Γράφει ο Χρίστος Αλεξόπουλος
Είναι πλέον εμφανές ακόμη και στον απλό πολίτη, ότι η πραγματικότητα διαπερνάται από υψηλό βαθμό ρευστότητας τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, με αποτέλεσμα την πρόκληση αβεβαιότητας και ανασφάλειας. Παράλληλα μειώνεται η αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος, το οποίο δεν ελέγχει την δυναμική, που δρομολογούν οι αποφάσεις του στο επίπεδο της διακυβέρνησης.
Στην Ελλάδα το πολιτικό σύστημα δημιουργεί την εντύπωση, ιδιαιτέρως στο επικοινωνιακό πεδίο, ότι η πολιτική αντιπαράθεση στοχεύει στην φθορά των αντιπάλων με σημείο αναφοράς την ανικανότητα διακυβέρνησης και τον βαθμό αξιοπιστίας τους από το ένα μέρος και από το άλλο μέρος στο επίπεδο της ουσιαστικής πολιτικής λειτουργίας δεν καταθέτει ολοκληρωμένο και επαρκώς μακροπρόθεσμο σχεδιασμό της πορείας προς το μέλλον λαμβάνοντας υπόψη τις παρενέργειες της δυναμικής της εξέλιξης.
Περιττό να αναφερθεί, ότι στο πλαίσιο του σχεδιασμού δεν συνυπολογίζονται οι αλλαγές, που δρομολογούνται ακόμη και σε σχέση με την ανθρώπινη οντότητα και την ζωή, όπως είναι οι παρενέργειες της χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης, της διεύρυνσης των ανισοτήτων τόσο στο εσωτερικό των κοινωνιών όσο και μεταξύ τους, της κλιματικής αλλαγής σε όλους τους τομείς δραστηριοποίησης των κοινωνιών και πολλές άλλες.
Η βιωνόμενη πραγματικότητα είναι αποκαλυπτική τόσο σε σχέση με τις συνθήκες ρευστότητας όσο και σε σχέση με την ζωτικής σημασίας ανάγκη για τις απαραίτητες αλλαγές στον πολιτικό σχεδιασμό.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τρόπος αξιοποίησης και οι παρενέργειες της ψηφιακής τεχνολογίας και ιδιαιτέρως της τεχνητής νοημοσύνης. Η OpenAI ανέπτυξε μια νέα εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης, στο πλαίσιο της οποίας είναι εφικτή η μίμηση πραγματικών φωνών ανθρώπων. Στην παρουσίαση δε, που έκανε η εταιρεία, αναγνώρισε και η ίδια τους κινδύνους, που συνεπάγεται αυτή η νέα εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης.
Παράλληλα σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ, World Health Organization) το 2022 περίπου το 16% των παιδιών ηλικίας 11 έως 15 ετών έγιναν θύματα παρενόχλησης στο διαδίκτυο. Σύμφωνα δε με έκθεση του Health Behavior in School-aged Children το ποσοστό το 2018 ήταν 13%. Αν ληφθεί υπόψη, ότι οι νέοι περνούν έως και 6 ώρες την ημέρα στο διαδίκτυο, η παρενόχληση και η ασκούμενη βία μπορεί να έχουν επιπτώσεις στην υγεία τους.
Στην έρευνα του ΠΟΥ συμμετείχαν 279.000 παιδιά και έφηβοι από 44 χώρες και περιοχές στην Ευρώπη, στην Κεντρική Ασία και στον Καναδά.
Ενώ η ψηφιακή τεχνολογία και ιδιαιτέρως η τεχνητή νοημοσύνη μπορούν να συμβάλλουν στην βελτίωση των συνθηκών στα διάφορα κοινωνικά συστήματα, αυτό δεν γίνεται. Ο τρόπος αξιοποίησης συμπορεύεται με το κενό αξιών με ηθικό φορτίο και την ανάλογη διαχείριση αυτών των κοινωνικών συνθηκών από το πολιτικό σύστημα, με αποτέλεσμα την διαμόρφωση αρνητικών συνθηκών μεγάλης ρευστότητας ως προς την δυναμική της εξέλιξης.
Η Ελλάδα είναι και μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία βρίσκεται, υποτίθεται, σε πορεία ολοκλήρωσης του εγχειρήματος. Οι ανισότητες όμως μεταξύ των κρατών μελών είναι πολύ μεγάλες και εκτείνονται σε πολλούς τομείς και ιδιαιτέρως στον οικονομικό και στον εργασιακό.
Σύμφωνα με έκθεση της Eurostat το ωρομίσθιο στις χώρες της Ευρώπης το 2023 είχε μεγάλη διακύμανση, από 9 έως 54 ευρώ. Το χαμηλότερο κόστος εργασίας ανά ώρα κατεγράφη στην Βουλγαρία (9,3 ευρώ) και ακολουθούν η Ρουμανία (11 ευρώ) και η Ουγγαρία (12,8 ευρώ). Σε χαμηλό επίπεδο βρίσκεται και η Ελλάδα (15,7 ευρώ). Στην υψηλότερη θέση είναι το Λουξεμβούργο (53,9 ευρώ) και ακολουθούν η Δανία (48,1 ευρώ) και το Βέλγιο (47,1 ευρώ).
Στην Ελλάδα σύμφωνα με έκθεση της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων (European Trade Union Confederation, ETUK) οι πραγματικοί μισθοί αθροιστικά στην 2ετία 2022-23 μειώθηκαν κατά 9,4%. Την ίδια χρονική περίοδο οι ελληνικές επιχειρήσεις αύξησαν τα κέρδη τους κατά 9,3% σε σύγκριση με το 2021. Στην ευρωζώνη και στην Ευρωπαϊκή Ένωση το αντίστοιχο ποσοστό είναι 2,1%. Επίσης μόνο το 14% των εργαζομένων στην Ελλάδα καλύπτονται με συλλογικές συμβάσεις εργασίας, το χαμηλότερο ποσοστό μετά την Πολωνία.
Οι ανισότητες μεταξύ των ευρωπαϊκών κοινωνιών είναι μεγάλες και διευρύνονται. Το ίδιο συμβαίνει και στην ελληνική κοινωνία. Είναι εμφανές, ότι τα ευρωπαϊκά πολιτικά συστήματα κινούνται με εθνική οπτική και δεν συνειδητοποιούν, πως με αυτό τον τρόπο το ευρωπαϊκό εγχείρημα δεν θα ολοκληρωθεί. Ήδη τα ακροδεξιά εθνικιστικά κόμματα καταγράφουν υψηλά ποσοστά για τις ευρωεκλογές τον Ιούνιο 2024.
Ποιος είναι ο σχεδιασμός των ελληνικών κομμάτων σε σχέση με την ευρωπαϊκή προοπτική σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης και μεγάλης ρευστότητας ιδιαιτέρως στο γεωπολιτικό πεδίο; Τι μέλλον προδιαγράφεται για τους νέους, αν ληφθούν υπόψη τα σημερινά δεδομένα στον οικονομικό και στον εργασιακό τομέα;
Η ρευστότητα βέβαια έχει ευρύτερες διαστάσεις, οι οποίες θα βιώνονται από τις κοινωνίες πολύ πιο σκληρά, όσο περισσότερο προχωρούν προς το μέλλον. Αυτό σημαίνει, ότι πρέπει να προετοιμάζονται από τώρα με λειτουργικά μακροπρόθεσμο σχεδιασμό της δυναμικής της εξέλιξης.
Για παράδειγμα το δημογραφικό πρόβλημα παίρνει παγκόσμιες διαστάσεις. Σύμφωνα με μελέτη του Institute for Health Metrics and Evaluation (IHME) του Πανεπιστημίου της Washington στο Seattle στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό The Lancet, οι γυναίκες θα κάνουν συνεχώς λιγότερα παιδιά έως το 2100 στις περισσότερες χώρες του κόσμου.
Σύμφωνα με την πρόγνωση σε 155 χώρες οι γεννήσεις θα είναι κάτω των 2,1 παιδιών ανά γυναίκα. Το 2021 ήταν μόνο 110 χώρες σε αυτό το επίπεδο γεννήσεων. «Τον 21ο αιώνα η ανθρωπότητα θα βιώσει συγκλονιστικό κοινωνικό μετασχηματισμό» είπε ο Emil Vollset, ερευνητής στο IHME.
Αυτό σημαίνει, ότι θα αλλάξει πλήρως η στάση των ανεπτυγμένων χωρών σε σχέση με τις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών. Ποιος είναι ο σχεδιασμός του πολιτικού συστήματος; Έχουν συνειδητοποιηθεί οι αλλαγές, που έρχονται, σε σχέση με την πολιτισμική ταυτότητα και την οικονομική διαχείριση και ευημερία των πληθυσμών τους; Είναι εφικτή η αλλαγή στάσης σε σχέση με την απόκτηση παιδιών στο πλαίσιο των σύγχρονων συνθηκών ζωής και των προτύπων, τα οποία οριοθετούνται από την οπτική του καταναλωτισμού και της κοινωνίας του θεάματος ως μέσων για την πρόσδωση νοήματος στη ζωή, ενώ ταυτοχρόνως έχουν υποκαταστήσει τις κοινωνικές αξίες με ηθικό φορτίο;
Σίγουρα η πολυδιάστατη ρευστότητα, που παράγουν οι κοινωνικές συνθήκες, μπορεί να αντιμετωπισθεί, αν πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις στο πεδίο της πολιτικής διαχείρισης και σχεδιασμού της εξέλιξης.
Για παράδειγμα το πολιτικό σύστημα ακόμη δεν προσεγγίζει την πραγματικότητα ως ένα δυναμικό και πολυδιάστατο μέγεθος με υψηλό βαθμό αλληλεπίδρασης των διαφόρων διαστάσεων του, το οποίο εξελίσσεται, με αποτέλεσμα να μην λαμβάνεται υπόψη στον σχεδιασμό ούτε να συνυπολογίζονται οι παρενέργειες της δυναμικής, που δρομολογείται, στην προοπτική του χρόνου. Για αυτό δεν ελέγχεται η πορεία της εξέλιξης.
Αυτό πιστοποιείται, αν ληφθούν υπόψη οι ανισότητες μεταξύ των κοινωνιών και η κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις τους με τις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, οι οποίες γίνονται ορατές με την άνοδο του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, αλλά και την πιθανότητα πρόκλησης κοινωνικών αναταράξεων.
Για αυτό είναι ζωτικής σημασίας ανάγκη να γίνεται λειτουργικά μακροπρόθεσμος σχεδιασμός, ώστε να συνυπολογίζονται τόσο ο συνεχής μετασχηματισμός της πραγματικότητας όσο και η διαρκής συσσώρευση δεδομένων λόγω της μεγάλης ταχύτητας της ροής του χρόνου με αποτέλεσμα την διεύρυνση της πολυπλοκότητας.
Είναι δε βασική παράμετρος για λειτουργικό σχεδιασμό ο συνυπολογισμός της παγκόσμιας διάστασης της πραγματικότητας. Αποκλειστικά εθνικός σχεδιασμός στην εποχή των υπερεθνικών μορφωμάτων, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση και της παγκοσμιοποίησης είναι σίγουρα ανέφικτος, ενώ παράλληλα έχει υψηλό φορτίο διακινδύνευσης.
Η πραγματοποίηση βέβαια αυτών των αλλαγών στις βιωνόμενες από τους πολίτες συνθήκες ρευστότητας προϋποθέτει, ότι συμβάλλουν και αυτοί με την αποδοχή και προώθηση των νέων ισορροπιών, που θα δημιουργηθούν. Αυτό είναι εφικτό, αν ο συστημικός πραγματισμός (μονοδιάστατος προσανατολισμός στην λειτουργικότητα και οικονομική απόδοση των κοινωνικών συστημάτων), ως κριτηρίου στην λήψη πολιτικών αποφάσεων αλλάξει στόχευση και υπηρετεί το κοινωνικό συμφέρον από το ένα μέρος και από το άλλο αν οι πολίτες συμμετάσχουν ενεργά στη νέα δυναμική και το ατομικό τους «εγώ» αποκτά περιεχόμενο μέσα από την συλλογική λειτουργία (π.χ. στο πλαίσιο των δομών της κοινωνίας πολιτών).
Τόσο οι συνθήκες της πολυδιάστατης ρευστότητας όσο και οι αναγκαίες αλλαγές επιβάλλουν τον άμεσο, λειτουργικό και βιώσιμο επαναπροσανατολισμό του πολιτικού συστήματος. Για αυτό αντί της επικοινωνιακού τύπου αντιπαράθεσης των κομμάτων χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο σε παράλληλους μονόλογους επείγει να κάνουν διάλογο με σημείο αναφοράς τις προτάσεις τους για την πολιτική διαχείριση της πορείας εξόδου από τις συνθήκες ρευστότητας και διακινδύνευσης.