“Η πρόθεση των Γερμανών να ανεξαρτητοποιηθούν από τον αμερικανικό έλεγχο, μέσω της δημιουργίας ευρωστρατού, ως μέσου της ανάδειξής τους, από περιφερειακό “παίκτη”, σε γεωπολιτικό πρωταγωνιστή, απαιτεί πλήρη οικονομική αυτοδυναμία και μεγάλες ποσότητες χρυσού !

Επιμέλεια: Ευθύμιος Χατζηϊωάννου

Όπως έχουμε αναφέρει κατ’ επανάληψη σε προηγούμενα άρθρα μας, η γερμανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Bundesbank) μετέφερε σημαντικό μέρος των γερμανικών αποθεμάτων χρυσού, από τις ΗΠΑ στην Φραγκφούρτη, τρία χρόνια νωρίτερα από ότι ήταν προγραμματισμένο. Αν και δεν έχουν ανακοινωθεί τα αίτια αυτής της απόφασης, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο, η Bundesbank να προετοιμάζεται για μία νέα οικονομική κρίση.

Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πηγές, συνολικά μεταφέρθηκαν το περασμένο έτος στα θησαυροφυλάκια της Φραγκφούρτης, 111 τόνοι γερμανικού χρυσού από την Ν. Υόρκη και άλλοι 105 τόνοι από το Παρίσι, ενώ αναμένεται, πως θα έχει ολοκληρωθεί η μεταφορά των γερμανικών αποθεμάτων από το Παρίσι εντός του 2017, νωρίτερα από ότι ήταν προγραμματισμένο.

Ενδιαφέρον δημιουργεί, ωστόσο, το γεγονός, ότι, σύμφωνα με δημοσιεύματα του ελληνικού και ξένου Τύπου, που βασίζονται σε αναλύσεις ειδικών και διεθνή οικονομικά και γεωπολιτικά θέματα, η γερμανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα δεν δείχνει τόσο μεγάλη βιασύνη για την μεταφορά των αποθεμάτων χρυσού από το Παρίσι, καθώς εκεί, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας επαναπατρισμού των αποθεμάτων χρυσού, θα φυλάσσονται ακόμη 91 τόνοι γερμανικού χρυσού.

Μεταξύ των δύο αποθεματικών, αυτών, που φυλάσσονταν στις ΗΠΑ και των αντίστοιχων, που βρίσκονται στην Γαλλία, η διαφορά είναι η απόσταση και η κοινή συμμετοχή Παρισίων και Βερολίνου στην Ε.Ε..

 

H Γερμανία ζήτησε να επαναπατρίσει 300 τόνους γερμανικού χρυσού από την Ν. Υόρκη και 374 τόνους από το Παρίσι!

 

Η συνολική ποσότητα χρυσού, που ζήτησε η Γερμανία να επαναπατριστεί, ανέρχεται σε 300 συνολικά τόνους γερμανικού χρυσού από την Ν. Υόρκη και 374 τόνους από το Παρίσι! Βέβαια, η επιτάχυνση της μεταφοράς των αποθεμάτων χρυσού της από τις ΗΠΑ και οι ογκώδεις αυτές ποσότητες γεννούν υπόνοιες μίας ένδειξης δυσπιστίας εκ μέρους της γερμανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας προς τις Αγορές.

Η Φραγκφούρτη αποτελεί πλέον την «μεγαλύτερη αποθήκη» φύλαξης χρυσού με 1.619 τόνους, ενώ έχει μεταφερθεί το 48% των συνολικών γερμανικών αποθεμάτων χρυσού. Στην Ν. Υόρκη φυλάσσονται πλέον 1.236 τόνοι γερμανικού χρυσού. Τα συνολικά αποθέματα χρυσού της Γερμανίας ανέρχονται περίπου στους 3.378 τόνους και αποτελεί την δεύτερη κατά σειρά χώρα, με τα μεγαλύτερα αποθέματα χρυσού, μετά τις ΗΠΑ.

Τις ανησυχίες αυτές, που προκαλούνται στις αγορές, επεχείρησε να διασκεδάσει με δηλώσεις του o Πρόεδρος της Bundesbank, Carl-Ludwig Thiele, αποκλείοντας ως αιτία για την απόφαση μεταφοράς των αποθεμάτων χρυσού, την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, τονίζοντας, πως η γερμανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα συνεχίζει να εμπιστεύεται την αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Federal Reserve Bank) της Ν. Υόρκης και θα φυλάσσει και μελλοντικά αποθέματα της σε αυτήν.

Την ίδια στιγμή, ο Πρόεδρος του Δ.Σ. της Bundesbank απέκλεισε ως αιτία λήψης της εν λόγω απόφασης και την προγραμματισμένη έξοδο της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε., από την στιγμή, που στο Λονδίνο φυλάσσονται 432 τόνοι αποθεμάτων.

 

Το ”Brexit” δεν θεωρείται, πως αποτελεί τον κύριο λόγο για τον επαναπατρισμό του γερμανικού χρυσού, που ζητά η γερμανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα

 

Εξάλλου, το Λονδίνο αποτελεί την μεγαλύτερη αγορά στον τομέα του χρυσού, και ακόμη και το ”Brexit” δεν πρόκειται να επιφέρει αλλαγές στον τόπο φύλαξης του γερμανικού χρυσού. Ωστόσο, ο Carl-Ludwig Thiele απέφυγε να απαντήσει σαφώς και για τους λόγους της απόφασης της Γερμανίας.

Σύμφωνα με τους ειδικούς αναλυτές, οι γερμανικές εταιρείες, οι οποίες δραστηριοποιούνται στην Μ. Βρετανία, θα αντιμετωπίσουν μεγάλα προβλήματα και πιθανόν να διακόψουν την συνεργασία τους, αρχής γενομένης από το 2019, χρονιά, οπότε και αναμένεται η χώρα να εξέλθει επισήμως από την Ε.Ε.. Οι συνέπειες δεν είναι μηδαμινές, αν αναλογιστεί κανείς, πως το ύψος του εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ Γερμανίας και Μ. Βρετανίας ανήλθε το 2015 στα 175 δισεκατομμύρια ευρώ. Περισσότερες από 2.200 γερμανικές εταιρείες δραστηριοποιούνται στην Μ. Βρετανία, προσφέροντας εργασία σε 370.000 άτομα. Οι ανησυχίες αφορούν κυρίως τον τρόπο συμμόρφωσης με δύο διαφορετικές νομοθεσίες, όταν, επί δεκαετίες, όλες οι επιχειρήσεις λειτουργούσαν σύμφωνα με μία νομοθεσία, αυτή της Κοινής Αγοράς. Θέματα, όπως οι δασμοί στα τελωνεία, ο αθέμιτος ανταγωνισμός, η έλλειψη πρόσβασης στις αγορές και η διαφορετική φορολογική νομοθεσία θεωρούνται πολύ σοβαρά.

Η μόνη διέξοδος στο οικονομικό τέλμα, που θα επέλθει στην Γερμανία και επομένως και σε ολόκληρη την Ευρώπη, είναι η υπογραφή μίας εκτενούς συμφωνίας συνεταιρισμού για τις επενδύσεις και το εμπόριο. Εν πολλοίς, αυτή η λύση αναμένεται να σχεδιαστεί και να ολοκληρωθεί πριν ακόμα από την οριστική έξοδο της Μ. Βρετανίας και ως εκ τούτου το ”Brexit” δεν θεωρείται, πως αποτελεί τον κύριο λόγο για την προαναφερόμενη προετοιμασία της γερμανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας.

 

Η δημιουργία ευρωστρατού δείχνει την πρόθεση της Γερμανίας να αναδειχθεί γεωπολιτικά, από περιφερειακό παίκτη, σε γεωπολιτικό πρωταγωνιστή!

 

Από την άλλη πλευρά, ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, έχει προβεί σε δηλώσεις, σύμφωνα με τις οποίες η Ε.Ε. πρέπει να αναλάβει μεγαλύτερο διεθνή ρόλο, να μείνει ενωμένη απέναντι σε κρίσεις, όπως η ασφάλεια και η κλιματική αλλαγή και να παύσει να εξαρτάται από τις ΗΠΑ.

Επί της ουσίας ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε αντέδρασε με αυτές τις δηλώσεις στο πατρονάρισμα της Ευρώπης, η οποία ανέμενε επί μακρόν από τις ΗΠΑ να δράσουν και να αναπληρώσουν τις ανεπάρκειες της πολιτικής της. Αυτό ακριβώς αποτελεί και το κομβικό σημείο της προέλευσης ενός ξαφνικού ζητήματος για την δημιουργία ευρωστρατού. Είναι η ανάγκη της γεωπολιτικής ανάδειξης της Γερμανίας από περιφερειακό παίκτη, σε γεωπολιτικό πρωταγωνιστή.

Την πρώτη ημέρα της διεθνούς Διάσκεψης του Μονάχου για την Ασφάλεια (Munich Security Conference) ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών ανέφερε, πως “είναι πλέον καιρός να σκεφθούμε περισσότερο τον διεθνή ρόλο της Ευρώπης, πέρα από το έργο, που έχουμε να επιτελέσουμε εντός της Ε.Ε..” Η εξωστρέφεια αυτή, όμως, για να επιτευχθεί, απαιτεί την γένεση οργανισμών και θεσμών, που θα επιτρέψουν την υλοποίηση των βαθύτερων σκοπιμοτήτων του Βερολίνου, αφού η Γερμανία αποτελεί την “ατμομηχανή” της ευρωπαϊκής πολιτικής.

Η Γερμανία, που επί δεκαετίες στοιχειωνόταν από την κληρονομιά της πρόκλησης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του Ολοκαυτώματος, βαθμιαία αναλαμβάνει περισσότερο στρατιωτικό ρόλο, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς από την συμμετοχή σε περισσότερες στρατιωτικές αποστολές στο εξωτερικό, όπως είναι η αποστολή αεροσκαφών στο Iντσιρλίκ της Τουρκίας

Οι ΗΠΑ ζητούν από τους συμμάχους τους να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους για τις στρατιωτικές δαπάνες, ώστε να διασφαλίσουν, ότι οι Αμερικανοί δεν θα μετριάσουν την υποστήριξή τους!

Όπως εκτιμούν οι διεθνείς αναλυτές, σε αυτό το πλαίσιο, το Βερολίνο επιθυμεί την δημιουργία θεσμών, που θα συνεργάζονται με το ΝΑΤΟ ή άλλους Οργανισμούς, αλλά θα αποτελούν ευθύνη της Ε.Ε., αφού η Γερμανία αποσκοπεί στον ευρύτερο συνασπισμό εντός της Ευρώπης, τους οποίους, λόγω της οικονομικής ηγεμονίας της, θα ελέγχει η ίδια.

Σε αυτό το σημείο, έρχονται να προστεθούν και οι δηλώσεις του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλωντ Γιούνκερ, o οποίος ανέφερε, ότι η Ευρώπη δεν πρέπει να ενδώσει στις αμερικανικές απαιτήσεις για αύξηση των στρατιωτικών της δαπανών, υποστηρίζοντας, ότι η αναπτυξιακή και η ανθρωπιστική βοήθεια θα μπορούσαν επίσης να προσμετρηθούν ως ασφάλεια.

Η δήλωση αυτή συνδυάζει, τόσο τις αναφορές του Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε στην κοινή ευρωπαϊκή πολιτική της ασφάλειας και της κλιματικής αλλαγής, όσο και την απάντηση στα ερωτήματα, που εγείρει ο Αμερικανός Πρόεδρος, Ντόναλντ Tραμπ, σχετικά με την δέσμευση των ΗΠΑ στην συμμαχία του ΝΑΤΟ, εφ’ όσον οι ευρωπαϊκές χώρες δεν αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες στο 2% της οικονομικής τους παραγωγής. Φυσικά, η Ουάσιγκτον έχει κάθε λόγο να εγείρει τέτοια ζητήματα, όταν οι ΗΠΑ συνεισφέρουν το 70% των απαραίτητων κεφαλαίων της ευρωατλαντικής συμμαχίας.

Σύμφωνα με σχετικά δημοσιεύματα, ο Αμερικανός Υπουργός Άμυνας, Τζέημς Μάττις, προειδοποίησε τους συμμάχους του ΝΑΤΟ, ότι πρέπει να τιμήσουν τις δεσμεύσεις τους για στρατιωτικές δαπάνες, ώστε να διασφαλίσουν, ότι οι ΗΠΑ δεν θα μετριάσουν την υποστήριξή τους.

“Ο Πρόεδρος της Κομισιόν χρησιμοποιεί ανεδαφικές δικαιολογίες συνυπολογισμού της αναπτυξιακής και της ανθρωπιστικής βοήθειας, στον τομέα της άμυνας, ώστε να αλλοιώσει την σύγκριση με τις ΗΠΑ”!

Ο Πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν Κλωντ Γιούνκερ, στην διεθνή Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια (Munich Security Conference), ανέφερε, πως οι δηλώσεις του Αμερικανού Υπουργού Άμυνας αποτελούν πάγιο και διαχρονικό μήνυμα των ΗΠΑ, ενώ εξέφρασε την πλήρη αντίθεσή του, υποστηρίζοντας, πως η Ε.Ε. δεν πρέπει να επιτρέψει την άσκηση πίεσης επί του θέματος. Ωστόσο, το σημαντικότερο, για τους αναλυτές αυτούς είναι, πως ο ίδιος ο Πρόεδρος της

Κομισιόν αναγνώρισε, ότι η Γερμανία δεν θα έχει πλέον πλεόνασμα προϋπολογισμού, αν αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες σε 2% του ΑΕΠ, από 1,22%, που είναι επί του παρόντος.

Η ευρωπαϊκή, -δηλαδή, κατ’ ουσίαν, η γερμανική- προσέγγιση επί του θέματος αυτού είναι, ότι η έννοια της ασφάλειας δεν περιορίζεται στον Στρατό, αλλά αντιθέτως απαιτεί μία σύγχρονη πολιτική σταθερότητας, αποτελούμενη από πολλές συνιστώσες. Επομένως, σύμφωνα με τους ίδιους αναλυτές, σε αυτό το πλαίσιο, ο Ζαν Κλωντ Γιούνκερ χρησιμοποιεί ανεδαφικές δικαιολογίες συνυπολογισμού της αναπτυξιακής και της ανθρωπιστικής βοήθειας, στον τομέα της άμυνας ώστε να αλλοιώσει την σύγκριση με τις ΗΠΑ.

Η δημιουργία ευρωστρατού αποτελεί κοσμοϊστορική γεωπολιτική επανάσταση και τον πρόλογο του εγχειρήματος ανεξαρτησίας της Γερμανίας από τον αμερικανικό έλεγχο, παρά τα όσα καθορίστηκαν στην Συμφωνία της Γιάλτας!

Φυσικά, ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν αναφέρει, πως το ΝΑΤΟ δεν αποτελεί ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ για να το απασχολεί η ανθρωπιστική βοήθεια ή οτιδήποτε άλλο επιθυμεί να συνυπολογίσει ο Ζαν Κλωντ Γιούνκερ.

O Πρόεδρος της Κομισιόν ανέφερε, πως οι Ευρωπαίοι πρέπει να ομαδοποιήσουν καλύτερα τις αμυντικές τους δαπάνες και να δαπανούν τα χρήματα αποδοτικότερα. Ουσιαστικά, αυτό αποτελεί μία βάση επαναφοράς του ζητήματος του ευρωστρατού στο προσκήνιο, το οποίο με την σειρά του αποτελεί τον πρόλογο του εγχειρήματος ανεξαρτησίας της Γερμανίας από τον αμερικανικό έλεγχο.

Οι ίδιοι διεθνείς αναλυτές υποστηρίζουν, πως ένα τέτοιο εγχείρημα αποτελεί μία κοσμοϊστορική γεωπολιτική επανάσταση και, σίγουρα, θα ήταν η πλήρης αποτυχία της απόφασης των ΗΠΑ στην Συμφωνία της Γιάλτας για την διατήρηση του περιορισμού των Γερμανών στον ευρωπαϊκό χώρο. Ως εκ τούτου, κατά τους ίδιους αναλυτές, μία επανάσταση αυτού του μεγέθους αναμένεται να αντιμετωπιστεί με ισχυρή αντίδραση από τις ΗΠΑ. Εφ’ όσον, λοιπόν, η Γερμανία επιδιώκει να συνεχίσει το σχέδιο απεξαρτητοποίησής της από τους Αμερικανούς και της ανάδειξής της σε γεωπολιτικό πρωταγωνιστή, κάτι που επεδίωξε και στο παρελθόν, θα πρέπει να προετοιμαστεί κατάλληλα. Και αυτό προϋποθέτει μεγάλες ποσότητες χρυσού για το μέλλον.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ