Είναι η πολιτική ορθότητα μια νέα μορφή λογοκρισίας; Ποια είναι τα όρια της παρέμβασης στο χώρο των ιδεών και της δημιουργίας; Απαντήσεις σ’ αυτά κι άλλα ερωτήματα για τα «απαγορευμένα βιβλία στην εποχή της πολιτικής ορθότητας» έδωσαν η EmmaHouse (OrehamGroup), η συγγραφέας Αλεξάνδρα Κ* και ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Κώστας Κατσουλάρης, σε συζήτηση με τον διακεκριμένο Αμερικανό δημοσιογράφο και διευθυντή σύνταξης του PublishingPerspectives, PorterAnderson, που διοργάνωσε το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού στο πλαίσιο της 19ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης.

            Ανοίγοντας τη συζήτηση, ο PorterAnderson έθεσε την προβληματική των προσαρμογών σε εκδόσεις βιβλίων που γίνεται σε ορισμένες χώρες «προκειμένου να φαίνονται πιο “πολιτικά ορθές”», με τον ίδιο να τονίζει πως αυτό που χρειάζεται είναι να δούμε πώς να διασφαλίσουμε την ακεραιότητα του συγγραφέα και πώς μπορούμε να εκπαιδεύσουμε τους ανθρώπους που διαβάζουν. Οι συγκρούσεις και οι προκλήσεις είναι πολλές, είπε προτού δώσει τον λόγο στην Αλεξάνδρα Κ.*, η οποία, όπως είπε, έχει μια διεισδυτική κατανόηση του ζητήματος γιατί το βλέπει από την οπτική του δημιουργού.

            «Όταν προσπάθησα να αφαιρέσω αυτά τα στοιχεία από τη γραφή μου, αυτό που μου έμεινε ήταν κάτι βαρετό, χλωμό, κυρίως όμως ήταν ένα κείμενο από το οποίο είχα αφαιρέσει την ίδια μου την προσωπικότητα, τη δική μου οπτική για τον κόσμο. Και αισθάνθηκα ότι αυτό δεν ήταν αυθεντικό διότι είμαι αυτή που είμαι και πρέπει να το παραδεχτώ. Ίσως και να είμαι λίγο “παλιάνθρωπος”. Πρέπει να το παραδεχτείς και πρέπει να είσαι έτοιμος ν’ αντιμετωπίσεις τις επιπτώσεις», ανέφερε η συγγραφέας και εξήγησε από πού πηγάζει η δική της στάση απέναντι στη συζήτηση περί πολιτικής ορθότητας και λογοκρισίας.

            «Έχω μια έφηβη κόρη και ίσως είμαι μέρος της woke κουλτούρας, και ίσως να είμαι και λίγο πιο άνετη με την ιδέα ότι είμαστε στην εποχή της πολιτικής ορθότητας. Νομίζω ότι είμαστε σε μια εποχή -εγώ προτιμώ τον όρο πολιτικής συνείδησης- που αισθάνομαι ότι ενδεχομένως υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων που ένιωσαν προσβεβλημένοι ή έδειξαν υπομονή για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το θέμα όμως είναι ότι τώρα επιτέλους έχουμε όλοι φωνή καθώς υπάρχουν οι πλατφόρμες επικοινωνίας και όλοι έχουν τη δυνατότητα να εκφραστούν ανοιχτά και να απαντήσουν και στις κυρίαρχες έως τώρα φωνές» ανέφερε χαρακτηριστικά.

            «Είμαι φεμινίστρια, όμως ο τρόπος με τον οποίο γράφω σίγουρα δεν είναι πάντοτε υπέρ του φεμινισμού. Μάλλον όχι θα έλεγα και δεν θέλω να μυθοποιώ το ίδιο μου το φύλο. Αγαπώ το γεγονός ότι είμαι γυναίκα αλλά θεωρώ πως σε ορισμένες περιπτώσεις και οι γυναίκες μπορούν να έχουν σεξιστική συμπεριφορά απέναντι σε άλλες γυναίκες. Πολλές φορές τοποθετώ τον χαρακτήρα μου σε δύσκολες καταστάσεις και χρησιμοποιώ λεξιλόγιο ή αστεία που μπορεί να είναι προσβλητικά για ορισμένους ανθρώπους», πρόσθεσε.

            Τόνισε δε, πως αυτό που απασχολεί την ίδια περισσότερο είναι ότι «υπάρχει μια τάση να επιδεικνύει κανείς τα δικαιώματά του αναφορικά με τα έργα  τέχνης» ενώ ταυτόχρονα η ίδια αισθάνεται πως υπάρχει ανάγκη «για ιστορίες που μπορεί να είναι πιο ευανάγνωστες».

            «Μεγάλο μέρος της κουλτούρας μας (στην Ελλάδα) -των βιβλίων που έχουν γραφτεί, των ταινιών και του δημόσιο λόγου ακόμα και σήμερα, έχει πολύ έντονα στοιχεία σεξιστικά, πατριαρχικά και πολλές φορές προσβλητικά προς άλλους λαούς ή εθνότητες […] Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι θα έπρεπε να απαγορεύσουμε από το να παίζονται κάποιες τέτοιες ταινίες, για παράδειγμα. Αυτό που θα έπρεπε ίσως να κάνουμε είναι να συζητάμε αυτά τα πράγματα, να αναπτυχθεί ένας κριτικός λόγος. Να μην τα συζητάμε όλα αυτά σαν να είναι απλώς φυσικά φαινόμενα», σημείωσε, από την πλευρά του, ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Κώστας Κατσουλάρης.

            Εξέφρασε επίσης την άποψη πως μέσα από τη συζήτηση και έμμεσες παρεμβάσεις θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε το όλο ζήτημα και όχι με απαγορεύσεις. «Είτε πρόκειται για βιβλία είτε για άλλες μορφές έκφρασης, με το ν’ αλλάζεις λέξεις επειδή υπάρχει μια κακή αναφορά σε κάτι, προκαλείς μια καταστροφή σε ένα έργο που γράφτηκε σε ένα συγκεκριμένο ιστορικό συγκείμενο και οι νέοι αναγνώστες ποτέ δεν θα έρθουν σε επαφή με αυτό», ανέφερε επισημαίνοντας πως έτσι χάνεται κάτι από την ιστορική σημασία του έργου.

            Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι ο ίδιος είναι υπέρ της θέσης «να υπάρχουν εισαγωγές, επίμετρα, ακόμα και υποσημειώσεις, που να εξηγούν το ιστορικό συγκείμενο, ειδικά όταν πρόκειται για βιβλία που αφορούν παιδιά και εφήβους» και τόνισε την ανάγκη «να επανεξετάσουμε την κουλτούρα μας, να κάνουμε τις διορθώσεις στο μυαλό μας καταρχάς και να γίνουν όλα αυτά μέρος της δημόσιας συζήτησης, που στην Ελλάδα παραμένει συντηρητική».

            «Αυτό που προσπαθούμε ν’  αλλάξουμε τώρα δεν είναι η στάση των ανθρώπων εκείνο τον καιρό αλλά το τώρα και πιστεύω ότι είναι ενδιαφέρουσα χρονιά μέχρι στιγμής καθώς οι εκδότες οδηγούν και παροτρύνουν τους αναγνώστες να διαβάσουν τους κλασικούς και να διδαχθούν απ’ αυτούς», σημείωσε, από την πλευρά της, η EmmaHouse από το OrehamGroup υπογραμμίζοντας πως  η συζήτηση για επανέκδοση έργων με αφαίρεση του όποιου «προσβλητικού περιεχομένου» έχει οδηγήσει σε πολλές αντιδράσεις.

            Στο πλαίσιο αυτό έφερε ως παράδειγμα στην περίπτωση της αναθεώρησης κειμένων του RoaldDahl (Ρόαλντ Νταλ) μετά τη σχετική απόφαση της εταιρείας που ελέγχει τα δικαιώματα των βιβλίων του με το αιτιολογικό ότι ήθελε να διασφαλίσει ότι τα παιδιά θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν τις υπέροχες ιστορίες και τους χαρακτήρες του Dahl». Μάλιστα, όπως επισημάνθηκε από την Αλέξανδρα Κ*, οι αλλαγές έγιναν πριν το Netflix αγοράσει τη RoaldDahlStoryCompany και ξεκινήσει τα σχέδια για την παραγωγή μιας νέας γενιάς ταινιών, βασισμένων στα βιβλία του συγγραφέα._

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ