Το πιο πολυσυζητημένο φυτό σε παγκόσμια κλίμακα, που απασχολεί τον διεθνή έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο και το διαδίκτυο, που προκαλεί ραγδαίες ανακατατάξεις στην αγορά γλυκαντικών και ζάχαρης και δίκαια χαρακτηρίζεται σαν το «μαγικό φυτό της νέας χιλιετίας», αποτελεί η στέβια, σύμφωνα με τον γεωπόνο-ερευνητή στο ΑΠΘ κ. κ. Παύλο Καπόγλου.

Ο ίδιος έχει αφιερώσει πολλά χρόνια στη μελέτη και σε δοκιμαστικές καλλιέργειες της Στέβιας στην Ελλάδα και ήδη το 2008 έχει εκδώσει και σχετικό βιβλίο, το οποίο  αναφέρεται στο φυτό Στέβια επικεντρώνοντας στην επιχειρηματική καλλιέργεια του και απευθύνεται κυρίως σε Γεωπόνους και Αγρότες. Το βιβλίο αυτό είναι το πρώτο, που εκδίδεται στην Ελλάδα για τη καλλιέργεια της Στέβιας και έρχεται να καλύψει το κενό της ελληνικής βιβλιογραφίας και το έντονο ενδιαφέρον του Γεωπονικού, του Αγροτικού και του Καταναλωτικού αναγνωστικού Κοινού για τη Στέβια. Οι λόγοι, σύμφωνα με τον ίδιο,  για τους οποίους γίνεται ευρεία συζήτηση και απασχολεί τους διεθνείς Ιατρικούς, Εμπορικούς, Επιχειρηματικούς, αλλά και τους Γεωπονικούς κύκλους, είναι οι θαυμαστές φυσικές ιδιότητες της.  Είναι ένα ισχυρό γλυκαντικό της φύσης, 300 φορές πιο γλυκό από τη ζάχαρη, αλλά χωρίς καθόλου θερμίδες και είναι ασφαλές για την ανθρώπινη υγεία, χωρίς ενδείξεις ανεπιθύμητης δράσης στον ανθρώπινο οργανισμό.  Έχει  θαυμάσιες αντιδιαβητικές, αντιυπογλυκαιμικές, αντιυπερτασικές, αντισηπτικές, επουλωτικέςαντιοξειδωτικέςαντιβακτηριδιακές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες.

Ενισχύει την άμυνα του οργανισμού και προστατεύει από τους ιούς και από ιογενείς καρκίνους, αλλά  και από βλάβες του DNA. Επίσης έχει αντιγηραντική δράση στο δέρμα, ωφελεί στην υγιεινή του στόματος, προστατεύει από την Candida (άφθα), την ουλίτιδα και έχει προληπτική δράση κατά της πλάκας και της τερηδόνας των δοντιών.

Γενικά συμβάλλει στην υγιεινή διατροφή και  στην αντιμετώπιση διαφόρων διατροφικών προβλημάτων, όπως η παχυσαρκία,  ο σακχαροδιαβήτης και η υπογλυκαιμία, αλλά και προληπτικά για την πρόληψη των ανεπιθύμητων παρενεργειών της υπερκατανάλωσης της ζάχαρης.

Για όλους αυτούς τους λόγους η Στέβια, επισημαίνει ο κ. Καπόγλου,  προβάλλει σήμερα σαν ισχυρός ανταγωνιστής των άλλων φυσικών και τεχνητών γλυκαντικών ουσιών( όπως της Ασπαρτάμης), τις οποίες αναμένεται βάσιμα ότι θα τις εκτοπίσει, αλλά προβάλλει ακόμη και σαν ανταγωνιστής της ίδιας της Ζάχαρης, από  την οποία αναμένεται ότι θα αποσπάσει ένα μεγάλο μερίδιο αγοράς, σαν φυσικό γλυκαντικό χωρίς θερμίδες.

Συνακόλουθα για τους ίδιους λόγους η Στέβια απασχολεί όλο τον Αγροτικό κόσμο και τους επιστημονικούς  Γεωπονικούς κύκλους και αναδεικνύεται σε μια νέα δυναμική και προσοδοφόρα καλλιέργεια, που ευδοκιμεί στην Ελλάδα και προβάλλει  σαν μια  εναλλακτική καλλιέργεια κυρίως του Καπνού, των Ζαχαρότευτλων, του Βαμβακιού και άλλων καλλιεργειών με μεγάλες διεθνείς προοπτικές ζήτησης και κατανάλωσης.

 Ποια είναι η εικόνα του φυτού όσον αφορά την χώρα μας;

 Πολλές χώρες, όπως και η Ελλάδα, αναφέρει ο κ. Καπόγλου, προετοιμάζονται πυρετωδώς, αφενός για την επέκταση της καλλιέργειας της Στέβιας και αφετέρου για τη δημιουργία εμπορικής και βιομηχανικής υποδομής για τη μεταποίηση της Στέβιας, για να καλύψουν την αναπόφευκτα αναμενόμενη αλματώδη αύξηση της διεθνούς ζήτησης των προϊόντων της Στέβιας.

 

Η Στέβια με όλο το κύκλωμα παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας της, αναμένεται να δώσει μια νέα ευκαιρία για  αγροτική και βιομηχανική ανάπτυξη, για δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης και νέων επιχειρηματικών ευκαιριών και εισοδημάτων.

 Η Ιστορία της Στέβιας

Η ιστορία της γλυκιάς, αλλά αθώας Στέβιας, σύμφωνα με τον ερευνητή,  είναι «γλυκόπικρη» ( όπως και η Στέβια), πολύπαθη και μοιάζει σαν μυθιστόρημα με συγκλονιστικές περιπέτειες και με συνεχείς ανατροπές. Μια ιστορία γεμάτη γλύκα και ραδιουργίες σε βάρος της, όπου στο τέλος κάποιο «βασιλόπουλο» αγαπά την μικρή άσημη, φτωχούλα, αθώα  και γλυκιά «σταχτοπούτα» Στέβια, που τελικά  θριαμβεύει…. και θα ζήσουμε και εμείς καλύτερα… χάριν της Στέβιας!!   Σήμερα λοιπόν ήλθε επιτέλους η ώρα του Θριάμβου της Στέβιας.

Ο τόπος καταγωγής της Stevia rebaudiana είναι η βορειανατολική Παραγουάη στα σύνορα με τη Βραζιλία, όπου ζούσε άγνωστη και παραμελημένη η μικρή και άσημη Στέβια και βρίσκεται ακόμη αυτοφυής σε άγρια κατάσταση σε όχθες ποταμών. Οι εντόπιοι ιθαγενείς Γκουαράνοι της Παραγουάης ( Guarani) κατανάλωναν αυτό το φυτό σαν τσάϊ και σαν γλυκάντικό για πολλούς αιώνες. Το 1576 για πρώτη φορά είχαν γίνει γνωστές στην Ευρώπη οι θαυματουργές ιδιότητες και χρήσεις αυτού του θαυματουργού και «μαγικού» φυτού ( ονομάστηκε αργότερα Στεβια) από το βιβλίο του Ισπανού ιατρού Francisco Hernandez «Φυσική Ιστορία των φυτών της Νέας Ισπανίας», όπου αναφέρει τη χρήση του ως γλυκαντικό και  ως ιατρικό φάρμακο με θεραπευτικές ιδιότητες. Το 1887 ο Moises Sandiago Bertoni, Παραγουανός ( ελβετικής καταγωγής) βοτανολόγος, τότε Διευθυντής της Γεωργικής Σχολής της Ασουνσιόν έκανε ξανά γνωστή τη Στέβια στο δυτικό κόσμο, όταν την «ανακάλυψε ξανά», την περιέγραψε, την εκθείασε για τις θαυμαστές ιδιότητες της  και για την ολοφάνερη γλυκαντική υπεροχή της έναντι της ζάχαρης και έκανε τη βοτανική ταξινόμηση της  μαζί με τον παραγουανό συνάδελφο του και χημικό Ovidio Rebauti, που  της έδωσαν την σημερινή  διεθνή επιστημονική βοτανική της ονομασία Stevia rebaudiana bertoni.

Έκτοτε η Στέβια πέρασε πολλές ακόμη περιπέτειες, που θυμίζουν χαρακτηριστικά τις περιπέτειες της Σταχτοπούτας.

Το 1936 στη πρώην Σοβιετική Ένωση (νύν Ρωσία ) εισήχθη για πρώτη φορά η Στέβια για πειραματική καλλιέργεια και έκτοτε μέχρι σήμερα καλλιεργείται σε μικρή έκταση και εκεί.

Το 1941 στην Αγγλία στη διάρκεια του Β’ παγκόσμιου Πόλεμου, λόγω της μεγάλης έλλειψης της Ζάχαρης, Άγγλοι επιστήμονες πρότειναν στην Κυβέρνηση την καλλιέργεια της Στέβιας για την χρήση της σαν υποκατάστατο της Ζάχαρης και μάλιστα υπήρξε και δοκιμαστική καλλιέργεια και παραγωγή Στέβιας. Όμως μετά τον πόλεμο, για άγνωστους(; ) λόγους, το θέμα της Στέβιας ξεχάστηκε.  Τις ίδιες σκέψεις και για τους ίδιους λόγους έκαναν στη διάρκεια του Β’Π.Π και στη Γερμανία, στις ΗΠΑ , αλλά και στην Ιαπωνία. Το 1945 στην Παραγουάη λειτούργησε το πρώτο εργοστάσιο εκχύλισης της Στέβιας και παραγωγής Στεβιοσίδης.                  

Το 1952 στις ΗΠΑ, ειδικοί επιστήμονες αποφάνθηκαν και πάλι υπέρ της Στέβιας και εισηγήθηκαν τη χρήση της, σαν το πιο ισχυρό φυσικό γυκαντικό, χωρίς παρενέργειες, αλλά ταυτόχρονα επεσήμαναν την ανάγκη της καλλιέργειας της στις ΗΠΑ, διότι θα αποκτήσει μεγάλη εμπορική σημασία. Το 1950 οι Ιάπωνες, οι οποίοι αγαπούν την παραδοσιακή φυσική διατροφή, μετά τον Β’ Π.Π επέμεναν να δείχνουν την προτίμηση τους για τη Στέβια, μετέφεραν φυτά της Στέβια στην Ιαπωνία, έκαναν έρευνες και πειραματικές καλλιέργειες της, ανέπτυξαν πολλές ποικιλίες της Stevia rebaudiana με μεγαλύτερη περιεκτικότητα στις γλυκαντικες ουσίες steviocide και rebaurioside και τελικά ασχολήθηκαν με την καλλιέργεια της σε εμπορική κλίμακα με συμβάσεις καλλιέργειας της με αγρότες στην Κίνα.  Το 1970 στην Κίνα, Κινέζοι επιστήμονες βρήκαν μέθοδο φυσικής εκχύλισης της Στέβιας μόνο με ατμό ύδατος, χωρίς τη χρήση χημικών ουσιών.                            

Το 1980 η αμερικανική εταιρία Lipton Tea company  πίεσε και πέτυχε την έγκριση της κυβέρνησης των ΗΠΑ για χρήση της Στέβιας σαν τσάϊ, αλλά και σαν γλυκαντικό κυρίως για τους διαβητικούς. Ξαφνικά όμως η Κυβέρνηση ανακάλεσε την απόφαση της ( μετά από «ανώνυμες» διαμαρτυρίες, που υποψιάζονταν όλοι, ότι προερχόταν  από την εταιρία παραγωγής της Ασπαρτάμης, η οποία μόλις τότε είχε παρασκευασθεί στα χημικά εργαστήρια ) και μάλιστα διέταξε την καταστροφή όλων των φυτών και των προϊόντων της Στέβιας στις ΗΠΑ, αλλά και τα βιβλία της Στέβιας κατασχέθηκαν και πυρπολήθηκαν, χαρακτηρίζοντας την Στέβια σχεδόν σαν ναρκωτικό μη ασφαλές και επικίνδυνο για την Υγεία.

Το 1991 στις Ηνωμένες Πολιτείες, απαγορεύθηκε η εισαγωγή  και η χρήση της Στέβιας, ως γλυκαντικής ουσίας, παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχε καμία ένδειξη για την επικινδυνότητά της, ούτε στους Ινδιάνους Γκουαράνι που καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες Στέβιας επί αιώνες, ούτε και στα εκατομμύρια  καταναλωτές κυρίως της Ιαπωνίας και άλλων χωρών, όπου αυτό το προϊόν είχε έγκριση χρήσης της από το 1970 και καταναλωνόταν από το 1950 δηλαδή για πολλά χρόνια, χωρίς να έχει αναφερθεί καμμιά καταγγελία για δυσμενείς παρενέργειες στην υγεία.  Μάλιστα ο εθνικός φορέας φαρμάκων και τροφίμων των ΗΠΑ (Food and Drug Administration) δεν είχε δεχθεί καμία καταγγελία για τη Στέβια, που απαγόρευσε, ενώ αντίστοιχα μέχρι το 1991 είχε δεχτεί 7.000 καταγγελίες για την Ασπαρτάμη, η οποία ωστόσο εξακολουθεί να κυκλοφορεί στο εμπόριο..

Το 1995 όμως η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση των ΗΠΑ, ενέδωσε στις πιέσεις καταναλωτών και παραγωγών Στέβιας και επέτρεψε την κυκλοφορία της υπό τον όρο να χαρακτηρίζεται ρητά «συμπλήρωμα διατροφής», αλλά απαγορευόταν να χαρακτηρίζεται ως τρόφιμο και υποκατάστατο της Ζάχαρης.

Το 1998 στην Ευρώπη (Ισπανία), άρχισαν με καθυστέρηση οι πρώτες πειραματικές καλλιέργειες της Στέβιας στην Ευρώπη.

Το 2000 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τηρώντας γενικά την ίδια στάση με τις ΗΠΑ, αγνόησε τις εργασίες των ερευνητών του βελγικού Καθολικού Πανεπιστημίου του Λουβαίν, οι οποίες αποδείκνυαν με κατηγορηματικό τρόπο, ότι η κατανάλωση της Στέβιας, δεν ενέχει κανένα κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να παγώσουν οι πρώτες πειραματικές καλλιέργειες του φυτού στη Νότια Ευρώπη ( Ισπανία), στην οποία φαίνεται ότι μπορεί επίσης να ευδοκιμήσει η Στέβια.

Το 2006 στην Ευρώπη, οι πειραματικές καλλιέργειες άρχισαν και πάλι στη ΕΕ (στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία και στην Ιταλία ) και μάλιστα με επιδότηση της έρευνας από την Ε.Ε τα έτη 2006 και 2007.

Το 2008 εγκρίθηκε από τον FAO (ΟΗΕ) και τον WHO (OHE) ο χαρακτηρισμός και η χρήση της Στέβιας, ως τρόφιμο. Το ίδιο έτος εγκρίθηκε η χρήση της Στέβιας, σαν τρόφιμο στην Αυστραλία, στην Ν.Ζηλανδία, ενώ προηγήθηκε το 2003 η έγκριση της Στέβιας σαν τρόφιμο  και στην Ελβετία.                                                                                                                      Το 2008 ( 20.12.2008) εγκρίθηκε και από τις ΗΠΑ επιτέλους η χρήση της Στέβιας σαν τρόφιμο και σαν υποκατάστατο της ζάχαρης.

Τελικά με μεγάλη καθυστέρηση και στην ΕΕ ( που έμεινε ουραγός των εξελίξεων στο θέμα της Στέβιας) αρχικά η EFSA ( Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ασφάλειας τροφίμων) με γνωμάτευση της το Μάρτιο του 2010  αποφάνθηκε, ότι η Στέβια είναι ασφαλές Τρόφιμο και στη συνέχεια εκδόθηκε η πολιτική απόφαση της ΕΕ ( με έγκριση από την Ευρωβουλή στις 11/11/2011), με την οποία επιτρέπεται η χρήση και η καλλιέργεια της Στέβιας σε όλη την ΕΕ.

Από το 2005 μέχρι σήμερα στην Ευρώπη  η Στέβια καλλιεργείται σε μικρή έκταση ( κυρίως για πειραματικούς σκοπούς) στην Ισπανία, στην Ιταλία, στη Γαλλία, στην Ελλάδα, και στην Πορτογαλία, αλλά και στη Ρωσία, στην Ουκρανία, στη Γεωργία και στη Βουλγαρία. 

Βιογραφικό

Ο Παύλος Μ. Καπόγλου γεννήθηκε  στο Μαυρόλοφο Σερρών από πρόσφυγες γονείς με καταγωγή από τη Μικρά Ασία.

Τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο στη Ρόδο, αποφοίτησε με άριστα από το ΣΤ’ Γυμνάσιο-Λύκειο Θεσσαλονίκης. Φοίτησε ως αριστούχος και υπότροφος του ΙΚΥ στη Γεωπονική Σχολή του Α.Π.Θ. και έλαβε το πτυχίο Γεωπονίας το 1968.

Ομιλεί 4 ξένες γλώσσες (Αγγλική, Γερμανική, Αλβανική, Βουλγαρική ).

Εργάσθηκε ως Γεωπόνος-Ερευνητής στο Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών «Δημόκριτος» σε πρόγραμμα εφαρμογής της ατομικής ενέργειας στη Γεωργία υπό την αιγίδα του FAO και της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας.

Δεν θέλησε να συνεχίσει ακαδημαϊκή καριέρα και μη αποδεχθείς πρόσκληση της Καναδικής Κυβέρνησης προτίμησε να ασχοληθεί με την εφαρμοσμένη Γεωπονική κοντά στον αγρότη με τη λειτουργία καταστήματος Γεωργικών Εφοδίων και Φυτοπροστασίας καλλιεργειών στην Αλεξάνδρεια Ημαθίας.

Παράλληλα συνεργάσθηκε με γνωστό όμιλο εταιριών ζυθοποϊίας και βιομηχανιών κονσερβοποιίας και τοματοπολτού και συνέβαλε με επιτυχία στην επέκταση των καλλιεργειών του βιομηχανικού ροδάκινου και της βιομηχανικής τομάτας στην περιοχή της κεντρικής Μακεδονίας.

Επίσης συνέβαλε στην έρευνα και διάδοση της καλλιέργειας του Λυκίσκου στην ίδια περιοχή, αλλά το πρόγραμμα και οι αγρότες εγκαταλείφτηκαν από το Υπουργείο Γεωργίας. Ασχολήθηκε με το εξωτερικό εμπόριο ( με Αγγλία, Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία, Κίνα, Ιταλία, Βουλγαρία & Αλβανία) και με επιχειρήσεις στην Αλβανία.   Διετέλεσε Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος ΑΕ εισαγωγής γεωργικών εφοδίων με έδρα την Αθήνα.

Υπήρξε από τους πρωτοπόρος στην Ελλάδα στη χρήση της μεθόδου της Υδρονέφωσης για τη ριζοβολία και παραγωγή δύσκολων μοσχευμάτων φυτών (Ελιάς, Ακτινίδιου, Γαρδένιας κλπ).

Επίσης υπήρξε πρωτοπόρος στην Ελλάδα στη διάδοσης της χρήσης στην Γεωργία των ιδιωτικών εδαφολογικών και χημικών εργαστηρίων  για αναλύσεις εδάφους και φύλλων και για ελέγχους υπολειμματικότητας φυτοφαρμάκων στα αγροτικά προϊόντα ήδη από το 1984 για να συμβάλλει  αφενός στην ορθολογική λίπανση των καλλιεργειών για τη μείωση του κόστους λιπάνσεων και για τον περιορισμό της Νιτρορρύπανσης και αφετέρου στην αποφυγή των επικίνδυνων για την Υγεία υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων στα τρόφιμα, για τα οποία θέματα πολύς λόγος γίνεται πρόσφατα με καθυστέρηση δεκαετιών.

Βλέποντας τα τελευταία χρόνια τον μεγάλο κλυδωνισμό που προκάλεσε η νέα ΚΑΠ και η Παγκοσμιοποίηση στην ελληνική Γεωργία και θέλοντας να συμβάλλει στην αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, που προβάλλει σήμερα σαν ένα κυρίαρχο πρόβλημα, αποφάσισε να αναζητήσει νέες καλλιέργειες, που μπορούν να συμβάλλουν στην αγροτική ανάπτυξη της Ελλάδας.

Εντόπισε και μελέτησε αρκετές νέες για την Ελλάδα καλλιέργειες, αλλά επικεντρώθηκε στην μελέτη και διάδοση της καλλιέργειας της Στέβιας για τους εξής λόγους οικονομικής και εμπορικής υπεροχής και σημασίας της Στέβιας σε σύγκριση με άλλες νέες εναλλακτικές καλλιέργειες:

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΤΕΒΙΑΣ

Η Στέβια σε σύγκριση με άλλες εναλλακτικές καλλιέργειες έχει μεγαλύτερη σημασία για την αγροτική και βιομηχανική ανάπτυξη, διότι :

Α) Σαν φυσικό γλυκαντικό χωρίς θερμίδες προσφέρει λύση σε προβλήματα διατροφής και προτιμάται διεθνώς.

Β) Η κατανάλωση της Στέβιας σαν γλυκαντικό θα έχει αλματώδη αύξηση πωλήσεων και κατανάλωσης.

Γ) Είναι φυτό μεγάλης καλλιέργειας και μπορεί να δώσει απασχόληση σε πολλούς  αγρότες και θα απασχολήσει μεγάλες αγροτικές εκτάσεις.

Δ) Η Στέβια σήμερα καλλιεργείται σε περίπου 500.000 στρέμματα παγκοσμίως, αλλά  θα καλλιεργηθεί σε περίπου 8.000.000 στρέμματα παγκοσμίως για να καλύψει τη διεθνή ζήτηση και κατανάλωση της.

Τελικά προχώρησε στη συγγραφή του βιβλίου ( «ΣΤΕΒΙΑ. Γλυκιά αλλά αθώα. Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ΣΤΕΒΙΑΣ» ) για τη γλυκιά αλλά αθώα Στέβια, μια νέα πολλά υποσχόμενη καλλιέργεια, που θα δόσει διέξοδο απασχόλησης και απόκτησης νέων εισοδημάτων στους Έλληνες αγρότες, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να συμβάλλει στην αγροτική και βιομηχανική ανάπτυξη της Ελλάδας και να οδηγήσει στην έξοδο από την οικονομική κρίση της Ελλάδας.

 

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ