Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου.

 

Η οικονομική εφημερίδα Ναυτεμπορική εορτάζει φέτος τα 90 χρόνια της κυκλοφορίας της.Με αφορμή το γεγονός αυτό, διοργάνωσε στην αίθουσα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών μία σημαντική εκδήλωση με θέμα την ενίσχυση της απασχολήσεως και άρα την καταπολέμηση της ανεργίας. Εταίρος των διοργανωτών στην εκδήλωση ήταν και το Κέντρο Οικονομικού Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), που είναι παράλληλα και σύμβουλος του κράτους.

Με κύριο ομιλητή τον υπουργό Εργασίας, Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Πρόνοιας κ. Γιάννη Βρούτση, στην εκδήλωση μίλησαν και οι κ.κ. Γιάννης Περλεπές, γενικός διευθυντής της «Ν», Νίκος Φίλιππας, καθηγητής, πρόεδρος ΔΣ του ΚΕΠΕ, Σάββας Ρομπόλης, καθηγητής, επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, Κων. Μίχαλος, πρόεδρος του ΕΒΕΑ και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων, Θεοδ. Αμπατζόγλου, πρόεδρος του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), Χρ. Ιωάννου, διευθυντής του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας, και Γιάννης Καλογήρου, καθηγητής, υπεύθυνος Μονάδας Καινοτομίας στο ΕΜΠ.

Από τις εισηγήσεις και τοποθετήσεις των προαναφερομένων ομιλητών, δύο είναι οι διαπιστώσεις που συγκρατήσαμε. Η πρώτη έγινε από τον κ. Χρ. Ιωάννου, ο οποίος πολύ σωστά επεσήμανε ότι η ελληνική οικονομία καταρρέει περισσότερο για παραγωγικούς και διαρθρωτικούς λόγους και λιγότερο υπό το βάρος του χρέους της. Βασισμένο στην άκριτη κατανάλωση, το οικονομικό μας μοντέλο δεν είναι πλέον βιώσιμο γιατί έχει ξεπεραστεί από τα γεγονότα και τις εξελίξεις τους. Συνεπώς, στην παρούσα φάση, για να αντιστραφεί η πορεία της καταρρεύσεως, υπήρχε και υπάρχει ένας μόνον τρόπος: η αύξηση της δυναμικότητος και του μεγέθους του εγχώριου τομέα των διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών. Αν εκεί διασώζονται και δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας, τότε αναλογικά μπορούν να διασώζονται και να δημιουργούνται και στον τομέα των διεθνώς μη εμπορεύσιμων. Δηλαδή απαιτούνταν και απαιτείται να κάνουμε το αντίθετο απ’ ό,τι τα πολλά προηγούμενα χρόνια: στροφή στην παραγωγή και στις επενδύσεις, στις εξαγωγές παρά στις εισαγωγές.

Για να δημιουργούνται νέες και βιώσιμες θέσεις εργασίας, πρέπει να είναι σαφές ποιο είναι το «άλογο» και ποιο το «κάρο». Το «άλογο» είναι ο ήδη διαθέσιμες στην εγχώρια οικονομία γραμμές παραγωγής διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών. Ως έχουν, δεν επαρκούν, αλλά πρέπει να διατηρηθούν και να αυξήσουν την παραγωγή τους, καθώς μεγάλο μέρος υποαξιοποιείται δουλεύοντας σε κλάσματα της δυναμικότητάς τους. Δίπλα στις υφιστάμενες γραμμές παραγωγής πρέπει να προστεθούν και νέες, πάντα σε αυτό που ονομάζουμε «κλάδους των διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών» –κυρίως σε μεταποίηση υψηλής προστιθέμενης αξίας και υπηρεσίες τεχνολογίας, αλλά και στον τουρισμό και την ναυτιλία–, ώστε να διευρυνθεί η ισχνή και καχεκτική παραγωγική βάση της εγχώριας οικονομίας. Έτσι, τα «άλογα» θα πολλαπλασιασθούν και θα δημιουργηθεί νέα παραγωγική ζήτηση για ανθρώπινη δυναμική με δεξιότητες.

Στο επίπεδο αυτό, όμως, όπως επεσήμαναν δύο άλλοι ομιλητές, ο πρόεδρος του ΚΕΠΕ καθηγητής κ.Νίκος Φίλιππας και ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ και της ΚΕΕ κ. Κων. Μίχαλος, υπάρχει ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα, το οποίο προκύπτει και από μία σημαντική πανευρωπαϊκή έρευνα της εταιρείας McKinsey. Το βασικό εύρημα της έρευνας αυτής είναι ότι, ενώ το 78% των Ελλήνων εκπαιδευτικών υποστηρίζει ότι οι νέοι που βγαίνουν στην αγορά εργασίας είναι επαρκώς κατηρτισμένοι, μόνον το 23% των εργοδοτών συμφωνεί με την άποψη αυτή!

Ακόμα χειρότερα, από έρευνα της Manpower προκύπτει ότι, παρά την εντυπωσιακή ανεργία των νέων μας, το 27% των επιχειρήσεων που αναζητούν στελεχιακό δυναμικό δεν βρίσκουν τις ειδικότητες που θέλουν. Η κατάσταση αυτή, επισημαίνει ο επικεφαλής της Ελληνο-Αμερικανικής Ενώσεως κ. Λεωνίδας-Φοίβος Κόσκος, οφείλεται στον απλό λόγο ότι το ελληνικό σχολείο παράγει άφθονους δημοσίους υπαλλήλους. Με άλλα λόγια, είναι προφανές ότι η ελληνική εκπαίδευση είναι προσανατολισμένη στο παρελθόν και λειτουργεί όχι για να εξυπηρετεί την πρόοδο της χώρας, αλλά για να τροφοδοτεί συντεχνιακές δομές οπισθοδρομήσεως και γενικευμένου σκοταδισμού.

Είναι λοιπόν κατάδηλο ότι το εκπαιδευτικό σύστημα στην χώρα μας σταδιακά και υπό την πίεση ενός εγκληματικού κρατισμού, συνδέθηκε με εξασφάλιση θέσεων στο Δημόσιο και όχι με τις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας και την παραγωγή. Υπάρχουν έτσι ποικίλα σημάδια διαλύσεως τόσο στην δευτεροβάθμια όσο και στην τριτοβάθμια παιδεία, έχει υποβαθμιστεί σε βαθμό εξαφάνισης ουσιαστικά η επαγγελματική εκπαίδευση και γενικά υπάρχει εισαγωγή και υπερπαραγωγή πτυχιούχων που δεν μπορούν να απορροφηθούν στην Ελλάδα. Υπάρχουν επίσης συγκεκριμένες σχολές με αντικείμενα απολύτως αδιάφορα και παρατηρείται μεγάλο έλλειμμα πρακτικής εξάσκησης σε εκείνες που αυτή απαιτείται. Τέλος, μεγάλο μέρος του εκπαιδευτικού προσωπικού είναι κάτω του μετρίου –και αυτές είναι ενδεικτικά μόνον μερικές από τις μόνιμες παθογένειες της παιδείας μας.

Πέρα από όλα αυτά, την ώρα που στον αναπτυγμένο κόσμο γίνεται πολύς λόγος για την νέα επιχειρηματικότητα και την σημασία της στις κοινωνίες του αύριο, στην Ελλάδα το επιχειρείν κατασυκοφαντείται και σκοπίμως συνδέεται άμεσα με την διαπλοκή. Με τον τρόπο αυτόν οι νέοι αποθαρρύνονται και, εμμέσως πλην σαφώς, προετοιμάζονται για να πέσουν ως ώριμα φρούτα στην αγκαλιά του ανερχόμενου φαιοκόκκινου ολοκληρωτισμού –αυτήν την νέα κατάρα της χώρας, η οποία σταδιακά θα την απογυμνώσει και από τις πιο δημιουργικές της δυνάμεις.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οι νέοι μας, περισσότερο από την ανεργία, απειλούνται από μια νέα μορφή δουλείας, που είναι η καλλιέργεια του φόβου της ελευθερίας και της δημιουργίας, είτε ατομικής είτε συλλογικής.

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ