις ιστορικές εκπομπές» και πρόσθεσε ότι η προσπάθεια που καταβάλει η Βουλή για τη στήριξη διαφόρων εκθέσεων για την ανάδειξη της ιστορικής μνήμης του λαού μας, βοηθά τους νεώτερους να απαντήσουν σε αυτά τα ερωτήματα.

Συγκινητική στιγμή ήταν η συνάντηση του  κ. Νικόλαου Βούτση, όταν, στο υπόγειο του πολεμικού μουσείου Θεσσαλονίκης, που στεγάστηκαν επί δικτατορίας τα κρατητήρια της ΚΥΠ και βασανίστηκαν άγρια αντιδικτατορικοί αγωνιστές, με την κόρη  του Γιώργου Τσαρουχά (βουλευτής της ΕΔΑ,  που πέθανε κατά τη διάρκεια βασανιστηρίων μετά τη σύλληψή του από όργανα της Χούντας) και την αδελφή του Γιάννη Χαλκίδη ( στέλεχος της Νεολαίας Λαμπράκη και της ΕΔΑ καθώς και της αντιστασιακής οργάνωσης Πατριωτικό Μέτωπο, που δολοφονήθηκε  τον Σεπτέμβριο  του 1967 από άνδρες της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης).

Γραφείο Τύπου & Κοινοβουλευτικής Πληροφόρησης

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ